Κάποτε συνάντησα ένα γνωστό μου στο δρόμο, έχω ευχάριστα νέα, μου είπε. Τι, του λέω, αναστήθηκαν οι νεκροί; Από τότε φοβάμαι τις λέξεις. Τι τις θέλεις κι άλλες απογοητεύσεις’’. (Τ. Λειβαδίτης, Εορταστικά, Ποίηση τομ. 3)
Είμαστε όλοι επιβάτες ενός αεροπλάνου το οποίο κάποια μέρα θα πέσει, όχι από τον πιλότο, αλλά από τις αντοχές του και θα συντριβεί πάνω σ᾿ ένα ‘’βουνό’’. Ο περισσότερος κόσμος αυτό το ξεχνάει. Ο Σπύρος σήμερα μας έκανε να το ξαναθυμηθούμε επώδυνα. Και εγώ και σεις σε τέτοια θέματα νομίζουμε, ότι πρόκειται να μιλήσουμε για κάτι που ισχύει για τους άλλους, όχι για μας. Ζούμε σ ένα κόσμο, που το ερωτηματικό του θανάτου τρομάζει. Και προτιμάμε να το παραβλέπουμε. Οι χριστιανοί όμως πρίν από μας άλλα και τώρα και πάντοτε, κοιτάνε τον θάνατο κατάματα…
Το οδυνηρό και αφόρητο του θανάτου, γίνεται στην αιφνίδια εκδοχή του σχεδόν ανυπόφορο. Η καλορρυθμισμένη καθημερινότητα συντρίβεται από μια ‘’βλάβη’’, που την αποδεικνύει ανίσχυρη σαν ιστό αράχνης. Οι αυταπάτες μας αποδεικνύονται όνειρα…Οι σιγουριές μας ψέματα…
Ο Σπύρος είχε ‘’ ζωντανό’’ μέσα του τον σκεπτικιστή αλλά θρησκευόμενο παππού του (πατέρα της μητέρας του) και η γοητεία που εκείνος ασκούσε στην ψυχή του Σπύρου, του έγινε ωστική δύναμη, ώστε να μπορέσει να συνειδητοποιήσει ότι: Υπάρχει κάτι πέρα απ’ όλα όσα μπορεί να σκεφτεί ο νούς σου. Αυτό τον βοήθησε να νοιάζεται για την αγκαλιά του Χριστού και να μη δίνει αξία μόνο στο καταφύγιο της στέγης Του. Σ αυτή του την διαδρομή, προς συνάντηση με το Χριστό, απαράδεκτα γλωσσικά εμπόδια, παρεμβληθέντα μάλιστα από εκείνους που δεν έπρεπε, του ανέκοψαν τον δρόμο. Άς μας ελεήσει όλους ο Θεός… Τώρα ο Σπύρος ελπίζει και ελπίζομε μαζί του σε Κείνον που όπως έλεγε τη νύκτα της Αναστάσεως: ‘’…αναπαύει τον της ενδεκάτης, ως τον εργασάμενον από της πρώτης…’’ και ασπάζεται την γνώμην και επαινεί την πρόθεσιν.
Μέσα στην διαδρομή των έξι δεκαετιών της ζωής του φυσικά όπως κάθε άνθρωπος ενήργησε και σωστά ενήργησε και λάθος. Ας αφήσουμε τα λάθη του Σπύρου στην ζυγαριά του Θεού, που κρίνει φιλάνθρωπα τους αγαπημένους Του, και ας δούμε όσα καλά και αξιέπαινα είχε.
Ήταν, με τον κόπο του, ένας καλός επιστήμονας πράγμα που θα μπορούσε να εξαντλείται στον μικρόκοσμο των συμφερόντων του, αλλά που όμως γινόνταν κοινωνική ευεργεσία για τους αρρώστους Του ιδιαίτερα στο δεύτερο επαγγελματικό του κομμάτι, στο νοσοκομείο.
Ήταν άνθρωπος και αυτός όπως όλοι μας, ειλικρινής μέχρις ωμότητος και αδύναμος, που συγκατεμίγνυε καλές προθέσεις και λανθασμένες ενέργειες, λέγοντας μαζί με τον απόστολο Παύλο: ‘’ατυχώς, το λάθος που δεν θέλω, εκείνο πράττω’’. Η ευφυΐα του κάτι τέτοιο, του το έκανε οδυνηρά συνειδητό και εγώ είμαι σε θέση να μαρτυρήσω γι αυτό, αφού με τιμούσε με την αγάπη και την εμπιστοσύνη του.
Ήταν ο Σπύρος ένας άνθρωπος ελεύθερος από χρηματικές εξαρτήσεις. Ένας άνθρωπος που ήθελε να αγαπάει. Με ιδιοτέλεια; Ναι με ιδιοτέλεια όπως όλοι μας! Όμως ήξερε ότι: [το αμάρτημα μέσα μου λέει ‘’εγώ’’]. Έστω κι αν νικιόταν από τον εαυτό του ήξερε ότι δεν πρέπει να εγκλωβίζεται στον εαυτό του.
Τώρα λοιπόν που ο Σπύρος πέρασε στην ‘’από κεί πλευρά’’ και γι αυτόν τα πράγματα απόκτησαν το πραγματικό τους μέγεθος και την αληθινή τους αξία, εμείς όλοι μαζευτήκαμε σ᾿ αυτόν τον ναό που ο Σπύρος αγαπούσε και θεωρούσε οικείο και οικία του, να παρακαλέσουμε τον κοινό μας Πατέρα τον Αναστημένο Χριστό,
πρώτον, να γαληνέψει τις καρδιές των ανάστατων συντετριμμένων γονιών του και της αδελφής του, με τρόπο που Εκείνος ξέρει και με την αίσθηση της γαλήνης, ότι είχαν και έχουν ένα γυιό και αδερφό, για τον οποίον δικαιούνται να καμαρώνουν,
μετά να ηρεμήσει την ‘’θαλασσοταραχή’’ της υπαρξιακής αναστάτωσης και συντριβής, των μεγάλων παιδιών του, του Φοίβου και του Ιάσονα (η Μαρία θα συνειδητοποιήσει το θέμα αρκετά αργότερα). Ας σφίξουν τις καρδιές τους μεγαλώνοντας και αυτοί, όπως άπειροι άνθρωποι, με σωστή ‘’διαχείρηση’’ της αιφνίδιας ευθύνης, που πλέον έρχεται στους ώμους τους.
Και μείς όλοι, υπερβαίνοντες το τυπικό καθήκον της κοινωνικής παρουσίας, ας παρακαλέσουμε τον Αναστημένο Χριστό, με όση θέρμη πίστεως διαθέτουμε, να υποδεχθεί τον Σπύρο, με, παραγράφουσα τα λάθη, αγάπη, και να τον κάνει μέτοχο του φωτός του Προσώπου Του, κοινωνό της Χώρας των Ζώντων, στη συνθήκη δηλαδή, όπου ‘’μόνον ο θάνατος πεθαίνει’’. ΑΜΗΝ
Θεματολογικές ετικέτες