Κληρικαλισμός και Πανδημία
Jim Sabαk
[Και στην άλλη… κοίτη του χριστιανικού ποταμού τα ίδια συμβαίνουν!
Παραθέτουμε τις σκέψεις ενός κληρικού (fr. Jim Sabαk, γενικού αρχιερατικού, κάποιας από τις καθολικές μητροπόλεις της Νέας Υόρκης) νηφάλιες και διευκρινιστικές, χρήσιμες και για εμάς. Είναι προφανές για όλους ότι τώρα που βυθίζεται ο Τιτανικός, δεν είναι η ώρα ‘’να μετρήσουμε τα ασημικά’’, αλλά πρέπει να βάλουμε τους ανθρώπους σε σωσίβιες λέμβους! Ο Χριστός, που είπε ότι θα μας ανταμείψει για το νερό ενός ποτηριού που δώσαμε, το πιστεύουμε και το ευχόμαστε να ανταμείψει πολλαπλάσια τους γιατρούς τους νοσηλευτές, το προσωπικό των νοσοκομείων, γενικά όλους όσους ‘’μοιράζουν σωσίβιες λέμβους’’ αλλά και θεολογικά σωστές και ήρεμες τοποθετήσεις, που φωτίζουν. Σημείωση του enoriako.info]
Όπως γνωρίζει οποιοσδήποτε πρωτοσύγκελος, υπάρχουν πολλά λειτουργικά προβλήματα προς επίλυση κατά τη διάρκεια αυτής της δύσκολης περιόδου στην ανθρώπινη ιστορία. Στο επίκεντρο των προβλημάτων αυτών βρίσκεται το ζήτημα της τέλεσης των ιερών Μυστηρίων.
Ωστόσο, η προσωπική μου εμπειρία δείχνει ότι η μεγαλύτερη δυσκολία δεν έγκειται στην ανάγκη προσαρμογής σε νέους κανόνες και περιορισμούς, αλλά στις απρόβλεπτες αντιδράσεις από τον κλήρο στις προτεινόμενες (παροδικές) αλλαγές. Προσωπικά δεν περίμενα την καταιγίδα που θα ξεσπούσε όταν βάλαμε σε εφαρμογή οδηγίες που προέκυψαν από την ανάγκη για κοινωνική αποστασιοποίηση και τις εντολές παραμονής στο σπίτι.
Τα τρία μυστήρια που χρειάζονται μεγαλύτερη προσοχή ήταν, φυσικά, η Θεία Ευχαριστία, το μυστήριο της εξομολόγησης, και το ευχέλαιο. Εάν η πανδημία του κορωνοϊού δεν είχε συμπέσει με τη Σαρακοστή, η εξομολόγηση θα ήταν ίσως λιγότερο φλέγον ζήτημα. Έτσι, με την έγκριση του επισκόπου μου, ετοίμασα ένα σημείωμα που προσέφερε στους ιερείς ορισμένες κατευθυντήριες οδηγίες για το πώς να χειριστούν αυτά τα μυστήρια, δεδομένης της σοβαρότητας της παγκόσμιας πανδημίας.
Όσον αφορά στη Θεία Ευχαριστία, ενθαρύναμε την ζωντανή αναμετάδοση της Θείας Λειτουργίας μέσω διαδικτύου. Κάτι τέτοιο ήταν βέβαια λογικό, δεδομένων των αυξανόμενων μέτρων που περιορίζουν τον αριθμό των ατόμων που μπορούν να συγκεντρωθούν σε δημόσιους χώρους. Ζητήσαμε επίσης να αποφεύγεται η διανομή της Θείας Κοινωνίας πριν ή μετά τη λειτουργία, δεδομένου ότι αυτή η πρακτική απομονώνει το ίδιο το μυστηριακό στοιχείο της Θείας Κοινωνίας από το θεμελιώδες πλαίσιο της μυστηριακής λατρείας.
Για την εξομολόγηση, ζητήσαμε από τους κληρικούς να σταματήσουν τις πρακτικές απομακρυσμένης εξομολόγησης, καθώς αυτές δεν αποτελούν τον πλέον κατάλληλο τρόπο για τη διεξαγωγή της. Η απόσταση δύο μέτρων μεταξύ του εξομολογούμενου και του εξομολόγου πολύ απλά δεν εξασφαλίζει την ιδιωτικότητα αλλά και την προσωπική επαφή που είναι απαραίτηση για την σωστή τέλεση του μυστηρίου.
Τέλος, όσον αφορά στο ευχέλαιο προσπαθήσαμε εναγωνίως να βρούμε έναν τρόπο διεξαγωγής του, ειδικά για τους ασθενείς εκείνους που υπέκυψαν στον ιό. Αποφασίσαμε ότι η προσευχή για τους ασθενείς, μαζί με την οικογένεια, θα ήταν η καλύτερη λύση, δεδομένης της προβληματικής κατάστασης που σχετίζεται με το άγγιγμα του μετώπου και των χεριών με το έλαιο του μυστηρίου.
Μέσα σε λίγα λεπτά από την αποστολή του σημειώματος, το email μου βομβαρδίστηκε από απανωτές ερωτήσεις. Κάποιοι ζητούσαν απλά αποσαφηνίσεις και προεκτάσεις επί των περιεχομένων. Ωστόσο, υπήρχαν και εκείνοι των οποίων τα μηνύματα περιείχαν έναν θυμό αδιευκρίνιστης προέλευσης.
Ένας ιερέας μου έγραψε ότι οι οδηγίες μου τον έκαναν να αναρωτηθεί για ποιο λόγο έγινε ιερέας, και ότι ίσως θα έπρεπε να είχε διαλέξει άλλη πορεία ζωής. Ένας άλλος έστειλε το σημείωμα στο blog του διαβόητου πατρός Z., ο οποίος άρχισε πάλι να τα “ψέλνει”, όπως το συνηθίζει άλλωστε. Ο πατήρ Ζ. ξεκίνησε ένα παραλήρημα γράφοντας ότι αυτές οι οδηγίες καταδίκαζαν τους πιστούς σε αιώνια κόλαση επειδή τους εμπόδιζαν να λάβουν τα απαραίτητα μυστήρια πριν από το θάνατο.
Πολλοί άλλοι ανέφεραν αγίους και μάρτυρες που αψήφησαν τις αρχές, κολύμπησαν σε νερά γεμάτα καρχαρίες, και άλλα τέτοιου είδους επιτεύγματα, για να φέρουν την Θεία Κοινωνία στους πιστούς. Πώς είναι δυνατόν εμείς να υποκύπτουμε στις κοσμικές απαιτήσεις που οργανώνονται με σκοπό να στερήσουν τη μητρόπολη από τη θρησκευτική της ελευθερία; Ένας ιερέας προσπάθησε μάλιστα να ισχυριστεί ότι η διανομή της Κοινωνίας στο στόμα ήταν πιο υγιεινή και ασφαλής από τη διανομή στο χέρι.
Και μετά από όλα αυτά, βγήκε και μια νεόκοπη αρμάδα ειδικών του κανονικού δικαίου, αναφέροντας τον Κανόνα 1000, άρθρο 2, σε σχέση με το ευχέλαιο. Ο κανόνας, λένε, δηλώνει ότι για σοβαρό λόγο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα όργανο [αντί δαχτύλου] για τη χρίση. Ο κανόνας, ωστόσο, δεν λέει τίποτα ρητά για το τι να κάνει κανείς σε περίπτωση πανδημίας.
Οι αντιδράσεις ήταν τόσο εντυπωσιακές όσο και αινιγματικές, όχι μόνο επειδή αντανακλούσαν μια άγνοια της σοβαρότητας της πανδημίας, αλλά και γιατί δείχνουν μια συγκεκριμένη κατανόηση της χειροτονίας αλλά και της διακονίας των ιερών μυστηρίων. Οι κληρικοί που απαίτησαν να συνεχίσουν να λειτουργούν, να εξομολογούν και να χρίουν χωρίς περιορισμούς, το έκαναν επειδή η «εκτέλεση» αυτών των τελετουργικών ενεργειών και μόνο καθορίζει ποιοι είναι ως ιερείς.
Λαμβάνοντας υπόψη ορισμένες από τις τρέχουσες τάσεις που ταυτίζουν τον κληρικό με ένα διανομέα μυστηρίων, αυτή η αποκάλυψη δεν είναι κάτι καινούργιο. Προδίδει όμως έμμεσα μια προβληματική θεώρηση του τι είναι η ιερατική διακονία και τι είναι τα μυστήρια. Μια περίεργη μορφή πανδημικού κληρικαλισμού που εξαναγκάζει τους ιερείς να είναι οι αποκλειστικοί θεράποντες των αναγκών των πιστών, αλλά με τους όρους των πιστών. Και αυτοί οι όροι μοιάζει να δίνουν έμφαση περισσότερο στην τελετουργική ενάσκηση, παρά στο εννοιολογικό πλαίσιο [μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα η τελετουργία].
Το κυρίαρχο ζήτημα είναι η απαγόρευση της τέλεσης των μυστηρίων. Η αντίδραση σε αυτή την απαγόρευση, ωστόσο, εστιάζει λιγότερο στην αλήθεια ότι τα μυστήρια είναι γεγονότα εκ φύσεως κοινοτικά, και περισσότερο στον (απαραίτητο) ρόλο των κληρικών ως ιερουργών των μυστηρίων. Η παρανόηση από την μεριά των πιστών σχετικά με το ρόλο των ιερωμένων, τροφοδοτεί και αυτή με τη σειρά της τη συγκεκριμένη αδύναμη αντίληψη της ιερατικής διακονίας στην Εκκλησία. Η αντίδραση και οι αντιρρήσεις του κλήρου έκαναν έκδηλη την πεποίθησή του ότι η αδυναμία παροχής μυστηρίων με τον συνηθισμένο τρόπο άφησε τους πιστούς έκθετους σε κάποιο είδος πνευματικού κινδύνου ενώπιον του Θεού. Με βάση αυτή την πεποίθηση, εάν ένας ιερέας δεν μπορεί προσωπικά και με ιδία ενεργεία να παρέχει σε ένα πιστό συγχώρεση, θεραπεία, και πρόσβαση στην τράπεζα της Ευχαριστίας, τότε έχει παραμελήσει το ιερατικό του καθήκον, και τόσο ο κληρικός όσο και ο πιστός είναι κατηγορούμενοι για προσβολή ενάντια στο Θεό.
Τέτοιες απόψεις και αντιδράσεις μοιάζουν να τονίζουν μια τυπολατρία και μια νομικίστικη αντίληψη δημοφιλή σε ορισμένους κύκλους της Εκκλησίας σήμερα. Το πιο ανησυχητικό, ωστόσο, είναι η κυρίως υπερφυσική και σχεδόν μαγική προσέγγιση τους όσον αφορά στη συμμετοχή και στην αποτελεσματικότητα των ιερών μυστηρίων. Με έναν εντυπωσιακό τρόπο, η πανδημία φαίνεται να έχει ξεθάψει μια “φαρμακευτική” αντίληψη των Μυστηρίων, όπου ο κλήρος ενεργεί ως γήινος γιατρός του «Επουράνιου Ιατρού». Με βάση αυτή την αντίληψη, οι πιστοί, επειδή είναι θεμελιωδώς αμαρτωλοί, χρειάζονται τα μυστήρια προκειμένου να θεραπευθούν και να διατηρήσουν την κατάλληλη σχέση με τον Θεό. Τα μυστήρια τους παρέχουν επίσης μια ευκαιρία να κερδίσουν την αιώνια ζωή εάν πεθάνουν. Η σημερινή ταχύτατη διάδοση μιας προσευχής του 18ου αιώνα από τον Αλφόνσους Λυγκούρι για την ανακούφιση του άγχους για την αδυναμία λήψης της Ευχαριστίας (μιας προσευχής με θεολογικά προβλήματα — δεν λαμβάνουμε τον Ιησού με την Θεία Κοινωνία, αλλά το, αναστημένο Χριστό) μαρτυρεί την εξάπλωση αυτής της αντίληψης.
Τίποτα στις συνομιλίες μου με αυτούς τους ιερείς δεν αντανακλούσε την κατανόηση του μυστηρίου ως κοινοτικής πράξης, ως συνάντησης με τον Θεό, με τον Χριστό, για την οικοδόμηση της Βασιλείας του Θεού, για τον μετασχηματισμό της ζωής μας εδώ και τώρα. Ενώ η ανησυχία τους για τους πιστούς και την παροχή των μυστηρίων είναι ειλικρινής, η ανησυχία αυτή τονίζει την αθάνατη σωτηρία που αποκτιέται μέσω της λήψης των μυστηρίων, και τον ρόλο των ιερωμένων στην παροχή των μέσων για αυτήν τη σωτηρία. Έχει έντονα στοιχεία κακόδοξης σεκταριστικής θρησκευτικότητας και πλησιάζει την αντίληψη ότι χωρίς τους κληρικούς δεν θα μπορούσε να υπάρχει μυστηριακή εμπειρία, και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε να υπάρχει οποιαδήποτε δυνατότητα σωτηρίας.
Τέτοιες ερμηνείες και αντιλήψεις γύρω από τη μυστηριακή προσέγγιση είναι αντίθετες με τη θεολογία της Β’ Βατικάνειας Συνόδου. Οι ιερωμένοι επιδιώκουν ειλικρινά να ασκήσουν το ρόλο τους ως διάκονοι σε αυτή τη δύσκολη περίοδο κοινωνικών περιορισμών, αλλά πολλοί επιδιώκουν να το κάνουν με σχεδόν μαγικό τρόπο. Μια τέτοια προσέγγιση προωθεί την εικόνα ενός Θεού που δεν ανέχεται οι ταλαιπωρίες μιας πανδημίας να καταστούν εμπόδιο για να λάβει αυτά που δικαιούται όσον αφορά στις μυστηριακές υποχρεώσεις των πιστών του.
Το πιο εντυπωσιακό στις απαιτήσεις τόσο του κληρου όσο και των πιστών για «τα μυστήρια τους», είναι μια κρίσιμη αστοχία στην εκτίμηση του ρόλου των μυστηρίων στην «καθημερινή και οικιακή» ζωή των πιστών. Το να αντιμετωπίζουμε αυτά τα μυστηριακά γεγονότα στην ανθρώπινη ζωή ως κατά βάση μεταφυσικές εκδηλώσεις, που επιδιώκουμε ατομικά, τους στερεί τη σύνδεσή τους με αυτήν την γη και την αποκεκαλυμένη αλήθεια ότι ο Θεός επιλέγει να ενεργήσει για μας μέσω των αγαθών αυτής της γης. Είναι πάντα ο Θεός που ενεργεί μέσα και διαμέσου αυτών των μυστηριακών εκδηλώσεων, με τους ιερείς ως όργανα που συγκεντρώνουν την Εκκλησία μαζί προκειμένου να συναντηθεί με το Θεό μέσω αυτής της δραστηριότητάς Του. Τούτες τις μέρες, αυτή η εμπειρία πρέπει να λάβει χώρα πέρα από τη συνηθισμένη σφαίρα τελετουργίας και τυπικού. Οτιδήποτε άλλο χρησιμεύει μόνο για να περιορίζει τη ζωτική εμπειρία μας από τη συγχώρεση, το έλεος, και την αγάπη του Θεού.
Μετέφρασε ο Γιάννης Ζορμπάς
Θεματολογικές ετικέτες