Για μια άλλη χρήση της Παναγίας των Παρισίων
lundimatin#187, 16.04.2019
Αδελφοί και αδελφές, Χθες, η Παναγία των Παρισίων κάηκε. Στην εποχή του, ο Χριστός είχε δώσει το παράδειγμα διώχνοντας τους εμπόρους από το ναό.
‘Ολοι οι αληθινοί χριστιανοί πρέπει σήμερα κι αυτοί να διώξουν τους εμπόρους απο τον ναό της καρδιάς τους. Διαφορετικά θα υποκύψουν στα πρόστυχα τεχνάσματα των κάθε λογής κερδοσκόπων, πολιτικάντηδων, φοροφυγάδων, θρησκόληπτων, αμόρφωτων που αναζητούν ρίζες, ή ρυπογόνων ομίλων, που βιάζονται να επωφεληθούν. Ας θυμήσουμε στα χέρια που γίνονται γενναιόδωρα μόνο όταν αποσκοπούν στη δόξα τα λόγια αυτά της αλήθειας: “Δεν μπορείτε να υπηρετείτε τον Θεό και το χρήμα” (Ματθ 6:24).
Τι αντίθεση ανάμεσα στα σκοτεινά αυτά παιχνίδια και το κατανυκτικό θέαμα που πρόσεφεραν χθες βράδυ οι δρόμοι του Παρισιού: το αρχαίο πάθος της φωτιάς μας έφερνε κοντά, και η σιωπή της περισυλλογής πλανιόταν πάνω από την πόλη, μία σιωπή της φωτιάς που μου θύμιζε την πασχαλινή έκσταση, μία σιωπή που καμιά μεγαλοπρέπεια, κανένας κουμπαράς, καμιά αφορολόγητη δωρεά δεν θα αγοράσει ποτέ. Ζήσαμε το μεγαλείο μιας καθαρτικής χρονικής στιγμής, και κανείς, όσο λίγο κι αν συμμετείχε σ’ αυτήν τη μεγάλη πνευματική ένωση, ακόμη κι αυτός που έβγαζε ανενδοίαστα σέλφι, δεν θα μπορούσε να βγει αλώβητος.
Ωστόσο, αδελφοί και αδελφές, σας το λέω: επείγει λιγότερο η ανοικοδόμηση του πέτρινου καθεδρικού ναού από τη σωτηρία του ναού της καρδιάς μας. Εκπλήσσομαι που διαπιστώνω πως αυτοί που διώχνουν τους συνανθρώπους τους σαν να είναι αλήτες, επαναλαμβάνοντας συνέχεια πως δεν έχουν ούτε ένα ευρώ γι’ αυτούς, αφήνουν έτσι να ρέουν ποτάμια χρυσού όταν πρόκειται για την εικόνα μιας πρωτεύουσας παραδομένης στον εγωϊσμό και την απληστία, στα κενά διαμερίσματα, στο κυνήγι των φτωχών και των ξένων, στην επιπόλαιη διασκέδαση. Εκπλήσσομαι επίσης από την φρενήρη ενεργητικότητα που επιδεικνύουν, εκεί όπου ο Βασιλιάς Δαβίδ θα είχε καλύψει επί εβδομάδες ολόκληρες το προσωπό του με στάχτες, και ο αυτοκράτορας της Κίνας θα είχε επιβάλει τρεις μέρες τον εαυτό του σε καθαρτήρια λουτρά. Αυτοί που μας κυβερνούν δεν αναρωτήθηκαν ποιό χέρι τους είχε χτυπήσει; Είναι τόσο αλαζονικοί ώστε ακόμη και την πιο απρόσμενη καταστροφή να μην την βλέπουν σαν έναν οιωνό;
Η αλήθεια, αδελφοί και αδελφές, είναι ότι η Βασιλεία του Ουρανού είναι πιο κοντά σήμερα στους κατοίκους που διώχνονται από την Notre-Dame-des-Landes απ’ ό,τι στους τουρίστες που συνωστίζονται στον περίβολο της Παναγίας των Παρισίων δια της χάριτος του Airbnb. Ο Βίκτωρ Ουγκό έλεγε για τον καθεδρικό ναό ότι επρόκειτο για μία θαυμάσια τέχνη που την παρήγαγαν βάνδαλοι: τα θαύματα του κόσμου υπήρξαν όλα αρχικά καλύβες. Ο Χριστός δεν γεννήθηκε μέσα σε ένα σταύλο;
Ο κόσμος μας υποφέρει από μια βαθιά ριζωμένη αρρώστια και μια αλαζονεία: αρνείται να αφήσει κάτι να πεθάνει, να αλλάξει. Η Ιστορία έχει για μας τον ρυθμό της ανακαίνισης. Η μόνη έννοια όμως των διαδοχικών επιδιορθώσεων είναι να παγώσουν τη αληθινή κίνηση, να εμποδίσουν κάθε ανανέωση και κάθε μετατροπή. Ο Βίκτωρ Ουγκό πρόσθετε ότι ο ακαδημαϊσμός είχε σκοτώσει την τέχνη των καθεδρικών ναών. Ωστόσο, δεν κινδυνεύουμε πια σήμερα από τους σχολαστικούς λάτρεις των λατινικών ή των ελληνικών. Ο κίνδυνος είναι πιο σοβαρός και πιο πιεστικός. Προέρχεται από μια στρατιά ηχοληπτών και εικονοληπτών, εξαπολύει μυριάδες φλας, ενεργοποιεί τις σειρήνες των ειδικών κομβόι, συγκεντρώνει τους ισχυρούς, τους πλούσιους και τα αφεντικά του θεάματος σε μία ζοφερή συνωμοσία. Θέλω να μιλήσω για την τετανική ορμή της διατήρησης που καταλαμβάνει τις ψυχές, εμβρόντητες μπροστά στο εκθαμβωτικό προφανές της καταστροφής. Εν ολίγοις, τίποτα δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να συμβεί, ο θρίαμβος του δυσοίωνου Viollet-le-Duc, αρχιμάστορα της ψευτοαρχιτεκτονικής, πρέπει να είναι αιώνιος!
Αδελφοί και αδελφές, αυτό που ενσαρκώνει πραγματικά για μας ο καθεδρικός ναός του Παρισιού, και το οποίο χθες επιτέλους μας δώθηκε πίσω, είναι η δυνατότητα του να στοχαζόμαστε και να κατοικούμε αυτόν τον κόσμο, μία δυνατότητα που στερούνται εντελώς αυτοί που μας κυβερνούν. Χθες, ο καθεδρικός ναός έπαψε να είναι για μας μία αόριστη αρχιτεκτονική μάζα που ξεπροβάλλει από κάποιες γωνίες δρόμων, αυτό το πολλοστό μουσειοποιημένο παλιό πράγμα που εντάσσεται στην “ανθρώπινη κληρονομιά”, και που το επισκέπτεται κανείς μόνο δια μέσου του κινητού του. Αν οι καρδιές των Παριζιάνων σφίχτηκαν μπροστά στο θέαμα της πυρκαγιάς, δεν είναι επειδή αντίκριζαν ανήμποροι την εξαφάνιση ενός κοσμήματος του γαλλικού τουρισμού, αλλά επειδή δεν κατοίκησαν, ούτε έζησαν με τον καθεδρικό ναό που τον είχαν δίπλα τους κάθε μέρα. Κάθε καρδιά μουρμούριζε: “Οριστε! Μας αφαιρούν τώρα το μεγαλοπρεπές κτήριο, τον εγκαταλειμμένο αυτόν οίκο του Θεού, την κληρονομιά αυτή των αιώνων που παραδόθηκε στην ελλεεινή εκμετάλλευση των κοστουμαρισμένων πλιατσικολόγων, πριν ακόμη μας ανήκει, πριν της δώσουμε την παραμικρή σημασία, ενώ δεν μπορέσαμε καν να την χρησιμοποιήσουμε!” Αυτό που μας είχαν στερήσει, και που παραδόθηκε στις φλόγες, έγινε πάλι κοινό, το αντικείμενο μιας κοινής θλίψης και μιας κοινής οργής.
Ενώ περιδιάβαινα τα δρομάκια της γειτονιάς της la Huchette, τα πλατιά πεζοδρόμια της γέφυρας της la Tournelle, περνούσα ανάμεσα στο πλήθος που είχε ακινητοποιηθεί από τη λάμψη της πυρκαγιάς. ‘Ακουσα κάποιον να αναφωνεί: “Τι όμορφο”. Και κάποιον άλλον: “Θα μου άρεσε να μην την ξαναχτίσουν ποτέ”. Δεν απέχω πολύ από το να συμφωνήσω μαζί τους. Η καρδιά έχει ανάγκη μερικές φορές να ξαναβρεί την τραχύτητα της ερήμου. Το κτίσμα αυτό δεν θα ήταν πιο ζωντανό αν το καμένο ξύλο του εγκαρσίου κλίτους χρησίμευε σαν λίπασμα για να αναπτυχθεί το αγιόκλημα, το νησί Saint-Louis δεν θα ζούσε λιγότερο στο ρυθμό των τουριστών, δεν θα συγκεντρώνονταν πραγματικά οι άνθρωποι στον περίβολο για να συζητήσουν για τη μοίρα τους, ενώ οι στεγνές καρδιές των στρατιωτών της αποστολής “sentinelle” θα απομακρύνονταν λίγο, ώστε ο τόπος αυτός να ξαναβρεί ίσως κάτι το ιερό; Η Παναγία των Παρισίων, την οποία η πυρκαγιά θα την απάλλασσε επιτέλους από τους βέβηλους, θα μπορούσε τότε να επιστρέψει στον λαό που θα την χρησιμοποιούσε για να στεγάζει τους φτωχούς και τους εξόριστους, να φροντίζει τους αρρώστους και τους δυστυχισμένους, να υπηρετεί τις υγιείς εξεγέρσεις και την αξιοπρεπή οργή, με λίγα λόγια να επαναφέρει ένα είδος θείας δικαιοσύνης σ’ αυτόν τον κόσμο.
Τα ερείπια του καθεδρικού ναού, που θα επέστρεφαν πάλι στη λαϊκή χρήση, θα μας υπενθύμιζαν πως τα πράγματα φθίνουν, θα εξηγούσαν στους ισχυρούς ότι, όσο επιβλητική ή γελοία κι αν ήταν η βασιλεία τους, αυτή φτάνει στο τέλος της, κι ότι ο κόσμος τους θα τελειώσει μέσα σε ένα παρανάλωμα χωρίς κραυγές ή στεναγμούς, μία εξάλειψη που θα χαροποιήσει τις καρδιές σαν μια γιορτινή φωτιά.
Αν ο καθεδρικός ναός μας συγκινεί, αδελφοί μου και αδελφές μου, είναι επίσης επειδή μας υπενθυμίζει πως η σκέψη, η ζωή και η εργασία δεν υπήρξαν πάντα διαχωρισμένα πράγματα, ότι υπήρξε ένας καιρός όπου τα ερείπια που παρήγαμε δεν ήταν υπόγεια πάρκινγκ, αλουμινένια κουτάκια διάρκειας χιλιετιών, ή τούνελ του μετρό. ‘Οπως το λέει ο Βίκτωρ Ουγκώ, η ανθρώπινη ευφυϊα εγτατέλειψε μια μέρα την αρχιτεκτονική προς όφελος του τυπογραφείου, και αυτό σκότωσε εκείνο. Γι’ αυτούς όμως που σκέπτονταν ήδη από χθες πως να επωφεληθούν από την καταστροφή, ενώ η φωτιά δεν είχε ακόμη ολοκληρώσει το έργο της, το βιβλίο ισοδυναμεί εδώ και καιρό με ένα χώρο κενότητας, κάθε ευφυϊα έχει πάψει να υπάρχει, ενώ μία μάταιη φιλοδοξία χρησιμεύει ως Βίβλο. Ο καθεδρικός ναός δεν απαιτεί μία διάσωση άξια ενός Σισύφου, καταδικασμένη να πληγωθεί στο τέλος από την υποκρισία των μαικήνων της, αλλά καταδεικνύει την επείγουσα ανάγκη να μάθουμε εκ νέου να σκεπτόμαστε και να ζούμε με τα δικά μας μέσα, να εγκαταλείψουμε την φυλακή των πληροφοριών και των εικόνων που μας χωρίζει, και να ξαναβρούμε την εκφραστική εξουσία μιας διαρκούς, συλλογικής και χειρονακτικής παραγωγής.
‘Ενας επαρχιώτης παπάς σε επίσκεψη στο Παρίσι
Μτφ. Σ.Σ.
Θεματολογικές ετικέτες