Του αγίου πατέρα μας Γρηγορίου επισκόπου Νύσσης Εγκώμιο στον άγιο μάρτυρα Θεόδωρο
Σεις, ο λαός του Χριστού, η αγία ποίμνη Του, το Βασίλειο Ιεράτευμα, οι από τα χωριά και τις πόλεις συγκεντρωθέντες δήμοι του λαού, από πού πήρατε την προτροπή του ξεκινήματος και μαζευτήκατε στον ιερό αυτό τόπο; Ποιος σας έβαλε στην σκέψη αυτήν την σπουδαία και για την συγκεκριμένη στιγμή αγία προτροπή και ανάγκη; Και μάλιστα μέσα στον χειμώνα, που ακόμα και ο πόλεμος σταματάει και ο στρατιώτης βγάζει από πάνω του την πανοπλία, και ο ναυτικός μαζεύει τα πανιά και αφήνει το πηδάλιο κοντά στο τζάκι του, και ο γεωργός τα βόδια του που οργώνουν τα ξεκουράζει στο παχνί;
Είναι καταφάνερο ότι σάλπισε τέτοιο πρόσταγμα κάποιος στρατιωτικός, ο άγιος μάρτυρας Θεόδωρος και κίνησε πολλούς από διάφορες πατρίδες και τους κάλεσε στο δικό του σπίτι και στα ξεκούραστα συγγενών περιβάλλοντα. Δεν κάλεσε για πολεμική προετοιμασία, αλλά για την γλυκειά και αρμόζουσα σε χριστιανούς ειρήνη.
Όπως πιστεύουμε, και την περσινή χρονιά, καταπράϋνε τη βαρβαρική αναταραχή και σταμάτησε τον ανελέητο πόλεμο των αγρίων Σκυθών, προβάλλοντας «τα στήθη» του σε αντίσταση, όταν πλησίασαν και έβλεπαν καθαρά, όχι κράνος μεγάλο και επιβλητικό, ούτε ξίφος ακονισμένο πολύ καλά, που να αστράφτει από τις ακτίνες του ήλιου, αλλά τον παντοδύναμο Σταυρό του Χριστού, που διώχνει κάθε κακό, τον οποίον και αυτός ο μάρτυς αγαπώντας, έπαθε, και απόχτησε την τωρινή του δόξα. Προσέξτε λοιπόν αυτά που λέω και σκεφτείτε τα, σεις οι δούλοι αυτής της καθαρής θρησκείας οι φιλομάρτυρες. Προσέξτε, τι μεγάλη υπόθεση είναι ο δίκαιος άνθρωπος, και πόσων αμοιβών αξιώνεται (και εννοώ εδώ τις εγκόσμιες αμοιβές από εμάς, γιατί για τις ουράνιες και αόρατες, κανείς δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει «το μέγεθος» τους) και όταν αντιληφθείτε τον καρπό της ευσέβειας μιμηθείτε την στάση και την γνώμη αυτών που βλέπουν έτσι τα πράγματα.
Επιθυμείστε τα βραβεία τα οποία ο Χριστός διανέμει κατά την αξία τους, στους αθλητές. Και στο τέλος, αν νομίζετε, αφίνοντας την μέλλουσα απόλαυση των αγαθών, (που είναι καλή ελπίδα στις προσδοκίες των δικαίων) δέστε την τωρινή κατάσταση των αξίων πόσο ωραιότατη και μεγαλοπρεπής θα είναι, όταν έλθει Αυτός που φανερώνει την ποιότητα της ζωής μας. Η ψυχή πηγαίνει στην κληρονομιά της, και χωρίς σώμα συνυπάρχει και ζεί με τους ομοίους της. Το σώμα, που ήταν όργανο της ψυχής σεμνό και ακηλίδωτο, και που δεν έβλαψε καθόλου με τα πάθη του την αφθαρσία της ψυχής, αφού το φροντίσαμε με πολλή τιμή και έγνοια, το αποθέσαμε με αξιοπρέπεια σε ιερό τόπο, σαν πολύτιμο κειμήλιο που περιμένει την ημέρα της Ανάστασης. Αυτό το σώμα, είναι εντελώς διαφορετικό από τα σώματα των άλλων ανθρώπων, που είχαν τον κοινό και συνηθισμένο θάνατο και ισχύουν όλα αυτά, ενώ ήσαν της ίδιας υλικής υποστάσεως (και του μάρτυρος και των άλλων).
Τα νεκρά σώματα των ανθρώπων είναι αηδιαστικά για τους πολλούς ανθρώπους και κανένας δεν περνάει ευχαρίστως δίπλα από τάφο, και μάλιστα πολύ περισσότερο, αν τύχει σε κάποιον ανοιγμένο τάφο και δει την αηδιαστική εικόνα του νεκρού, αφού γεμίσει αποστροφή και αναστενάξει θλιμένος για το τι είναι ο άνθρωπος, προσπερνά γρήγορα.
Όταν όμως έλθει κάποιος σε τόπο σαν αυτόν εδώ που σήμερα μαζευτήκαμε, για την μνήμη του δικαίου και για το άγιο λείψανο, πρώτον «γεμίζει η καρδιά του» με αυτά που βλέπει. Βλέπει ένα κτίριο που έχει γίνει ναός του Θεού· που τονίζεται πολύ με το μέγεθος της οικοδομής και με την ομορφιά της διακόσμησης. Ο κατασκευαστής τα ξύλα τα έφτιαξε με μορφές ζώων και ο γλύπτης τις πλάκες τις οικοδομικές τις λείανε σαν να ήταν ασημένιες. Πάνω σ’ αυτά ο ζωγράφος με της τέχνης του την ομορφιά «περιέγραψε», τα κατορθώματα του μάρτυρα, την ανδρεία στάση του, τα μαρτύριά του, τις θηριώδεις μορφές των τυράνων, την κακομεταχείρησή του, το καμίνι με την πελώρια φωτιά, την μακαρία άθληση και τελειότητα, την εικόνα και την ανθρώπινη μορφή του αγωνοθέτου Χριστού. Όλα αυτά χάριν ημών, σαν βιβλίο που μιλάει, τα έφτιαξε με χρώματα· και με σαφήνεια περιέγραψε τους αγώνες του μάρτυρα και έκανε τον ναό σαν όμορφο λειβάδι. Μπορεί και μια σιωπηλή εικόνα στον τοίχο να «μιλάει» και να ωφαλεί τα μέγιστα (πάρα πολύ). Και αυτός επίσης που έφτιαξε το έδαφος, έκανε το δάπεδο να εκθέτει και να περιγράφει τα του μάρτυρα. Και έτσι με αυτά τα όμορφα αισθητικά φιλοτεχνήματα, αφού ευχαρίστησε τα μάτια του θεατή, τον έκανε να επιθυμεί να πλησιάσει τη θήκη των λειψάνων, πιστεύοντας ότι η επαφή με αυτά είναι αγιασμός και ευλογία. Και ακόμα και σκόνη από το κάλυμμα της σαρκοφάγου αν δώσεις σε κάποιον, σαν δώρο το αξιολογεί, και σαν κειμήλιο αποθησαυρίζει το χώμα. Αν δε ακουμπήσει κάποιος το λείψανο, αν ποτέ του δοθεί η δυνατότητα για μια τέτοια ευτυχία, το θεωρεί πολυπόθητο δώρο, όπως ξέρουν αυτοί που το έχουν ζήσει, και έχουν εμπειρία ικανοποίησης αυτής της επιθυμίας. Σαν να ήταν σώμα ζωντανό και δραστήριο τον ασπάζονται πλησιάζοντας το λείψανο με τα μάτια, το στόμα, τα αυτιά, με όλες τις αισθήσεις και χύνοντας δάκρυα ευλαβείας και πόθου, και σαν να ήταν ο μάρτυρας άρτιος και ζων, του απευθύνουν την παράκληση να ικετεύει, παρακαλόντας τον ως δορυφόρο του Θεού, επικαλούμενοι την αποτελεσματική μεσιτεία του.
Από όλα αυτά, ας μάθουμε, ο ευσεβής λαός του Θεού, ότι είναι τίμιος στα μάτια του Κυρίου ο θάνατος του οσίου αυτού. Ένα σώμα υπάρχει το ίδιο για όλους τους ανθρώπους, από την ίδια σύσταση απαρτιζόμενο· όταν λοιπόν κάποιο τυχαίο πεθάνει αποθέτεται με τον κοινό τρόπο, εκείνο όμως που γέμισε με την χάρη, που δίνει το μαρτύριο, είναι πάρα πολύ επιθυμητό και αξιομνημόνευτο, όπως φανέρωσαν τα όσα προηγουμένως είπαμε.
Ας πιστέψουμε λοιπόν, από τα φαινόμενα τα αόρατα, από την ανθρώπινη εμπειρία, την μελλοντική υπόσχεση. Πολλοί άνθρωποι κοιλιόδουλοι και κενόδοξοι και αξιολογώντας όλον αυτόν τον ανθρώπινο θόρυβο ως το τόνο και σπουδαιότερο γεγονός, δεν πιστεύουν στα μέλλοντα, γιατί νομίζουν ότι με τον θάνατο τελειώνουν όλα. Αλλά αυτός που σκέπτεται έτσι, πρέπει να έχει ένα αναγωγικό σκεπτικό, ανερχόμενος από τα μικρά στα μεγάλα και από τις σκιές στην ουσία. Ποιος βασιλιάς τιμάται με τόση μεγάλη τιμή; Ποιος από τους εξαίρετους και σπουδαίους ανθρώπους δοξάζεται με τέτοιας ποιότητας δόξα,; Ποιος από τους στρατηγούς που κυρίευσαν τειχισμένες πόλεις και υποδούλωσαν πολλά έθνη, είναι τόσο φημισμένος, όσο αυτός εδώ ο φτωχός στρατιώτης ο νεοσύλλεκτος, τον οποίον «όπλισε» ο Παύλος και «προετοίμασαν για τη μάχη» οι άγγελοι και ο Χριστός τον στεφάνωσε ως νικητή;
Τώρα λοιπόν που φτάσαμε να περιγράφουμε τους αγώνες του Μάρτυρα, ας αφήσουμε τα συνήθη και ας διηγηθούμε την ποιότητα του Αγίου, αφού όλοι γνωρίζουμε ότι είναι αγαπημένο για τον καθένα αυτο που είναι το δικό του! Πατρίδα του Αγίου ήταν τα βουνά της ανατολικής περιοχής· ήταν και αυτός ευγενής σαν τον Ιώβ «του αφ’ ηλίου ανατολών» και όντας συντοπίτης του δεν έμεινε πίσω και στην μίμησή του. Τώρα πλέον σ’ όλη την κτίση είναι Μάρτυρας για όλους, ότι είναι πολίτης της υφηλίου, και ότι στρατολογήθηκε από εκεί στους οπλίτες, και έτσι με το τάγμα του ήρθε στην περιοχή μας, γιατί τους διέταξαν οι υπεύθυνοι, εδώ να ξεκουραστούν για τον χειμώνα.
Τότε λοιπόν ξαφνικά συνέβη πόλεμος, όχι από έφοδο των βαρβάρων, αλλά από σατανικό νόμο και θεομάχο δόγμα (κάθε χριστιανός συλλαμβάνονταν από το δυσσεβές διάταγμα και οδηγείτο σε θάνατο). Τότε, λοιπόν, ο τρισμακάριος αυτός μάρτυρας, όντας γνωστός για την ευσέβειά του, και την πίστη του στον Χριστό που πάντοτε ομολογούσε (μόνον στο μέτωπό του δεν τον είχε γράψει) δεν ήταν στην ανδρεία νεοσύλλεκτος, ούτε άπειρος πολέμου και μάχης, αλλά γενναίος στην ψυχή, προβάλοντας ισχυρή αντίσταση στους πολέμους, καθόλου πτοημένος, ούτε δειλός, ούτε «μάσησε τα λόγια του». Όταν συνεδρίασε το άδικο και πονηρό εκείνο δικαστήριο, και προήδρευαν ο ηγεμόνας και ο στρατιωτικός διοικητής, (όπως ο Ηρώδης κάποτε και ο Πιλάτος) τότε τον δούλο του Σταυρωθέντος τον υπέβαλλαν σε κρίση ανάλογη και όμοια με εκείνην του Δεσπότου Χριστού.
Από πού έχει θράσος και τόλμη και εξυβρίζει τον νόμο του βασιλιά, και δεν υποκύπτει τρέμοντας στις εντολές του Αυτοκράτορα, ούτε λατρεύει με τον τρόπο που θεσμοθέτησαν οι κρατούντες; (Τότε διοικούσαν ο Μαξιμιανός και οι περί αυτόν). Ο Μάρτυρας με σταθερό πρόσωπο και ελευθερία γνώμης, τους έδωσε εύστοχη απάντηση· «θεούς δεν ξέρω (ούτε βέβαια υπάρχουν αληθώς) σεις δε πλανάσθε αποκαλόντας θεούς κάποιους απατεώνες δαίμονες· για μένα θεός είναι ο Χριστός ο μονογενής Υιός του Θεού. Για την αληθινή πίστη και την ομολογία του Χριστού, ας χτυπάει όποιος δέρνει, και ας βγάζει το δέρμα όποιος μαστιγώνει, και ας ρίχνει φωτιά όποιος καίει, και αυτός που ενοχλείται από αυτά μου τα λόγια, ας ξεριζώσει τη γλώσσα· κάθε μέλος του σώματος καθ’ αυτό χρεωστά υπομονή στον Δημιουργό του».
Νικήθηκαν οι τύραννοι από τα λόγια και δεν άντεξαν την πρώτη επίθεση του νικητή, βλέποντας ένα νεαρό να επιθυμεί διακαώς το πάθος και να δέχεται σαν ευχάριστο ποτό τον θάνατο! Ενόσω εκείνοι αποσύρθηκαν για λίγο απορούντες και σκεπτόμενοι τι να πράξουν, κάποιος αξιωματικός πιστεύοντας ότι είναι έξυπνος και εμπαίζοντας συγχρόνως την απόκριση του μάρτυρα, τον ρώτησε: Έχει γιο ο Θεός σου Θεόδωρε; Και γεννάει με εμπάθεια ανθρώπινη; Και εκείνος του είπε: Εμπαθώς ο θεός μου δεν γέννησε· όμως ομολογώ ότι έχει Υιόν και η “γέννηση” είναι Θεοπρεπής· συ όμως άθλιε και με νηπιώδη σκέψη, δεν κοκκινίζεις και δεν καλύπτεις το πρόσωπο σου ομολογώντας θεά μητέρα δώδεκα παιδιών και προσκυνώντας την; Αυτήν που προφανώς είναι κάποιος δαίμονας… πολύτοκος, όπως οι λαγοί και τα γουρούνια, που εύκολα εγκυμονούν και γεννάνε;”
Όταν έτσι ο Άγιος αντέστρεψε διπλάσια εις βάρος του ειδωλολάτρη το γέλιο, οι τύραννοι παριστάνοντας φιλάνθρωπη διάθεση είπαν: «Ας δοθεί λίγος χρόνος να το ξανασκεφτεί αυτός ο μαινόμενος· ίσως δίνοντας χρόνο στον εαυτό του σ ́ αυτήν την διακοπή, να μετατεθεί προς το καλύτερο». Αυτοί οι έξω φρενών τύραννοι έλεγαν μανία την σωφροσύνη· θεωρούσαν υστερία και ανισορροπία την ευλάβεια· όπως ακριβώς οι μεθυσμένοι υβρίζουν αυτούς που δεν έχουν πιει ως πιωμένους!
Αλλά ο ευσεβής άνθρωπος, ο στρατιώτης του Χριστού, τον χρόνο της διακοπής, που τον χρησιμοποίησε για μια πολύ ανδρεία πράξη. Ποια είναι αυτή!; Είναι ώρα να ακούσετε ευχαρίστως τη διήγηση της.
Στην κεντρική πόλη της Αμάσειας κάπου εκεί στις όχθες του ποταμού, είχαν κατασκευάσει ναό σ ́ αυτή τη μυθική μητέρα των θεών εκείνης της εποχής οι ειδωλολάτρες. Αυτόν τον ναό ο γενναίος μάρτυρας, στο διάστημα άδειας, που του δόθηκε, παρακολούθησε την κατάλληλη ώρα και τον ευνοϊκό αέρα, και τον πυρπόλησε, απαντώντας , σ ́ αυτούς τους αλιτήριους με την ενέργεια του αυτή, πράγμα που περίμεναν μετά την διάσκεψη. Όταν έγινε γνωστό τάχιστα το πράγμα σε όλους (αφού στην μέση της πόλης άναψε τέτοια φωτιά) ο μάρτυρας δεν απέκρυψε αυτό που έκανε ούτε προσπάθησε να διαφύγει. Ήταν φανερό σε όλους, και καυχιόταν πολύ για το κατόρθωμα, και χαιρόταν πολύ για την ταραχή των άθεων, που εταράσσοντο θλιμμένοι για τον ναό και το ξόανο της θεάς.
Το γεγονός αναγγέλθηκε στους άρχοντες και φυσικά και το ποιος το έκανε. Και ξαναστήθηκε δικαστήριο φοβερότερο από το πρώτο, όπως ήταν φυσικό, αφού συνέβη τέτοιο γεγονός που παρόξυνε τα πράγματα. Αυτοί ανέβηκαν στο δικαστικό βήμα. Ο Θεόδωρος ήταν στην μέση με μεγάλη παρρησία και αρχοντικό θάρρος παρ ́ ότι κατηγορούμενος και ερωτώμενος· με την γρήγορη απάντηση και ομολογία, στόμωνε τις ερωτήσεις. Επειδή δεν πτοείτο καθόλου και δεν φοβόταν τα απειλούμενα φοβερά, τότε αλλάζουν εντελώς και χρησιμοποίησαν τον εντελώς αντίθετο τρόπο. Άρχισαν να συζητούν με καλοσύνη και να προσπαθούν να μεταστρέψουν τη γνώμη του μάρτυρα με υποσχέσεις. “Να ξέρεις, του έλεγαν, ότι αν θελήσεις να δεχτείς ευπειθώς την συμβουλή μας, αμέσως θα σε κάνουμε διάσημο από άγνωστο που είσαι, ένδοξο από απλό άνθρωπο, και θα σου δώσουμε και το αξίωμα της αρχιεροσύνης”. Όταν άκουσε αυτός ο τρισμακάριστος το αξίωμα της αρχιεροσύνης, αφού γέλασε επί πολύ, τους είπε: “Εγώ και τους ιερείς των ειδώλων τους θεωρώ άθλιους και τους λυπάμαι γιατί είναι υπηρέτες ανόητων και μάταιων πράξεων, αλλά τους αρχιερείς πολύ περισσότερο λυπάμαι και σιχαίνομαι. Στα άσχημα πράγματα, αυτός που είναι αρχηγός και κύριος δράστης είναι ο χειρότερος, όπως στους άδικους ο αδικότερος, στους φονιάδες ο πιο ωμός, στους έκδοτους στα σαρκικά ο πλέον ασελγής. Κάνατε λάθος, αγαπητοί, υποσχόμενοι σε μένα το μεγαλύτερο κακό. Για τον καθένα που θέλει να ζει σωστά και με ευσέβεια, είναι προτιμότερο να είναι… παραπεταμένος στο ναό του θεού, παρά να κατοικεί σε σπίτια αμαρτωλών.
Και τους βασιλείς τούτους, των οποίων τον παράνομο νόμο διαρκώς μου θυμίζετε, εγώ τους λυπάμαι, γιατί ενώ έχουν την εξουσία την Βασιλική που είναι αξίωμα με μεγάλη δύναμη, προσέθεσαν στον εαυτό τους και την ιδιότητα του αρχιερέα και εξ ́ αυτού φορούν την πένθιμη και σκοτεινή πορφύρα κατά μίμηση των διαβολικών αρχιερέων, τυλίγοντας το ευχάριστο αξίωμα τους με το ανθρώπινο ένδυμα.
Και μερικές φορές πλησιάζοντας σε βρώμικα θυσιαστήρια γίνονται αντί βασιλέων μάγειροι, θυσιάζοντας κότες και ψάχνοντας τα σπλάχνα ταλαίπωρων ζώων λερώνοντας τα ρούχα τους από τα αίματα των ζώων θυσιάζονται, σαν να ήταν κρεοπώλες!
Μετά από αυτά τα λόγια του δικαίου, πλέον ούτε την επίπλαστη και υποκριτική καλοσύνη δεν έδειχναν οι άρχοντες, αλλά τον αποκαλούσαν ασεβέστατο προς τους θεούς και υβριστή των βασιλέων και βλάσφημο, και καταρχάς μεν τον κρέμασαν στο ξύλο βασανισμού και έγδερναν το σώμα του. Αυτός, ενώ οι δήμιοι του έκαναν οδυνηρά μαρτυρία, ήταν υπομονετικός και ανυποχώρητος και μέσα σ ́ αυτά τα βασανιστήρια έψαλε στίχους από τους Ψαλμούς. Εὐλογήσω τόν Κύριον ἐν παντί καιρῷ διά παντός ἡ αἴνεσις αὐτοῦ ἐν τῷ στόματί μου. Οι δήμιοι έσκιζαν τις σάρκες του και αυτός έψαλε σαν να υφίστατο άλλος την τιμωρία.
Αυτή την ταλαιπωρία την διαδέχθηκε η φυλακή στην οποία έγινε ένα θαύμα για τον άγιο. Μέσα στην νύχτα ακουγόταν η φωνή ενός πλήθους που έψαλλε και λαμπάδες φαινόντουσαν, που φώτιζαν σαν αυγή που ακολουθεί την ολονυκτία, έτσι φαινόταν στους απ ́ έξω. Ο δεσμοφύλακας ταράχτηκε απ ́ αυτήν την πρωτοφανή εικόνα και το άκουσμα, και έτρεξε στον οικίσκο της φυλακής, αλλά κανένα δεν βρήκε εκτός από τον μάρτυρα που ησύχαζε και τους φυλακισμένους που κοιμούνταν.
Με όλα αυτά άρχιζε να ακμάζει η ευσέβεια και η ομολογία του Χριστού στις συνειδήσεις κάποιων, και γι ́ αυτό εξεδόθη η απόφαση που καταδίκαζε τον μάρτυρα να πεθάνει στη φωτιά. Με αυτόν τον τρόπο, αυτός πορεύθηκε την καλή και ευτυχή πορεία προς τον θεό, και άφησε σε μας το αγωνιστικό φρόνημα. Μια διδασκαλία που συναθροίζει τους λαούς, διδάσκει την Εκκλησία, διώχνει τους δαίμονες, φέρνει τους αγγέλους ειρηνικούς κοντά μας να ζητούν από το θεό για μας τα συμφέροντα, κάνοντας αυτόν εδώ τον τόπο ιατρείο ποικίλων ασθενειών, λιμάνι αυτών που τυράννιουνται από θλίψεις, φτωχών… Πανδοχείο υποδοχής των οδοιπόρων, ατελεύτητο πανηγύρι αυτών που εορτάζουν.
Παρότι με μια ετήσια γιορτή, γιορτάζουμε του μαρτυρίου την ημέρα, όμως ποτέ δεν σταματά το πλήθος που έρχεται επί τούτω. Ο δρόμος που οδηγεί προς τα εδώ μοιάζει με τα μυρμήγκια που αλλά έρχονται και αλλά επιστρέφουν και φεύγουν.
Εμείς, μακάριε Μάρτυς, ξαναφτάσαμε απ ́ την φιλανθρωπία του θεού και πάλι στην ημέρα της πανηγύρεως σου και αθροίσαμε εδώ τους φιλομάρτυρες να προσκυνήσουν τον κοινόν μας Δεσπότη Χριστό και να τελέσουν την επινίκια ανάμνηση των αγώνων σου. Εσύ, έλα κοντά μας, επόπτης της εορτής, απ ́ όπου και αν ευρίσκεσαι ( εσένα, που μας κάλεσες, καλούμε!), είτε είσαι στον αιθέρα μένεις, είτε περιέρχεσαι τον ουρανό, ή, συμπαραταχθείς με αγγέλους, παρευρίσκεσαι στον Δεσπότη, είτε μαζί με δυνάμεις και εξουσίες αγγελικές ως δούλος πιστός Τον προσκυνείς· αφήνοντας τα εκεί για λίγο, έλα προς αυτούς που σε τιμούν, αόρατος φίλος. Πρόσεξε τα τελούμενα, ώστε να διπλασιάσεις τις ευχαριστίες στον θεό, ο οποίος αντί ενός παθήματος και μιας ευσεβούς ομολογίας, τόσες πολλές και μεγάλες αμοιβές συν χάρισε, ώστε να ευφραίνεσαι, με τα αίματα του μαρτυρίου και με την οδύνη της φωτιάς. Όσον κόσμο είχες τότε θεατές της μαρτυρίας -τιμωρίας σου, τόσους και περισσότερους έχεις σήμερα υπηρέτες τιμής. Έχουμε ανάγκη από πολλές ευεργεσίες· πρέσβευε προς τον κοινόν Κύριον υπέρ της πατρίδος. Πατρίδα του μάρτυρα είναι ο τόπος που μαρτύρησε, συμπολίτες του δε και συγγενείς του έχει αυτούς που κήδεψαν το σώμα του και το τιμούν.
Προβλέπουμε θλίψεις, περιμένουμε κινδύνους δεν είναι μακριά οι αλιτήριοι Σκυθές που ετοιμάζονται να μας κάνουν πόλεμο. Συ ως στρατιώτης, προστάτευσε μας, ως μάρτυρας χρησιμοποίησε την παρρησία σου για μας. Παρ ́ ότι έφυγες απ ́ αυτήν την ζωή, όμως ξέρεις τις ταλαιπωρίες και τις ανάγκες των ανθρώπων· παρακάλεσε να έχουμε Ειρήνη, ώστε να μη σταματήσουν αυτές οι πανηγύρεις “επί τη μνήμη σου”· να μη ξεφαντώσει κατά ναών και θυσιαστήριων λυσσασμένος και άνομος βάρβαρος, να μη πατήσει τα Άγια βέβηλος.
Εμείς και για όσα φυλαχθήκαμε σώοι, σε σένα αποδίδουμε την ευεργεσία και παρακαλούμε και για την ασφάλεια του μέλλοντος. Αν υπάρξει ανάγκη και για περισσότερη παράκληση προς τον θεό, τότε συγκέντρωσε και τους άλλους αδελφούς σου τους μάρτυρες και παρακάλεσε μαζί με όλους. Οι προσευχές πολλών δικαίων, λύνουν από τις αμαρτίες λαούς και δήμους. Θύμισε στον Πέτρο, ξεσήκωσε τον Παύλο όπως επίσης και τον Ιωάννη τον Θεολόγο τον αγαπημένο μαθητή, να προσευχηθούν για τις εκκλησίες που ίδρυσαν. Να προσευχηθούν γι ́ αυτούς χάριν των οποίων φυλακιστήκαν (φόρεσαν αλυσίδες), γι αυτούς χάριν των οποίων πέθαναν. Να προσευχηθούν να μη σηκώσει κεφάλι εναντίον μας η ειδωλολατρία. Να μη βλαστήσουν αιρέσεις σαν αγκάθια στο αμπέλι. Να μην πνίξουν το σιτάρι ζιζάνια. Να μη γίνουν οι χριστιανοί “πέτρες” (που δεν έχουν την ποιότητα της αληθινής δροσιάς) και καταντήσει χωρίς ρίζες η δύναμη της καρποφορίας του λόγου.
Με την δύναμη λοιπόν της πρεσβείας σου και αυτών που θα είναι μαζί σου, θαυμαστέ και υπέρλαμπρε μάρτυς, ας αποδειχθεί το πολίτευμα των χριστιανών καρποφόρο και με μεγάλη Συγκομιδή, και ας μένει μέχρι τέλους στην “γη” της πίστεως, στον Χριστό, την εύρωστη, δυνατή και εύκαρπη, να καρποφορεί πάντοτε την αιώνια ζωή την ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, μεθ ́ οὖ τῷ Πατρί ἄμα τῷ ἁγιῳ Πνεύματι, δόξα κράτος τιμή καί προσκύνησις, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.
Θεματολογικές ετικέτες