Επιστολή, Κατήχηση

«Επιστολή προς έναν ιερέα»

«Στη σαφήνεια οποιαδήποτε οδύνη

είναι αποδεκτή»

Σιμόν Βέϊλ

……………………………………………………………………………………………………….

Αν οι ιερείς μας είχαν ποιμαντική ευθύνη θα έπρεπε να βγουν και να πουν: Όλοι οι Ναοί κλειστοί! Κρατάμε μονάχα έναν σε κάθε μητρόπολη, όπου θα τελεσθεί η θεία λειτουργία με τον ιερέα, τον ψάλτη και τον νεωκόρο. Κι επειδή είμαστε όλοι ένα μυστικό σώμα (το Σώμα του Χριστού, που το κοινωνάμε κάθε Κυριακή 2000 χρόνια τώρα), είμαστε και τώρα, στις έκτακτες αυτές συνθήκες, όλοι εν πνεύματι παρόντες εκεί, στη μία «πολυπληθή» λειτουργία των απόντων. Μας ενώνει η πίστη και η αγάπη — εξάλλου, και με τη θριαμβεύουσα Εκκλησία, που παρίσταται μυστικώς στα μυστήρια, μας κρατά ενωμένους η μετοχή στο σώμα του Χριστού και ο δεσμός της πίστης και της αγάπης. 

Ένας ναός λοιπόν θα διασώζει την αισθητή δια του μυστηρίου Σάρκωση στον κόσμο, κι εμείς όλοι δια πίστεως θα μετέχουμε σ’ αυτόν. Θα απουσιάζει η υλική μετοχή μας στο Σώμα του ζώντος Χριστού, αλλά θα είναι παρών ο δεσμός της πίστης και της αγάπης, διότι σ’ αυτές τις έκτακτες συνθήκες όλα θα γίνονται χάριν της αγάπης για τους αδελφούς (εντός και εκτός πίστεως) που κινδυνεύουν… 

Κι έτσι, αφενός μεν θα διατηρούσαμε ως κόρη οφθαλμού την τέλεση του μυστηρίου (όχι ως κενή μαγεία), αλλά ως κεντρικό μυστήριο της Εκκλησίας από το οποίο δεν παραιτούμαστε, ούτε κι όταν οι συνθήκες είναι ακραίες. Και αφετέρου, θα θέταμε ως κέντρο της πολιτείας μας την έμπρακτη αγάπη προς τους αδερφούς: Αν συναθροιζόμενοι συμβάλλουμε στη διασπορά του ιού και στον θάνατο περισσότερων, εμείς για τη δική τους αγάπη, θα απέχουμε από αυτό που είναι ύψιστο για μας, από τη θεία Λειτουργία. Θα είναι αυτό μια θυσία για τον κόσμο, υπέρ του κόσμου. Και “ιδών την πίστην ημών” (κατά το ευαγγέλιο της προηγούμενης Κυριακής), ο Χριστός θα είναι μαζί μας, θα μας κάνει ΚΑΙ μετόχους του Σώματός του.

Αν οι ιερείς μας είχαν λοιπόν πραγματική ποιμαντική ευθύνη θα είχαν βρει τον θεολογικό λόγο να τα πουν όλα αυτά και να τα εκφράσουν πολύ καλύτερα από μένα ασφαλώς… Για να οικονομήσουμε καταστάσεις, να καλλιεργήσουμε φρόνημα, να καθησυχάσουμε συνειδήσεις και κυρίως να διαπλάσουμε θεολογικά κριτήρια στο νου των ανθρώπων…

Είμαστε όμως ένα σώμα συντήρησης και δεν μπορούμε να σκεφτούμε έξω από τα παγιωμένα σχήματα και τις συνήθειές μας. Παραδέρνουμε από τη μια θεολογικούρα στην άλλη, χωρίς να μπορούμε να ξεχωρίσουμε τι βαραίνει και τι όχι, τι αποτελεί κέντρο και τι περιφέρεια της πίστης μας.

Θα ήταν τόσο δύσκολο να τα προβάλει όλα αυτά η Εκκλησία μας; Χάσαμε μια ευκαιρία να δείξουμε στους ανθρώπους τι είμαστε ικανοί να κάνουμε για χάρη της αγάπης. Αλλά μήπως τελικά, δεν είμαστε;

……………………………………………………………………………………………………….

Βασίλης Αργυριάδης

 

[Γράμμα που έστειλε ο Βασίλης Αργυριάδης σε φίλο του παπά κι εμείς δημοσιεύουμε με σύμφωνη γνώμη του, με τον τίτλο του βιβλίου της Σιμόν Βέιλ]

Αφήστε μια απάντηση