Το παρελθόν της ιστορίας της Εκκλησίας, το οποίο είναι τα πρόσωπα που την εκφράζουν με τον τρόπο τους πρώτα και με τα λόγια τους ύστερα, έχει πολλά, σχεδόν άπειρα, παραδείγματα και περιστατικά, που μιλάνε και στο σήμερα και σχετίζονται με τις τώρα συνθήκες και ανάγκες μας.
Όλοι καταλαβαίνουμε ότι ο άνθρωπος παραμένει ουσιαστικά ο ίδιος, από τότε που ο Χριστός φυσώντας στην “λάσπη” του, τον έκανε homo sapiens και του έδωσε το μεγαλείο της σκέψεως και της ελευθερίας, με προτεραιότητα την ελευθερία. Από τότε δηλαδή που τον έπλασε κατ’ εικόνα και ομοίωση Του! Μόνον λοιπόν τα εξωτερικά, σαν τεχνικές επιτυχίες και τα μέσα μεταφοράς του, άλλαξαν από τότε στην ανθρώπινη ζωή. Ο άνθρωπος παραμένει να έχει τον ίδιο ψυχικό κόσμο, ταξιδεύοντας είτε πάνω στο γαϊδούρι του είτε πάνω στο αεροπλάνο.
Η εποχή και οι μέρες μας έχουν χαρακτηριστικά που περιγράφει και ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης (αδελφός του Αγίου Βασιλείου) πριν το 394 μετά Χριστόν, στο Λόγο του «Περί Εὐποιίας»:
«Η χρονική συγκυρία της εποχής μας, μας έφερε πλήθος αστέγων και γυμνών ανθρώπων. Πλήθος αιχμαλώτων μπροστά στην πόρτα καθενός μας. Γέμισε ο τόπος ξένους και μετανάστες και παντού υπάρχουν απλωμένα χέρια που ζητούν βοήθεια. Γι αυτούς κατοικία τους είναι η «υπ᾿ οὐρανόν». Καταφυγή για τον ύπνο οι στοές και τα πρόπυλα και τα έρημα τμήματα της αγοράς. Προφυλάσσονται, σαν νυκτοκόρακες και κουκουβάγιες, μέσα σε «τρύπες». Τα ρούχα τους είναι γεμάτα σχισίματα. Η καλή διάθεσή μας να τους ελεήσουμε, είναι η «συγκομιδή» τους. Τροφή τους είναι ο,τι τους τύχει. Ποτό τους, το νερό που μαζεύεται στις κρήνες των αλόγων ζώων. Ποτήρι, έχουν την χούφτα των χεριών τους. «Πορτοφόλι», την μασχάλη τους αν δεν είναι τελείως σχισμένα τα ρούχα τόσο, που να μη μπορεί να κρατηθεί τίποτε! Τραπέζι, έχουν τα δύο τους γόνατα. Κρεβάτι, το έδαφος. Λουτρό τους, είναι το ποτάμι ή η λίμνη, που ο Θεός έδωσε «ανεπεξέργαστο λουτρό» για όλους. Η ζωή τους είναι περιφερόμενη άστατη και άγρια, όχι εξ αρχής, αλλά από την συμφορά και την ανάγκη που τους βρήκε.»
……………………………………………………………………………………………………….
«Μη καταφρονήσεις των ξένων και μεταναστών ότι δήθεν δεν είναι… τίποτε! Σκέψου ποιοί είναι και θα βρεις την αξία τους. Έχουν και αυτοί το πρόσωπο του Χριστού. Ο φιλάνθρωπος Χριστός τους έδωσε το πρόσωπό Του, ώστε να μαλακώνουν μ᾿ αυτό τους άσπλαγχνους και απάνθρωπους. Αυτοί οι μετανάστες και ξένοι είναι για μας οι ταμίες των αγαθών της βασιλείας του Θεού, που περιμένουμε. Οι θυρωροί αυτής της βασιλείας, που ανοίγουν στους καλόκαρδους και κλείνουν στους δύσκολους και μισάνθρωπους. Αυτοί μπορούν να γίνουν και σφοδροί κατήγοροι και ισχυρότατοι συνήγοροι. Το σπουδαιότερο: συνηγορούν και κατηγορούν χωρίς να λένε τίποτε, αλλά μόνον με το που τους βλέπει ο Δίκαιος Κριτής. Αυτό, που κάναμε ή δεν κάναμε γι’ αυτούς, φωνάζει προς τον κριτή δυνατότερα και καθαρότερα από κάθε κήρυκα.»
Ο Άγιος λοιπόν αυτών των ημερών (20 Σεπτεμβρίου) Ευστάθιος με την οικογένεια του, την σύζυγο και τους δύο γιους του δηλαδή, υλοποίησαν παραστατικά την ανθρώπινη διαδρομή των μεταναστών και των προσφύγων. Ξεκινώντας από την επιθυμητή σε όλους μας εξασφάλιση άνετης διαβίωσης και επαρκούς κάλυψης των αναγκών, βρέθηκαν, σε ένα γύρισμα των συνθηκών της ζωής τους, όχι μόνο σε πλήρη ένδεια αλλά και σε συνθήκες δουλείας και διασκορπισμού μεταξύ τους. Αλλού ο Ευστάθιος. Αλλού η γυναίκα του. Αλλού τα παιδιά του. Αγνοούντες και αγνοούμενοι. Έχοντας στις βιοτικές καθημερινές ανάγκες προσθήκη την ψυχική στενοχώρια, του να μη γνωρίζουν ο καθένας, αν οι άλλοι ζουν ή πέθαναν. Αν υποφέρουν ή ευπραγούν. Αν καλύπτουν τις ανάγκες τους ή πεινάνε.
Πόσοι σημερινοί άνθρωποι δεν ζουν κάτω από τα ίδια δεδομένα! Για πόσους σημερινούς ο ανεμοστρόβιλος του πολέμου δεν διέλυσε την προσωπική και οικογενειακή ζωή τους; Πόσοι δεν ξημεροβραδιάζονται στην αγωνία της άγνοιας της τύχης των δικών τους;
Και εμείς;
Συνήθως κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε αοριστολογούντες.
Άραγε σκεφτήκαμε ποτέ: Γιατί αυτοί και όχι εμείς; Άραγε μπήκαμε στον κόπο, να πούμε δυο λόγια προσευχής για ψυχική τους παρηγοριά, και να απλώσουμε το χέρι προς αυτούς, περισσότερο σαν πρόταση εγγύτητας παρά σαν βοήθεια;
Όταν εμάς μας συμβούν δυσπραγίες, τι κάνουμε; Συνήθως βλαστημάμε την τύχη μας, γκρινιάζουμε, μας φταίνε όλοι και όλα, και περνάνε οι μέρες μας μέσα στην μαυρίλα του πληγωμένου εγωισμού μας: Γιατί να μου συμβεί εμένα αυτό; Ποτέ δεν θέλουμε να σκεφτούμε: Δηλαδή τι; Μόνον στους άλλους φανταζόμαστε ότι υπάρχει ενδεχόμενο να συμβούν δυσκολίες, περιπέτειες και αρρώστιες; Εμείς είμαστε (επειδή το θέλουμε…) στο απυρόβλητο;
Η ανθρώπινη ζωή δεν είναι… super market που μπαίνουμε και αγοράζουμε ο,τι θέλουμε εμείς! Η ζωή είναι άγνωστο μυστήριο, μέσα στο οποίο είμαστε και εμείς, και πορευόμαστε ανοιχτοί στα όποια ενδεχόμενα, κακοπραγίας, ατυχίας, αρρώστιας…
Ο άγιος Ευστάθιος όταν η ζωή του ανατράπηκε και βρέθηκε μόνος να προσπαθεί να ψευτοζήσει, δεν βλαστήμησε την τύχη του. Δεν βιάστηκε να βγάλει συμπέρασμα. Δεν αποφάσισε κάτω από το κράτος συνθηκών και πιέσεων, που αλλοιώνουν την κρίση. Όταν κάποιος πεινάει, πονάει, είναι μόνος, και ταλαιπωρημένος τότε διατρέχει τον άμεσο κίνδυνο να αποφασίζει λανθασμένα και να… φλερτάρει προς την κατάθλιψη και τον αυτοκτονικό ιδεασμό!
Ο άγιος Ευστάθιος είχε εμπιστευθεί την ζωή του στον Χριστό. Η πίστη του δεν ήταν φοβική ένταση εξασφάλισης του εγώ μας διά της παντοδυναμίας του Θεού (πράγμα που πλειστάκις ισχύει για μας) αλλά αυτοπαράδοση σε μια Αγκαλιά τής οποίας σκοπούμενο είναι να “μεγαλώσει” ο αγαπημένος… Πράγμα για το οποίο κάποιες φορές αυτή η Αγκαλιά «μαστιγοῖ πάντα υἱόν ὅν παραδέχεται» (Εβρ. 12, 6).
Ο άγιος Ευστάθιος ήταν της λογικής του προφήτου Σαμουήλ: «Λάλει Κύριε, ὁ δοῦλος σου ἀκούει». Αξιολογούσε τον εαυτό του δούλο του Θεού, όπως η Παναγία, και γινόταν από την σχέση αυτή ελεύθερος και αταλάντευτος. Γεμάτος υπομονή περνούσε τις μέρες του μέσα στην σιγαλιά της προσευχής. Θλιμμένος και γαλήνιος. Γεμάτος απορίες για τα συμβαίνοντα και συγχρόνως γεμάτος ήρεμη ταπείνωση αποδοχής τους, όχι μοιρολατρικά, αλλά με προσδοκία εμπιστοσύνης.
Για εμάς όμως, ατυχώς, δεν γίνεται αποδεκτό αυτό που γράφει ο μεγάλος φιλόσοφος Μάρτιν Χάϊντεγκερ: «Το να γνωρίζεις να ρωτάς σημαίνει να γνωρίζεις να περιμένεις. Ακόμα και διά βίου. Ωστόσο, η εποχή, που θεωρεί πραγματικό μόνον ό,τι τρέχει γρήγορα και μπορεί να πιαστεί και με τα δύο χέρια, εκλαμβάνει την ερώτηση ως κάτι “ξένο προς την πραγματικότητα” σαν κάτι που δεν αποφέρει μετρήσιμο όφελος. Αλλά το ουσιώδες δεν είναι ο αριθμός, αλλά ο ορθός χρόνος, δηλαδή η ορθή στιγμή και η ορθή εμμονή. “Διότι ο βαθύνους Θεός απεχθάνεται το παράκαιρο φανέρωμα”» Χαίλντερλιν: «Κύκλος Τιτάνων» (Μ. Χάϊντεγκερ, «Εισαγωγή στη Μεταφυσική», σελ. 240, εκδ. Δωδώνη).
Βέβαια, η παρουσία-φανέρωση του Χριστού, είναι κρίση (έλεγχος ποιότητας μας) του κόσμου, όμως πριν φτάσουμε εκεί ο καθένας μας δουλεύει-σφυρηλατεί τα προσωπικά του δεδομένα, με τα οποία κάποια στιγμή απαραιτήτως θα συναντήσει τον Χριστό.
Ο άγιος Ευστάθιος είχε ακούσει με τα αυτιά της ψυχής του τον λόγο του Χριστού ότι «ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν» (Λουκ. 20, 19) και αποδεχόταν ολοψύχως το «να γνωρίσει να περιμένει» και δεν εξαντλούσε «μέσα στον υπνόσακο των ορατών» όλο τον κόσμο! Η υπομονή του στις δύσκολες συνθήκες δεν ήταν υποχρεωτικό σφίξιμο δοντιών (πράγμα που δημιουργεί… πονοκεφάλους!!) αλλά «η ορθή εμμονή» στον εκπληκτικό Ψαλμό 39 (που αναφέρεται στο Χριστό) «Ὑπομένων ὑπέμεινα τόν Κύριο καί προσέσχε μοι..» ο οποίος Ψαλμός καταλήγει: «Αλλά εγώ είμαι φτωχός και ταλαίπωρος, ελπίζω ότι θα φροντίσει για μένα ο Κύριος και θα μου είναι βοηθός και υπερασπιστής. Κύριε, μην αργήσεις».
Το όνομα του, του Αγίου, είναι και η πνευματική του διαθήκη σε μας και η κατάσταση των δεδομένων του. Ευστάθιος, δηλαδή σταθερός και αμετακίνητος. Βράχος αντοχής και στήριγμα των “επικαθημένων”. Εμείς λοιπόν ας “επικαθίσουμε” στην πνευματική του σκευή, ας τον θαυμάσουμε για τον δυναμισμό, ας τον μιμηθούμε στις μικρές καθημερινές μας λύπες, φωνάζοντας κι εμείς προς τον Χριστό: «Κύριε μην αργήσεις».
Θεματολογικές ετικέτες