Δίδασκα στη Γ’ Λυκείου ένα ποίημα της Βισουάβα Σιμπόρσκα: Σκέψεις που μ’ επισκέπτονται στους πολυσύχναστους δρόμους. Συζητούσαμε πώς αποτυπώνονται στους στίχους οι ζωές των ανθρώπων, οι μείζονες και ελάσσονες βίοι. Και σε μια «στροφή» του μαθήματος είπα: «Τώρα θα σας διαβάσω κάτι διαφορετικό, ένα κείμενο πρόσφατο, που συζητιέται πολύ. Τους διάβασα το κλείσιμο της αγόρευσης του συνηγόρου πολιτικής αγωγής Θανάση Καμπαγιάννη στη δίκη της Χ.Α..
«Θέλω να επισημάνω ότι ήταν πολύ σημαντική η προσέλευση των μαρτύρων. Σε όλες τις υποθέσεις. Ειδικά στη δική μας περίπτωση, η προσέλευση των Αιγύπτιων αλιεργατών, ανθρώπων που είναι ξένοι, σε μια ξένη χώρα, που δεν ήρθαν εδώ για φασαρίες, ούτε για να κάνουν πολιτικό αγώνα. Ήρθαν για το μεροκάματο. Ήταν σημαντικό ότι βρήκαν το θάρρος, αφύλαχτοι, επώνυμοι, να σταθούν και να δείξουν.
(…) Πιο σημαντικές θεωρώ ότι ήταν οι δύο φοιτήτριες, η Δήμητρα Ζώρζου και η Παρασκευή Καραγιαννίδου. Δυο νέες κοπέλες που βρέθηκαν τυχαία σ’ ένα παγκάκι να λένε τα δικά τους και κατέληξαν να γίνουν αυτόπτες μάρτυρες της σημαντικότερης πολιτικής δολοφονίας της γενιάς μας, τουλάχιστον των τελευταίων δεκαετιών. Και δεν φοβήθηκαν να δώσουν το όνομά τους. Και θυμόσαστε ότι οι αστυνομικοί έκαναν έκκληση, αλλά πολύ λίγοι το έκαναν, από πολύ κόσμο που το είχε δει, γιατί το έγκλημα έγινε “σε δημόσια θέα”.
(…) Το βράδυ εκείνο η Καραγιαννίδου επικοινώνησε με τη μητέρα της για να της πει ότι είναι σε ένα αστυνομικό όχημα, ότι υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας μιας δολοφονίας και ότι πάει να καταθέσει. Και η μητέρα της είπε τότε: “Kατέβα τώρα από το αυτοκίνητο όπου κι αν είσαι, πάρε ένα ταξί και γύρνα σπίτι σου”. Και η Καραγιαννίδου της απάντησε: “Αν ήταν κάτω πεσμένος ο αδελφός μου, θα έλεγες το ίδιο;”. Και την αψήφησε. Και πήγε και κατέθεσε.
»Τι φοβερό επεισόδιο στη ζωή ενός ανθρώπου. Να έχεις κάνει ένα παιδί, ένα κορίτσι, να μεγαλώνει, να γίνεται μια νέα κοπέλα, να ενηλικιώνεται, να έρχεται η ώρα να απογαλακτιστεί, να σε αψηφήσει. Και να χτυπάει το τηλέφωνο μετά τα μεσάνυχτα, να ακούς το παιδί σου να σου λέει ότι χύθηκε αίμα, ότι έχει εμπλακεί σ’ αυτή την ιστορία και ότι πάει να καταθέσει. Και να σε αψηφάει έτσι. Σε μια τέτοια περίπτωση. Τι φόβο θα πρέπει να ένιωσε αυτή η μάνα εκείνο το βράδυ. Αλλά και τι καμάρι.
»Δεν ξέρουμε για σας, κ. πρόεδρε, αλλά για εμάς αυτές οι δύο νεαρές κοπέλες είναι ο λόγος που μπορούμε να κοιμόμαστε τα βράδια. Μέσα σε ένα ζοφερό τοπίο, για την κοινωνία, για τον κόσμο, αυτές οι δύο νεαρές κοπέλες εκτέλεσαν τα πολιτικά τους καθήκοντα με την πραγματική έννοια του όρου “πολιτικά”. Γιατί εκείνη την άγρια νύχτα δεν έδρασε μόνο ο κόσμος των λύκων, γιατί αγέλη λύκων ήταν αυτοί που χύμηξαν πάνω στον Παύλο Φύσσα. Αλλά έδρασε, αναδύθηκε, και ο κόσμος των μελισσών, ο κόσμος της αλληλεγγύης, της ανθρωπιάς, ο κόσμος που βλέπει κάτω πεσμένο έναν άνθρωπο και δεν λέει “να ένας ξένος”, αλλά λέει “να ο αδελφός μου”.
»Γι’ αυτό τον λόγο, περισσότερο από κάθε άλλο μάρτυρα, στην περίπτωση αυτών των δύο νεαρών γυναικών, καλείστε όχι μόνο να κρίνετε την αξιοπιστία τους, αλλά, καλείστε, κυρίες και κύριοι δικαστές, να τοποθετηθείτε. Κι εσείς, κ. πρόεδρε, με ποιον είστε. Με τις μέλισσες ή με τους λύκους;»
Τέλειωσα την ανάγνωση σε σπάνια, κατανυκτική σιγή. Κάποιοι πιτσιρικάδες είχαν βουρκώσει. Ρώτησα: «Ωραίο;» Απάντησαν: «Απλώς ωραίο;» Και μιλήσαμε ξανά για μικρές και μεγάλες ζωές. Πώς οι ελάσσονες βίοι μπορούν να γίνουν μείζονες. «Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία». Πώς κάνει το βήμα ο καθημερινός άνθρωπος, πώς βγαίνει από τη σκιά και ανεβαίνει στη σκηνή της Ιστορίας. Και βρήκαν τα παιδιά δικά τους παραδείγματα, τη Ρόζα Παρκς, τον Γλέζο και τον Σάντα, τον Κινέζο φοιτητή μπροστά στο τανκ, τον Γεωργάκη που αυτοπυρπολήθηκε ένα βράδυ στη Γένοβα.
Και ψάξαμε ποιος είναι στ’ αλήθεια πολίτης. Τι θα πει ευθύνη. Τι θα πει στέκομαι όρθιος απέναντι στην αδικία. Και μετά είδαμε τη συγκλονιστική φωτογραφία από το δικαστήριο: ο Αιγύπτιος ψαράς, ο έσχατος των εσχάτων που κινδύνεψε να πεθάνει από τους λοστούς των νεοναζί, στέκεται όρθιος απέναντί τους, δείχνει τους δράστες και ζητά δικαιοσύνη. Αυτή η φωτογραφία πρέπει να περιληφθεί σε κάποιο σχολικό βιβλίο. Έμπρακτη συγγνώμη της πολιτείας για την ολιγωρία απέναντι στη ρατσιστική βία, διαχρονικό μάθημα δικαιοσύνης και δημοκρατίας.
Και είπαμε και για τη βαριά ευθύνη στις πλάτες των δικαστών. Και με ρώτησαν για την πρόταση της εισαγγελέως που δεν αναγνώρισε καμιά ευθύνη της ηγεσίας των νεοναζί για τόσα εγκλήματα. Και από την απορία τους για την εισαγγελέα θυμήθηκα το καβαφικό «Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι να πούνε». Και σκέφτηκα πως ο καθένας λαμβάνει τελικά στην Ιστορία τη θέση που επέλεξε, αυτή που του αξίζει.
Και μετά σκύψαμε στο κείμενο: στην τέχνη της ρητορικής, στην επιλογή των λέξεων με μαστοριά, στη λυγμική επίκληση στο συναίσθημα, στις μεταφορές που σαγηνεύουν. Μιλήσαμε για την ήρεμη δύναμη του λόγου απέναντι στην ωμή βία. Για ένα κείμενο που εκφωνείται στην αίθουσα του εφετείου, αλλά βγαίνει από αυτή και συνομιλεί με την Ιστορία.
Βγήκα από την τάξη νιώθοντας ανάταση. Νομίζω το ίδιο και τα παιδιά. Ας συγχωρεθεί ο προσωπικός τόνος, η διδασκαλία είναι υπόθεση βιωματική. Οι τάξεις μπορούν να είναι ανοιχτές, να ανασαίνουν με την κοινωνία. Δεν είναι πάντα εύκολο, θέλει προσοχή, μέτρο και περίσκεψη. Η διδακτική έκπληξη είναι γοητευτικό, αλλά παράξενο εργαλείο. Όμως αξίζει να δοκιμάζονται οι αντοχές μας, να σπάει η βολή μας, να παίρνουμε τα ρίσκα μας. Κάποτε να συγκρουόμαστε κιόλας.
Ο νόμος ορίζει ως σκοπό της εκπαίδευσης να δημιουργεί ελεύθερους, υπεύθυνους, δημοκρατικούς πολίτες. Οι μάχες της δημοκρατίας απέναντι στους εχθρούς της μπορούν να γίνουν τα καλύτερα μαθήματα δημοκρατίας. Όχι μόνο στον Μαραθώνα, στο ένδοξο και βολικά μακρινό μας παρελθόν. Αλλά και οι μάχες του σήμερα. Στην αίθουσα του εφετείου. Εκεί που θα αναζητούν «πληροφορίες και υλικό» οι δάσκαλοι του αύριο.
Πηγή: https://www.lifo.gr/articles/opinions/268323/melisses-lykoi-kai-neonazi-se-mia-sxoliki-taksi
Θεματολογικές ετικέτες