Το βιβλίο που παρουσιάζουμε απόψε κυκλοφόρησε το 2009[1]. Μεταφράστηκε στα ελληνικά και κυκλοφόρησε το 2015[2]. Ο συγγραφέας του είναι Αμερικανός ερευνητής που πήρε υποτροφία για να παρουσιάσει ένα θρησκευτικό φαινόμενο και αφορά την προσπάθεια για ανανέωση μιας Μητροπόλεως της Εκκλησίας μας. Θεωρεί την έρευνά του ‘εθνογραφική’ και την έκανε με πολυάριθμες επισκέψεις του στην Πρέβεζα όπου διέμενε και συνεχώς το 2000-2001 (σ. 16). Είχε προηγηθεί η προσχώρησή του στην Εκκλησίας μας με τη βάπτισή του στην ίδια Μητρόπολη μια δεκαετία νωρίτερα και όπως ο ίδιος δηλώνει «σκοπός μου δεν είναι ούτε να ‘αγιογραφήσω’ κάποιον, ούτε να ‘ξεσκεπάσω’, αλλά περισσότερο να δώσω, κατά το δυνατόν, λεπτομερή περιγραφή της συγκεκριμένης πορείας μιας πνευματικής αλλαγής. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον, σε όλο το βιβλίο, προσπάθησα να διαπλέξω τις ιστορίες των πρωταγωνιστών με τη δική μου ανάλυση των κινήτρων που βρίσκονται πίσω από τη στάση τους» (σ. 18).
Στο βιβλίο περιγράφεται ο τρόπος που επιχειρήθηκε η ανανέωση. Ο συγγραφέας του και οι πρωταγωνιστές του φαινομένου διαπλέκονται όπως διαπλεκόμαστε και εμείς με το ίδιο φαινόμενο απόψε, με διαφορετικό τρόπο και σε άλλο βαθμό, αφού μας ενδιαφέρει η ανανέωση η δική μας και της Εκκλησίας μας. Ο ίδιος μας εξηγεί ότι η ιστορία που διηγείται πήρε τη μορφή θεατρικού έργου όπου στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται «μια χαρακτηρολογική μελέτη του κυρίως πρωταγωνιστού του έργου, του Μητροπολίτη Νικοπόλεως και Πρεβέζης Μελετίου» (σ. 17-18). Θα προσπαθήσω να βάλω τον πρωταγωνιστή του έργου μέσα στο σύμπαν της Εκκλησίας μας. Έχω τη γνώμη ότι έτσι το βιβλίο θα γίνει πιο κατανοητό και ίσως κάποια πράγματα εξηγηθούν καλύτερα.
Όποιος διαβάζει ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ θα συναντήσει στο χώρο του μοναστηριού που εξελίσσεται το μυθιστόρημα του Έκο, μια σκηνή που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για όποιον γνωρίζει την εκκλησιαστική ζωή εκ των ένδον. Ο μοναχός Aϊμάρος που εκφράζει την αντιπολιτευτική ομάδα του μοναστηριού, ρωτάει τον κεντρικό ήρωα του μυθιστορήματος, τον π. Γουλιέλμο που βρίσκεται ήδη κάποιες μέρες εκεί: «- Λοιπόν αδελφέ Γουλιέλμο, συνηθίσατε κιόλας σ’ αυτό το άντρο των φρενοβλαβών;» Κι εκείνος απαντάει επιφυλακτικά: «-Μου φαίνεται τόπος ανθρώπων θαυμαστών για την αγιότητα και τη σοφία τους»[3]. Όποιος έχει γνωρίσει τον π. Μελέτιο αμέσως θα αναγνώριζε στην απάντηση του Γουλιέλμου τη φωνή του[4]. Η θετική θεώρηση και αντιμετώπιση των εκκλησιαστικών προσώπων και πραγμάτων πήγαζε αυθόρμητα από μέσα του. Όπως ο ήρωας του Έκο άνθρωπος μεγάλης παιδείας και εμπειρίας, πρώην ιεροεξεταστής, έμπιστος και ικανός διαπραγματευτής γύρω από τα προβλήματα και τις συγκρούσεις του μεσαιωνικού χριστιανικού κόσμου, έτσι και ο π. Μελέτιος είχε αφομοιώσει την πνευματική ζωή, γνώριζε καλά τους ανθρώπους της Εκκλησίας και τους αντιμετώπιζε με κριτήριο την αγιότητα και τη σοφία τους. Η ζωή του στο μοναστήρι, η μεγάλη του παιδεία, η συναναστροφή με τους κληρικούς κατά την μακρά διακονία του ως ιεροκήρυκα και εφημερίου, η γραφειοκρατική του εμπειρία στην Ιερά Σύνοδο τον είχαν καταστήσει άνθρωπο που δεν μπορούσε να παρασύρει καμιά αντιπολίτευση, ακόμα και όταν αυτή συγκροτούνταν στη βάση των αληθέστερων αιτίων και αφορμών, των αγνότερων προθέσεων και των ανιδιοτελέστερων επιδιώξεων. Η εκκλησιαστική αντιπολίτευση επειδή συγκροτείται κριτικά, όπως κάθε αντιπολίτευση, γύρω από τη διαχείριση της καθημερινότητας, αλλά με βάση πάντοτε τα θεμελιώδη και μη επιδεχόμενα αμφισβήτηση, εύκολα αποδίδει στον αντίπαλο ό,τι συνιστά προδοσία της πνευματικής ζωής, ενώ ταυτόχρονα, επειδή η ίδια παραιτείται από κάθε ευθύνη, δημιουργεί την εικόνα ενός συνόλου όπου κυριαρχεί η αταξία και η ασυνεννοησία, το φρενοκομείο. Αυτόματα έτσι προκύπτει η επείγουσα ανάγκη για δράση και τακτοποίηση και όχι η αγιότητα και η σοφία.
Η εκκλησιαστική αντιπολίτευση στην Ελλάδα συγκροτήθηκε και συνεχίζει να συγκροτείται στην αντίπερα όχθη του μεγάλου ρήγματος που δημιουργήθηκε στο εσωτερικό της με την ανακήρυξη του αυτοκέφαλου της Εκκλησίας μας, την ένταξη της Ιεράς Συνόδου στη διοικητική οργάνωση του νεοελληνικού κράτους και στην αμφισβήτησή του από τα αντικρατικά κινήματα του δέκατου ένατου αιώνα. Η επιφύλαξη μιας ολόκληρης κοινωνίας απέναντι στην οργάνωση ενός νεωτερικού κράτους δεν άφησε αλώβητη την εκκλησιαστική του πλευρά με αποτέλεσμα η Ιερά Σύνοδος να χρεώνεται από τότε με την υποψία αν όχι και κάτι περισσότερο, της προδοσίας της πίστεως, της εφεκτικής και υποχωρητικής στάσης της σε ό,τι έχει σχέση με τα δίκαια της Εκκλησίας και γενικότερα κάθε κακής εξέλιξης. Εκείθεν του μεγάλου ρήγματος, που η ιστοριογραφία μας εξακολουθεί να αγνοεί, στάθηκε ο Χιλιασμός και ο διάδοχός του Ευσεβισμός, το μεγαλύτερο μέρος του μοναχισμού μέχρι τον σύγχρονο φονταμενταλισμό του ακραίου συντηρητισμού, της άρνησης των διαλόγων με τους ετεροδόξους και κάθε κίνησης που επιδιώκει την σύγχρονη έκφραση της εκκλησιαστικής συνείδησης και πιστότητας. Ο π. Μελέτιος στάθηκε ανυποχώρητα εντεύθεν του ρήγματος και δεν δελεάστηκε ποτέ από τις προτεινόμενες καθαρές λύσεις.
Έχω τη γνώμη ότι αυτό αποτελεί τη βασική προϋπόθεση της επισκοπικής διακονίας του π. Μελετίου. Δεν τον έπιασε ποτέ το αίσθημα του κατεπείγοντος για να τακτοποιήσει τα εκκλησιαστικά πράγματα, αλλά κινήθηκε σ’ όλη την επισκοπική του ζωή με άξονα την ανθρώπινη σοφία και την αγιότητα του Θεού. Στην αρχή του βιβλίου διαβάζουμε πως «η μεταμόρφωση υπήρξε βαθιά. Το 1980, η Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης αποτελούσε αιτία αμηχανίας για την Ελλαδική Εκκλησία: ήταν διάτρητη από το σκάνδαλο και πνευματικά εγκαταλειμμένη. Η Πρέβεζα βρισκόταν αναμφίβολα σε μεγάλη αναστάτωση. Τριάντα χρόνια αργότερα, είναι μία από τις πιο σφριγηλές Μητροπόλεις σε όλη την Ελλάδα. Αυτή η εντυπωσιακή αναστροφή δεν συνέβη μέσα σε μία νύχτα και δεν έχει να προτείνει θαυματουργικές λύσεις» (σ. 16). Και στο τέλος του βιβλίου διαβάζουμε: «Στα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια, η κατάσταση σίγουρα έχει αλλάξει. Η αλλαγή επέρχεται σιγά-σιγά και φυσικά θα αργήσει να ολοκληρωθεί. Η Πρέβεζα δεν είναι ακόμη αγία. Τα μοναστήρια δεν είναι γεμάτα από αγίους. Ο επίσκοπος δεν είναι αλάθητος» (σ. 173).
Δεν χρειάζεται να αναλύσουμε το περιεχόμενο του βιβλίου που έχετε διαβάσει ή θα το διαβάσετε. Ο π. Μελέτιος θεωρούσε πως:
-η ανανέωση της Εκκλησίας και ανανέωση των μελών της είναι το ίδιο πράγμα
γι’ αυτό και τα προγράμματα-σχέδια όπως και η θεσμική οργάνωση ακολουθούν τη συνάντηση των ανθρώπων με την γνήσια αγιότητα,
-πρωταρχική ευθύνη του επισκόπου είναι η αποκατάσταση της πνευματικής ακεραιότητας και αυθεντικότητας του Κλήρου και η συγκρότηση των πιστών σε μέλη του ενός σώματος του Χριστού,
-η διαπαιδαγώγηση του λαού να γίνεται με βάση την παράδοση της Εκκλησίας μέσα στο σύγχρονο περιβάλλον, μακριά από φονταμενταλιστικές και ξενοφοβικές κατευθύνσεις,
-η μοναστική ζωή να βρίσκεται σε σωστή σχέση με τον Επίσκοπο και την Κοινότητα ούτως ώστε να αναδεικνύεται υπόδειγμα αφιερώσεως στο Χριστό,
-η λατρεία να συνδέεται με την κατανόηση, την προσευχή και τη συμμετοχή και όχι με τελετουργικές χρήσεις και μεταφυσικές εξωεκκλησιαστικές θεωρήσεις δήθεν παραδοσιακές και αμετάβλητες.
Το φαινόμενο ερευνήθηκε εν εξελίξει. Γι’ αυτό και κατά την ανάγνωση βρίσκουμε πολλές σημειώσεις που αναφέρονται στο ότι η προσπάθεια άρχισε και συνεχίζεται (σ. 16, 19, 149, 169 κ. α.). Χαρακτηριστική είναι μία από τις τελευταίες: «Ας μη θεωρήσουμε όμως ότι η πνευματική ζωή εκεί έχει τελειοποιηθεί και το έργο έχει τελειώσει» (σ. 169). Όπως είπαμε παραπάνω κατά τον σ. η ιστορία του φαινομένου πήρε τη μορφή θεατρικού έργου. Η διαφορά σήμερα βρίσκεται στο ότι ο π. Μελέτιος δεν ‘παίζει’ στο έργο από το 2012, έτος της κοίμησής του, ενώ η εκλογή του διαδόχου του έδειξε ότι η Ιεραρχία της Εκκλησίας μας δεν φαίνεται ότι στη συντριπτική πλειοψηφία της συμμερίζεται το όραμα εκείνου για ανανέωση. Αυτό δεν σημαίνει ότι το φαινόμενο δεν συνεχίζεται και η ανανέωση δεν παραμένει αίτημα και υπόσχεση.
Η Ιεραρχία έβλεπε τον π. Μελέτιο με αμφιθυμία. Για τη στάση του πολλοί από τους Ιεράρχες τον θεωρούσαν τύπο σνομπ. Ότι τους αντιμετώπιζε με τρόπο υπεροχικό και ακατάδεκτο. Το αντίθετο βέβαια συνέβαινε. Ένα παράδειγμα: Όταν ο Πρωτοσύγγελός του ήταν υποψήφιος για τη Μητρόπολη Αιτ/νίας το 2005 μετά από υπόσχεση του τότε Αρχ/που, ο π. Μελέτιος άρχισε τη γνωστή διαδικασία. Τα τηλέφωνα, τις συναντήσεις με τα μέλη της Ιεραρχίας και τα σχετικά. Ο υποψήφιος έπρεπε να συναντήσει και κάποιον λαϊκό παράγοντα του τότε εκκλησιαστικού καθεστώτος. Επρόκειτο για πρόσωπο από αυτά που ασκούν μεγάλη επίδραση στο περιβάλλον των Αρχ/πων, είναι άνθρωποι της εμπιστοσύνης τους και ουσιαστικά έχουν τη θέση που είχαν οι μυστικοσύμβουλοι στις αυλές των προνεωτερικών ηγεμόνων. Είναι και αυτό σημείο της καθυστερημένης και απροσάρμοστης στα σύγχρονα δεδομένα, της διαφάνειας και λογοδοσίας, εκκλησιαστικής ζωής. Ο Πρωτοσύγγελος εξεπλάγη και τον ρώτησε: – Μα πρέπει να δω και αυτόν τον άνθρωπο; Ο π. Μελέτιος του απάντησε με το ψαλμικό: – «Εύρωμεν αυτήν εν τοις πεδίοις του δρυμού» (Ψλμ.131,6). Του θύμισε το επεισόδιο από τη Παλαιά Διαθήκη, τότε που οι Φιλισταίοι νίκησαν τους Ισραηλίτες και τους πήραν την Κιβωτό της Διαθήκης. Μετά από πολλές περιπέτειες η Κιβωτός κατέληξε στα δάση απ’ όπου ο Δαυίδ την μετέφερε στα Ιεροσόλυμα στον τόπο της εμφανίσεως της δόξης του Θεού (Α΄ Βασ. 5,1-7,2. Β΄ Βασ. 6,1-17). Ο π. Μελέτιος ήθελε απλά να πει ότι αυτή είναι η πραγματικότητα, αυτοί είναι οι όροι του παιχνιδιού και πρέπει να τους λάβουμε υπόψη στα σοβαρά. Όπως έλαβε στα σοβαρά ο Χριστός την αμαρτία των ανθρώπων και έγινε όπως γράφει ο Παύλος ‘αμαρτία’. Διαφορετικά πρέπει να περάσουμε στην απέναντι πλευρά, να νίψουμε τας χείρας μας και να κρατήσουμε την καθαρότητά μας. Το αποτέλεσμα θα είναι να αφήσουμε την Κιβωτό της Διαθήκης, δηλαδή την Εκκλησία, στα χέρια των εχθρών του Χριστού.
Δεν ξέρω αν αντιλαμβανόμαστε στο επεισόδιο αυτό, το βάθος της εκκλησιαστικής πιστότητας του π. Μελετίου. Δεν ήξερε μόνο καλά την διδασκαλία για το Χριστό, αλλά είχε αφομοιωθεί ο ίδιος στον Χριστό. Γι’ αυτό ενώ γνώριζε και τηρούσε τους κανόνες του παιχνιδιού, δεν παραιτήθηκε ποτέ από την ακεραιότητά του. Στις αρχιερατικές εκλογές, δεν αποδέχτηκε την συναλλακτική πρακτική «θα ψηφίσεις τον δικό μου, θα ψηφίσω τον δικό σου» χωρίς κριτήρια και βέβαια δεν πέτυχε την εκλογή του Πρωτοσυγγέλου του, ούτε κατάφερε να φέρει κάποιον από τους κληρικούς του έστω και στη θέση του υποψηφίου Μητροπολίτου.
Ο π. Μελέτιος δεν αγνοούσε τα προβλήματα, και δεν αποδεχόταν άκριτα την εκκλησιαστική πραγματικότητα. Το παραπάνω περιστατικό δείχνει ότι ήταν πάντα προσγειωμένος και ουδέποτε αρνήθηκε την «βρώμικη δουλειά». Ανέλαβε την εκπροσώπηση της Εκκλησίας μας στον διάλογο με τους Αντιχαλκηδόνιους και υπέγραψε την τόσο σημαντική για την πορεία του Β΄ Κοινή Δήλωση. Γι’ αυτό αντιμετώπισε σύσσωμη την επίθεση της αντιπολίτευσης. Το ίδιο προκάλεσε και η πρωτοβουλία του να δημοσιεύσει τις απόψεις του για τον Αντίχριστο και το 666. Άλλοι όμως τον έβλεπαν με σεβασμό και έδιναν στις απόψεις του μεγάλη σημασία.
Διερωτάται κάθε άνθρωπος που διαβάζει το βιβλίο που παρουσιάζουμε.
-Γιατί η συντριπτική πλειοψηφία της Ιεραρχίας της Εκκλησίας μας δεν έλαβε υπόψη της την προσπάθεια του π. Μελετίου για ανανέωση της εκκλησιαστικής ζωής;
-Τι ήταν αυτό που την απέτρεψε να τηρήσει τους Ιερούς Κανόνες και να εκλέξει διάδοχό του κάποιον από τα μέλη του Κλήρου της Μητροπόλεως Νικοπόλεως που έζησαν από κοντά την προσπάθειά του, ήταν συμμέτοχοι της ευθύνης του και θα μπορούσε να συνεχίσει;
-Γιατί ο π. Μελέτιος παρότι υπηρέτησε στην Ιερά Σύνοδο επί πολλά χρόνια και από καίρια θέση, έγινε μέλος της Ιεραρχίας, ήταν πάντοτε πρόθυμος και έμπιστος εκπρόσωπός της σε διάφορες επιτροπές και αποστολές δεν έτυχε μετά θάνατον της μεταχείρισης τόσων άλλων ιεραρχών, που τους διαδέχτηκαν οι συνεργάτες τους;
Οι πιθανές απαντήσεις είναι:
-Η διαδοχή του π. Μελετίου ήταν επιγενόμενο των περιστάσεων της καθημερινότητας. Της τριβής, των προσωπικών σχέσεων και των συγκυριών που δεν επέτρεψαν μια διαδοχή που θα συνέχιζε οργανικά την προσπάθεια της ανανέωσης.
-Η Ιεραρχία της Εκκλησίας μας, επειδή έχει γραφειοκρατικοποιηθεί, έχει αυτονομηθεί από το πλήρωμα της Εκκλησίας μας, έγινε σώμα αυτοαναφορικό με αποτέλεσμα να ενεργεί και να αποφασίζει χωρίς να γνωρίζει και να λαμβάνει υπόψη της φαινόμενα όπως αυτό της Μητροπόλεως Πρεβέζης, αλλά οι αποφάσεις της στοχεύουν στην αναπαραγωγή και αυτοσυντήρησή της.
-Η προσπάθεια για ανανέωση στη Μητρόπολη της Νικοπόλεως ξεπέρασε τα εσκαμμένα και προκάλεσε την Ιεραρχία. Ο ίδιος ο π. Μελέτιος δεν φρόντισε για συμμαχίες εντός της Ιεραρχίας και οι πρωτοβουλίες του φόβισαν. Ήδη είχε κληθεί για εξηγήσεις το 2010. Η Ιεραρχία δεν ήθελε να διακινδυνεύσει μια συνέχεια με απρόβλεπτες συνέπειες.
Οι παραπάνω ερωτήσεις και απαντήσεις μπορεί να γίνουν διαφορετικές χωρίς αυτό να σημαίνει και πολλά πράγματα. Στο βιβλίο υπάρχει ένα σχόλιο του ίδιου του π. Μελετίου: «Ποτέ μου δεν έκανα πρόγραμμα. Πάντοτε περιμένω την πιθανότητα διακοπής της διακονίας μου στην επαρχία Νικοπόλεως, κάποια στιγμή εντελώς απροσδόκητα» (σ. 179).
Το βιβλίο αφιερώνει ένα κεφάλαιο στο σκάνδαλο του ‘αγίου Πρεβέζης’ και αναφέρεται στο πως ο π. Μελέτιος «αναδύθηκε ως το τέλειο αντίδοτο που θα θεράπευε τις πληγές της Εκκλησίας της Πρεβέζης» (σ. 78). Σήμερα, σχεδόν σαράντα χρόνια αργότερα, διερωτάται κανείς μήπως η Ιεραρχία μας διακατέχεται από το σύνδρομο του Φαραώ που μπροστά στην πληγή αποδεχόταν το θέλημα του Θεού, αλλά όταν τα συμπτώματα υποχωρούσαν αρνιόταν να το υπηρετήσει αναμένοντας την επόμενη πληγή; Πάντως ούτως ή άλλως η συνέχεια της προσπάθειας του π. Μελετίου για ανανέωση, μιας προσπάθειας εκ των άνω, φαίνεται να μην έχει προοπτική.
Ας γυρίσουμε πίσω στο μυθιστόρημα του Έκο όπου κατά τον αφηγητή η έκφραση του μοναχού Αϊμάρου, του αρχηγού της αντιπολίτευσης, «διαπνεόταν από διαρκή χλευασμό, σαν να μην κατόρθωνε ποτέ να συμφιλιωθεί με τη μωρία όλων των ανθρωπίνων όντων, και ταυτόχρονα να μην μπορούσε να πάρει στα σοβαρά τη τραγωδία του σύμπαντος»[5]. Ο π. Μελέτιος είχε κατορθώσει να συμφιλιωθεί με την μωρία των ανθρωπίνων όντων, ένα από τα οποία θεωρούσε τον εαυτό του[6], γι’ αυτό και δεν τον θάμπωνε ‘πάθος κανένα’ όπως λέει ο ποιητής. Επίσης είχε πάρει στα σοβαρά την τραγωδία του σύμπαντος και πίστευε βαθιά στη λύση που έδωσε ο Χριστός δια του Σταυρού του. Η ζωή του, το κήρυγμά του και η πολιτεία του ξεχείλιζαν από τον λόγο και την πράξη του Σταυρού και την χαρά της Αναστάσεως.
π. Αντώνιος Πινακούλας [19.05.2017]
[1] STEPHEN R. LLOYD – MOFFET, BEAUTY FOR ASHES, The Spiritual Transformation of a Modern Greek Communion, ST VLADIMIR’S SEMINARY PRESS, CRESTWWOOD, NEW YORK, 2009
[2] ΟΜΟΡΦΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΤΑΧΤΕΣ, μτφρ. Π. Τσαλίκη, ΙΩΝΑΣ, ΠΡΕΒΕΖΑ 2015
[3] ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ, Το όνομα του ρόδου, μτφρ. Έφης Καλλιφατίδη, ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, 1980, σ. 194
[4] Η αγιότητα και η σοφία ήταν λέξεις που συχνά βρίσκονταν στα χείλη του και στα γραπτά του και αφορούσαν ανθρώπους της Εκκλησίας. Σε συνέντευξή του στον συγγραφέα του βιβλίου που παρουσιάζουμε αναφέρεται στον π. Ιωήλ Γιαννακόπουλο ότι ήταν : «κολοσσός σοφίας και αγιότητος». Βλ. Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου, ΛΟΓΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΙ, ΑΚΡΙΤΑΣ 2007, σ.35
[5] Ο. π. σ. 194
[6] Πρβλ. «τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός» (Α΄ Κορ. 2,27)
Θεματολογικές ετικέτες