Κατήχηση

Δεν χρειάζονται μεταφράσεις

Έτσι είναι. Έχουν απόλυτο δίκιο. Δεν χρειάζονται μεταφράσεις. Για ποιο λόγο άλλωστε; Μετά από τόσα χρόνια δεν τα μάθαμε; Τα μάθαμε..!

         Ότι σου εστίν…

         Ότι πρέπει σοί …

         Ότι αγαθός…

Τα λέμε και ’μεις από μικρά παιδιά μαζί με τον παπά.

Όντως, αν κανείς είναι… φιλακόλουθος, τότε ακούγοντας πάλιν και πολλάκις τις ίδιες παντού και πάντοτε εκφωνήσεις ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ. Όμως… Υπάρχει ένα όμως που πρέπει να το δούμε με ειλικρίνεια και καλή διάθεση.

 

Όμως έτσι πρέπει να γίνονται οι ακολουθίες; Χωρίς να ακούγονται οι ευχές;

Για ποιον είναι οι ευχές; Για τους Χριστιανούς ή για τον Χριστό; Αν είναι για τον Χριστό, τις χρειάζεται; Δεν τις χρειάζεται, εμείς τις χρειαζόμαστε.

Αυτός απευθύνεται σε μας με τον Λόγο Του (ευαγγέλια) κι εμεις απευθυνόμαστε σ’ Αυτόν με τις ευχές των ακολουθιών, των μυστηρίων και της Θείας Λειτουργίας.

Για μας λοιπόν είναι οι ευχές. Η αντίθετη άποψη ότι δεν πρέπει να ακούονται οι ευχές απ’ όλους είναι αβάσιμη. Τα “ευσεβή μυστικιστικά” επιχειρήματα της μη εκφώνου εκφοράς των ευχών καταλύονται αφ’ εαυτών. Όλες οι ευχές είναι σε πρώτο πληθυντικό! Άλλωστε έτσι μας δίδαξε ο ίδιος ο Χριστός να προσευχόμαστε, όλοι μαζί: Πάτερ ἡμῶν… Μήπως νομίζει κανείς ότι ο παπάς χρησιμοποιεί πληθυντικό… μεγαλοπρεπείας; (κατ’ αναλογίαν του: Ἡμεῖς ὁ πρίγκηψ Γε­ώρ­γιος…). Και μόνο να το σκεφτεί κανείς αυτό για την λατρεία, είναι αστείο!

Η αντίρρηση ότι ο πληθυντικός και η “μυστική” εκφορά των ευχών αφορά τους συλλειτουργούς κληρικούς και πάλι αυτοκαταλύεται, αφού θα έπρεπε, όταν ο ιερέας είναι μόνος, να τις λέει στον ενικό, όπως λέει σε ενικό την ευχή του Χερουβικού που αφορά μόνον αυτόν. Και φυσικά βεβαίως δεν μπορεί κανένας να ισχυριστεί στα σοβαρά, ότι οι ευχές των κατηχουμένων αφορούν τους… συλλειτουργούς! Έχει και η αστεία υπερβολή τα όριά της.

Οι εκφώνως προφερόμενες καταληκτικές των ευχών εκφωνήσεις, είναι δευτερεύουσες προτάσεις, που στα ελληνικά ουδέποτε προ­φέρονται “ανεξαρτήτως”. Κανείς δεν λέει στα… ξαφνικά: Γιατί σήμερα βρέχει. Λέει: Δεν θα πάω στην δουλειά μου, γιατί σήμερα βρέχει. Αυτό το προφανές και αυτονόητο το κάναμε θέμα αντιλογίας και συγγραφών. Επιστρατεύτηκαν “επιχειρήματα” ευλαβείας, κατανύξεως, μυστικισμού [“άκρως μυστικές ευχές”. Υπάρχει άραγε και μέσως;] και… απαγορεύσεως! Αφού έπαψε η Θ. Λειτουργία να είναι έργο-ενέργεια ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ, έγινε προνομιακό δικαίωμα των κληρικών· των άλλων Χριστιανών καταδικασθέντων στο να μην ακούν τις προσευχές που υποτίθεται ότι και αυτοί… αναπέμπουν στον Χριστό!

Η ευσεβής αντίρρηση της αναλογίας με τα γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης, δηλαδή της μη πρόσβασης στο Χωρήβ του λαού του Παλαιού Ισραήλ (“ο λαός θα στέκεται μακριά και ούτε θα ακουμπά το βουνό”) δεν μπορεί να λειτουργήσει “αναλογικά και στην Θεία Λειτουργία” όπως ισχυρίζονται κάποιοι. Στην Θεία Λειτουργία έχουμε μετόχους και όχι θεατές Εκείνου, ο οποίος εμφανίσθηκε στο Χωρήβ και σταυρώθηκε στον Γολγοθά και προσφέρεται εις “βρῶσιν πᾶσι τοῖς πιστοῖς”. Η διαφορά μεθέξεως και γνώσεως είναι κατ’ αναλογίαν της πνευματικής καρποφορίας και ηλικίας: τριάκοντα, εξήκοντα, εκατόν (Ματθ. 13, 8). Δηλαδή κατά την προσωπική ποιότητα-αγιότητα του καθ’ ενός, όχι κατά την συνθήκη των εξωτερικών δεδομένων (Μωϋσής-λαός). Άλλωστε “σκιάν ἔχων ὁ νόμος τῶν μελλόντων ἀγαθῶν” (Ἐβρ. 10, 1) “υποδείκνυε” τα ερχόμενα. Ο Χριστός στην Καινή Διαθήκη “τοῖς πᾶσι γέγονε τὰ πάντα”, “εἰς σωτηρίαν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι” και αυτό διαφοροποιεί την Εκκλησίαν από την…συναγωγή· και την Καινή Διαθήκη από την Παλαιά, αφού “διὰ τὸ λέγειν Καινήν, πεπαλαίωκε τὴν Πρώτην”.

 

Το αβάσιμο αυτών των αντιλήψεων για σιωπηλή ανάγνωση των ευχών το κάνει ακόμα πιο κατάδηλο η τάξη των Μυστηρίων του Βαπτίσματος και του Γάμου! Άραγε διανοείται κανείς να τελέσει Βάπτισμα ή Γάμο χωρίς να απαγγείλει τις ευχές; Λέγοντας μόνον εκφωνήσεις;

Τι λοιπόν; Έχουμε δύο θεολογίες μυστηρίων; Ακουομένων και μη ακουομένων; Και όταν σκεφτεί κανείς ότι και το Βάπτισμα και ο Γάμος ήταν συνηρτημένα τμήματα του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, τότε σε τι συμπεράσματα οδηγείται;

Όταν λοιπόν κατά λογική και θεολογική αναγκαιότητα οδηγούμαστε στην έκφωνη ανάγνωση των ευχών και της Λειτουργίας [αφού όπως είπαμε, στα άλλα Μυστήρια, Βαπτίσεως, Χρίσματος, Γά­μου, Μετανοίας, λέγονται εκφώνως (η Ιερωσύνη έμεινε συνηρτημένη στην Θ. Λειτουργία)], τότε ανακύπτει ΜΕΓΑ ΜΕΓΑΛΩΣΤΙ, (που έλεγαν και οι αρχαίοι) το θέμα της μετάφρασης. Κάποιες εκφωνήσεις στα αρχαία αντέχονται. Κάθε Κυριακή όμως όλες οι ευχές στα αρχαία δεν “υποφέρονται”. Έτσι γίνεται αυτονόητη η ανάγκη της μετάφρασης. Πολύ περισσότερο σήμερα, που τα αρχαία έχουν εξοβελιστεί από τον εκπαιδευτικό σχολικό κύκλο και οι νέες γενιές όχι μόνον τα αγνοούν παντελώς, αλλά έχουν πληρέστερη γνώση και εξοικίωση με τα αγγλικά και τις ξένες γλώσσες.

Βεβαίως για κάθε ελεύθερα σκεπτόμενο χριστιανό η πρόταση-προτροπή, να κάνει η Εκκλησία “φροντιστήρια” αρχαίων ελληνικών έχει απαντηθεί προ χρόνων πολλών αρνητικά από τους αποστόλους: “οὐκ ἀρεστόν ἐστίν ἡμᾶς καταλήψαντας τόν λόγον τοῦ Θεοῦ διακονεῖν τραπέζαις” (Πραξ. 6, 2). Εκτός κι αν νομίζουμε κι εμείς ότι: “σ’ αυτήν την γλώσσα (αρχαία ελληνικά) κατ’εξοχήν απαντά ο Θεός στα πλάσματά του που τον αγαπούν και τον θέλουν πάντα κοντά τους στην καρδιά τους” (sic). Ἵλεως, Κύριε!

 

Ας αφήσουμε λοιπόν όλες αυτές τις πεποιημένες αντιρρήσεις μας και ας σκεφτούμε λεύτερα και θεολογικά, δύο μόνον πράγματα:

Α. Όλοι οι Χριστιανοί έχουν ίσα και ίδια δικαιώματα. Όλοι είναι ιερείς με την Γενική Ιερωσύνη. Όλοι προσφέρουν την Θ. Ευχαριστία και τα μυστήρια· που τελούνται όμως από τον ιερέα που έχει Ειδική Ιερωσύνη. Ούτε οι Χριστιανοί μόνοι χωρίς ιερέα τελούν Μυστήριο, ούτε ο ιερέας μόνος χωρίς Χριστιανούς αναφέρει την Ευχαριστία στον Χριστό. Όλοι είμαστε το ένα Σώμα του Χριστού.

Β. Οι ευχές ακουόμενες αποτελούν την υλοποίηση της πανάρχαιας διδασκαλίας lex orandi, lex credendi. Δηλαδή: προσευχόμαστε την πίστη μας. Όταν αυτό γίνεται τότε οι Χριστιανοί μαθαίνουν την πίστη τους, την κάνουν ζωή τους, ενώνονται με τους αδελφούς τους στο κοινό Πατρικό σπίτι την Εκκλησία. Γίνονται Εκκλησία. Χωρίς αυτό μένουν μια παρέα προσευχομένων αγνώστων, που θεωρούν την Ευχαριστία προσωπική φιλοτιμία (να πάνε ή όχι / να μετάσχουν ή όχι) και χώρο θρησκευτικής εκτόνωσης και χαλάρωσης, αφού, όπως ισχυριζόταν παλαιότερα διάσημος ιεροκήρυξ, “μετά την Λειτουργία η πίεση του αίματος έχει κατεβεί, οι χτύποι της καρδιάς είναι κανονικοί, η ψυχολογία είναι σε νηνεμία, η διάθεση είναι θετική”..!!

Ας αφήσουμε τις επικίνδυνες για την σημερινή Εκκλησία εμμονές μας, στις στραβές συνήθειες του παρελθόντος και μέσα στον τόσο διασπασμένο κόσμο που επέτρεψε ο Χριστός να γεννηθούμε και να ζούμε, ας προσπαθήσουμε, η Εκκλησία να λειτουργήσει ως συνεκτικός δεσμός και υλικό για τον σχηματισμό της παρεμβολής Κυρίου.

Ας παρακαλέσουμε τον Κύριο και Νυμφίο της Εκκλησίας:

“Ὅλους ἐμᾶς πού θά μεταλάβουμε ἀπό τόν ἕνα Ἅγιο Ἄρτο καί τό ἕνα Ἅγιο Ποτήριο, νά μᾶς ἑνώσεις μεταξύ μας μέ τήν κοινή μετοχή στό Ἅγιο Πνεῦμα. Κανένας ἀπό ἐμᾶς νά μήν ˝ἐπιτρέψεις˝ νά μεταλάβει τό Ἅγιο Σῶμα καί τό Τίμιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ Σου εἰς κρίμα ἤ εἰς κατάκριμα, ἀλλά νά βροῦμε ἔλεος καί χάρη μαζί μέ ὅλους τούς ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ἀπό καταβολῆς κόσμου, εὐαρέστησαν σέ Σένα· Προπάτορες, πατέρες, πατριάρχες, προφῆτες, ἀποστόλους, κήρυκες, εὐαγγελιστές, μάρτυρες, ὁμολογητές, διδασκάλους καί κάθε δίκαιο ἄνθρωπο πού ἐτελειώθη μέ τήν πίστη”. (Θ. Λειτουργία Μεγ. Βασιλείου).  

 

Αρχιμ. Θεοδόσιος Μαρτζούχος

Αφήστε μια απάντηση