Κατήχηση, Ομιλία

Δυσκολίες και προβλήματα ένταξης και συσσωμάτωσης των νέων στις (υπάρχουσες;;;) ενοριακές κοινότητες

Ξάνθη, 27-28 Ιουλίου 2019

Ευχαριστώ θερμά τον κ. Αλέξη Λάππα και τους συνεργάτες του, που με προσκάλεσαν σε αυτή την διημερίδα, χωρίς ουσιαστικά να γνωριζόμαστε. Ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη και εύχομαι και ελπίζω να μην το… μετανιώσουν!

Οι παπάδες είμαστε εύκολοι και πληθωρικοί στα λόγια (πράγμα επικίνδυνο αφού ο πληθωρισμός κατεβάζει την αξία!) και τα θρησκευτικά περιβάλλοντα ατυχώς είναι επιρρεπή σε ευσεβείς απεραντολογίες.

Θα προσπαθήσω να μην επαναλάβω αυτό που a priori απορρίπτω.

 

Α. Πώς σχηματίστηκαν και τι είναι οι Ενορίες

Ό,τι σήμερα καλούμε ενορία, αναπτύχθηκε σιγά-σιγά. Ξεκινά από την Συναγωγή, τον τόπο της πρώτης λατρευτικής συνάξεως. Ο Λουκάς περιγράφει με κάπως ειδυλλιακά χρώματα την πρώτη κοινότητα:

«Κάθε μέρα συγκεντρώνονταν με ομοψυχία στο ναό, τελούσαν την Θεία Ευχαριστία σε σπίτια, τρώγοντας την τροφή τους γεμάτοι χαρά και με απλότητα στην καρδιά. Δοξολογούσαν τον Θεό, και όλος ο λαός τους εκτιμούσε» (Πρ. 2, 46-47).

Αυτός ο εκκλησιασμός τους στο Ιερό κυρίως χαρακτηρίζει το Ιουδαιο-Χριστιανικό τμήμα των χριστιανών. Ήταν συγκεντρωμένοι στην Ιερουσαλήμ, μέχρι του μαρτυρικού θανάτου του Ιακώβου του αδελφοθέου το 62 μ.Χ.. Όσο εξαπλώνεται η πίστη έξω από τα όρια της Ιερουσαλήμ, τόσο επίσης, ως τόπος λατρείας προτιμάται η πλησιέστερη Συναγωγή. Αυτή ήταν το μόνο κατάλληλο μέρος, και οι πρώτοι Απόστολοι εκεί είχαν το στρατηγείο τους. Στις ελληνόφωνες ιουδαϊκές Συναγωγές, χρησιμοποιούσαν ως Torah (Βιβλίο του νόμου), την Παλαιά Διαθήκη, σε μετάφραση των Εβδομήκοντα. Αυτή αποκτά για τους χριστιανούς περισσότερη συμπάθεια, διότι εμμέσως ευνοεί την παγκοσμιότητα και όχι τον κλειστό κόσμο του Ισραήλ. Να σημειωθεί ότι ειδικότερα οι συντηρητικοί Εβραίοι δεν συμπαθούσαν την μετάφραση. Η εβραϊκή εθεωρείτο ιερή γλώσσα. Σ’ αυτήν μίλησε ο Θεός στον Μωυσή, έτσι τουλάχιστον νόμιζαν! Κάθε εβραιόπουλο έπρεπε να μάθει εβραϊκά και ν’ αποστηθίζει πολλούς βιβλικούς στίχους.

Η αναπτυσσόμενη λοιπόν Εκκλησία πολλά οφείλει στην φιλοξενία της Συναγωγής, αφού αυτή ήταν συγχρόνως τόπος προσευχής, μελέτης, κοινωνικό κέντρο συναντήσεων και υποδοχής ξένων διερχόμενων.

Μεταξύ Εκκλησίας και Συναγωγών αρχίζει ωστόσο να εμφανίζεται ένα ρήγμα, το οποίο διευρύνεται όταν το πρόσωπο του Χριστού αποκτά κυριαρχική θέση. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης πληροφορεί, ότι οι Ιουδαιο-Χριστιανοί επέμειναν να παραμείνουν στις εστίες των αρχικών κοινοτήτων τους.

Στον τομέα της ιεραποστολής του Παύλου, η ένταση ξέσπασε επίσης γρήγορα. Ο Λουκάς παρατηρεί ότι σε κάθε πόλη που επισκεπτόταν ο Παύλος, οι Ιουδαίοι τον εδίωκαν λόγω της συμπάθειάς του προς τους «φοβουμένους τόν Θεόν».

Αφού ήταν πλέον αδύνατον να συγκεντρώνονται στην Συναγωγή, οι χριστιανοί συγκεντρώνονταν σε ιδιωτικά σπίτια. Αυτά όμως ήταν στενά, χωρούσαν 30-40 πρόσωπα. Στην Κόρινθο, όπου ήταν πολυπληθέστεροι, λόγω του μικρού διαθέσιμου χώρου, διαιρούσαν τους πιστούς σε ομάδες, ἐν-ὁρίοις (Ενορία).

Β. Τι πρέπει να καλλιεργεί (…Ὑπέρ τῶν καρποφορούντων καί καλλιεργούντων…) στα σπλάγχνα της η Ενορία

Η επικοινωνία μας με τον Θεό γίνεται στην προσευχή, και ουσιαστικότερα με την μετοχή στην Ευχαριστία. Αυτή είναι το κέντρο της υπάρξεώς μας. Οποιαδήποτε ατομική προσπάθεια, χωρίς αναφορά στην βοήθεια του Θεού μέσω της Λειτουργικής ζωής, όσο και αν προέρχεται από καλή θέληση, όταν επιμένει να είναι αποκλειστικώς ανθρώπινη, τότε… «οὐδέν ποιοῦμεν». Ματαιοπονούμε. Η σπουδαιότητα του έργου της εν Χριστώ σωτηρίας υπερβαίνει τις δυνάμεις μας και την πεπτωκυία φύση μας. Μόνο συν Θεῷ και από τον Θεό βοηθούμενοι και υποστηριζόμενοι μπορούμε να προχωρήσουμε. Η σημερινή τεχνολογική πρόοδος υποθάλπει την αυτοπεποίθηση, την απόλυτη ανεξαρτησία και ενισχύει το αίσθημα της αυτάρκειας. Είναι ολέθρια η επίδραση όλων αυτών των ψευδαισθήσεων. Έρχονται όμως κάποτε πίκρες δοκιμασίες, για να μας επαναφέρουν στην συναίσθηση της ανθρώπινης ανεπάρκειας και, κατά συνέπεια, στην προσφυγή μας στον Θεό, την μόνη πραγματική πηγή αλήθειας και δύναμης.

Υπό το φως των ανωτέρω, ας προσπαθήσουμε να δούμε ποια τα χαρακτηριστικά και ποιο το νόημα της εκκλησιαστικής Ενορίας. Η ενορία είναι ένα εργαστήριο στερεών πεποιθήσεων. Εδώ αναπτυσσόμαστε και αυξάνουμε. Εδώ αντλούμε την χαρά της πίστεως και της βεβαιότητας στα πολλά και μεγάλα μυστήρια της ζωής, παρά την μικρότητα μας. Η πίστη μας στην πραγματικότητα ότι μεταλαμβάνουμε τον ίδιο τον Χριστό, ότι μετέχουμε στη δική του ζωή δεν προέρχεται κάτωθεν, αλλά άνωθεν. Πρέπει να την δεχθούμε, να την κρατήσουμε σφιχτά. Αυτή είναι η πρώτη κίνηση του αρχαρίου. Στην πραγματικότητα, είναι αυτός ο Θεός ο ίδιος που ανάβει στις καρδιές μας αυτό τον πόθο και την αγάπη γι’ Αυτόν. Από αγάπη κινούμενος ο αόρατος και ανεξιχνίαστος, μάς στέλνει την αλήθεια Του, τον Υιό Του και το άγιο Πνεύμα. Admirabile commercium! Οι Πατέρες βλέπουν μια συναλλαγή! Ο Χριστός στην αγάπη Του διαλύει την αγνωμοσύνη και όλες τις κακίες του ανθρώπινου γένους.

Το τονίζει αυτό η θεία Λειτουργία του Κλήμεντος ή των Αποστολικών Διαταγών (Βιβλίο 8). Αφού αναφέρονται οι ιστορικές ευεργεσίες του Θεού υπέρ του Ισραήλ, ψάλλεται ο Τρισάγιος Ύμνος. Και αρχίζει μια έκρηξη αισθημάτων ευγνωμοσύνης από τον επίσκοπο για την ύψιστη εκδήλωση αγάπης του Θεού μέσα από την νέα Οικονομία του. Λύτρωσε ο Υιός του Θεού, στον Γολγοθά, τον υπόδουλο στην αμαρτία κόσμο, και με την Ανάσταση Του τον κατέστησε συγκληρονόμο των αιωνίων αγαθών.

«Ἅγιος γάρ εἶ ὡς ἀληθῶς καί πανάγιος. Ὕψιστος καί Ὑπερυψούμενος εἰς τούς αἰῶνας. Ἅγιος δέ καί ὁ μονογενής σου υἱός ὁ Κύριος ἡμῶν καί Θεός Ἰησοῦς ὁ Χριστός, ὅς εἰς πάντα ὑπηρετησάμενός σοι τῷ Θεῷ καί Πατρί αὐτοῦ εἴς τε δημιουργίαν διάφορον καί πρόνοιαν κατάλληλον οὐ περιεῖδε τό γένος τῶν ἀνθρώπων ἀπολλύμενον ἀλλά μετά φυσικόν νόμον, μετά νομικήν παραίνεσιν, μετά προφητικούς ἐλέγχους καί τάς τῶν ἀγγέλων ἐπιστασίας (παραφθειρόντων σύν τῷ θετῷ καί τόν φυσικόν νόμον καί τῆς μνήμης ἐκβαλλόντων τόν κατακλυσμόν, τήν ἐκπύρωσιν, τάς κατ’ Αἰγυπτίων πληγάς, τάς κατά Παλαιστινῶν σφαγάς, καί μελλόντων ὅσον οὐδέπω ἀπόλλυσθαι πάντων) εὐδόκησεν αὐτός γνώμῃ σῇ ὁ δημιουργός ἀνθρώπου ἄνθρωπος γενέσθαι, ὁ νομοθέτης ὑπό νόμους, ὁ ἀρχιερεύς ἱερεῖον, ὁ ποιμήν πρόβατον, καί ἐξευμενίσατό σε τόν ἑαυτοῦ Θεόν καί Πατέρα καί τῷ κόσμῳ κατήλλαξε καί τῆς ἐπικειμένης ὀργῆς τούς πάντας ἠλευθέρωσε γενόμενος ἐκ παρθένου, γενόμενος ἐν σαρκί, ὁ Θεός Λόγος, ὁ Ἀγαπητός Υἱός, ὁ Πρωτότοκος πάσης κτίσεως, κατά τάς περί αὐτοῦ ὑπ’ αὐτοῦ προρρηθείσας προφητείας ἐκ σπέρματος Δαυίδ καί Ἀβραάμ, φυλῆς Ἰούδα· καί γέγονεν ἐν μήτρᾳ παρθένου ὁ διαπλάσσων πάντας τούς γεννωμένους καί ἐσαρκώθη (ἡ) ο ἄσαρκος, ὁ ἀχρόνως γεννηθείς ἐν χρόνῳ γεγέννηται· πολιτευσάμενος ὁσίως καί παιδεύσας ἐνθέσμως, πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐξ ἀνθρώπων ἀπελάσας, σημεῖά τε καί τέρατα ἐν τῷ λαῷ ποιήσας, τροφῆς καί ποτοῦ καί ὕπνου μεταλαβών ὁ τρέφων πάντας τούς χρῄζοντας τροφῆς καί ἐμπιπλῶν πᾶν ζῷον εὐδοκίας, ἐφανέρωσέ σου τό ὄνομα τοῖς ἀγνοοῦσιν αὐτό, τήν ἄγνοιαν ἐφυγάδευσε, τήν εὐσέβειαν ἀνεζωπύρησε, τό θέλημά σου ἐπλήρωσε, τό ἔργον ὅ ἔδωκας αὐτῷ ἐτελείωσε».

Άγιος είσαι πράγματι και Πανάγιος, Ύψιστε Θεέ, και δοξαζόμενος εις τους αιώνες.

Άγιος είναι και ο μονογενής σου Υιός, ο Κύριός μας και Θεός Ιησούς Χριστός, που υπηρέτησε κατά πάντα το θέλημα, Σού του Θεού και Πατρός Του, ο οποίος Ιησούς, και κατά την δημιουργία αλλά και κατόπιν με την κατάλληλη πρόνοια, δεν παρέβλεψε το γένος των ανθρώπων, που καταστρεφόταν. Αλλά ευδόκησε, και με την φυσική νομοτέλεια και με την διδασκαλία του Μωσαϊκού νόμου και με τους προφητικούς ελέγχους και τις φανερώσεις των αγγέλων [είχαν οι άνθρωποι παραφθείρει και τις εντολές του νόμου που τους δόθηκε και τον φυσικό νόμο και είχαν ξεχάσει τον κατακλυσμό, την φωτιά των Σοδόμων, τις πληγές των Αιγυπτίων, τις σφαγές των Παλαιστινίων, και επρόκειτο μετά από λίγο να χαθούν όλοι], με συμφωνία Σου, ευδόκησε ο δημιουργός των ανθρώπων να γίνει άνθρωπος, ο νομοθέτης να είναι υπό τον νόμο, ο αρχιερεύς να είναι θύμα, ο ποιμένας πρόβατο!

Εξευμένισε Εσένα τον Θεό και Πατέρα του. Δημιούργησε καλή διάθεση σε Σένα για μας και ελευθέρωσε όλους εμάς από την επικείμενη τιμωρία. Γεννήθηκε από την Παρθένο, γενόμενος άνθρωπος, ο Θεός Λόγος, ο Αγαπητός Σου Υιός, ο Πρωτότοκος όλης της κτίσεως, σύμφωνα με τις προφητείες, που ελέχθησαν από Αυτόν, περί του Εαυτού του, ότι θα ΄ρθει από το σπέρμα του Δαβίδ και του Αβραάμ και από την φυλή του Ιούδα.

Και βρέθηκε να διαπλάθεται στην μήτρα μιας Παρθένου, αυτός που διαπλάθει όλους τους ανθρώπους που γεννιούνται. Και πήρε σάρκα ο Άσαρκος, και γεννήθηκε εν χρόνω ως άνθρωπος, Αυτός που είχε γεννηθεί προαιωνίως και αχρόνως… Έζησε άγια και παιδαγώγησε σωστά κατά το νόμο και αφήρεσε από τους ανθρώπους κάθε αρρώστια και αδυναμία. Έκανε σημεία και τέρατα για το λαό. Έφαγε και ήπιε και κοιμήθηκε σαν άνθρωπος, αυτός που τρέφει όσους χρειάζονται τροφή και πλημυρίζει κάθε έμβρυο με την αγάπη Του.

Φανέρωσε το όνομά Σου σ’ όσους το αγνοούσαν, διέλυσε την άγνοια, αναζωπύρωσε την προσευχή, εκτέλεσε το θέλημά Σου και ολοκλήρωσε το έργο που του ανέθεσες να ολοκληρώσει.

Γ. Τι είναι το σήμερα των ενοριών

Στις ευχαριστιακές συνάξεις οι άνθρωποι φυσικά πήγαιναν με τα μέλη των οικογενειών τους, που τα περισσότερα ήταν παιδιά. Ίσχυσε και για τους χριστιανούς εκείνο των Εβραίων που περιγράφεται στο 12ο Κεφάλαιο της Εξόδου:

«Και όταν θα σας ρωτάνε τα παιδιά σας, τι νόημα έχει αυτή η γιορτή για σας, θα απαντάτε: Είναι η πασχαλινή θυσία για να τιμήσουμε τον Κύριο, που όταν τιμωρούσε τους Αιγύπτιους παρέκαμψε τα σπίτια των Εβραίων…» (27-28).

Η απορία των νέων (που διεγειρόταν με τα τυπικά) απαντιόταν από την γνώση των μεγαλύτερων. Τότε και εκείνοι είχαν γεννηθεί Εβραίοι, όπως εμείς σήμερα χριστιανοί. Δεν ήταν όλοι στην Έξοδο, όλοι όμως ήξεραν για την ελευθερία από την δουλεία, και ακόμα και σήμερα ακουμπούν και ασπάζονται συμβολικά την «αἱμαχθεῖσα» παραστάδα της πόρτας των σπιτιών τους!!

Κανείς δεν ξέρει την εποχή που θα γεννηθεί και θα υπάρξει! Κανείς δεν διαλέγει τους γονείς του! Κανείς δεν κανόνισε τα γεωγραφικά δεδομένα του χώρου στον οποίο γεννήθηκε. Ζούμε ένα μυστήριο ορατό, αποκλειστικά και μόνον, στον Θεό.

Εμείς, λοιπόν, βρεθήκαμε να υπάρχουμε, σύμφωνα με το άγνωστο θέλημα του Θεού, σε χώρο και δεδομένα, που σχετίζονται με την Χριστιανική Ορθόδοξη Εκκλησία. Μας πήγαν στις σαράντα μέρες της ζωής μας να “χαιρετίσουμε” τον Δημιουργό μας, και μετά από λίγο μας πολιτογράφησαν (χωρίς να μας ρωτήσουν) ως μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. Η ζωή μας (και σαν αρχή και σαν επιβίωση) εξαρτιόταν από τους γονείς μας και αυτοί έτσι έκριναν!

Η παρέλευση εκατονταετιών πολλών με επανάληψη αυτών των δεδομένων, σήμερα πλέον δεν τα καθιερώνει. Η αρχαιότητα ποτέ δεν ήταν κριτήριο αληθείας! (Αγ. Κυπριανός = μπορεί να είναι χρονία πλάνη…!). «Η παράδοση είναι η εγγύηση του μέλλοντος, όχι ο θεματοφύλακας της στάχτης», έλεγε ο μουσικός Gustav Mahler.

Όταν τελείωσαν οι διωγμοί (η ενδοξότερη εκκλησιαστική περίοδος) με τη βοήθεια και του Καίσαρα (ειρωνικά το λέω), άρχισαν τα πλήθη των ανθρώπων να εισέρχονται στην Εκκλησία, που ήταν πλέον κατεστημένος κοινωνικός θεσμός κύρους! Οι υπεύθυνοι της Εκκλησίας, αυταπατώμενοι ότι ο κόσμος έγινε χριστιανικός, ανέθεσαν στους γονείς την κατήχηση των νέων χριστιανών, ανατρέποντας την σειρά που ίσχυε και ήταν ότι: Πρώτα κατηχούμε, και κατόπιν βαπτίζουμε! Έστω και αν υποτεθεί ότι κάποτε όντως οι γονείς ήταν χριστιανοί, και ότι η πίστη μεταδίδεται με το μητρικό γάλα(!) και την οικογενειακή ατμόσφαιρα, ατυχώς για κάποιους, έχει χυθεί πολύ νερό “παρδαλών” και αντιχριστιανικών αντιλήψεων στο αυλάκι της ανθρώπινης ιστορίας (από το οποίο σημειωθήτω… “ποτίζονται” και οι Χριστιανοί!!) ώστε δυστυχώς σήμερα δεν γίνεται να μιλάμε για χριστιανούς γονείς, στο μέγιστο ποσοστό αυτών… που είναι βαπτισμένοι, αλλά που δυστυχώς δεν είναι απαραιτήτως χριστιανοί! «Ἀνάγκη πᾶσα» (που ‘λεγαν και παλαιότερα) να εγκαταλείψουμε το γρηγορότερο τις αυταπάτες μας περί χριστιανικής κοινωνίας και να προσγειωθούμε στο λόγο του Χριστού: «Σας στέλνω σαν πρόβατα εν μέσω λύκων». Μία κοινωνία που επιμένει να διατηρεί τις ψευδαισθήσεις της αντί να τις γκρεμίζει, ακριβώς μ’ αυτήν την επιμονή, χάνει πέρα για πέρα την υπόσχεση του Θεού να γίνει μια κοινωνία πιστών!!

Σήμερα οι ενορίες είναι ατυχώς αθροίσματα αγνώστων εν πολλοίς (μετά την αγροτική ενορία, που ήταν άθροισμα γνωστών μεν, αλλά γεμάτων προλήψεις, δεισιδαιμονίες, κουτσομπολιά και μίση συγχωριανών) ανθρώπων, εχόντων κοινό παρονομαστή την ιδιωτική θρησκεία και λατρεία, που εκφράζεται… ομαδικά!!

Σήμερα οι ενορίες είναι χώρος κάλυψης θρησκευτικών θεσμικών αναγκών (Βάπτισμα-Γάμος-Κηδεία) και συναισθηματικών απαιτήσεων γαλήνης και “κατάνυξης”! Έχουν γίνει χώροι στους οποίους καθένας καταφεύγει… «τά ἴδια ζητῶν», δηλαδή ζητώντας και ψάχνοντας τα δικά του.

Ατυχώς στις ενορίες γίνεται αναίρεση και… διαμελισμός του ενός Σώματος του Χριστού, σε… ιδιωτικές λειτουργίες, προσωπική-ιδιωτική προσευχή με κομποσκοίνι, ατομικά λατρευτικά τάματα (…το ψέμα της αρτοκλασίας…) και μνημόσυνα για τους νεκρούς… τελούμενα ξεχωριστά για τον καθένα, λες και οι νεκροί θα πάνε ο καθένας χωριστά στον δικό του παράδεισο…

Μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον, πώς να σταθεί ένας σημερινός νοήμων νεαρός;

Αν από οικογενειακή παράδοση σχετίζεται με την Εκκλησία, ή θα γίνει ένας φονταμενταλιστής (τα άκρα δίνουν ασφάλεια ψυχολογική) ή θα γίνει ένας επαναστάτης μπουχτισμένος από τον νεκροποιό φορμαλισμό και την απαίτηση των μεγαλύτερων να τα δεχτεί όλα… “πακέτο”.

Αν η οικογένεια δεν έχει δεσμούς με την Εκκλησία, πώς να ανακαλύψει κάτω από τους τόνους σκόνης που καλύπτει τα πάντα μέσα εκεί, τον Ζωντανό Χριστό και να τον κάνει Κύριο της ζωής του;

Τέσσερεις ογκόλιθοι, απείρως βαρύτεροι από την πέτρα που κάλυπτε τον τάφο του Χριστού, εμποδίζουν σήμερα την συνάντηση ενός νέου με τον Αναστημένο Χριστό.

Πρώτος λίθος: Οι… άγνωστοι αδελφοί!!!

Βρίσκεται κανείς ξαφνικά (με τις ευαισθησίες που έχουμε όλοι στην εφηβική και μετεφηβική ηλικία) σε ένα περιβάλλον αγνώστων! Δεν υπάρχει, όσον αφορά τους νέους, παρά μόνον για τα παπαδάκια, (θέμα το οποίο καλύτερα να μην ακουμπήσουμε), μια συνεχής διαδρομή μέσα στο περιβάλλον της Εκκλησίας. Για τους πολλούς νέους, μόνον ευκαιριακές αφορμές, εορταστικές ή συμβάντων, είναι το σύνηθες αναμνηστικό background, που ατυχώς δεν είναι πάντοτε θετικό. Ο χώρος της Εκκλησίας έχει, από πολλών ετών, γίνει χώρος θρησκευτικής μοναξιάς. Ο πληθυντικός στα ρήματα των προσευχών και στο «Πάτερ ἡμῶν…» είναι τεχνικοί όροι συνθηκών και τυπικών, όχι σύμψυχη και συμφρονούσα αδελφότητα ομοπίστων. Έτσι, άγνωστοι μεταξύ τους… “αδελφοί” μαζεύονται με κοινό λόγο συνύπαρξης, την θέαση και ακρόαση του κυρίως Μυστηρίου (Θεία Ευχαριστία) ή των προσωπικών (Βάπτισμα-Γάμος-Κηδεία), στα οποία η συμμετοχή προσιδιάζει περισσότερο στα… ελευσίνια μυστήρια, αφού ούτε βλέπει… ούτε ακούει… ο “μετέχων”, μιας και κατά τους αρχαίους παππούδες μας: «Νοῦς ὁρᾶ καί νοῦς ἀκούει».

Έχουν καταλήξει οι Εκκλησίες μας (μη φοβάστε την πραγματικότητα) ευσεβή γήπεδα αγνώστων μεταξύ τους οπαδών.

Ισχυριζόμαστε στα σοβαρά ότι με τέτοιες συνθήκες (σήμερα κιόλας στην εποχή του facebook) θα αντέξει νεαρός άνθρωπος στο περιβάλλον μας;

 

Δεύτερος Λίθος: Το… ακατανόητο και η μετάφραση

Πόσο λογικό νομίζετε ότι είναι να ισχυριστεί κάποιος ότι σε ένα οικογενειακό τραπέζι, είναι πιθανόν και δυνατόν ο πατέρας και τα παιδιά να μιλάνε διαφορετικές γλώσσες; Να μιλάνε δύο γλώσσες μπορεί… να μιλάνε διαφορετικές γλώσσες δεν μπορεί. Εμείς όμως έχουμε την εξωπραγματική απαίτηση, να έρθει στο ναό ένας νέος σήμερα, και ερχόμενος, να μην κατανοεί τι λέμε και τι κάνουμε!! Αφήστε την θεολογική απαίτηση του Αποστόλου Παύλου για την σάλπιγγα που πρέπει να δίνει γνωστή και όχι ἄδηλον φωνή. Ο νεαρός, αν έχει μυαλό και ανησυχίες, θα μας πετάξει κατάμουτρα τον λόγο του Βασιλιά, στον Άμλετ του Σαίξπηρ: «Λέξεις χωρίς νόημα δεν πάνε στον ουρανό»!!

Σκοπός της Εκκλησίας δεν είναι να αποτελεί ένα χώρο που λατρεύουμε τον Θεό, χωρίς να Τον συναντάμε! Και πώς να… συναντήσεις κάποιον με τον οποίον δεν μπορείς να μιλήσεις μαζί του, αλλά σου ζητούν να… προφέρεις λέξεις χωρίς νόημα, όπως λέει και ο Σαίξπηρ; Η μετάφραση λοιπόν των προσευχών δεν είναι απλώς ανάγκη, είναι η απαραίτητη βάση και το σαφές και στέρεο “έδαφος” για να συναντήσει ο άνθρωπος τον Χριστό. Τα “αυτιά” έχουν τον κίνδυνο να μην ακούνε, όπως λέει ο Χριστός (ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω), ενώ… ακούνε! Αυτός όμως ο κίνδυνος γίνεται όχι πιθανός, αλλά σίγουρος, όταν ο άνθρωπος δεν ακούει γιατί δεν καταλαβαίνει!! Τι ζητάει τελικά η Εκκλησία; Τι έχει να πει στον κόσμο; Μια τυφλή πίστη;

Κάτι τέτοιο ακόμα και αν υπάρξει, έχει επικρεμάμενο κίνδυνο να περάσει ο άνθρωπος από την τυφλή πίστη στην τέλεια εξαφάνισή της!!

Θα αντέξει ο σημερινός νεαρός τις μακριές μοναστηριακές μας ακολουθίες σε ακατανόητη γλώσσα; Ή θα μας επιστρέψει το προτεινόμενο “πακέτο”, με την αίσθηση ανακουφιστικής απελευθέρωσης; Γνωρίζω τις αντιρρήσεις πολλών χριστιανών σ’ όλα αυτά. Αλλά γνωρίζω περισσότερο τον Λόγο του Χριστού που μας παρηγορεί ότι: Το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο. Όπως επίσης γνωρίζω την «προτρεπτική προστακτική» του ίδιου Αποστόλου «ὅ δέ ποιῶ καί ποιήσω, ἵνα ἐκκόψω τήν ἀφορμήν τῶν θελόντων ἀφορμήν» (Β’ Κορ. 11, 12).

Τρίτος λίθος: Το… κήρυγμα!

Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι έρχεται στη Λειτουργία ένας νέος, κάνει υπομονή, αντέχει την άγνωστη γλώσσα, την ασυνήθιστη μουσική, το πρωτόγνωρο περιβάλλον, και τότε έρχεται ο τρίτος λίθος! Αυτός του κηρύγματος. Η διδασκαλία έχει μετατραπεί σε αυθαιρεσία. Κανένας δεν επιθεωρεί και δεν κρίνει τον ομιλούντα κληρικό. Βρίσκεται στο απυρόβλητο του ιερατικού κύρους και στην “ασφάλεια” που του προσπορίζει ο φόβος της ιεροκατηγορίας! Ένα βιβλίο γραμμένο τον προπερασμένο αιώνα από τον Antony Trollop, σύγχρονο του Dickens, που εκδόθηκε το 1857, πριν 160 σχεδόν χρόνια, περιγράφει με απαράμιλλη ζωντάνια το τραγικό πρόβλημα. Οι χρονολογίες φανερώνουν το κακοφορμισμένο μέγιστο θέμα του κηρύγματος-διδασκαλίας και την απεχθή και επαχθή κούραση που γεννούσε από τότε!

«Ίσως να μην υπάρχει στον πολιτισμένο κόσμο μεγαλύτερη ταλαιπωρία επιβεβλημένη στο κοινό από την υποχρέωσή του να ακούει κηρύγματα . Μόνον ένας κληρικός, κατά τη διάρκεια του κηρύγματος, έχει την δυνατότητα να κρατά σιωπηλό το ακροατήριο του και να το βασανίζει . Μόνον ένας κληρικός, κατά τη διάρκεια του κηρύγματός του, μπορεί να οργιάζει με τις κοινοτοπίες του, τα αυταπόδεικτα και τα μη πρωτοφανή, και να γίνεται αποδέκτης, λες και είναι αναμφισβήτητο δικαίωμά του, του σεβασμού που θα εδικαιούτο αν από τα εύγλωττα χείλη του ακουγόταν πειστικότατες ρήσεις απαράμιλλης λογικής. Αν ένας καθηγητής νομικής ή φυσικής βρεθεί σ’ ένα αμφιθέατρο κι εκεί αρχίσει να λέει τετριμμένα και ανοησίες, θ’ αντικρίσει άδεια έδρανα. Αν ένας δικηγόρος δεν αγορεύσει καλά, δεν θα του ξαναδοθεί εύκολα η ευκαιρία. Έναν δικαστή, μόνον οι ένορκοι, ο κατηγορούμενος και ο φύλακας είναι υποχρεωμένοι να τον ακούσουν. Ένα μέλος του Κοινοβουλίου το διακόπτουν με βηξίματα ή παύουν να το υπολογίζουν. Τους δημοτικούς συμβούλους μπορούν να τους αποκλείσουν. Κανένας όμως δεν μπορεί να απαλλαγεί από τον ιεροκήρυκα . Είναι η αγγαρεία της εποχής μας, ο γέρος που εμείς, σαν τον Σεβάχ, δεν μπορούμε να τον αποτινάξουμε, ο εφιάλτης που καταστρέφει την ανάπαυλα της Κυριακής, ο βραχνάς που καταστρέφει τη θρησκεία μας και κάνει τη Θεία Λειτουργία δυσάρεστη . Δεν μας υποχρεώνουν βέβαια να πάμε στην Εκκλησία! Όχι, θέλουμε ωστόσο κάτι παραπάνω. Θέλουμε να μην μας υποχρεώνουν να μην πάμε! Θέλουμε, όχι, είμαστε αποφασισμένοι να απολαμβάνουμε την παρηγορία της κοινής λατρείας, θέλουμε όμως να γίνεται χωρίς η πλήξη να ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια αντοχής, και να μη φεύγουμε από τον οίκο του Κυρίου σαν δραπέτες που λαχταρούν να γλυτώσουν, πράγμα που είναι το σύνηθες αποτέλεσμα των συνήθων κηρυγμάτων .

Με πόση αυταρέσκεια ένας νεαρός ιερέας βγάζει λανθασμένα συμπεράσματα από παρερμηνευμένα κείμενα, και ύστερα μας φοβερίζει με τις φωτιές της κολάσεως αν παραλείψουμε να συμμορφωθούμε με τις εντολές που μας έδωσε! Ναι, πλημυρισμένε αυτοπεποίθηση νεαρέ φίλε μου, πιστεύω στα μυστήρια που συνεχώς αναφέρεις, πιστεύω στον αγνό και ανόθευτο λόγο που κρατάς στο χέρι σου, αλλά παρακαλώ να με συμπαθάς που σε μερικά πράγματα δεν συμφωνώ με τις ερμηνείες σου.

……………………………………………………………………………………………………….

Κι εδώ πρέπει να διαμαρτυρηθώ για την δικαιολογία που τόσο συχνά επικαλούνται οι εν ενεργεία ιερείς, ότι κουράζονται από τα πολλά κηρύγματα που πρέπει να κάνουν. Σε όλους μας είναι ιδιαίτερα αγαπητός ο ήχος της φωνής μας, και η ματαιοδοξία του ιεροκήρυκα ενισχύεται από το προνόμιο ενός ακροατηρίου που είναι υποχρεωμένο να τον ακούει. Το κήρυγμα είναι η “νοστιμιά” του βίου του, η απολαυστική στιγμή της αυτοεξύψωσής του.

– Έκανα εννέα κηρύγματα αυτή τη βδομάδα, μου έλεγε τις προάλλες ένας νεαρός φίλος μου, με το χέρι του νωθρά σηκωμένο στο μέτωπό του πάνω, εικόνα ενός καταταλαιπωρημένου μάρτυρος. Εννέα ετούτη τη βδομάδα, επτά την προηγούμενη, τέσσερα την προ-προηγούμενη. Αυτό το μήνα έκανα είκοσι τρία κηρύγματα. Είναι στ’ αλήθεια πολύ.

– Πάρα πολύ, πράγματι, του είπα και ανατρίχιασα, πάρα πολύ για να το αντέξει κανείς.

– Ναι, μου αποκρίθηκε μειλίχια, έτσι είναι, και αρχίζω να το αισθάνομαι ότι με κουράζει πολύ.

– Μακάρι, του είπα, να το αισθανθείς –μακάρι να το αισθανόσουν πραγματικά. Δεν κατάλαβε όμως πως η καρδιά μου μάτωνε για το καημένο το ακροατήριό του.»

Antony Trollope (1815-1882)

Οι πύργοι του Μπάρτεστερ

Σελ. 115-117, εκδ. Gutenberg

Δ. Ενορίες… πνευματικά γκέτο!

Ο Ευαγγελισμός αρχίζει με την συνάντηση. Η διδασκαλία ξεκινάει από το στήσιμο μιας γέφυρας εμπιστοσύνης. «Ακούμε μόνον όσους εμπιστευόμαστε» μας φωνάζει από το 430 μ.Χ. ο μακάριος Αυγουστίνος. Μέσα στο σύγχρονο κομφούζιο μιας… “κοινωνίας” που συναπαρτίζεται από παράλληλες μοναξιές, πολλοί ιερείς θέλουν να βοηθήσουν να στηθεί και να υπάρξει μια κοινότητα. Και ενώ η πρόθεση είναι αγία δυστυχώς πολλές φορές εμφιλοχωρούν ψυχολογικά κενά του ιερέα, που σίγουρα έχει καλή πρόθεση, αλλά δεν βλέπει όμως την διαφορά ανάμεσα στο καλό και στον τρόπο που επιδιώκεται και υλοποιείται αυτό.

Ο ιερέας πρέπει να είναι γέφυρα προς την Εκκλησία και θυρωρός που κρατάει την πόρτα της ανοιχτή, ο ίδιος μένοντας… πίσω από την πόρτα, ώστε να μη… “σκοντάφτουν” πάνω του οι εισερχόμενοι, αλλά να μπαίνουν ελεύθερα και να μπορούν να συναντήσουν τον Χριστό.

Μέσα στην αγωνία να υπάρξουν “σωστές” ενορίες πολλές φορές δημιουργούνται… στρατόπεδα προσωποπαγή με θυσιαστικούς ιερείς, που όμως δυστυχώς εξαργυρώνουν την προσφορά τους με την “υποκλοπή” της ελευθερίας των χριστιανών διά της ανακουφιστικής ικανοποίησης των… θεμάτων «που λύνουν» και της «ὑπνούσης ὁδοιπορίας» στήνοντας (εν επιγνώσει ή ανεπιγνώστως, το αποτέλεσμα παραμένει) «δαιμονικό χορό» με πλύση εγκεφάλου για υπακοή στον πνευματικό. Η υπακοή, στον λόγο του Χριστού, και η υπακοή ως μοναχικό και μόνον άθλημα, διαστρέφονται, η πρώτη ως υπακοή προς ό,τι λέει ο ιερέας, και η δεύτερη ως… “πρότυπο” στάσεως και ζωής για όλους τους χριστιανούς!!

Και έτσι ξαφνικά ένα ζευγάρι που πέρασε αρκετά χρόνια σε ένα βουδιστικό άσραμ της Αττικής, όταν, από το έλεος του Θεού, γίνονται χριστιανοί, και «κακῇ τῇ μοίρᾳ» εντάσσονται σε μια ενορία με τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά, συνειδητοποιούν έντρομοι ότι: «Αλλάξαμε γκουρού»!!!

Τέτοιες ενορίες γίνονται προσωποκεντρικά στέκια, όπου η θυσία του ιερέα γοητεύει και καταργεί την κριτική σκέψη των νέων ανθρώπων που ψάχνουν πρότυπα και οδηγούς…

Αντί ελευθερίας (ἐπ’ ἐλευθερία ἐκλήθητε…) εξάρτηση και αντιπαλότητα, ανάμεσα στην πίστη και στην γνώση! Αντί να γίνουν οι χριστιανοί ευαίσθητοι στην διάκριση που υπάρχει ανάμεσα στην σκέψη και στην αμφιβολία, “αποκτούν” αλαζονική βεβαιότητα, αξιολογώντας τους εαυτούς τους… ως εκλεκτούς. Όμως η Χάρη δεν μας διευθύνει σα να είμαστε αεροπλάνα ή πύραυλοι που κατευθύνονται από μακριά! Ο χριστιανός δεν είναι και δεν επιτρέπεται να γίνεται ένα ανδρείκελο, κινούμενο από ψηλά με αόρατες κλωστές που… ούτε ο ίδιος δεν τις αντιλαμβάνεται. «Σαν να μην ήθελε ο Θεός να είμαστε ελεύθεροι, σαν νάταν η ελευθερία μας κάτι που Αυτός ζήλευε και μας έδωσε… άθελά Του, και σαν η Χάρη να αφαιρούσε όλη την αλκή του επικίνδυνου αυτεξουσίου, κάνοντας μας ανίκανους για οποιαδήποτε πρωτοβουλία. Με άλλα λόγια, σαν ο άνθρωπος να σώζεται και να φτάνει στην ένωση με τον Θεό ανταλλάζοντας την ελευθερία του με τη θεϊκή Χάρη. Το τίμημα της ευτυχίας, σ’ αυτή την περίπτωση, θα ήταν για τον άνθρωπο η εγκατάλειψη της έμφυτης (απ’ τον Θεό!!) αυτονομίας του, για να παραδεχθεί μια υποδούλωση στο σπιτικό ενός Θεού, που είναι αρκετά δυνατός και ικανός να κάνει την σκλαβιά συμφέρουσα(!!!). Αν βέβαια ωθήσουμε στα άκρα ένα τέτοιο συλλογισμό, ο άνθρωπος δεν είναι ελεύθερος ούτε καν για να κάνει μια τέτοια συμφωνία! Οπότε ο Θεός αποφασίζει αυθαίρετα να χορηγήσει την Χάρη του στον ένα ή στον άλλο. Τότε η Χάρη ενεργεί αλάνθαστα, καταργεί το αυτεξούσιο του ανθρώπου και τον σώζει… παρά την θέλησή του! Δεμένος χειροπόδαρα ο άνθρωπος σπρώχνεται στο γαμήλιο τραπέζι, χωρίς αμφιβολία για να τον ταΐσουν μ’ ένα σωλήνα… »

(Τόμας Μέρτον, «Ο καινούργιος άνθρωπος», σελ. 42-43)

 

Ε. Καταληκτικά συμπεράσματα

Κάποια φορά είπαν στον Άγιο Κύριλλο πατριάρχη Αλεξανδρείας ότι: «Ένας άνθρωπος διανοούμενος και περιεσκεμένος στην Αλεξάνδρεια αμφισβητεί την θεότητα του Χριστού και ψάχνει επιχειρήματα για να βεβαιωθεί», και ο Άγιος Κύριλλος απάντησε: «Πέστε του να ‘ρθει να ζήσει μαζί μας ένα χρόνο». Η απάντηση είναι πάρα πολύ μοντέρνα γιατί επισημαίνει ότι οι απαντήσεις στα καίρια θέματα είναι υπαρξιακές· όχι διανοητικές.

Όταν καταλάβεις ότι για κάποιους ανθρώπους ο Χριστός είναι ο Θεός της ζωής τους, και ότι για τον Θεό της ζωής τους έχουν ξεκαθαρίσει ότι μπορεί να πεθάνουν, από εκεί και μετά μπαίνεις σ’ ένα ουσιαστικό προβληματισμό. Οι απαντήσεις στα υπαρξιακά θέματα δεν είναι ταξινόμηση διανοητικών αποριών σ’ ένα εγχειρίδιο φιλοσοφίας! Είναι ο προσανατολισμός της ζωής στο φως το οποίο θα της δώσει την δυνατότητα να συνεχίσει, γιατί χωρίς φως η ζωή τελειώνει. Αν κάτι το κλείσουμε στο σκοτάδι, μετά από λίγο, είτε φυτό είτε άνθρωπος, θα μαραζώσει και θα τελειώσει. Αυτό ισχύει βιολογικά, ισχύει και πνευματικά και υπαρξιακά. Για να καταλάβει λοιπόν ένας άνθρωπός ποιος είναι ο Χριστός και πώς θα Τον γνωρίσει πρέπει να ζήσει μαζί με μερικούς ανθρώπους οι οποίοι το περπατάνε αυτό στην καθημερινότητα της ζωής τους.

Όταν στα παράλια της Λιβύης, πριν κάποια χρόνια, τίθεται δίλημμα σε είκοσι εργάτες χριστιανούς να αρνηθούν τον Χριστό και εκείνοι απαντούν ότι δεν το διανοούνται κάτι τέτοιο, και μαρτυρούν για τον Χριστό, συμβαίνει το εκπληκτικό γεγονός, ένας άλλος εργάτης, μουσουλμάνος αυτός, να ομολογεί τον Χριστό και να μαρτυρεί μαζί τους λέγοντας: «Έζησα δύο χρόνια μαζί μ’ αυτούς τους ανθρώπους και οι ενέργειές τους και τα λόγια τους με έπεισαν ότι Μόνος Θεός είναι ο Χριστός!»

Αυτοί μπορούσαν να πουν αυτό που είπε ο Φίλιππος στον Ναθαναήλ στις αντιρρήσεις του, «Ἔρχου καί ἴδε», έλα και δες. Η τραγωδία της σημερινής Εκκλησίας είναι το γεγονός ότι δεν μπορεί να πει αυτό το «ἔρχου καί ἴδε», γιατί η Εκκλησία πλέον σήμερα υπάρχει μονάχα ως ένας θεσμός που καλύπτει θρησκευτικές ανάγκες απροσδιόριστες, ασαφείς και εν πολλοίς θρησκοληπτικές. Οι ενορίες δεν είναι κοινότητες, είναι απλώς ένα πνευματικό στέκι που ο καθένας πάει για δικούς του λόγους, άγνωστος με τον διπλανό του. Πάει άγνωστος, προσεύχεται σ’ έναν τελικά άγνωστο Θεό για δικές του ανάγκες, χτίζει σιγά-σιγά μέσα του την αυταπάτη της ατομικής σωτηρίας, επιστρέφει στο σπίτι του, χωρίς να συναντήσει σίγουρα κανέναν από τους ανθρώπους και, ακόμα πιο σίγουρα, ούτε τον Θεό.

Ίσως ακούγονται σκληρά τα όσα ειπώθηκαν. Σαφώς ξέρουμε ότι η κατάσταση των ενοριών, όταν ο Απόστολος Παύλος μαρτύρησε, όχι απλώς δεν ήταν καλή, αλλά είχαν τέτοια χάλια που «ούτε μεταξύ των ειδωλολατρών δεν ακουγόντουσαν» (Α’ Κορ. 5, 1).

Δεν θέλουμε μια ατσαλάκωτη καθωσπρέπει Εκκλησία.

Ξέρουμε, ἐν τῇ πράξει, ότι ο Θεός ενεργεί και σώζει μέσα και από τα πιο τραγικά ανεκδιήγητα…

Ξέρουμε όμως επίσης ότι ο Χριστός δεν έγινε άνθρωπος για να… κάνουμε συνέδρια.

Αλλά πρέπει να ξέρουμε ότι στα συνέδρια είναι ανάγκη να επισημαίνονται θέματα και ασθένειες με την προοπτική και ελπίδα διάγνωσης και θεραπείας και όχι να καταλήγουν τέτοιες προσπάθειες σε αυτάρεσκο αυτοθαυμαστικό… μασάζ.

Σας ευχαριστώ.

Αφήστε μια απάντηση