Επιστολή, Κατήχηση, Ομιλία, Προτεινόμενα

Γράμμα στους Επισκόπους

Περιοδικό Σύναξη

Τεύχος 142, Απρίλιος-Ιούνιος, 2017

Σεβασμιώτατοι Πατέρες,

Ξεφυλλίζοντας ο καθένας μας το Ευαγγέλιο του Χριστού, βλέπει έκπληκτος ότι ο Χριστός αντιμετώπιζε τις οποιεσδήποτε αντιρρήσεις και διαφορετικές γνώμες με διάθεση ειρηνική και φωτιστική των λαθών.

Ποτέ δεν εξέφρασε απόρριψη ή εκνευρισμό για άποψη ή γνώμη κάποιου, έστω και αν δεν την θεωρούσε σωστή. Ακόμα και στην “επ’ αυτοφώρω” μοιχευομένη, ο Χριστός δεν εκφράστηκε με τρόπο τραυματικό γι’ αυτήν. Και όπως γράφει για το περιστατικό ο Αυγουστίνος, στο υπόμνημά του στο Κατά Ιωάννην, «… έφυγαν όλοι και έμειναν το Έλεος και η ελεεινή…»!!!

Καθώς τα σκέπτομαι αυτά, και εγώ ένας κληρικός με ιερατικό παρελθόν σχεδόν σαράντα χρόνων (37 ολόκληρα, εκ των οποίων τα 26 με διοικητική αρμοδιότητα) αναλαμβάνω να γράψω σ’ Εσάς, τους υπεύθυνους αλλά και υπόλογους της ποιότητας της Αγίας Ιερωσύνης, μερικές σκέψεις που μου γεννήθηκαν από την ανάγνωση της Εγκυκλίου 2984 της Ιεράς Συνόδου «Περί των Ιερατικών κλήσεων», 8 Φεβρουαρίου 2017, η οποία αφορά και παρουσιάζει γενικώς το πρόσωπο του κληρικού, του φορέα και εκφραστή αυτής της Ιερωσύνης.

Ελπίζω να μην αντιμετωπισθώ με το γνωστό δίπολο, ή μουγγαμάρα ή επίθεση! Δεν θέλω, απ’ την μια, να κάνω τον δάσκαλο σε κανένα, αλλά μόνον να θέσω θέματα, που κάθε μέρα βρίσκονται μπροστά μας, δίνουμε όμως την εντύπωση ότι δεν τα βλέπουμε!! Απ’ την άλλη πάλι, μέσα στα παπαδικά περιβάλλοντα βαρέθηκα τόσα χρόνια να ακούω… “ανυπόγραφα” κουτσομπολιά, αλήθειες που δεν εκστομίζονται, παρατηρήσεις που μένουν ανενεργείς, πόνο που γίνεται… ανόνητος (= ατελέσφερος, χωρίς καν κατάληξη). Οι ψυχές των κληρικών ατυχώς υλοποιούν και ενσαρκώνουν τις παρατηρήσεις του εθνικού μας ποιητή: «όλα τα ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά».

Δεν νομίζω ότι έχει σημασία ποιος είναι ο συντάκτης του περιεχομένου της εγκυκλίου! Την ευθύνη των λεγομένων και διδασκομένων, έχουν οι υπογράφοντες. Κανείς δεν μπορεί να μετακυλήσει την ευθύνη σε άλλον, αφού προσυπογράφει.

Κατά επιεική χαρακτηρισμό, η εγκύκλιος είναι κείμενο… άλλης εποχής. Φαντάζεται μια κοινωνία πατριαρχικά δομημένη, σχεδόν στην κατάσταση… Padre padrino (πατέρας αφέντης). Το όλο σκεπτικό είναι δομημένο στην διήκουσα έννοια ενός «καλού σπιτιού», που, όπως γράφει η εγκύκλιος, πρέπει να επιτρέπει στα άρρενα μέλη του να γίνονται ιερείς ή  μοναχοί, για να έχει (το σπίτι) την ευλογία του Θεού, ειδάλλως θα δώσουν λόγο και… «ἐμοί ἐκδίκησις ἐγώ ἀνταποδώσω λέγει κύριος…» (σελ. 2-3)!! Κατά την εγκύκλιο, οι γονείς πρέπει να… φιλοδοξούν (sic) να δώσουν ιερείς στην Εκκλησία και να μη φοβούνται ότι τα αγόρια τους δεν θα… ανέλθουν κοινωνικώς (!), πράγμα που η εγκύκλιος υποδορίως συμμερίζεται, αφού αντισταθμιστικά παρακάτω λέει… «να ακουστεί η λογική του Θεού που τα καλεί για κάτι πιο ευγενικό και θείο»!! Απογείωσις, σε όλα αυτά είναι η απαράδεκτη διαβεβαίωση ότι: «ο Θεός χάρισε τα παιδιά στους γονείς για να εκπληρωθούν τα σχέδιά Του»!!! Άραγε σε όσους δε χαρίζει παιδιά… δεν εκπληρώνονται τα σχέδιά Του; Και επιτέλους ποιος μπορεί να μιλήσει αξιωματικά για τα σχέδια του Θεού;! Άραγε μόνον μέσω της ιερωσύνης εκπληρώνονται; Αυτοί που δεν θα γίνουν (για χίλιους λόγους) ιερείς, χάνουν την ευκαιρία να εκπληρώσουν τα σχέδια του Θεού; Και όσοι εκ των ιερέων καθαιρούνται και αποσχηματίζονται από επιλογή ή από αμαρτίες τους πώς άραγε εκπληρώνουν τα σχέδια του Θεού;

Η αμεσότητα της πιεστικής ανάγκης για ύπαρξη ιερέων, δεν πρέπει να μας κάνει να υπερβάλουμε παραλογιζόμενοι θεολογικά!

Με ένα λόγο, η εγκύκλιος δεν λέει κάτι που μπορεί να αφορά σημερινό άνθρωπο, χριστιανό συνειδητοποιημένο, γονιό ή όχι, και το χειρότερο ασχολείται με τέτοιο τρόπο με το θέμα, σα να πρόκειται για ζήτημα απλής επαγγελματικής αποκατάστασης.

Το θέμα όμως μένει. Η υπόθεση της Ιερωσύνης και των χειροτονιών, πέραν του ότι δεν λύνεται με… εβδομάδες ιερατικών κλήσεων (τις εγκατέλειψαν και οι αδελφοί μας οι καθολικοί, απ’ τους οποίους τις αντιγράφετε…), ούτε με μια ανάγνωση εγκυκλίου προς ένα κουρασμένο (και ως επί το πλείστον ηλικιωμένο και άρα άσχετο με το θέμα!) εκκλησίασμα, παραμένει θέμα ΠΕΛΩΡΙΟ.

Παραμένει ως θέμα (ένα ακόμα…) στα όσα αντιμετωπίζουμε με επιπολαιότητα και «στο γόνατο». Η ποιμαντική φροντίδα και η αντιμετώπιση της κατήχησης ανθρώπων στην πίστη και της μέριμνας για την πνευματική τους ωρίμανση (καθοδήγηση-εξομολόγηση) δεν μπορεί να είναι υποθέσεις καλής διάθεσης (διαπιστωμένης και πραγματικής) και μόνον. Χρειάζεται απαραιτήτως ΣΠΟΥΔΗ και χρόνος και ηλικιακή ωριμότητα. Χρειάζονται ιερατικές σχολές που δεν θα είναι “συλλέκτες” των αποτυχημένων (σε άλλες σχολές με υψηλές απαιτήσεις) φοιτητών. Σχολές στις οποίες για να περάσεις έχεις αποφασίσει εκ των προτέρων την αποκλειστικότητα του θέματος και μπορείς να ανταποκριθείς στα υψηλά standards των απαιτούμενων για εισαγωγή. Δεν επιτρέπεται, όπως λέει ο Κ. Οικονόμος στο μνημόσυνο του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’, να καταντά η Αγία Ιερωσύνη… αποκούμπι για «… χωλούς και ἀνάπηρους ψωμοζῆτες…».

Μια ολόκληρη σπουδή, και ένας σαφής προσανατολισμός, πρέπει να γίνουν απαράβατοι όροι για χειροτονία, σε συνδιασμό με την συμμαρτυρία που θα περιγράφει την ποιότητα των προσώπων όχι μόνον στις κατ’ ιδίαν εξομολογήσεις του, αλλά και την γενικότερη κοινωνική του παρουσία, δράση και δυνατότητες. Πρέπει να σβήσει απ’ τις συνειδήσεις και τα στόματα των χριστιανών η δαιμονική παροιμία «οἱ τοῦ βίου ναυαγοί του Ὑψίστου λειτουργοί»!!

Εννοείται ότι η αρχική και εναρκτήρια σπουδή με τις προϋποθέσεις που προαναφέραμε, δεν θα είναι ένα γεγονός αρχικό και τελευταίο συγχρόνως! Κάθε δεκαετία (τουλάχιστον) είναι αναγκαία η μετεκπαίδευση στα δεδομένα, τις συνθήκες και τις ανάγκες που θα έχουν προκύψει.

Παραμένει ως θέμα, που φανερώνει την ύπαρξη ή μη ζωτικής ορμής στο σώμα της Εκκλησίας μας το ποιοι διαλέγουν την Ιερωσύνη ως τρόπο ζωής. Θέμα που αφορά φυσικά και την αυτοσυνειδησία του πληρώματος και την παρουσία και την εικόνα της Εκκλησίας στους… έξω! Γεγονός που επίσης έχει δύο όψεις: α. την τηλεοπτική και των sites, την οποία οικοδομείτε Εσείς κατά κύριο λόγο· και β. την καθημερινή, την οποία χτίζουμε εμείς οι εφημέριοι στις ποιμαντικές αναστροφές και σχέσεις. Στοιχειώδης ειλικρίνεια μας αναγκάζει να ομολογήσουμε, ότι στην πλευρά σας το βάρος είναι στο θεαθήναι και στην πλευρά μας, παρά τις επαινετές ευάριθμες εξαιρέσεις, στο… (χρηματικώς) «οικονομηθήναι»!

Ας ακουμπήσουμε όμως το δάκτυλο στις ουσιαστικές πληγές, που παραμένουν ανοικτές, μας ταλαιπωρούν όλους και περιμένουν θεραπεία.

Εκκλησιαστική κοινότητα, πρέπει να το ομολογήσουμε όλοι, δεν υπάρχει! Ή έστω βρίσκεις αφάνταστα δύσκολα! Παραδοσιακά χριστιανοί οι Έλληνες, βαπτισμένοι ανεπιγνώστως και αφημένοι στα “χέρια” γονιών που κάθε άλλο παρά γνώριζαν ή γνωρίζουν το μυστήριο της πίστης, ως κάτι ουσιαστικότερο και περισσότερο, από ένα ιστορικοεθνικό γεγονός, «ιερό και σεβάσμιο» έθιμο, πώς να μπορέσουν να συνοικοδομηθούν σε απαρτισμό και φανέρωση του Σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας; Με τι ψυχικό δυναμισμό και ποια ζωτική ορμή να σαρκωθεί η Πίστη, όταν είναι ο μεγάλος αγνοούμενος και άγνωστος; Και πώς να μην είναι έτσι, όταν στην πράξη καταργήθηκε ο πανάρχαιος κανόνας Lex orandi Lex credendi, λόγω του ότι στην άγνοια της πίστεως ήρθε επιτάφια πλάκα η άγνοια της γλώσσας της προσευχής, και άρα απεκλείσθη η κατήχηση μέσω της κοινοτικής προσευχής;!

Με κολλημένη την επίσημη έκφραση της Εκκλησίας στον γλωσσικό τύπο των αρχαίων Ελληνικών, πιστεύετε στα σοβαρά, ότι μπορεί να υπάρξει σήμερα λειτουργική επικοινωνία; Να απευθυνθεί κανείς με την κοινή λατρεία στα νεαρά παιδιά, για να τους διδάξει την προσευχή και την θεολογία του Σώματος του Χριστού; Να αντιμετωπίσει τις απορίες και τις αντιρρήσεις τους αποδοτικά; Να αφήσει να μιλήσουν σ’ αυτά (στα παιδιά δηλαδή) τα λατρευτικά κείμενα και η Βιβλική γλώσσα, (που πρέπει να το αναγνωρίσουμε, είναι γλώσσα μιας άλλης εποχής και με κοινωνικές εικόνες μια κοινωνίας «ὅλως ἄλλης»), που θα τους παρουσιάσουν το διαχρονικό πρόσωπο του Χριστού και τον τρόπο αγάπης και λατρείας Του; Που θα τους παρουσιάσουν ένα Θεό αγάπης και οικτιρμών, ο Οποίος τα προσκαλεί να τα αναπαύσει και να τα γαληνεύσει, και όχι ένα Θεό επιτηρητή της κάθε σκέψης και στιγμής της ζωής τους; Να τα “ζεστάνει” με την αμεσότητα της εγγύτητας της μητρικής θαλπωρής και όχι να ψάχνει πλαστό και θνησιγενές κύρος με την επιβλητικότητα της «μεγαλειώδους» επιβολής μιας μεσαιωνικής πανοπλίας; Τι δυνατότητα πρόσκτησης της διδασκαλίας της πίστεως μένει για αυτά τα νεαρά παιδιά [μέχρι τα 16, που τυπικώς συνακολουθούν τους γονείς (όσους το… συνηθίζουν) στην Θεία Λειτουργία] τα οποία παιδιά είναι παντελώς ξένα με τον γλωσσικό λατρευτικό τύπο; Μη μας πείτε το κήρυγμα… γιατί θα γίνει κλαυσίγελως!! Μόνον εθελοτυφλούντες (και εθελοκωφεύοντες…) δεν συμφωνούν, ότι η πλειονότητα των κηρυγμάτων είναι στην κατηγορία που περιγράφει ο μακαρίτης αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος Μηνόπουλος: «Αἱ κατά Κυριακήν εὐσεβεῖς φλυαρίαι».

Πώς περιμένουμε αναγέννηση και αλλαγή, όταν η προσευχή είναι ακατανόητη ρουτίνα, που κανέναν δεν γοητεύει ουσιαστικά, αλλά προσπαθούμε με Τυπικά (νεκρό γράμμα) και συναισθηματισμούς ατμοσφαιρικούς (μακρές ψαλμωδίες, εικόνες, λείψανα, διακοσμήσεις ναών, θρησκευτικά shows) να φτιάξουμε “δολώματα” έχοντας σύγχυση για το ποια είναι η αλιεία στην οποία μας κάλεσε όλους ο Χριστός; Στη Θεία Λατρεία άλλωστε δεν υπάρχουν ενεργητικοί και παθητικοί ρόλοι (του ιερέα αφ’ ενός και του εκκλησιάσματος αφ’ ετέρου), αλλά διαφορετικοί τρόποι πρόσβασης στο κοινό ενέργημα.

Στις Ενορίες μας, που δεν είναι καθόλου όπως είπαμε κοινότητες, σοβεί ένα κλίμα ήδη από πολλά χρόνια άρρωστο, που αξιολογεί τους κληρικούς ως ρυθμιστές και υπεύθυνους των πάντων, ενώ οι λαϊκοί δεν έχουν προσδιορισμένα δικαιώματα και ρόλους, ούτε καν για την εκλογή αυτών που θα τους εκπροσωπούν και θα αποτελούν το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο, αυτό που διοικεί την Ενορία στα τεχνικά και ουσιαστικά θέματα της! Ο απαράδεκτος απαξιωτικός χαρακτηρισμός των λαϊκών μελών της Εκκλησίας ως… “παντελονάδων”, δείχνει το μέγεθος του ρήγματος, αλλά και της α-νοησίας.

Μάταια ο προφήτης φωνάζει: «Δεν σας φτάνει που πίνετε από καθαρό νερό; Πρέπει να θολώνετε με τα πόδια σας το υπόλοιπο; Γιατί; Είναι υποχρεωμένο το κοπάδι μου να τρώει ό,τι εσείς έχετε πατήσει και να πίνει ό,τι εσείς έχετε θολώσει με τα πόδια σας; Γι’ αυτό, εγώ Κύριος ο Θεός, δηλώνω πως θα προστατέψω τα αδύναμα πρόβατα από εσάς τα δυνατά» (Ιεζ. 34, 18-20). Γιατί βεβαίως όλοι είμαστε πρόβατα του Χριστού, όπως ερμηνεύει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Η διάκριση ποιμένες και πρόβατα είναι κατά το ανθρώπινο· για τον Χριστό, πάντες πρόβατα».

Η αβάσιμη “θεολογία” ότι οι κληρικοί υπάρχουν κατ’ εκλογήν του αγίου Πνεύματος επιδιώκει να “γεννήσει” ψεύτικο κύρος θεόθεν επιβολής. Ακόμα προχθές (Φωνή Κυρίου, 30 Απριλίου 2017) οι καημένοι οι χριστιανοί βομβαρδίστηκαν με την απίθανη ατάκα: «Γνωρίζει κάλλιστα ὁ Χριστός ποιούς θέτει στό πηδάλιο τοῦ νοητοῦ σκάφους τῆς Ἐκκλησίας Του» (σελ. 71). Αυτός, ο… έχων λόγους να λέει τέτοια διδάσκαλος, ξεχνάει πόσους αιρετικούς, πόσους αρνησίχριστους, πόσους αλητόβιους (καθηρημένους και μη) κληρικούς, όλων των βαθμών, συναντάμε στο εκκλησιαστικό παρελθόν, αλλά και στο τώρα;; («Το λουλούδι της ανοσιότητος φυτρώνει μόνο πλάι στην περιοχή του οσίου. Πουθενά δεν είναι ο πειρασμός πιο πετυχημένος απ’ ότι είναι στα σκαλιά του θυσιαστηρίου» C. S. Lewis) Λες, παππούλη, να τους διάλεξε κι αυτούς ο Χριστός; Για κάθε εκλογή θα δώσουν λόγο οι εκλέκτορες. Τελεία και παύλα. (Άγιος Λέων ο Μέγας).

Όλα τα παραπάνω είναι θεολογικώς απαράδεκτα και πρακτικώς αδιανόητα, όμως αυτά είναι τα ισχύοντα στις ενορίες και στην Εκκλησία. Με τέτοια δεδομένα… πασαλειμμένα και με ευλάβειες και χαζοψευτοταπεινώσεις (και από πάνω, με το άγχος μήπως ιεροκατηγορούν!), τρέφουμε και μεγαλώνουμε πνευματικά τους χριστιανούς μας. Τους γεμίζουμε μεγαλοστομίες για την συνοδικότητα και την δημοκρατικότητα (sic) της ορθοδόξου Εκκλησίας και τους εκχωρούμε το πελώριο προσόν και τον αξιόμισθο ρόλο να περιφέρουν τους δίσκους συλλογής χρημάτων! Να κάνουν τον έρανο αγάπης και να μαγειρεύουν στα συσσίτια! Για τα οποία συσσίτια εμείς οι κληρικοί «κάνουμε μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα», αφού όχι μόνον άλλοι συγκεντρώνουν χρήματα και τρόφιμα, αλλά και άλλοι κουράζονται φροντίζοντας, και άλλοι μαγειρεύουν. Και οι κληρικοί… παρουσιάζουν το επίτευγμα! Θου Κύριε…

Πιστεύετε στα σοβαρά, Σεβασμιώτατοι Πατέρες, ότι θα υπάρξει δυνατότητα να αναδειχθούν ιερείς μέσα σε τέτοιας ποιότητας κλίμα; Επιπλέον, χωρίς κατοχυρωμένα δικαιώματα, χωρίς σαφήνεια θεολογική και νομική, έκδοτοι σε αρχιερατικές αυθαιρεσίες και σε ένα εργασιακό περιβάλλον, όπου μόνο θυσίες απαιτούνται και για “ανακούφιση” ατύπως και σιωπηρά, εκχωρείται το δικαίωμα… τυχερών, θα δεχθούν σοβαροί άνθρωποι να αναλάβουν το φορτίο της Ιερωσύνης, την οποία μάλιστα επενδύουμε (κυριολεκτικώς) με ράσα, καλυμαύχια και άλλα τουρκοπερσικά υπόλοιπα, βαπτισμένα με τον βαρύγδουπο όρο «ιερό ράσο» και ιερατική ευπρέπεια!!;;

Και με μια Ιερωσύνη, κομμένη στα δύο…! Την Ιερωσύνη του παπά και εκείνη των αρχιμανδριτών (… χωρίς μάνδρα-Μονή), που η Ιερωσύνη τους είναι “πρώτης ποιότητας”, γι’ αυτό και προηγούνται σε όλα!!! Διοικητικά και λειτουργικά. Δηλαδή και στην Εκκλησία, πληβείοι και πατρίκιοι;! Οι δεύτεροι περιμένουν και ετοιμάζονται να πάρουν θέση στην… σύγκλητο (με συγχωρείτε, στην σύνοδο), ενώ οι πρώτοι ισοβίως θα είναι δεύτερης κατηγορίας, χωρίς ούτε καν να δικαιούνται μια secessio plebis (αποχώρηση των πληβείων), που θα ανάγκαζε σε εξομοίωση. Αυτοί οι άτυποι πατρίκιοι-αρχιμανδρίτες ατυχώς πλέον δεν είναι μια κατάσταση θυσιαστικής επιλογής, αλλά μία διαδρομή, είτε εξ ανάγκης (αδυναμία σύναψης γάμου), είτε εκ φιλοδοξίας (αναρρίχηση σε αξίωμα) ή και τα δύο μαζί, κατάσταση που “φιλοξενεί” εξαρχής το μικρόβιο του λάθους και της αμαρτίας και τίποτα καλό δεν προοιωνίζεται.

Φοβόμαστε ακόμα βέβαια να αντικρίσουμε κατάματα την παθογένεια των ιερατικών γάμων, που σε εντυπωσιακό ποσοστό συνάπτονται, όχι ως βαθμίδα προσωπικής τους ψυχολογικής και πνευματικής άσκησης και αύξησης, αλλά ως προαπαιτούμενο χειροτονίας! Ανύπαρκτη συζυγική γνωριμία, ηλικιακή ανωριμότητα και θεολογικά κενά, γίνονται πλέον αρκετές φορές εκρηκτικό μίγμα, που ανατινάζει την ιερατική οικογένεια και την ενοριακή ειρήνη. Μέσα σε μια κοινωνία πεντανέμι, πώς να γίνουν, τέτοιας ποιότητας ιερατικό ζευγάρι, πυξίδα; Γίνονται πολύ εύκολα… ανεμούριο!

Και σαν να μην φτάνουν όλα αυτά, να σου “κανοναρχοῦν” τα αυτιά διδασκαλίες, και μάλιστα απ’ τους νεαρότερους αρχιερείς, σαν την παρακάτω: «Για έναν ιερέα η σχέση με τον επίσκοπο θα πρέπει να είναι όχι διοικητική, αλλά μυστηριακή, να βασίζεται στην υπακοή και, ακόμα και όταν υπάρχουν διαφωνίες να διατηρείται ο σεβασμός και η ενότητα της Εκκλησίας». Οι παλαιότεροι θυμούνται το δόγμα της στρατιωτικής ευταξίας: «Τυφλή καί ἀπεριόριστος ὑπακοή παντός κατωτέρου πρός πάντα ἀνώτερον». Συγκρίνετέ τα. Δεν διαφέρουν ουσιαστικά σε τίποτε. Καθόλου δεν απορεί ο Σεβασμιώτατος αν και ο επίσκοπος σέβεται τον ιερέα! Η υποχρέωση είναι πάντοτε της μιας πλευράς!

Κάθε σχέση όμως, Πατέρες Σεβασμιώτατοι, έχει δύο πλευρές και η ποιότητα της προσδιορίζεται κατά βάσιν από τον τυπικώς μεγαλύτερο, ο οποίος, όπως λέει ο Χριστός, κάνει τις μεγαλύτερες και περισσότερες θυσίες και γίνεται πάντων διάκονος!! Δεν απαιτεί, φροντίζει. Δεν είναι πλήκτης. Δεν καυγαδίζει, δεν παραλογίζεται σε απαιτήσεις από τους άλλους. Υπακούει στον Χριστό με τρόπο πασιφανή, δεν φλυαρεί περί θεοπτείας, την φανερώνει στα διλήμματα και με την ποιότητά του! Ελπίζω όλοι συμφωνείτε ότι η ενότητα και ο σεβασμός δεν είναι συμπεριφορικά καμώματα αλλά αρετές, που ο “μικρότερος” πρέπει να τις βλέπει σαρκωμένες στον αρχιερέα για να τις μιμείται. Η υπευθυνότητα δεν είναι αρχή ανεξέλεγκτος, είναι φανέρωση της θυσιαστικής ποιότητας του Χριστού, που όταν υπάρχει, τότε γίνεται εικόνα του Χριστού ο αρχιερέας και όχι απ’ την εκλογή και το προεδρικό διάταγμα!! Άλλωστε όπως έλεγε ο μακάριος π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος: «Άλλο αξία, άλλο αξίωμα. Πρέπει όποιος έχει αξίωμα να έχει και αξία. Αν έχεις αξία αλλά δεν έχεις αξίωμα δε χάθηκε ο κόσμος για σένα. Αν όμως έχεις αξίωμα αλλά δεν έχεις αξία, τότε… όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις τόσο περισσότερο φαίνεται η γύμνια σου». Δηλαδή η Ιερωσύνη του Χριστού γίνεται γοητευτική, σωστά σαρκωμένη, όχι προφορικά διατυπούμενη!

Στο δια ταύτα, Σεβασμιώτατοι Πατέρες:

Φανερώστε την Ιερωσύνη του Χριστού με την θυσιαστική σας απλότητα στην διαβίωση, στην λιτότητα της κατοικίας, στην ενδυμασία και στα φτηνά (τα για όλους προσιτά) αυτοκίνητά σας.

Φανερώστε την Ιερωσύνη του Χριστού με την απλοποίηση αυτής της (κωμικής πλέον) αυτοκρατορικής ενδυμασίας, που αποτελεί όνειδος και όχι δόξα για τον Χριστό και εμπόδιο στις συνειδήσεις των ανθρώπων. Τι δυσκολία υπάρχει για την επιστροφή στην αποστολική (βλέπε τοιχογραφίες) απλότητα;

Φανερώστε την Ιερωσύνη του Χριστού με την αποποίηση εξυπηρετήσεων και διασυνδέσεων κρατικών (υγιής χωρισμός από τον καίσαρα), οι οποίες το μόνο που κάνουν είναι να δίνουν την εντύπωση ότι η Εκκλησία είναι κρατικό παράρτημα, που επιπλέον παρασιτεί σε βάρος των πολιτών.

Φανερώστε την Ιερωσύνη του Χριστού με την πατρική έγνοια και φροντίδα, που δεν δηλοποιείται με άγνωστες στην Εκκλησία του Χριστού κραυγές στις λειτουργικές μνημονεύσεις (υπέρ του πατρός…), αλλά με την ευρυχωρία στην εκκλησιαστική ατμόσφαιρα της κάθε επισκοπής, που τότε και μόνον γίνεται «Οἶκος τοῦ Πατρός».

Συγχωρείστε μου να τελειώσω αυτό το δυσάρεστο και κουραστικό γράμμα με λίγες γραμμές σκέψεων, ενός ήδη μακάριου συνάδελφου Σας, που υπομνημάτισε σωστά με τον τρόπο του και με τα λόγια του, το Πρόσωπο του Χριστού.

«Ο Χριστός πρόσφερε τον εαυτό Του θυσία για μας. Και οι ιερείς του, με την χειροτονία γίνονται μέτοχοί Του. Και πρέπει να παραλαμβάνουν την πίστη στην δική Του αποστολή και στην δική Του θυσία. Ω, πόσο μεγαλειώδης θα ήταν η Εκκλησία του Χριστού, αν οι κληρικοί της απόπνεαν την οσμή της γνώσεως, της αποστολής και της θυσίας του Χριστού!

Τάχα παράλαβε από τον Χριστό τίποτε ο ιερωμένος, που δεν βλέπει τους χριστιανούς σαν παιδιά του; Που δεν έχει διάθεση θυσίας για χάρη τους; Και τι τάχα θα παραδώσει, όταν βλέπει την Εκκλησία σαν χώρο για προσωπική του προβολή και καταξίωση; Και όταν στόχο του εξόφθαλμο έχει να κάμει καριέρα;

Αλήθεια, επήρε τίποτε από Εκείνον, που γεννήθηκε σε σπήλαιο, και πέθανε σαν κακούργος, και τάφηκε σε ξένο τάφο, ο κληρικός, και πιο πολύ ο μοναχός, που αφήνει την καρδιά του να κολλάει στον πόθο για πολυτέλεια, για μεγαλεία, για πλούτη; Είναι ποτέ δυνατό, μια τέτοια ασυνέπεια να θεωρηθεί συμβατή με την πίστη, με το μήνυμα της Βασιλείας του Χριστού;»

† Μητρ. Μελετίου

Ομιλία την Κυριακή της Ορθοδοξίας

«Ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβε»

8 Μαρτίου 2009

Μετά από όλες αυτές τις σκέψεις μένει για όλους μας υποχρέωση να απαντήσουμε στην Παπαδιαμάντεια απορία:

«Τίς θά κλέψει ἐκ τοῦ οὐρανοῦ τό πῦρ;

Τίς θά ἐμφυσήσει τήν πίστιν, τήν πνοήν, τήν ζωήν;

Τίς θά θερμάνει τήν τέφραν;».

Επιτέλους δεν υπάρχουν μέθοδοι και ρυθμίσεις (οπωσδήποτε χρειάζονται και τα δύο, αλλά όχι ως λύση και κατάληξη, αλλά ως διαδρομή προς…) που εξασφαλίζουν σωστούς κληρικούς. Χρειάζεται παράδειγμα θυσιαστικό των κληρικών, που ζουν με τρόπο Χριστομίμητο και εμπνέουν την θυσιαστική αγάπη για τον Χριστό και την Εκκλησία Του. Οι ερωτήσεις του Παπαδιαμάντη μια απάντηση δέχονται: Το Άγιο Πνεύμα. Μένει άπορον το ποιοι το έχουν! Μόνον οι καρποί φανερώνουν το δέντρο (Ματθ. 7, 16).

Ας δεηθούμε του Κυρίου του θερισμού να «ἐκβάλη ἐργάτας» (Ματθ. 9, 38) κι εμείς ας γίνουμε «οἱ αἵροντες» κάθε λίθον προσκόμματος στην πορεία των εργατών, και προς τους αδελφούς τους και προς τον Κύριον του Αμπελώνος.

Δεήθητε οὖν ἐκτενῶς, συνυπουργοῦντες ταῖς χρείαις.

Εύχεσθε και δι’ εμέ τον ενοχλητικό

π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος

Αφήστε μια απάντηση