Ποίηση

ΕΩΘΙΝΟ

Η αυγή έδεσε με τ’αλαβάστρινο γεφύρι της

τη μέρα με τη νύχτα.

Δέσαν οι αχτίδες τοξωτές

με τη θερμή τους χειραψία

μια με την άλλη τις ψηλές βουνοκορφές.

 

Ανοίξτε τα παράθυρα,

να σκορπιστούν οι νυχτοπεταλούδες,

όνειρα στο φώς.

Ν’ανοίξουν οι καρδιές

μπροστά στον ήλιο της αγάπης.

 

Ανοίξτε τα παράθυρα

για να γενούν γεφύρια

ανάμεσα στα σπίτια

οι καλημέρες γελαστές.

 

Άνθρωπο μ’άνθρωπο να δέσουν

θάλασσα με στεριά

γή μ’ουρανό να δέσουν οι εωθινές

προσευχές των ανρώπων.

 

Ανοίξτε απ’τον ύπνο τα βαριά

του σπιτικού σας βλέφαρα

ανοίξτε του σπιτιού σας τα κλειστά

σφιχτομανταλωμένα φυλλοκάρδια,

πριν κουραστή το φως ευγενικά

να στέλνη πρόσκληση στο πανηγύρι της χαράς του,

πριν έρθει για να βασιλέψη ο μαρασμός

στο σκοτεινό σας σπίτι 

κι ο αργός θάνατος,

 

Άνθρωποι, φίλοι μου, αδερφοί

ανοίξτε τα παράθυρα.

 

 

Καίτης Χιωτέλλη

“Ανατολικοί δρόμοι

Εκδόσεις ΔΙΦΡΟΣ

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ  ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΤΙΚΕΣ ΓΙΑ  ΤΗΝ  ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ  «ΕΩΘΙΝΟΥ»

Όπως το λέει  ο τίτλος του, πρώτο στοιχείο του ποιήματος είναι το φως. Στη φυσική και στη μεταφυσική του διάσταση. Η αυγή είναι το χρονικό σημείο σταδιακής εισβολής του φωτός σ’ ένα κόσμο απουσίας του, στο βασίλειο της νύχτας που υποχωρεί, όχι όμως βίαια, σε μια μάχη με νικητές και ηττημένους, αλλά μάλλον φιλικά, συναινετικά. Αυτός είναι ο ρόλος της αυγής : ν’ απλώνει γεφύρι ανάμεσα στα αντίθετα. Αλλά το γεφύρι της είναι αλαβάστρινο, δηλαδή ωραίο και εύθραυστο.

Μια δεύτερη εικόνα, όχι χρονική, αλλά τοπική αυτή τη φορά, είναι οι απόμακρες βουνοκορφές, που οι πρώτες αχτίδες  απλώνονται για να τις ενώσουν μεταξύ τους με το χάδι τους. Εδώ είναι η τοπική απόσταση που πρέπει να υπερβαθεί, όπως και η σχετική υπεροψία λόγω ύψους, γι’ αυτό και το στοιχείο της ζεστασιάς, η θερμή χειραψία.

Αυτές οι προσωποποιημένες εικόνες της φύσης, είναι ένα είδος πρελούδιο για τη στροφή προς τον άνθρωπο.  Η  διαφορά με τις εικόνες από τη φύση είναι ότι ο άνθρωπος πρέπει ο ίδιος ν’ αποφασίσει τι θα κάνει. Θ’ ανοίξει τα παράθυρα ή όχι. Μέσα είναι  οι νυχτοπεταλούδες, τα όνειρα, ο εαυτός του. Έξω το φως, ο ήλιος της αγάπης, οι άλλοι.

Τα κλειστά παράθυρα, βλέφαρα των σπιτιών, σφιχτομανταλωμένα φυλλοκάρδια, βαριά από έναν ύπνο απομονωτικό μέσα στην ψευδαίσθηση μιας ασφάλειας, χωρίς το φως της αλήθειας και τη διακινδύνευση της ζωής, δεν έχουν άλλη προοπτική εκτός από τον βέβαιο μαρασμό και τον αργό θάνατο.

Όταν γίνει η αποφασιστική κίνηση κι ανοίξουν τα παράθυρα, οι καρδιές, τότε το φως αποκαλύπτει πολλαπλές πορείες, πολλούς ορίζοντες, πολλά γεφύρια απλώνονται, πολλά διαχωριστικά τείχη πέφτουν. Δένεται γη και ουρανός με τις εωθινές προσευχές, δένεται άνθρωπος με άνθρωπο, ακόμα κι αν είναι τόσο διαφορετικοί όσο η θάλασσα με τη στεριά.

Μόνο που τα περιθώρια δεν είναι απεριόριστα. Οι αναβολές κάποτε δεν διαφέρουν από μια αρνητική απόφαση.  Η ανοιχτή πρόσκληση δεν παύει να υπάρχει, αλλά δεν φτάνει πια στα αυτιά που κοιμούνται μέσα στην τεχνητή εξασφάλιση ενός ύπνου αυτάρκειας.

 

Η λέξη φως κι εκείνες που βρίσκονται στο ίδιο σημασιολογικό πεδίο μ’ αυτήν : αυγή, μέρα, αχτίδες, φως, ήλιος της αγάπης, εωθινές προσευχές και πάλι το φως, αποτελούν τις λέξεις-κλειδιά του ποιήματος.

Το ίδιο και οι αντίθετές τους : νύχτα, νυχτοπεταλούδες, όνειρα, ύπνος, μαρασμός, σκοτεινό σπίτι, αργός θάνατος.

Το φως καλεί σ’ ένα πανηγύρι χαράς, κι εμπόδια στέκουν σε μια τέτοια συμμετοχή, μεταφορικά και ουσιαστικά : τα κλειστά παράθυρα, (βλέφαρα του σπιτιού), οι κλειστές καρδιές, και τα δυο μαζί : σφιχτομανταλωμένα φυλλοκάρδια.

Το επαναλαμβανόμενο ρήμα ανοίξτε, προτρεπτικό για την υπέρβαση των εμποδίων, σημαίνει μια πράξη απελευθερωτική, το άνοιγμα : έξι φορές σε 29 στίχους, κάτι θέλει να πει.

Το δεύτερο επίμονο ρήμα, είτε ως διαπίστωση στις εισαγωγικές εικόνες : έδεσε, δέσαν, είτε ως προτροπή : να δέσουν, να δέσουν έχει την έννοια της προσέγγισης, της ένωσης, του δεσμού. Όχι των δεσμών, με μια έννοια που θα ακύρωνε το απελευθερωτικό νόημα του ανοίγματος. Αντίθετα, εδώ σημαίνει το αποτέλεσμα, το επίτευγμα στο οποίο οδηγεί το πρώτο βήμα που είναι το άνοιγμα.

Το επιδιωκόμενο είναι η συμμετοχή στο πανηγύρι της χαράς  του φωτός, σ’ ένα γεγονός ανοιχτό, περιληπτικό, συνολικό, όχι μίζερο, ατομικό, κλειστό.

Τα γεφύρια, το αλαβάστρινο της αυγής, η θερμή χειραψία των αχτίδων, οι καλημέρες γελαστές, οι προσευχές των ανθρώπων, είναι αυτά που κάνουν δυνατή την έξοδο, μετά το άνοιγμα, τη μετάβαση για την επίτευξη της προσέγγισης, της συνάντησης με τον άλλον, με τους άλλους, με το ίδιο το φως, αφού αυτό είναι που επιμένει να προσκαλεί ευγενικά, δηλαδή αφήνοντας τα περιθώρια για μια ελεύθερη απόφαση συμμετοχής ή όχι, στο πανηγύρι της χαράς του.   

Δύο ακόμα σημεία : α) Τα γεφύρια είναι όλα εύθραυστα, αφημένα στην ποιότητα και στη στερεότητα, στην ειλικρίνεια δηλαδή και στην αυθεντικότητα που θα τους δώσει ο καθένας. Αν τα υλικά δεν είναι γνήσια, και ο τρόπος κατασκευής τους άτεχνος και βιαστικός, δεν θα αντέξουν στη δοκιμασία της ελευθερίας του άλλου. Αυτό ισχύει και για τις προσευχές.

β) Η κούραση του φωτός είναι μια έκφραση δηλωτική της προβολής στον άλλον των αισθημάτων που έχει κάποιος, κάτι πολύ συνηθισμένο στα ανθρώπινα. Ο ρόλος της μέσα στο ποίημα είναι να υπενθυμίσει το πεπερασμένο της ανθρώπινης φύσης, τα χρονικά και τα τοπικά της όρια.

Ενστάσεις δεκτές. 

Κ. Χ.

 

Θεματολογικές ετικέτες

Συγγραφέας

Αφήστε μια απάντηση