Σε συνέχεια των τελετουργικών Βαπτισμάτων που επέβαλε ο Μωσαϊκός Νόμος, ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι κυριαρχούσα μορφή συνδυασμένη με αυτό το θέμα, τόσο πολύ, ώστε, πήρε και προσωνυμία Βαπτιστής από την διδασκαλία του και την συνήθεια να βαπτίζει τους προσερχομένους εν μετανοία.
(Μαρκ.16,16)
(Νηπιοβαπτισμός)
Τί οὖν;
Ἑτέρου πιστεύσαντος ἕτερος οὐ θεραπεύεται; φησίν.
Οὐκ ἔγωγε οἶμαι…
Ἰω. Χρυσοστόμου,
Λόγος «Εἰς τόν παραλυτικόν διά τῆς στέγης χαλασθέντα».
Η λέξη Βάπτισμα στις Γραφές συναντιέται πολλές φορές και εννοεί την με το νερό κάθαρση από τους μολυσμούς και την αμαρτία. Σε συνέχεια των τελετουργικών Βαπτισμάτων που επέβαλε ο Μωσαϊκός Νόμος, ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι κυριαρχούσα μορφή συνδυασμένη με αυτό το θέμα, τόσο πολύ, ώστε, πήρε και προσωνυμία Βαπτιστής από την διδασκαλία του και την συνήθεια να βαπτίζει τους προσερχομένους εν μετανοία.
Βάπτισε, προσελθόντα, και αυτόν τον Κύριο.
Για την Εκκλησία του Χριστού το Βάπτισμα αρχίζει με την εντολή του Χριστού στους αποστόλους (Ματθαίος 28,19) ” Βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος”. Έκτοτε οι πιστεύοντες βαπτίζονται. Από τον Ευνούχο της Κανδάκης (Πράξεις 8,27) μέχρι τον οίκον Στεφανά (Α’ Κορινθίους 1, 15). Το Βάπτισμα αποκτά την θεολογική του εξήγηση στην επιστολή του αγίου Παύλου, προς Ρωμαίους στο έκτο κεφάλαιο, τόσο στο κομμάτι του που διαβάζουμε στην ακολουθία του Μυστηρίου του Βαπτίσματος όσο και στο υπόλοιπο κεφάλαιο που διευκρινίζεται η σημασία, του σε ποιόν είναι κανείς δούλος και από ποιόν εξαρτάται. ” Δοῦλοι ἐστέ ᾧ ὑπακούετε, ἤτοι ἁμαρτίας εἰς θάνατον ἤ ὑπακοῆς εἰς δικαιοσύνην”(Ρωμ.6, 16).
Η Εκκλησία του Χριστού δια των αποστόλων και των διαδόχων τους “μαθητεύει” πάντα τα έθνη. Επεξηγεί την διαδοχή της περιτομής υπό του Βαπτίσματος ως αφιερωματική αναφορά του ανθρώπου στον Θεό και διδάσκει στους προσερχομένους ” τάς ἐντολάς τοῦ Χριστοῦ” ως τρόπο ζωής, καθώς και την εκκλησιαστική κοινότητα ως μυστηριακή συνθήκη για να καρποφορήσει αυτός ο τρόπος.
Όταν ο άνθρωπος-μέλος της Εκκλησίας, αστοχεί στο επιδιωκόμενο δηλ. αμαρτάνει, η Εκκλησία υποδέχεται τους πάντες μετανοούντας και πάλι, μετά από μια μακρά θεολογική διχογνωμία (Δονατιστές) για το θέμα, δηλ. για το κατά πόσον είναι αποδεκτοί εις μετάνοια και οι αρνηθέντες τον Χριστόν (lapsi=πεπτωκότες).
Όταν οι διωγμοί των τριών πρώτων αιώνων τελειώνουν, η Εκκλησία συστηματοποιεί ελεύθερα το “μαθητεύσατε” οργανώνοντας την κατήχηση των ενδιαφερομένων να βαπτισθούν και να γίνουν χριστιανοί.
Κατά την περίοδο των διωγμών, όταν ένας άγνωστος στον επίσκοπο, επιθυμούσε να γίνει Χριστιανός, την ευθύνη της ειλικρίνειας των κινήτρων του την αναδεχόταν-αναλάμβανε κάποιος ήδη Χριστιανός-ανάδοχος, ο οποίος και εγγυάτο στην Εκκλησία γι’ αυτόν (τον προσερχόμενο). Στην συνέχεια γραφόταν στους καταλόγους των Κατηχουμένων της τοπικής Εκκλησίας και άρχιζε το… «μαθητεύσατε». Διδασκόταν όλη την διδασκαλία του Ευαγγελίου του Χριστού για την σωτηρία και εμυείτο στον τρόπο ζωής της Εκκλησίας (στην Εκκλησία της Ρώμης η κατήχηση διαρκούσε δύο χρόνια), αφού συμμετείχε μαζί με τους Χριστιανούς στις προσευχές και αποσυρόταν πριν το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας στο οποίο, ως αβάπτιστος, δεν θα μετείχε.
Δεν έφευγε για να μην… ακούσει η μήπως δει (δεν πρόκειται για τα… Ελευσίνια μυστήρια!) αλλά γιατί δεν θα συμμετείχε-μετελάμβανε! Το ίδιο γινόταν και ίσχυε, δηλαδή έφευγαν πριν την τέλεση της Θ. Ευχαριστίας, και οι επιστρέφοντες εν μετανοία ήδη χριστιανοί και όντες εν επιτιμίω.
Η Καινή Διαθήκη παραθέτει ύμνους η προσευχές-δάνεια από τις λειτουργίες των πρώτων κοινοτήτων. Οι ειδικοί της Βίβλου υποστηρίζουν ότι πολλές από τις ομολογίες της πίστεως είναι αναμφισβήτητα λειτουργικοί τύποι που χρησιμοποιούνταν σε αρχαίες βαπτίσεις. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένας πολύ δυνατός δεσμός ανάμεσα στο Βάπτισμα και την ομολογία της πίστεως. Στην πρώτη Εκκλησία η Βάπτιση απευθύνεται κατά βάσιν σε ενήλικες που αυτοπροσώπως ομολογούν την πίστη τους.
Από την αρχή όμως του 4ου αιώνα το Βάπτισμα μικρών παιδιών γενικεύεται. Η επιμονή στο προπατορικό αμάρτημα και στην αναγκαιότητα να ελευθερωθούν από αυτό και τα μικρά παιδιά εξηγεί εν μέρει αυτή την εξέλιξη. Μετά από αυτό σπανίως γίνονται βαπτίσεις ενηλίκων. Τα «στάδια» του Βαπτίσματος εξαφανίζονται.
Η κοινωνία σιγά-σιγά γίνεται ολόκληρη μια Εκκλησία. Αυτοί που μένουν έξω από την Εκκλησία είναι ελάχιστοι αιρετικοί σε κάποιες περιοχές. Η ειδωλολατρεία σβύνει η έστω έτσι νομίζει η Εκκλησία! (Παυλικιανοί, Καθαροί, Ιανσενιστές, Νεογνωστικοί). Προοδευτικά στην συνείδηση των υπευθύνων της Εκκλησίας γεννιέται η αντίληψη ότι όλα πλέον είναι του Θεού. Η δαιμονική επανάπαυσις στην «καθαρή» γη της Εκκλησίας φτάνει στο άκρον άωτον στην περίπτωση του αιρετικού Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου ο οποίος ζητά από τον αυτοκράτορα «την γην, καθαράν των αιρετικών» για να του αντιδώσει «την των Ουρανών Βασιλείαν»!!! Σιγά-σιγά ο τρίτος πειρασμός του Χριστού (Ματθ.4, 8-10) «ναρκώνει» την Εκκλησία.
Στις γιορτές των Θεοφανείων και του Πάσχα πρωτευόντως και ίσως κάποιες φορές και των Χριστουγέννων και της Πεντηκοστής, η Εκκλησία βάπτιζε τα νέα μέλη της. Απόηχος του γεγονότος η συμπερίληψις στην Θεία Λειτουργία αυτών των εορτών, του ύμνου «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε… » αντί του Τρισαγίου. Πλέον όμως και τεχνικά καταργούνται τα βαπτιστήρια των ενηλίκων η μεταποιούνται και έρχεται σε χρήση η κολυμβήθρα ως σκεύος κινητό.
Η σταδιακή εισαγωγή του νηπιοβαπτισμού προφανώς προέκυψε μετά τον πλήρη εκχριστιανισμό της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η έστω την αυταπάτη του εκχριστιανισμού. Γιατί τι είδους εκχριστιανισμός είναι αυτός που δεν γεννάει κανένα μάρτυρα στην προέλαση του πρώϊμου οθωμανικού κράτους αλλά αντιθέτως εξισλαμίζεται ο κύριος όγκος των πρώην Χριστιανών της Ανατολίας (Heath Lowry: Η φύση του πρώιμου οθωμανικού κράτους, εκδ. Παπαζήση);
Και τα δύο τμήματα των Χριστιανών, Ανατολικοί και Δυτικοί, επαναπαυμένοι στην αφελή αντίληψη ότι οι γονείς είναι Χριστιανοί, βαπτίζουν τα νήπια «στηρίζοντας» την «Chretianité». Οι φωνές του Τερτυλλιανού ότι “οι Χριστιανοί δεν γεννιούνται αλλά γίνονται” έχουν από αιώνες σιωπήσει! Όταν έρχεται για την Δύση η Μεταρρύθμιση (προτεστάντες), μεταξύ των άλλων θεμάτων ανακύπτει και το του νηπιοβαπτισμού. Στην πορεία της ιστορικής κατάτμησης του προτεσταντισμού, πολλές ομολογίες δεν δέχονται τον νηπιοβαπτισμό θεωρώντας μαζί με τον κανόνα της εν Νεοκαισαρεία Συνόδου ότι «… ουκ εκ προαιρέσεως η πίστις αυτών, αλλ’ εξ ανάγκης». Φυσικά η Ρωμαιοκαθολική αλλά και η Ορθόδοξη Εκκλησία ούτε καν δέχτηκε να συζητήσει πιθανότητα ορθής κρίσεως σε μια τέτοια τοποθέτηση. Εξαντλήθηκε σε μια απολογητική συνηγορία της συνήθειας του νηπιοβαπτισμού που ίσως τότε να είχε λόγους όμως ατυχώς φτάνει και μέχρι το σήμερα και συναντάμε σε περιοδικό μητροπόλεως (πρώτο τρίμηνο 2008) αγχώδη προσπάθεια (2. «Ο νηπιοβαπτισμός γνωστός στην Εκκλησία από την αρχή… » 3. «Με το βάπτισμα του νηπίου δεν καταργείται η ελεύθερη βούλησή του») καταξίωσης ενός θεσμού, που αν μη τι άλλο, πρέπει να επαναδρομολογηθεί.
Δεν νομίζουμε ότι μπορεί κανείς να επικαλεστεί ως επιχείρημα υπέρ του νηπιοβαπτισμού την γενική φροντίδα των γονέων για το βρέφος. Η ενστικτώδης αγάπη και μέριμνα καταξιώνεται όταν αντιγράφει την θεϊκή φροντίδα σεβασμού ελεύθερης αγάπης! Ούτε οι γονείς του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου τον φρόντιζαν λιγότερο αφού 19 χρονών πηγαίνοντας για σπουδές στην Αθήνα είναι αβάπτιστος ενώ ο πατέρας του είναι κληρικός!!! Αργότερα ο ίδιος σε διδασκαλία του για το βάπτισμα ως επίσκοπος, θα ρωτάει: «Τί δ᾿ ἄν εἴποις περί τῶν ἔτι νηπίων καί μήτε τῆς ζημίας ἐπαισθανομένων, μήτε τῆς χάριτος; ἤ καί ταῦτα βαπτίσομεν;». Βέβαια, τοποθετείται ευνοϊκά στο θέμα του νηπιοβαπτισμού έστω και εισάγοντας ηλικιακό όριο την τριετία ζωής του νηπίου, λέγοντας το απίθανο «του βίου τας ευθύνας τηνικαύτα υπέχειν άρχονται ηνίκα αν ο τε λόγος συμπληρωθεί και μυστήριον μάθωσι»!!! ουσιαστικά (ας μη το φοβόμαστε) αυτοαναιρούμενος.
Δεν νομίζω ότι θα ζητήσει κανείς ευθύνες από ένα τριετές νήπιο που… μιλάει! Ο άγιος Γρηγόριος (μέγας διδάσκαλός μας) εδώ υπερβάλλει. Όπως υπερβάλλουμε και μεις όταν δεν θέλουμε να δούμε «κατάματα» τα κενά της θεολογικής μας σκέψεως «στηριζόμενοι» στην τοποθέτηση «σκέφτονται άλλοι (η παράδοση) για μας». Η παράδοση είναι περιουσία· όχι «καπέλο» που μας πέφτει μεγάλο κλείνοντας και τα μάτια μας! Είναι στάση ζωής· όχι φωτοτυπία μιας στιγμής από την ζωή. Είναι προοπτική και είναι ο λόγος που διεγείρει την φαντασία για σωστή δουλειά. Είναι ερώτημα. Είναι φανέρωση. Είναι αλήθεια. Είναι δημιουργία. Είναι «σύσταση» και όχι υπακοή.
Φυσικά, δόξα τω Θεώ, παραμένει η ελεύθερη βούληση. Φυσικά και βάπτιζε νήπια στο παρελθόν και στην αρχή της ιστορίας της η Εκκλησία. Το θέμα μας όμως είναι όχι μια ιστορικίστικη δικαίωση του νηπιοβαπτισμού (κατά προτεσταντικού τύπου αναδρομή στο γνήσιο αρχικό αποστολικό πλαίσιο) αλλά μια εκτίμηση του αν και κατά πόσον σήμερα «συμφέρει» την Εκκλησία η συνέχιση μιας τέτοιας πρακτικής σε ένα κόσμο που κάνει εμφανές και «δια γυμνού οφθαλμού», το ότι δεν έχει πλέον σχέση με την Εκκλησία.
Δεν μας ενδιαφέρει η θεσμική απόρριψη του νηπιοβαπτισμού από τους προτεστάντες. Δεν έχουμε όμως και αγωνία να συνεχιστεί μια παράδοση που αγνοεί την σημερινή πραγματικότητα! Η Εκκλησία ζει σε ένα μετανεωτερικό περιβάλλον. Κυριαρχεί δηλαδή στο σήμερα ένας υποκειμενισμός αναιρετικός του σώματος της Εκκλησίας, αφού στην Εκκλησία ο άνθρωπος προσπαθεί να βιώσει το από κοινού (… ἡμῶν… Πάτερ ἡμῶν, ὄχι ἐμοῦ), την ενότητα, την συσσωμάτωση ενώ ο σημερινός άνθρωπος έχει σημαία του το «εγώ» όχι μόνο στις επιθυμίες, αλλά και ως στάση ζωής. Οι άνθρωποι βλέπουν ακόμα και την σχέση με τον Θεό ατομικά-εγωκεντρικά. Για το θέμα που ασχολούμαστε ακόμα και η Εκκλησία «ἀπήχθει αὐτῶν τῇ ὑποκρίσει» (Γαλ.2, 13) και ανέχεται πλέον την πλήρη Εκκλησιολογική αναίρεση του μυστηρίου της εισδοχής των νέων μελών της, μετατρέποντάς το σε ιδιωτική-οικογενειακή τελετή. Φυσικό συνακόλουθο προέκυψε το γεγονός του “εκχυδαϊσμού” του Βαπτίσματος από τις παιδαριωδίες που συνδυάστηκαν με την «τελετή». Μπαλόνια, αρκούδοι, λουλούδια, λαμπάδες διακοσμημένες με τερατάκια και δεινόσαυρους, «εμφώτιοι χιτώνες» παντός χρώματος (United colours of Benetton), ατμόσφαιρα νηπιαγωγείου.
Μέσα σ’ όλα αυτά ένας παπάς-μάγος της φυλής να «ανασκουμπώνεται» να ανακατεύει νερά, λάδια, να κόβει μαλλιά και να βουτάει στα νερά (υπό την υπόκρουση των κραυγών του νηπίου και των καθησυχαστικών ανοητολογιών των συγγενών) τον βαπτιζόμενο!
Συμβολισμοί νεκροί και αναντίστοιχοι με το κοινωνικό «τώρα», άγνωστοι και συνεπώς χωρίς αναγωγική ισχύ. Διαδικασία. Και όλα αυτά σε μια γλώσσα ξένη και ακατανόητη που επιτείνει την αίσθηση μαγικής τελετής. Επιπροσθέτως όλα αυτά σε ανθρώπους και για ανθρώπους που ακόμα και αν δεχθούμε ότι πιστεύουν… στον Θεό, οι συντριπτικά περισσότεροι καμμία σχέση δεν έχουν με τον Χριστό και με την Εκκλησία Του. Απλώς διεκπεραιώνουν ένα… εθνικό συνήθειο. «Οι μεγάλες γιορτές, κυρίως η Ημέρα του Εξιλασμού, τηρούνταν όχι για εθιμοτυπικούς η θεολογικούς λόγους, αλλά σαν ετήσιο προσκλητήριο ταυτότητας, πατρίδας χιλιετιών» γράφει ο G. Steiner, Errata εκδ. SCRIPTA, περιγράφοντας την ανάλογη κατάσταση στόν Ιουδαϊκό κόσμο. Επιπλέον οι Χριστιανοί μας κινούνται και από μια φοβική (από πλευράς των μεγαλυτέρων στην ηλικία) υποχρέωση απέναντι στον… «γιαραμπή» Θεό στην περίπτωση που κάτι συμβεί από πλευράς υγιείας στο νήπιο.
Μέσα σ’ όλα αυτά (εν μέσω… των συμφωνούντων) ο ιερέας να διαβάζει ευχές που αφορούν ενήλικες και τις αμαρτίες τους, σε ένα βρέφος λίγων μηνών, που ούτε αντιλαμβάνεται ούτε μιλάει! Να εξορκίζει το νήπιο σαν να πρόκειται για συνειδητοποιημένα ώριμο άτομο που πλανεμένο σχετίζεται με τον διάβολο σε μια αυταπάτη πορείας ευτυχίας. «Κερασάκι» στην όλη «τούρτα» ο ανάδοχος που δεν μπορεί (όχι να απαγγείλει) ούτε να αναγνώσει την ομολογία πίστεως-«Πιστεύω». Και ο ιερέας να βασανίζεται συνειδησιακά σκεπτόμενος ότι σ’ αυτόν (τον ανάδοχο) και στων γονέων την Κατήχηση (!;) θα παραδώσουμε τον νέο… χριστιανό για να βιώσει και να συνειδητοποιήσει την πίστη του και την σχέση του με την Εκκλησία.
Μόνη μας αγωνία μπας και ο ανάδοχος έχει τελέσει (μόνον) πολιτικό γάμο!
Όλα τα παραπάνω είναι ένα «κομμάτι» της σύγχυσης που ως σύγχρονη Εκκλησία ζούμε.
Το Βάπτισμα αποτελεί το θεμέλιο και τον τρόπο εισόδου στο Μυστήριο της Εκκλησίας. Υπάρχει κάποιος (δεν λέω ιερέας) αλλά και μόνον συνειδητά χριστιανός που δεν αντιλαμβάνεται και δεν ζει, ότι πλέον με τον απροϋπόθετο (όπως έχει καταντήσει) νηπιοβαπτισμό απλώς συντηρούμε ένα θρησκευτικό σχήμα χωρίς καθόλου περιεχόμενο και συνεπώς δυναμισμό αλλαγής; Αν αυτό συνεχιστεί, τι μπορεί κανείς να περιμένει;
Η Εκκλησία είχε τον δυναμισμό να λέει: «Ἐάν νοσῶν τίς φωτισθῆ, εἰς πρεσβύτερον ἄγεσθαι οὐ δύναται. Οὐκ ἐκ προαιρέσεως γάρ ἡ πίστις αὐτοῦ, ἀλλ’ ἐξ ἀνάγκης»(Κανών Β’ της εν Νεοκαισαρεία Συνόδου). Πώς θα τον ξεπεράσουμε; Σ’ όλο το Ευαγγέλιο η απροϋπόθετος σχέσις με τον Χριστό είναι το σκοπούμενο και το ιδανικό. Ακόμα και στην μοναχική απόταξη επανέρχεται η αγωνιώδης απορία-ερώτηση: Μή ἐκ τινος ἀνάγκης ἤ βίας; Ο Κανών 95 της αγίας Έκτης Συνόδου ακόμα και για τους αιρετικούς (που εν πολλοίς ήσαν χριστιανοί) λέει: «… κατηχοῦμεν αὐτούς καί ποιοῦμεν χρονίζειν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί ἀκροᾶσθαι τῶν Γραφῶν καί τότε αὐτούς βαπτίζομεν… ».
Άραγε σήμερα που πλέον η κοινωνία δεν είναι Χριστιανική (ακόμα και όταν την έχουμε… βαπτίσει) δεν θα πρέπει να ξανασκεφτούμε έστω το μέγα αυτό θέμα, σε μια εποχή που πιπιλάει τα ανθρώπινα δικαιώματα και που κάθε χαζούλης έφηβος σου πετάει κατάμουτρα την εξυπνάδα: «Με ρωτήσατε που με βαπτίσατε;»
Δεν έχει σημασία το πόσο αποστομωτικά μπορούμε να απαντήσουμε στην εξυπνακίστικη ερώτηση του νεαρού. Σημασία έχει πως θα μπορέσουμε να συνεννοηθούμε ώστε να γίνουμε γέφυρα προσέλευσής του στην Εκκλησία. Όμως, «Γλώσσα διαπορθμεύει τοῖς ἔξω τόν νοῦν» λέει ο άγιος Αθανάσιος. Εμείς μένοντας στην υπεράσπιση του θρησκευτικού παρελθόντος δεν μιλάμε την γλώσσα του νεαρού.
«Τι θα φοράς συνεννόηση
να σε γνωρίσω
ώστε να μη χαθούμε πάλι
μες στους πολυπληθείς σωσίες σου;»
Κ. Δημουλά: Ραντεβού με μιαν άγνωστη
Ατυχώς έγινε (υπαιτιότητί της) άγνωστη η Εκκλησία στον σύγχρονο άνθρωπο. Πρέπει να αποσαφηνίσει «τι φοράει» για να μπορεί να συνεννοείται με τα παιδιά της. Πρέπει να δει με την ελευθερία που της έδωσε ο Πανάγιος Ιδρυτής της, την τωρινή πραγματικότητα και να αποφεύγει τις υπεκφυγές! Ο Χριστός είναι οδός, αλήθεια και ζωή. Η Εκκλησία πρέπει να δείχνει τον δρόμο της Αλήθειας που οδηγεί στην Ζωή.
Μένοντας σε σχήματα ανενεργά και πεθαμένα δεν μπορεί να πει μαζί με τον εν αγίοις Γρηγόριο τον Θεολόγο:
«Εἴ τι οὖν ἐμοί πείθεσθε…
αὐτοί τῶν ἀγαθῶν προσπηδήσατε καί διπλοῦν ἀγώνα ἀγωνιεῖσθε·
τόν μέν προκαθαίρειν ὑμᾶς αὐτούς τοῦ Βαπτίσματος,
τόν δέ συντηρεῖν το Βάπτισμα…»