Κατήχηση

Διάκριση Ευλογιών

Αγαπητοί αδελφοί,

Μου ζητήθηκε να αποσαφηνίσω την ορθή πρακτική εφαρμογή της Fiducia supplicans, μιας Διακήρυξης που δημοσιεύθηκε από τη Διδασκαλία της Πίστεως στις 18 Δεκεμβρίου 2023 με τη μορφή διαλογισμού. Η λεπτομερής σαφήνεια ρητά δεν αποτελεί προτεραιότητα του εγγράφου (βλ. σημ. 41). Έτσι, η Διδασκαλία (n. 3) μας καλεί να βρούμε όσο φως μπορούμε, διαβάζοντας προσεκτικά τα λεγόμενα και τα υπονοούμενα, ώστε εμείς, ως ιερείς, να επιδιώκουμε αυτό που είναι πάντα ο υπέρτατος σκοπός και νόμος της Εκκλησίας, τη σωτηρία των ψυχών (πρβλ. Κώδικας Κανονικού Δικαίου, c. 1752).

Κατ’ αρχάς μπορούμε να σημειώσουμε τι είναι ρητό στο κείμενο:

1. Η διακήρυξη παρουσιάζεται ως δήλωση “σχετικά με την ποιμαντική σημασία των ευχών”. Το αντικείμενό της δεν είναι η ηθική θεολογία.

2. Όσον αφορά την ηθική θεολογία, και συγκεκριμένα τη θεολογία του γάμου, η διακήρυξη δεν λέει τίποτα καινούργιο. Παγιώνει την αιώνια διδασκαλία της Εκκλησίας. Απαγορεύει ρητά κάθε χειρονομία που θα μπορούσε να δώσει την εντύπωση σχετικοποίησης αυτής της διδασκαλίας ή να είναι ικανή να προκαλέσει “σύγχυση” (αρ. 31).

Το ποιμαντικό μέλημα της διακήρυξης είναι “για τα ζευγάρια που βρίσκονται σε αντικανονικές καταστάσεις” (αρ. 31). Από το Instrumentum Laboris για την πρώτη σύνοδο της XVI Τακτικής Γενικής Συνέλευσης της Συνόδου των Επισκόπων, ευρέως γνωστής ως Σύνοδος για τη Συνοδικότητα (Β 1.2), γνωρίζουμε ότι τα ζευγάρια αυτά ανήκουν σε τρεις βασικές κατηγορίες: διαζευγμένοι και ξαναπαντρεμένοι Καθολικοί- Καθολικοί σε πολυγαμικούς γάμους- Καθολικοί σε σχέσεις που δεν αποτελούνται από έναν βιολογικό άνδρα και μια βιολογική γυναίκα.

Η διακήρυξη μάς ζητά, ως ιερείς, να επιδεικνύουμε ποιμαντική ευαισθησία σε τέτοιες καταστάσεις. Η εμπειρία μου είναι ότι όντως επιδεικνύεται τέτοια ευαισθησία. Σας ευχαριστώ για την ικανότητά σας να συνδυάζετε την υπεύθυνη θεολογική ευφυΐα με τη χριστιανική φιλανθρωπία και την ποιμαντική διακριτικότητα. Σας λέω αυτό που οι επίσκοποι των σκανδιναβικών χωρών δήλωσαν για τον εαυτό τους στην επιστολή τους για την ανθρώπινη σεξουαλικότητα, που δημοσιεύθηκε στις 25 Μαρτίου του τρέχοντος έτους: “Είμαστε εδώ για όλους, για να συνοδεύσουμε όλους. Η λαχτάρα για αγάπη και η αναζήτηση της σεξουαλικής πληρότητας αγγίζουν στενά τα ανθρώπινα όντα. Σε αυτόν τον τομέα είμαστε όλοι ευάλωτοι. Απαιτείται υπομονή στην πορεία προς την ολότητα και χαρά σε κάθε βήμα προς τα εμπρός”.

Μπορούν οι πιστοί που ζουν σε παράτυπες καταστάσεις να είναι ευλογημένοι; Φυσικά και μπορούν. Είναι ένα από καιρό καθιερωμένο έθιμο στην Εκκλησία μας ότι, τη στιγμή της Θείας Κοινωνίας, όσοι για τον ένα ή τον άλλο λόγο δεν μπορούν να λάβουν το μυστήριο πλησιάζουν τον ιερέα και ζητούν ευλογία: αυτή δεν παρακρατείται ποτέ, εκτός αν ο ικέτης, Θεός φυλάξοι, εκδηλώσει ιεροσυλία. Είναι εποικοδομητικό και συγκινητικό να βλέπουμε έναν αδελφό ή αδελφή στην πίστη, ένα πρόσωπο αγαπητό σε εμάς, να αναγνωρίζει: “Εδώ και τώρα, οι συνθήκες της ζωής μου είναι τέτοιες που δεν μπορώ να λάβω τα μυστήρια- παρόλα αυτά, πιστεύω στον Θεό και εμπιστεύομαι ότι ο Θεός πιστεύει σε μένα, γι’ αυτό επικαλούμαι την ευλογία του και δηλώνω τη θέλησή μου να παραμείνω μέρος αυτής της κοινότητας της πίστης”.

Υπάρχει ειλικρίνεια, ταπεινότητα και δύναμη σε μια τέτοια στάση. Όπου υπάρχουν αυτές οι τρεις ιδιότητες, η χάρη μπορεί να λειτουργήσει.

Τι γίνεται, λοιπόν, με την ευλογία των ζευγαριών που βρίσκονται σε αντικανονικές συνθήκες, κυρίως “ζευγάρια του ίδιου φύλου” (αρ. 31); Σε ένα Responsum που ασχολήθηκε με αυτό το ερώτημα στις 15 Μαρτίου 2021 – ένα κείμενο που εκδόθηκε επίσης από τη Διδασκαλία της Πίστης, το οποίο διαβεβαίωνε τη “σύμφωνη γνώμη”, του Πάπα Φραγκίσκου – δηλώθηκε ότι τέτοιες σχέσεις δεν μπορούν να είναι “νόμιμα αντικείμενα εκκλησιαστικής ευλογίας”. Δεδομένου ότι αυτή η έγκυρη δήλωση της Αγίας Έδρας δεν έχει ανακληθεί, δεν έχουμε το ελεύθερο να την αγνοήσουμε. Ούτε η παρούσα δήλωση έρχεται σε αντίθεση με αυτήν. Ορίζει ότι, όταν η “εκκλησιαστική ευλογία” είναι αδύνατη, μπορεί να προβλεφθεί μια “ποιμαντική” ευλογία.

Ποια είναι η διαφορά μεταξύ μιας “εκκλησιαστικής” και μιας “ποιμαντικής” ευλογίας;

Μια “εκκλησιαστική” πράξη λαμβάνει χώρα δημόσια, ακολουθώντας ένα τελετουργικό εγκεκριμένο από την Εκκλησία- μια “ποιμαντική” πράξη είναι προσωπική, οικεία, αφορά το εσωτερικό φόρουμ. Εδώ, λοιπόν, έχουμε ένα κριτήριο για την εφαρμογή της Fiducia supplicans: αν ζευγάρια που ζουν σε αντικανονικές συνθήκες ζητούν μια “ποιμαντική” ευλογία, το κατάλληλο περιβάλλον είναι μακριά από τα μάτια του κοινού, ακολουθώντας το παράδειγμα του Κυρίου στο Ευαγγέλιο, ο οποίος, όταν τον πλησίασε ένας τυφλός που τον παρακαλούσε να τον αγγίξει, τον πήρε “από το χέρι και τον οδήγησε έξω από το χωριό” (Μάρκ. 8.23), εκεί για να τον ακουμπήσει με τα χέρια, ώστε η θεραπεία της θείας χάρης να αγγίξει αυτό που είχε σπάσει μέσα του, χωρίς η θεραπεία του να γίνει δημόσιο θέαμα. Αυτή η συνθήκη ιδιωτικότητας και εμπιστευτικότητας αντιστοιχεί σε αυτό που αναφέρει η Διακήρυξη στα nn. 31-41.

Ένα δεύτερο κριτήριο αφορά την πρόθεση των ζευγαριών που ζητούν να ευλογηθούν, άρα των διαζευγμένων και των ξαναπαντρεμένων, εκείνων που βρίσκονται σε πολυγαμικούς γάμους ή εκείνων που βρίσκονται σε σχέσεις που δεν αποτελούνται από έναν βιολογικό άνδρα και μια βιολογική γυναίκα. Προϋπόθεση είναι η θέληση για μεταστροφή και η στάση πίστης βάσει της οποίας “αναγνωρίζουν ταπεινά τον εαυτό τους ως αμαρτωλό” (αρ. 32). Πρέπει να υπάρχει, όπως δηλώνει η Fiducia supplicans, “καμία πρόθεση να νομιμοποιήσει κανείς τίποτα, αλλά μάλλον να ανοίξει τη ζωή του στον Θεό, να ζητήσει τη βοήθειά του για να ζήσει καλύτερα” (αρ. 40). Μια ευλογία, μας καθοδηγεί, δεν μπορεί ποτέ να εργαλειοποιηθεί ως πιόνι για έναν πολιτικό ή ιδεολογικό σκοπό (πρβλ. nn. 32, 39). Εάν υπάρχει τέτοια πρόθεση, ο ιερέας δεν είναι ελεύθερος να ευλογήσει- πρέπει αντίθετα να καλέσει τους ικέτες να προσευχηθούν μαζί την προσευχή του Κυρίου. Κανείς δεν πρέπει να αποκλείεται, κατ’ αρχήν, από την ευλογία (πρβλ. σημ. 29). Ταυτόχρονα δεσμευόμαστε από αυτή την αιώνια, μη πολιτισμικά εξαρτημένη εντολή: “Δεν θα χρησιμοποιήσεις το όνομα του Κυρίου του Θεού σου μάταια” (Έξοδος 20.7).

‘Η τελευταία εικόνα του Ιησού επί της γης’, δηλώνει η Fiducia supplicans, ‘είναι αυτή των χεριών του που υψώνονται σε πράξη ευλογίας’ (n. 18). Αυτό δεν πρέπει ποτέ να το ξεχνάμε. Όπως επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα χέρια αυτά έφεραν ακόμη τα σημάδια των καρφιών με τα οποία είχε καρφωθεί στο σταυρό (πρβλ. Ιωάννης 20.27), η ευλογία δηλαδή, παρουσιάστηκε “ως θυσία εξιλέωσης με το αίμα του” (Ρωμαίους 3.25), σηκώνοντας τις αμαρτίες του κόσμου. Η πράξη της τελικής ευλογίας του (Λουκάς 24.51) ήταν ταυτόχρονα και πράξη εντολής, αναθέτοντας στους μαθητές του να πάνε “και να μαθητεύσουν όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και διδάσκοντάς τους να υπακούουν σε όλα όσα σας πρόσταξα” (Ματθαίος 28.19-20).

Η Fiducia supplicans μας καλεί να προβληματιστούμε σχετικά με τη σημασία των ευλογιών στη Γραφή. Ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: μια βιβλική ευλογία σπάνια αποτελεί επιβεβαίωση μιας υφιστάμενης κατάστασης- μάλλον, μια ευλογία παρέχει μια πρόσκληση να ξεκινήσουμε εκ νέου! Να μεταστραφούμε! Κάποιες φορές μια ευλογία παρέχει μια αναγνώριση των δυσκολιών, όπως όταν ο Ισαάκ ευλογεί τον Ησαύ και λέει: “Ιδού, μακριά από την εύφορη γη θα είναι η κατοικία σου, και μακριά από τη δροσιά του ουρανού ψηλά. Με το σπαθί σου θα ζήσεις, και θα υπηρετήσεις τον αδελφό σου”. (Γένεση 27.39-40). Αυτή η κατάσταση πραγμάτων δεν εξιδανικεύεται- αναγνωρίζεται ενώπιον του Θεού. Μια ευλογία δεν μπορεί να βασίζεται σε μια ψευδαίσθηση. Μέσω μιας ευλογίας, ο Ισαάκ λέει στον γιο του: “Η ζωή σου δεν θα είναι εύκολη. Στην περίπτωση του Ιακώβ του αδελφού του Ησαύ, η ευλογία του Θεού που σφράγισε την κλήση του συνοδεύτηκε από μια πληγή που τον έκανε, για το υπόλοιπο της ζωής του, να κουτσαίνει. Η ίδια η ευλογία περιέχεται μυστηριωδώς στο νέο του όνομα “Ισραήλ”, δηλαδή “Αυτός που αγωνίζεται με τον Θεό” (Γένεση 32.26 κ.ε.). Ο Θεός των Γραφών δεν είναι ένας Θεός που μας αφήνει στην ησυχία μας- μας καλεί να βγαίνουμε πάντα από την περιορισμένη αυτοαντίληψη και τις σχεδιασμένες ζώνες άνεσης, προκειμένου να γίνουμε νέες γυναίκες και νέοι άνδρες (Αποκάλυψη 21.5).

Η διακήρυξη τονίζει ότι “Το να ζητάμε ευλογία στην Εκκλησία σημαίνει να αναγνωρίζουμε ότι η ζωή της Εκκλησίας πηγάζει από τη μήτρα του ελέους του Θεού και μας βοηθά να προχωρήσουμε μπροστά, να ζήσουμε καλύτερα και να ανταποκριθούμε στο θέλημα του Κυρίου” (αρ. 20). Γνωρίζουμε ποιο είναι το θέλημά του για μας: “Αυτό είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας” (Α΄ Θεσσαλονικείς 4.3). Η Β΄ Βατικανή Σύνοδος μας προτρέπει: ‘Όλοι οι πιστοί του Χριστού καλούνται να αγωνιστούν για την αγιότητα και την τελειότητα της δικής τους κατάλληλης κατάστασης. Πράγματι, έχουν την υποχρέωση να αγωνίζονται γι’ αυτό. Ας φροντίζουν λοιπόν όλοι να καθοδηγούν σωστά τα δικά τους βαθύτερα συναισθήματα της ψυχής” (Lumen Gentium, n. 42.)

‘Ο Θεός δεν απομακρύνει ποτέ κανέναν που τον πλησιάζει!’ (n. 33). Αυτό είναι αλήθεια. Στο Ευαγγέλιο, βρίσκουμε τον Χριστό να δέχεται τους πάντες ελεήμονα διάθεση. Αλλά το έλεός του ήταν πάντα αλατισμένο με την αλήθεια. Μερικές φορές εκδήλωσε αυστηρότητα προκειμένου να σώσει τους ανθρώπους από την παρανόηση και να τους διδάξει να “καθοδηγούν σωστά τα δικά τους βαθύτερα συναισθήματα της ψυχής”, τα οποία είναι ικανά να παρεκκλίνουν. Στον πλούσιο νεαρό είπε: “Αν θέλεις να γίνεις τέλειος, άφησε τα πάντα, όλα όσα τώρα σε βαραίνουν και σε περιορίζουν, και έλα να με ακολουθήσεις”. Όταν ο άλλος δίστασε, ο Ιησούς δεν έτρεξε πίσω του- άφησε τα λόγια του να κάνουν το μυστικό, αργό έργο τους στην ψυχή του νεαρού (βλ. Ματθαίος 19.16-22). Στην περίπτωση της γυναίκας που πιάστηκε στη μοιχεία, ο Ιησούς δεν την καταδίκασε. Επιτίμησε την αυτοδικία εκείνων που το έκαναν. Παρ’ όλα αυτά, την συγχώρησε και της έδωσε την οδηγία: “Μην αμαρτήσεις ξανά” (Ιωάννης 8.11). Και αυτές οι συναντήσεις πρέπει να θεωρούνται παραδείγματα ποιμαντικής ευλογίας.

Σήμερα, στις 21 Δεκεμβρίου, επικαλούμαστε τον Χριστό, τον Κύριο που έρχεται να μας σώσει, με τον τίτλο: O Oriens. ‘Ω ανατέλλων ήλιε, είσαι η λάμψη του αιώνιου φωτός και ο ήλιος της δικαιοσύνης. Έλα και φώτισε αυτούς που κάθονται στο σκοτάδι και στη σκιά του θανάτου”. Είθε να τείνουμε προς αυτόν με αγνή ακεραιότητα πίστης, με υπερφυσικό θάρρος φωτισμένο από την ελπίδα και θερμαινόμενο από τη φιλανθρωπία, ώστε η αγία Εκκλησία του να είναι πάντοτε αξιόπιστος μάρτυρας της χάρης που κερδήθηκε για μας.

+fr Erik Varden ocso

Επίσκοπος του Trondheim &
Αποστολικός διαχειριστής του Tromsø

Αφήστε μια απάντηση