Κατήχηση, Κυριακοδρόμιο

Κυριακή ΙΒ’ Ματθαίου – Οι αρετές και η… καταπίεση – 27/8/2023

Σήμερα το κομμάτι που διαβάσαμε περιγράφει την ανθρώπινη αγωνία και την ανθρώπινη σύγχυση για τη ζωή και το… μήκος της. Η ανθρώπινη αγωνία γεννιέται από τη στιγμή που κάποιος συνειδητοποιεί τον εαυτό του! Ε, λοιπόν δεν θα ’θελε με κανένα τρόπο η ζωή του να είναι μετρημένη και να τελειώνει σε κάποια χρόνια. Να τελειώσει τέλος πάντων! Αυτό είναι, περίπου σε κάθε λογικό άνθρωπο, αγωνία. Το λάθος είναι η σύγχυση και το ότι μπερδευόμαστε ή έχουμε και στραβές αντιλήψεις γι’ αυτό που επιδιώκουμε ή που θέλουμε. Πολλές φορές και τα πράγματα γίνονται συγκεχυμένα και δεν μπορούμε να περπατήσουμε.

Έρχεται λοιπόν σήμερα ένας στον Χριστό και Του λέει: «Άγιέ μου δάσκαλε τι να κάνω για να πάω στο Παράδεισο»; Δηλαδή, να μη «πεθάνω». Να έχω αιώνια ζωή! Το λέει με άλλες λέξεις αλλά δεν έχει σημασία, ουσιαστικά αυτό Τον ρωτάει. «Πώς θα παραταθεί η ζωή μου; Πώς θα συνεχίσω να υπάρχω κι όταν κλείσουν τα μάτια μου»; Ο Χριστός του λέει: «Γιατί με λες εμένα άγιο; Άγιος είναι μονάχα ο Θεός. Τήρησε τις εντολές Του και θα βρείτε μία σχέση μονιμότητος και αιωνιότητος». Λέει: «Ποιές»;

Είναι Εβραίοι και οι δυο, και ο Χριστός και ο ερωτών. Ξέρουν σαφώς ποιες είναι οι εντολές του Θεού. Όταν εκείνος λέει «ποιές;», παίζει. Του λέει ο Χριστός λοιπόν: «Μη κάνεις φόνους, μην απατήσεις τη γυναίκα σου, μη κλέβεις, μη ψευδομαρτυράς, να τιμάς τον πατέρα σου και τη μάννα σου και ν’ αγαπάς και τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου».

Αυτές είναι οι εντολές του Θεού; Είναι και αυτές. Όμως δεν είναι αυτές οι κύριες εντολές του Θεού! Αν παρατηρήσουμε το κείμενο θα δούμε ότι ο Χριστός προσπαθεί να τον ρυμουλκήσει σε μία σκέψη βαθύτερη ξεκινώντας από τις τελευταίες εντολές, τις πέντε τελευταίες. Δεν του θυμίζει τις πρώτες, θέλοντας να του πει κάτι απλό: «Πάνω σε τι στηρίζεται ο κόπος σου; Στον εαυτό σου ή σε κάποιον άλλον; Θέλεις εσύ να ζήσεις μόνος σου; Ως ένας; Μια παράταση γυρεύεις του «εγώ», δηλαδή ένα ατελεύτητο στους αιώνες των αιώνων «εγώ»; Εκείνος συνεχίζει να μη καταλαβαίνει και Του λέει: «Όλα αυτά τα τηρώ απ’ τα νειάτα μου».

Εδώ βέβαια θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί πολλά πράγματα. Αυτός δεν λέει ψέμματα· είναι μπερδεμένος. Ο σημερινός κόσμος, όμως, είναι σε άλλη βάση μπερδεμένος. Είναι μπερδεμένος στο ότι δεν τηρεί τίποτα! Από μία πλευρά μπορεί να είναι και σωστότερα έτσι. Γιατί όταν δεν καταλαβαίνεις, είσαι στη μακαριότητα της άγνοιας! Μόλις όμως καταλάβεις, περπατάς. Αν βέβαια έχεις καταλάβει στραβά και επιμένεις, εκεί τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα.

Αυτός ο άνθρωπος τι κάνει; Τηρεί τύπους. Όπως άπειρες φορές κι εμείς, οι χριστιανοί. Παίρνουμε την εντολή του Θεού και την κάνουμε τύπο, δηλαδή ένα νεκρό γράμμα, το οποίο το τηρούμε χωρίς να μας αλλάζει. Γιατί ό,τι είναι νεκρό δεν έχει ζωή, και αφού δεν έχει ζωή δεν μπορεί να ζωοποιήσει. Όταν αυτό που τηρώ στο θέλημα του Θεού, το κάνω όχι από την αγάπη για το πρόσωπό Του (και για το πρόσωπό μου!), αλλά το κάνω για να «στήσω» έναν εγωισμό ο οποίος θα καταξιωθεί στα μάτια των άλλων, (ακόμα περισσότερο θα πάρει επιβεβαίωση την ατέρμονα ύπαρξη μετά θάνατον), τα πράγματα είναι μπερδεμένα και άρρωστα.

Όλες οι εντολές, οι εντολές που έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο, ξεκινάνε από την αγάπη για το δικό Του πρόσωπο. Ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του Θεού και όταν αγαπάει σωστά τον Θεό, ουσιαστικά αγαπάει σωστά τον εαυτό του. Γιατί ο Θεός τού γυρεύει να «βγει» από τον εαυτό του για να μάθει να αγαπάει, με τον τρόπο που «βγήκε» Εκείνος από τον Εαυτό Του και αγάπησε εμάς. Όταν αυτό το καταλάβουμε, θα αρχίσουμε σιγά-σιγά να συνειδητοποιούμε ότι το θέλημα του Θεού δεν είναι τροχονομική ρύθμιση, δεν είναι μία οδυνηρή συνταγή, δεν είναι ένας νόμος που επιβάλλεται, αλλά είναι μια θεραπευτική διαδρομή για να μπορέσω να συνειδητοποιήσω τον εαυτό μου. Άμα δεν το καταλάβω αυτό, από εκεί και μετά θα στηρίζω αλλού τις ελπίδες μου, έστω κι αν κουβεντιάζω για τον Θεό.

Παρακάτω στη συζήτηση με τον Χριστό, ο Χριστός του λέει: «Ε, αφού τα τήρησες όλα αυτά, τώρα πούλα κι ό,τι έχεις και δεν έχεις, και ακολούθησέ με, για να πας στον Παράδεισο». Και «στρίμωξαν» τα πράγματα, γιατί όπως λέει το κείμενο είχε πάρα πολλά πράγματα, είχε πάρα πολλά χρήματα, και γέμισε θλίψη απ’ αυτή την πρόταση και «ἀπῆλθε», απομακρύνθηκε. Και ο Χριστός είπε ότι: «Αν κάποιος στηρίζει στα χρήματα την αίσθηση ασφάλειας, στην περιουσία του την ύπαρξή του, από κει και μετά τα πράγματα είναι δύσκολα. Είναι πιο εύκολο να περάσει μια καμήλα μέσα απ’ την τρύπα που κάνει μια βελόνα, παρά να μπει ένας άνθρωπος, που στηρίζεται σε άλλα πράγματα, στην Βασιλεία του Θεού».

Και είναι λογικό. Άμα στηρίζομαι στα χρήματα, τι την θέλω την Βασιλεία του Θεού; Άμα στηρίζομαι στην εικόνα που φτιάχνω για τον εαυτό μου, τι να πει σε μένα η Βασιλεία του Θεού; Άμα δεν έχω μάθει να αγαπάω, να θυσιάζω, να περπατάω μ’ ένα τρόπο δοτικό, από εκεί και μετά θα είμαι εγκυστωμένος και φυλακισμένος μέσα στη φυλακή, που θα φτιάχνω για να εξασφαλιστώ. Γιατί τις περισσότερες φορές, όλοι μας φτιάχνουμε μια φυλακή για να εξασφαλιστούμε, και δεν αντιλαμβανόμαστε ότι σ’ αυτό που φτιάχνουμε κλειδωνόμαστε και εκεί μέσα, και πεθαίνουμε.

Αδελφοί μου, το θέλημα του Θεού είναι ζωή για μας. Το πρόβλημα είναι, μέχρι να το καταλάβουμε έχουμε τον κίνδυνο να το τηρούμε με «σφιγμένα τα δόντια». Οι άνθρωποι οι παραέξω το πετάνε στα σκουπίδια. Δεν έχουνε θέμα, και καμιά φορά μπορεί να είναι και καλύτερα! Εμείς σφίγγουμε τα δόντια μας, το βλέπουμε σαν μια επιβολή η οποία κουράζει, το βαριόμαστε και η ψυχική μας διάθεση γίνεται μπερδεμένη. Αυτό είναι που χρειάζεται να ξεμπερδέψουμε. Δεν υπάρχει άλλο θέμα.

Δεν κινδυνεύουμε από τον Θεό. Το θέλημα του Θεού είναι θεραπευτικό για μας, είναι σωτηρία για μας, δεν είναι απαίτησή Του. Δεν έχει ανάγκη Εκείνος την δική μας προσφορά, την δική μας θυσία, την δική μας αγάπη. Εμείς την έχουμε. Άμα δεν το καταλάβουμε αυτό, δεν θα μπορέσουμε να «περπατήσουμε» τη σχέση μας με τον Θεό. Θα την τηρούμε, θα κάνουμε πράγματα διάφορα, θα νηστεύουμε, θα προσευχόμαστε και δεν θα μαθαίνουμε ούτε να θυσιάζουμε, ούτε να αγαπάμε. Ενώ, όλες οι αρετές είναι «γέφυρα», δεν είναι το «τέρμα». Οι αρετές είναι «γέφυρα» για να πάμε στη Βασιλεία του Θεού. Πάνω απ’ αυτές θα «περπατήσουμε». Εμείς τις φανταζόμαστε «τέρμα» που μας καταξιώνει. «Έχω τούτο, είμαι, είμαι…». Ή μερικές φορές διαβάζουμε «θετικά» και τα «αρνητικά» και λέμε: «Δεν κλέβω, δεν σκοτώνω, δεν, δεν, δεν…». Και λοιπόν; Επειδή δεν κλέβω, είμαι ελεήμονας; Επειδή δεν σκοτώνω, αγαπάω; Επειδή δεν κάνω κάτι άλλο, έχω κάποιο περιεχόμενο;

Θέλει πολύ μεγάλη προσοχή η σύγχυση που γεννιέται μέσα στο χώρο τον εκκλησιαστικό· να μπερδέψουμε τις αρετές και το θέλημα του Θεού, και να τις μπλέξουμε σε μια στενόκαρδη μιζέρια απαιτήσεων. Και μετά, φυσικά, να μας στενεύει ο χώρος ο εκκλησιαστικός, και να θέλουμε κι εμείς και τα παιδιά μας και οι άνθρωποί μας να φύγουμε.


ΙΒ’ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

Πλουσίου νεανίσκου

Ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον

(Κεφ. ιθ’, 16-24)

 

Τόν καιρό ἐκεῖνο πῆγε στόν Ἰησοῦ ἕνας νεαρός, καί τοῦ εἶπε:

  – Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί καλό πρέπει νά κάνω γιά νά ἀπο­κτή­σω τήν αἰώνια ζωή;

          Τοῦ ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς:

          – Γιατί μέ λές ἀγαθό; Ἀγαθός δέν εἶναι κανένας ἄλλος, πα­ρά μόνο ἕνας, ὁ Θεός. Ἀλλά ἄν θέλεις νά εἰσέλθεις στήν ζωή, νά τηρεῖς τίς ἐντολές.

          Τόν ἐρώτησε:

          – Ποῖες;

          Τοῦ ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς:

          – Τό «μή φονεύσεις· μή μοιχεύσεις· μή κλέψεις· μή ψευδομαρτυ­ρήσεις· τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου· καί νά ἀγαπήσεις τόν πλη­σίον σου σάν τόν ἑαυτό σου».

          Τοῦ λέγει ὁ νεαρός:

          – Ὅλα αὐτά τά τηρῶ ἀπό τήν νεότητά μου. Σέ τί  ἄλλο ὑστερῶ;

          Τοῦ ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς:

          – Ἄν θέλεις νά εἶσαι τέλειος, πήγαινε πούλησε τά ὑπάρχοντά σου καί μοίρασέ τα στούς φτωχούς, καί θά ἀποκτήσεις θησαυρό στόν οὐρανό, καί ἔλα μαζί μου.

          Μά μόλις ὁ νεαρός ἄκουσε τά λόγια αὐτά ἔφυγε λυπημένος· γιατί εἶχε μεγάλη περιουσία.

          Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε στούς μαθητές του:

          – Ἀλήθεια σᾶς λέω: δύσκολα θά μπῆ πλούσιος στήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καί πάλι σᾶς λέγω: Εἶναι πιό εὔκολο νά περάσεις μιά γκαμήλα ἀπό τήν τρύπα τῆς βελόνας, παρά νά μπῆ πλούσιος στήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

          Ὅταν οἱ μαθητές του τά ἄκουσαν αὐτά, ἔμειναν κα­τά­­πληκτοι, καί ἔλεγαν μεταξύ τους:

          –  Ποιός λοιπόν μπορεῖ νά σωθῆ;

          Τότε ὁ Ἰησοῦς τούς κοίταξε καί τούς εἶπε:

          – Γιά τούς ἀνθρώπους αὐτό εἶναι ἀδύνατο, γιά τόν Θεό ὅμως  ὅλα εἶναι δυνατά.-

Αφήστε μια απάντηση