Ο μακαριστός πατέρας μας, ο Νικοπόλεως Μελέτιος, σε ραδιοφωνική συνέντευξή του στον (τότε λαϊκό) π. Αλέξανδρο Καριώτογλου (14.10.10) κατέθεσε αλήθειες-καρπό της ποιμαντικής του πείρας και αγωνίας. Ευγνώμονες προς τον π. Αλέξανδρο, που «εκμαίευσε» αυτές τις απαντήσεις, θεωρήσαμε καλό να τις θυμηθούμε:
«Σήμερα, καρδιά και νους του ανθρώπου είναι γεμάτα από παραστάσεις “ξένες”, καθαρά εγκόσμιες. Έτσι, όποιος μιλάει για τον Χριστό, είναι σαν να μιλάει ξένη γλώσσα. Ο σύγχρονος άνθρωπος ακούει το κήρυγμα της Εκκλησίας με… συγκατάβαση, σαν διάλειμμα επικοινωνίας· και ξαναγυρίζει στην άνυδρη έρημο του σύγχρονου κόσμου, που δεν έχει βιωματική σχέση με την πίστη. Και γι’ αυτό, ακόμη και όταν έχει καλή διάθεση, στην Εκκλησία αισθάνεται ξένο σώμα.
»Για υπέρβαση αυτής της θλιβερής κατάστασης, οφείλουμε να ξεκινήσουμε από και με την εντολή του Κυρίου στους αποστόλους Του: “Πορευθέντες, μαθητεύσατε…” δηλ. ξεκινάτε από το ΜΗΔΕΝ, όπως ξεκινάμε με τα μικρά παιδιά στο σχολείο. Και οι διδάσκαλοι, διδάσκετε και ακούτε με απλότητα, ταπείνωση και αγάπη. Συζήτηση καρδιά με καρδιά· σαν πατέρας με παιδί· σαν φίλος με τον πιο καρδιακό του φίλο.
»Στην αντίληψη μερικών, ο ποιμένας είναι ένας μάνατζερ. Λάθος! Δεν είναι μάνατζερ. Δούλος είναι. Και κάτι λιγότερο: Δούλος των δούλων του Χριστού, όπως έλεγε ο άγιος Γρηγόριος ο Μέγας. Δεν απομένει λοιπόν, παρά να φιλοτιμηθεί και να προσπαθεί ο ποιμένας, για χάρη των παιδιών του, να ξαναμάθει να μπουσουλάει, να ξαναγίνει παιδί, νήπιο, για να νικήσει την άρνηση και να βοηθήσει τούς μεγαλοπιασμένους να αλλάξουν μυαλά. Πως αλλιώς μπορεί άνθρωπος του αιώνα μας, με την έπαρση ότι τα ξέρει όλα, να ξεσυνηθίσει να σκέπτεται, όπως τον έμαθε ο σύγχρονος κόσμος;
»Για την Εκκλησία τα χειρότερα αγκάθια είναι η εκκοσμίκευση και ο ανθρωποκεντρισμός. Ένα τέτοιο εσωτερικό υπόβαθρο σπρώχνει τον ποιμένα, όλο και πιο πολύ, σε επικοινωνιακά τρυκ, και σε προσπάθειες εντυπωσιασμού. Αλλά όταν ο παπάς έχει τέτοια πνευματική υποδομή και τέτοιες αναζητήσεις, τότε απλώς χορταίνει με τον έπαινο, με την έκφραση αποδοχής, από όπου και αν προέρχεται. Και έτσι, ενώ ουσιαστικά βουλιάζει, χαίρεται και καμαρώνει.
»Αυτό, είναι για την Εκκλησία ο χειρότερος πειρασμός της. Καίγεται το σπίτι μας, και εμείς τραγουδάμε, γιατί ζεσταινόμαστε!… Αυτή είναι η τραγωδία της Εκκλησίας! Αυτός ο εντυπωσιασμός γίνεται το “άλλοθι” των πατέρων, που τους γοητεύει και τους σπρώχνει σε δραστηριότητες που υποκαθιστούν το αληθινό ποιμαντικό τους έργο!
»Ο λαός μας, ο τάχα “δικός μας”, είναι ακατήχητος. Για να ακούσουν οι άνθρωποι κατήχηση, χρειάζεται βεβαίως παρέμβαση του Κυρίου στην καρδιά τους, να τους την ανοίξει. Αλλά χρειάζεται να την ανοίξουν κι αυτοί. Χρειάζεται πρώτα από όλα να ξεβουλώσουν τα αυτιά τους. Για να γίνει όμως αυτό απαιτείται, εκείνα πού φθάνουν στα αυτιά τους, να μη τους απογοητεύουν και να μη τους απωθούν, σαν πράγματα ξένα και ακατανόητα.
»Αυτό προϋποθέτει εκ μέρους μας θυσία και πόνο. Το έργο του Χριστού πρέπει να μας πονέσει! Πρέπει την προσευχή και την κατήχηση να τις προσφέρουμε με λόγια, που να μιλάνε όχι μόνο στα αυτιά αλλά και στην καρδιά. Όχι με ωραία λόγια, όχι με «χρηστολογίες» και «ευλογίες» (Ρωμ. 16,18) -αυτά, ο σύγχρονος κόσμος τα ακούει βερεσέ- αλλά με ζωντανό παράδειγμα.
»Καλός κληρικός δεν είναι εκείνος που παραλαμβάνει μια εκκλησία ρωμαλέα, και την παραδίδει στην επόμενη γενιά καχεκτική, αλλά εκείνος που παραλαμβάνει ένα τίποτε, και δημιουργεί εκκλησία-κοινότητα σωζομένων, με σύνθημα το: “Δεύτε οπίσω μου· δεύτε συμπορευθώμεν”. Γράφει κάποιος για ένα κληρικό: “Όταν τον είδα, το είδα ολοζώντανα ότι είχε πάρει τον δρόμο για την άνω Ιερουσαλήμ. Και τον ακολούθησα με όλη μου την ψυχή”. Τέτοιους χρειάζεται ο λαός του Θεού. Να μην είναι εκ του κόσμου. Να μη ζει μέσα τους και να μη βασιλεύει μέσα τους ὁ κόσμος (Ἰω. 17,14).
»Οι νέοι δυσκολεύονται πολλές φορές να κατανοήσουν τα μηνύματα της Εκκλησίας, γιατί η αποδοχή της πίστης, του μηνύματος του Χριστού, σημαίνει γι’ αυτούς θυσία. Και ἡ θυσία απαιτεί τόλμη. Δεν αρκούν οι όποιες λογικές απαντήσεις. Δεν αρκούν, οι λόγοι οι «πειθοί» (Α΄ Κορ. 2, 4), στους οποίους συνήθως εξαντλούνται οι κατηχητές, λαϊκοί και κληρικοί. Χρειάζεται, όχι απλά λόγος ΔΥΝΑΤΟΣ, αλλά λόγος αντίβαρο! Με άλλα λόγια: Δεν αρκεί η προτροπή: “Ορμάτε σαν λεβέντες, σαν ήρωες!” Χρειάζεται ένα: “Ελάτε κοντά μου, να ιδείτε. Δεύτε ίδετε”! Για να καρποφορήσει όμως η όποια κλήση, χρειάζεται συνεχής αναφορά σ᾿ Εκείνον, πού ήλθε στον κόσμο για να μη μας αφήσει να αποτελματωθούμε, κάνοντας επιπόλαια, πρώτη μας προτεραιότητα το εγώ μας, τα θελήματα της σαρκός και των διανοιών μας (Εφεσ. 2,3). Όταν κάτι τέτοιο το συναντάνε, οι νέοι γίνονται πιο τολμηροί από τον διδάσκαλό τους. Και γίνονται οδηγοί· οι καλύτεροι οδηγοί. Αυτοί είναι η ελπίδα, το αύριο, το μέλλον της Εκκλησίας! Γιατί όχι, και το παρόν της;»
αρχιμ. Βαρνάβας Λαμπρόπουλος
Περιοδικό «Εφημέριος» τεύχ,2/2020
Θεματολογικές ετικέτες