Από το κομμάτι που διαβάσαμε σήμερα, διατρέχουμε ένα κίνδυνο να μείνουμε στην εικόνα την εξωτερική, να εντυπωσιαστούμε απ’ αυτόν τον δαιμονισμένο, ο οποίος σπάζει τις αλυσίδες και γκρεμίζει τις πόρτες και φεύγει απ’ τη φυλακή.
Όλη αυτή η «θορυβώδης» εντυπωσιακή εικόνα είναι ενδεχόμενο να δημιουργήσει μέσα μας δύο στάσεις, ή μια απορριπτική διάθεση ότι αυτά είναι παραμύθια, ή να πάθουμε σοκ, για το τι μπορεί να συμβεί σ’ έναν άνθρωπο! Ο Χριστός όμως έχει μια άλλη πιο βαθιά σκέψη να περάσει στη δική μας σκέψη και ύπαρξη. Έχει μια «πρόταση» που αφορά όλους τους ανθρώπους, κάθε κοινωνίας, σε όλη την ανθρώπινη ιστορία.
Τα Γάδαρα ήταν ένα απλό μικρό χωριό, αλλά μια κοινωνία άρρωστη. Και είχε και έναν άρρωστο. Η κοινωνία ήταν άρρωστη αφανώς. Ο άρρωστος ήταν εμφανέστατα και ενοχλητικότατα άρρωστος. Εμείς πολύ εύκολα, εντυπωσιαζόμαστε από τα φανταχτερά και εκρηκτικά, παρά από την σιωπηλή αρρώστια.
Ο Χριστός μάς ρωτάει: «Πώς αλλάζει η κοινωνία; Πώς αλλάζει ο κόσμος;». Και μας απαντά, χωρίς λόγια, ότι θα αλλάξει η κοινωνία άμα αλλάξω εγώ!! Εμείς, αντίθετα, συνήθως εστιάζουμε το θέμα στο σύνολο και στην γενικότητα. Ο Χριστός μάς λέει ότι: «Πρέπει να αλλάξεις εσύ. Ένας. Μόνον ένας. Κάθε φορά ένας. Ένας, διορθώνοντας τον εαυτό του». Ο Χριστός θεράπευσε αυτόν τον έναν άρρωστο.
Είναι εύκολο να συζητάμε για την αλλαγή της κοινωνίας. Ένα σωρό πολιτικά συστήματα προσπάθησαν να αλλάξουν τις κοινωνίες, και αποδείχτηκε, κάτι τέτοιο, ματαιοπονία! Γιατί; Γιατί δεν θέλουμε να σκεφτούμε ότι ενώ συζητάμε άνετα και χωρίς δυσκολία για την αλλαγή της κοινωνίας και των άλλων, δεν θέλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι έχουμε μόνον τον εαυτό μας στα χέρια μας! Τους άλλους δεν τους έχουμε στα χέρια μας. Μόνον τον εαυτό μας μπορούμε να αλλάξουμε, αν έχουμε αποφασίσει και θέλουμε να αλλάξουμε. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε ούτε την γυναίκα μας, ούτε τον άντρα μας, ούτε το παιδί μας, ούτε τους ανθρώπους του περιβάλλοντός μας. Γι’ αυτό κι ο Χριστός αλλάζει αυτόν τον έναν, τον άρρωστο.
Οι άνθρωποι -όλοι μας- είμαστε αμφίβια όντα. Μισοί πνεύματα και μισοί ζώα. Σαν πνεύματα ανήκουμε στον ουρανό και στην αιωνιότητα. Σαν ζώα όμως κατοικούμε μέσα στον χρόνο. Και το να είσαι μέσα στον χρόνο σημαίνει να αλλάζεις. Όπως αλλάζει ο χρόνος. Και σαν κύκλος, και σαν προσθήκη ετών. Όλα, μέσα στον χρόνο, είναι ρευστά και όλα είναι ταλαντευόμενα. Αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό. Αλλοίμονο αν παγιωνόταν, χωρίς ενδεχόμενο και δυνατότητα αλλαγής, μια λανθασμένη, άρρωστη, νοσηρή κατάσταση. Η δυνατότητα, φυσικά, της αλλαγής έχει και προς τα πάνω και προς τα κάτω πιθανότητα εξέλιξης. Εκείνο που χρειάζεται να κουραστούμε και να αγωνιστούμε είναι η αλλαγή να μην είναι προς τα κάτω. Να μη βουλιάζουμε, αλλά να αξιολογούμε σωστά τα πράγματα.
Από τι πάσχει αυτός ο άρρωστος δαιμονισμένος των Γαδάρων; Απ’ ό,τι πάσχουν και όλοι οι συμπατριώτες του, και επίσης και εμείς! Δηλαδή; Από συμμετοχή στο κακό και στην αμαρτία. Συνήθως παρατηρούμε στους άλλους το κακό και διαμαρτυρόμαστε γι’ αυτό και δεν θέλουμε να συνυπολογίσουμε και την δική μας μετοχή και ευθύνη στην ύπαρξή του.
Ο Χριστός μάς λέει: «Υπάρχει ενδεχόμενο να εμπιστεύεσαι κάποιον λίγο, πολύ, περισσότερο, απόλυτα. Κάθε επίπεδο αυτής της εμπιστοσύνης γεννάει τα δικά του αποτελέσματα. Και το σπουδαιότερο απ’ όλα· η ποιότητα σκέψης και δράσης αυτού τον οποίον εμπιστεύεσαι, γεννάει σε σένα αποτελέσματα». Αυτό το χωριό, ολόκληρο, είχε εμπιστευθεί όχι τον Θεό, αλλά τον διάβολο. Τον διάβολο τον εμπιστευόμαστε κι εμείς. Ναι, εμείς οι χριστιανοί! Μπορεί να μην τον εμπιστευόμαστε απόλυτα. Τον εμπιστευόμαστε και τον αφουγκραζόμαστε λίγο, πολύ, περισσότερο, απόλυτα, όταν μας επισημαίνει κάτι, ή μας διαβάλλει κάτι. Και έχουμε αναλόγως δικά του αποτελέσματα ο καθένας.
Αυτός ο άνθρωπος, ο δαιμονισμένος της σημερινής περικοπής, είχε εμπιστευθεί απολύτως τον διάβολο. Του είχε παραδοθεί εντελώς. Δεν είχε κρατήσει για τον εαυτό του τίποτα. Και είχε κυριολεκτικώς «ταυτισθεί» με τον διάβολο. Ο ταυτισμός, βέβαια, όταν αφορά τον Θεό, είναι αγιότητα! Γιατί ο Θεός δεν θέλει να μας πνίξει, αλλά να μας ελευθερώσει. Δεν προσπαθεί να μας καταπιεί, αλλά να μας δώσει υπόσταση. Ο διάβολος όμως θέλει, μεταφορικά, να μας πνίξει και να μας καταπιεί. Κι εμείς δεν το καταλαβαίνουμε πολλές φορές. Φανταζόμαστε την συμβουλή του συμφέρον, και μπαίνουμε σε μια λογική εξαρτητικής σχέσεως και παραδινόμαστε σιγά-σιγά. Και μπερδεύονται τα πράγματα και γεννιέται μια κατάσταση πολύ σύνθετη και περίεργη. Όχι πάντοτε (ευτυχώς) τόσο κραυγαλέα. Μερικές φορές βέβαια τα κραυγαλέα και ενοχλητικά ο άνθρωπος αγωνίζεται να τα αλλάξει. Τα σιωπηλά είναι πιο δύσκολα να διαγνωσθούν. Τα αφανή δεν εντοπίζονται και δουλεύουν εσωτερικά, «εκ του αφανούς».
Πώς μπορεί να αλλάξει όμως ένας άνθρωπος τον εαυτό του;
Από, και με, τον Νόμο του Θεού!
Κι εδώ ξεκινάνε τα θέματα. Όποιος άνθρωπος είναι με τον Νόμο του Θεού, δεν ζει τον Νόμο του Θεού σαν βάρος, αλλά σαν απελευθέρωση. Όποιος άνθρωπος είναι κάτω από τον Νόμο του Θεού, ζει τον Νόμο του Θεού ως καταπίεση, ως επιβολή.
Τι σημαίνει… με τον Νόμο του Θεού και τι σημαίνει… κάτω από τον Νόμο του Θεού;;
Σχεδόν σ’ ολόκληρη την επιστολή του προς Γαλάτας, ο άγ. Παύλος αυτό το θέμα συζητάει (Κεφ. 3, 4, 5) και αυτό επεξηγεί. Μας λέει (ρωτώντας) ότι ο Θεός που χορηγεί το Πνεύμα του δεν το κάνει γιατί τηρήσαμε τον Νόμο, αλλά γιατί πιστεύσαμε στον λόγο Του. «Ὁ δίκαιος (ο τηρών τον Νόμο) ἐκ πίστεως ζήσεται» (Γαλ. 3, 11). «Ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν» (Γαλ. 3, 24) και όλοι είμαστε υιοί Θεού δια της πίστεως στον Χριστό, και έτσι δεν υπάρχουν Ιουδαίοι και Έλληνες, δούλοι και ελεύθεροι, άντρες και γυναίκες, αλλά όλοι είμαστε «νέοι» άνθρωποι ἐν Χριστῷ. Η ελευθερία έρχεται από την ελεύθερη και αγαπητική αποδοχή και τήρηση του θελήματος (Νόμου) του Θεού. Αν η σχέση γίνει αναγκαστική και επιβεβλημένη, τότε είναι όντως κάτω από τον Νόμο ο άνθρωπος και προσπαθεί να υπεκφύγει με μια αθέλητη τήρησή του, για να γλυτώσει από συνέπειες.
Γι’ αυτό βλέπετε μερικούς ανθρώπους, αγαπάνε τον Νόμο του Θεού και τον έχουν αγκαλιά και τον βλέπουν ως ελευθερία περπατήματος. Και κάποιοι άλλοι μισούν τον Νόμο του Θεού, γιατί τον έχουν ως καταπίεση στην καθημερινότητα της ζωής τους. Γιατί δεν αγάπησαν ποτέ, τίποτε και κανέναν. Μπορεί μερικές φορές, βέβαια, αυτή η στάση να έχει αιτία μια στραβή αντίληψη θεολογίας, για το ποιος είναι ο Θεός! Και αυτόν τον Θεό να Τον λες «Πατέρα» κάθε μέρα στο «Πάτερ ημών» και συγχρόνως να Τον αντιλαμβάνεσαι ως αφεντικό, γεμάτος άγχη και ενοχές.
Σήμερα λοιπόν ο Χριστός μάς λέει ότι η κοινωνία διαλύεται όταν παραβεί τον νόμο του Θεού. Όπως διαλύθηκε η κοινωνία των Γαδαρηνών, που είχαν αγνοήσει τον Νόμο του Θεού και παραβαίνοντάς τον έτρεφαν γουρούνια, νομίζοντας ότι είναι κέρδος τους, ενώ ήταν ζημιά τους. Το ίδιο το παθαίνουμε κι εμείς. Πολλές φορές τα λάθη μας τα φανταζόμαστε κέρδος μας. Και είναι βέβαια ζημιά μας τα λάθη, δεν είναι κέρδος μας.
Αν «ξεμπερδέψουμε» την σχέση μας με τον Νόμο του Θεού, θα αρχίσει σιγά-σιγά η συνείδησή μας να φωτίζεται. Θα μπορούμε σιγά-σιγά να πούμε και στους άλλους τι έφερε ο Χριστός στη δική μας ζωή. Όχι με τα λόγια. Θέλει προσοχή αυτό το σημείο. Πολλές φορές όταν ανοίγουμε το στόμα μας, πολλοί κλείνουν τα αυτιά τους!! Αλλά με την ποιότητα του τρόπου ζωής μας. Ο τρόπος, μιλάει περισσότερο απ’ τα λόγια.
Όταν ο θεραπευμένος δαιμονισμένος επέστρεψε στο χωριό του -γιατί όταν γύρεψε απ’ τον Χριστό να Τον ακολουθεί, ο Χριστός του είπε «όχι, πήγαινε στον τόπο που ζεις, την καθημερινότητά σου»- θα ήταν για όλους τους συγχωριανούς του μια αφορμή να κάνουν αυτοκριτική, αξιολόγηση των ενεργειών τους και να σκεφτούν: «Μήπως κάνω λάθος»;
Το μέγα θέμα που θέτει η διήγηση του συμβάντος είναι η υπαρξιακή στάση του καθενός μας απέναντι στο τι είναι συμφέρον στη ζωή και ποιον ακούμε και ακολουθούμε «συμμορφούμενοι» κατά «τας υποδείξεις του», και αποχτώντας συνεπαγωγικά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του.
Θεματολογικές ετικέτες