ΠΟΛΛΟΙ αναγνώστες μας ζητούν να διατυπώσουμε την άποψή μας για το θέμα των αμβλώσεων. Θα επιχειρήσω εδώ μια τοποθέτηση, όχι χωρίς δισταγμούς. Φοβούμαι ότι το θέμα δεν προσφέρεται σε μονοδιάστατες απαντήσεις. Γι’ αυτό και η θέση μας βρίσκεται μάλλον δίπλα σε ερωτήματα κι όχι σε απαντήσεις. Θα ήταν, ίσως, φρονιμότερο, το κείμενο που ακολουθεί να θεωρηθή αφορμή για συζήτηση των αναγνωστών απ’ αυτές τις στήλες, κι όχι σαν μια κατηγορηματική τοποθέτηση.
ΑΠ’ ΟΣΟ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩ σε διάφορα έντυπα — και παρακαλώ να με διορθώσετε αν κάνω λάθος, διότι δεν παρακολουθώ επισταμένως τις συζητήσεις — το ζήτημα τίθεται σε αδρές γραμμές ως έξης: ορθώς νομιμοποιούνται οι αμβλώσεις διότι α) κάθε γυναίκα έχει το δικαίωμα να κάνη το κορμί της ό,τι θέλει, και β) ούτως ή άλλως γίνονται. Σ’ αυτά, οι αντιτιθέμενοι απαντούν ότι κακώς νομιμοποιούνται οι αμβλώσεις, αφού α) η άμβλωση είναι φόνος, και β) η χώρα μας έχει πρόβλημα πληθυσμιακής καταρρεύσεως.
Ας αρχίσουμε ξεκαθαρίζοντας το έδαφος από τα β) επιχειρήματα. Και κλοπές γίνονται, και βιασμοί και αδικήματα παντός είδους. Αυτό όμως δεν συνιστά υποχρέωση της πολιτείας να νομιμοποίηση το σύνολο των εγκληματικών πράξεων. Από την άλλη μεριά, πρέπει να κατανοήσουμε ότι η αύξηση των γεννήσεων, την οποία πράγματι έχουμε ανάγκη, δεν μπορεί να γίνη δια παντός μέσου, ούτε δια εξαναγκασμού. Η κοινωνία που θ’ απαγόρευε τις αμβλώσεις για να αυξήση τον πληθυσμό της, θα πρέπει και να επιτρέψη τις μαζικές δολοφονίες αν αποκτήση υπερπληθυσμό.
Ας έλθουμε τώρα στα κύρια επιχειρήματα. Το ότι η άμβλωση είναι φόνος δεν νομίζω πως τίθεται σοβαρώς υπό συζήτησιν. Εάν το έμβρυο είναι ζωντανό ή όχι μας το λένε οι ιατροί· φεμινίστριες, ιερείς και νομοθέτες δεν έχουν δικαίωμα γνωματεύσεως επ’ αυτού. Και αφού το έμβρυο έχει ζωή, τότε η άμβλωση την αφαιρεί – τελεία και παύλα. Δεν μπορούμε να συζητήσουμε επ’ αυτού. Μπορούμε, όμως, αν το ζήτημα τεθή σε άλλη βάση.
Δεν υπάρχει κοινωνία που να θεωρή τη ζωή ως το υπέρτατο αγαθό. Η κοινωνία ορίζει τον εαυτό της ως υπερασπιστή της ζωής των μελών της, ενώ ταυτοχρόνως ορίζει τη δική της σωτηρία ως υπέρτερα πάσης άλλης αξίας — και αυτής της ζωής. Αυτό ίσως εξηγεί το παράδοξο όλες οι κοινωνίες να τιμωρούν το φόνο, αλλά και όλες να τον επιβάλλουν, σε πολλές περιπτώσεις.
Συνεπώς, είναι δυνατόν να νομιμοποιηθούν οι αμβλώσεις, να νομιμοποιηθή αυτό το είδος φόνου. Το πρόβλημα είναι, με ποιο σκεπτικό. Η κοινωνία χρειάζεται μια προφανή λογική αν θέλη η νομιμοποίηση ενός είδους φόνου να μη διατάραξη την απολύτως αναγκαία συνοχή της, αν θέλη να μη κοπή ο δικός της ομφάλιος λώρος με τις θεμελιώδεις προϋποθέσεις υπάρξεως της. Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν, να κατανοήσουμε την απόφαση της.
ΜΕ ΠΟΙΑ ΛΟΓΙΚΗ νομιμοποιείται η άμβλωση κι όχι η παιδοκτονία; Μήπως διότι το έμβρυο δεν έχει συνείδηση ενώ το παιδί έχει; Εάν ναι, τότε ερωτάται: θα απαγορευθή αμέσως η άμβλωση εφ’ όσον αποδειχθή ότι το έμβρυο έχει επίσης συνείδηση; Και ερωτάται ακόμη: θα επιτραπή η αφαίρεση ζωής οιουδήποτε ανθρώπου δεν έχει συνείδηση — π.χ. οιουδήποτε βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση;
Μήπως διότι το έμβρυο δεν έχει αυτόνομη ύπαρξη, δεν μπορεί δηλαδή να ζήση μόνο του; Εάν ναι, ερωτάται: αναγνωρίζεται, λοιπόν, η ιδιότης του ζωντανού μόνο σ’ ένα πλάσμα που μπορεί να επιβίωση χωρίς να εξαρτάται απολύτως από κανέναν; Μια απλή βόλτα στα νοσοκομεία θα φανέρωση πόσοι φόνοι πρόκειται να καλυφθούν από την ομπρέλα αυτής της λογικής. Και τι πρόκειται να συμβή εάν ένας γιατρός ή μία νοσοκόμος, σκοτώσει σ’ ένα μαιευτήριο όλα τα εντός θερμοκοιτίδων έμβρυα; Θα παραπεμφθή για φθορά ξένης περιουσίας;
Φοβούμαι ότι παρόμοιοι συλλογισμοί ξεκινούν από την υποτίμηση του εμβρύου και την παμπάλαιη αντίληψη πως η ζωή αρχίζει με τη γέννα. Πόσο σοβαρό, όμως, μπορεί να είναι αυτό, σε μια εποχή που παρακολουθεί τις συναισθηματικές αντιδράσεις του εμβρύου, τις διαθέσεις του προς τους γονείς και τ’ αδέλφια του, ή ακόμη και τις μουσικές του προτιμήσεις; Ποιος από μας πιστεύει σήμερα, στα σοβαρά, ότι η ζωή αρχίζει μετά τη γέννα, ή ότι ψυχή αποκτάς μόνο με το πρώτο κλάμα; Ας δούμε ξεκάθαρα την πραγματικότητα: ποιος από μας δεν αντιλαμβάνεται ότι η μόνη διαφορά μεταξύ παιδοκτονίας και εμβρυοκτονίας έγκειται στο γεγονός ότι το παιδί έχει πιο απτή παρουσία από του εμβρύου;
ΑΣ ΔΟΥΜΕ το άλλο αξίωμα: «κάθε γυναίκα έχει το δικαίωμα να κάνη το κορμί της ό,τι θέλει». Ο παραλογισμός αυτού του αξιώματος είναι εξώφθαλμος. Αυτό το αξίωμα καταργεί την κοινωνικότητα της ζωής και δέχεται μόνο την ατομικότητά της. Δεν θα συζητήσω αν αυτό είναι φιλοσοφικά έγκυρο. Είμαι όμως υποχρεωμένος να παρατηρήσω ότι αν η κοινωνία δεχθή αυτό το αξίωμα, τότε χάνει αμέσως το δικαίωμα να διαθέτη «για το κοινό καλό» τη ζωή των μελών της, χάνει -το δικαίωμα να επιβάλλη θυσίες. Διότι εάν κάθε γυναίκα δικαιούται να κάνη το κορμί της ό,τι θέλει, τότε και κάθε στρατιώτης έχει ακριβώς το ίδιο δικαίωμα. Οπότε, στις Θερμοπύλες θα πάη (αν πάη) μόνον ο νομοθέτης του νομοσχεδίου περί αμβλώσεων ή όσοι ψυχοπαθείς αποφασίσουν να διαθέσουν το κορμί τους για να λειανθούν τα μηδικά ακόντια.
Και βεβαίως, το θέμα δεν σταματά εδώ. Το ζητούμενο με τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων είναι κάθε γυναίκα να κάνη και το κορμί του παιδιού της ό,τι θέλει (αφού είτε γεννήθηκε είτε όχι, παιδί της πάντως είναι). Πώς είναι δυνατόν, όμως, ν’ αφεθή στα χέρια των γονιών το δικαίωμα των παιδιών τους να ζήσουν; Ή, εάν δοθή αυτό το δικαίωμα, τότε σε ποια ηλικία αίρεται; Με τη γέννα ή την ενηλικίωση; Πότε και για ποιο λόγο θα πάψουν οι γονείς να έχουν δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στα παιδιά τους;
ΕΛΕΧΘΗ ότι οι αμβλώσεις πρέπει να νομιμοποιηθούν, διότι δεν είναι σωστό να γεννώνται παιδιά ανεπιθύμητα ή ακόμη και μισούμενα από τους γονείς τους. Το επιχείρημα αυτό είναι άξιο “σοβαρής” συζητήσεως. Αλλά η λογική που εισάγει δεν εξαντλείται στη νομιμοποίηση των αμβλώσεων· πηγαίνει πολύ πιο πέρα, αφού θέτει προϋποθέσεις για την τεκνογονία. Αν δεχθούμε την αρχή ότι η τεκνογονία είναι θεμιτή υπό κάποιες συγκεκριμένες ψυχολογικές προϋποθέσεις, τότε πως όχι και υπό κάποιεςοικονομικές προϋποθέσεις; Και πως θ’ αρνηθούμε τη σημασία των βιολογικών προϋποθέσεων; Αν δεν είναι σωστό να κάνης ένα παιδί που θα είναι δυστυχισμένο διότι το μισείς, δεν είναι επίσης σωστό να κάνης ένα παιδί που θα πεινάη· και δεν είναι διόλου σωστό να κάνης ένα παιδί που θα είναι κοντό και ως εξ αυτού κομπλεξικό και δυστυχισμένο. Με άλλους λόγους, το υπό συζήτησιν επιχείρημα εισάγει την ευγονική, και όχι απλώς τη νόμιμη άμβλωση. Αν η κοινωνία δεχθή τη λογική του επιχειρήματος, τότε πρέπει η όλη συζήτηση να τεθή σε άλλη βάση.
Αν η κοινωνία υιοθέτηση μια λογική που θέτει στο δικαίωμα της ζωής προϋποθέσεις, τότε πώς μπορεί να περιορίση τους όρους της μόνο στην αρχή κι όχι και στο τέλος; Πώς, δηλαδή, μπορεί να είναι νόμιμη η άμβλωση κι όχι και η ευθανασία; Και πως είναι δυνατόν μια κοινωνία να νομιμοποιή την άμβλωση και να καταργή ως… απάνθρωπη την ποινή του θανάτου; Αυτές οι ασυνέπειες, οι κυριολεκτικώς ασυναρτησίες, συνιστούν εξαιρετικά έντονες διασπαστικές δυνάμεις και ναρκοθετούν το θεμέλιο των περί δικαίου αντιλήψεων της κοινωνίας: το εύλογον.
ΑΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΜΕ το άλλο επιχείρημα: «Η άμβλωση πρέπει να νομιμοποιηθή για να μπορεί κάθε γυναίκα να χαίρεται τον έρωτα ελεύθερα». Κατ’ αρχήν, όποιος ενδιαφέρεται ακόμη για εννοιολογική ακρίβεια, θα πρέπει να κάνη μια επείγουσα διόρθωση: το πράγματι ζητούμενο εδώ δεν είναι η ελευθερία, αλλά η απουσία συνεπειών. Αυτή η διόρθωση είναι απαραίτητη, διότι έτσι θα κρατήσουμε απόσταση από το οδυνηρό πια ερώτημα: τι είναι ελευθερία και ποιο είναι το θεμέλιο της ελευθερίας του έρωτα;…
Εν πάση περιπτώσει, κατά το επιχείρημα αυτό, το έμβρυο δεν έχει οντότητα μολονότι είναι ζωντανό. Το έμβρυο είναι μια δυσάρεστη συνέπεια της σεξουαλικής επαφής. Το έμβρυο είναι ακριβώς το ίδιο με τα κόπρανα που ακολουθούν ένα εξαίσιο γεύμα. Γι’ αυτό και η αφαίρεση της ζωής του δεν θεωρείται φόνος, αλλά είδος οδυνηράς κενώσεως.
Δεν θα συζητήσω τώρα το πόσο μια τέτοια αντιμετώπιση στηρίζεται στα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα. Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι τούτο: το έμβρυο αντιμετωπίζεται ωσάν να μην έχει οντότητα. Πρόκειται, δηλαδή, για επιχείρημα που στηρίζεται εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά στην υπόθεση ότι η ζωή δεν συνεπάγεται οπωσδήποτε ύπαρξη οντότητος. Έτσι, ο άνθρωπος μπορεί να ζη χωρίς οντότητα. Η οντότητα είναι κάτι που του απονέμεται από τρίτους, με κριτήρια όλως άσχετα προς την υπόσταση του. Θα συνιστούσα σ’ όλους όσους σπεύδουν να δεχθούν αυτή τη θέση μεγάλη προσοχή: πρόκειται για παγίδα θανάτου, για την αντίληψη πάνω στην οποία στηρίζεται ο πιο κτηνώδης φασισμός, ο πιο αδυσώπητος ολοκληρωτισμός. Ελπίζω πως αυτό είναι ιδιαιτέρως προφανές και δεν χρειάζεται να το αναπτύξω.
ΑΛΛΑ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ δεν σταματά εδώ. Αν οι αμβλώσεις πρέπει να νομιμοποιηθούν για να μπορή κάθε γυναίκα να απολαμβάνη τον έρωτα χωρίς δυσάρεστες συνέπειες, ερωτάται: πρόκειται να καταργηθούν και άλλες δυσάρεστες συνέπειες του έρωτα; Και η μέριμνα για την ανεμπόδιστη απόλαυση του έρωτα, θα περιορισθή μόνο στις γυναίκες, ή θα επεκταθή και στα αιτήματα του άνδρα;
Βεβαίως, εγείρονται και άλλα ερωτήματα. Είναι, άραγε, εφικτό το όραμα των σεξουαλικών σχέσεων χωρίς συνέπειες; Οι αμβλώσεις δεν έχουν συνέπειες — και μάλιστα εξαιρετικά δυσάρεστες; Και περαιτέρω: ποιες συνέπειες θέλουμε ν΄ αποφύγουμε; Θέλουμε ν’ αποφύγουμε την κύηση; Αλλ’ αυτή δεν εμποδίζει την σεξουαλική απόλαυση. Θέλουμε ν’ αποφύγουμε τη μητρότητα; Αυτό μπορεί να λυθή χωρίς φόνους, αν η πολιτεία κατοχύρωση το δικαίωμα της μητέρας να αρνείται την ανατροφή του παιδιού της και να το αναλαμβάνη υποχρεωτικά ένας νηπιακός σταθμός. Θέλουμε ν’ αποφύγουμε τα κοινωνικά σχόλια που συνοδεύουν την ανύπαντρη έγγυο; Αλλοίμονον, όμως, αν νομιμοποιηθή ο φόνος για να σταματούν τα κουτσομπολιά. Θέλουμε, μήπως, ν’ αποφύγουμε τον συναισθηματικό δεσμό μητέρας-νεογέννητου; Αυτό, πράγματι, μόνο με άμβλωση το προλαβαίνουμε. Αλλ’ ας πούμε, λοιπόν, τα πράγματα με τ’ όνομα τους: θέλουμε την άμβλωση για να εμποδίσουμε τη συναισθηματική σχέση μητέρας-παιδιού. Με άλλους λόγους, οι δυσάρεστες συνέπειες της σεξουαλικής σχέσεως είναι η δημιουργία συναισθήματος… Στη θέση ενός έρωτος με συναίσθημα, τοποθετείται ο κυριολεκτικώς καννιβαλικός έρως.
ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ συνωθούνται και πιέζουν για μια διέξοδο, μιαν απάντηση. Μήπως αντί για τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων μπορούμε να πάρουμε άλλα μέτρα, πιο κοντινά προς το αίσθημα Δικαίου και Προνοίας; Μήπως χρειαζόμαστε ως κοινωνία ένα νέον ορισμό της ζωής και του θανάτου; Μήπως πρέπει να ενισχύσουμε την αλληλεγγύη, την ανθρωπιά μας, το βάθεμα μας και να επανεξετάσουμε την ερημιά που παριστάνει την προοδευτικότητα; Μήπως πρέπει να περιορίσουμε τη σημασία της μόδας και να ασκηθούμε λίγο στη διαχρονική θεώρηση του κόσμου και του εαυτού μας; Μήπως κάποια από τα προβλήματα μας θεραπεύονται με συνειδητοποιήσεις μάλλον, παρά με νομοθετήματα;
Ο Βίκτωρ Αφανάσιεφ, διευθυντής της σοβιετικής Πράβδα έδωσε συνέντευξη σε δημοσιογράφο της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, και στην ερώτηση «και η ελευθερία του τύπου εφαρμόζεται;» απάντησε:
“…Ο τύπος υπηρετεί την κοινωνία του. Για παράδειγμα, η “Πράβδα” είναι όργανο της Κεντρικής Επιτροπής του Κ..Κ.Σ.Ε. Δουλεύουμε για το κόμμα μας. Είμαστε ελεύθεροι. Εννοώ, ότι μπορούμε να γράψουμε για το Α ή Β θέμα, για την οικονομία, λογοτεχνία, για τα γεγονότα, τα φυσικά φαινόμενα, μπορούμε να γράψουμε για τα πάντα. Κανείς δεν μας περιορίζει τη θεματολογία και τη γλώσσα που θα χρησιμοποιήσουμε. Αλλά μια και είμαστε άτομα κομματικά, ακολουθούμε αυστηρά την κομματική μας γραμμή.
Πιστεύω ότι και στη δύση συμβαίνει το ίδιο. Μιλάνε πολύ για την απόλυτη ελευθερία του τύπου. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμιά ελευθερία. Ο τύπος μονοπωλείται στη Δύση. Το “Σπίγγελ”, π.χ. τι είναι; Οι δημοσιογράφοι που δουλεύουν εκεί, τι είναι; Γι’ αυτό δεν υπάρχει η αφηρημένη έννοια της ελευθερίας. Μιλάμε για το συγκεκριμένο γεγονός».
Θεματολογικές ετικέτες