Το κομμάτι που διαβάσαμε σήμερα απ’ το Ευαγγέλιο περιέγραφε ένα θαύμα του Χριστού στην έρημο, σ’ έναν τόπο ακατοίκητο δηλαδή, σε μια περιοχή χωρίς κάποια πόλη εκεί γύρω. Εκεί λοιπόν, στην έρημο ευλόγησε πέντε άρτους και τρία ψάρια και έφαγαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι ήταν πέντε χιλιάδες άνδρες, χωρίς τις γυναίκες και τα παιδιά.
Φαίνεται κάπως περίεργο το γεγονός και το θαύμα, και νομίζει κανείς, κατ’ αρχάς, ότι τι να σκεφτείς σ’ ένα τέτοιο περιστατικό: Ο Θεός τα μπορεί όλα· και λοιπόν; Έκανε κάτι ακόμα!
Όμως, έχει ένα παρελθόν αυτό από πίσω του.
Υπάρχει ένας ψαλμός στο Ψαλτήρι της Παλαιάς Διαθήκης, ο 77, ο οποίος ονομάζεται ψαλμός Maskil. Στα εβραϊκά Maskil σημαίνει «συνέσεως»· να είναι κανείς μυαλωμένος, να σκέφτεται. Και σ’ αυτόν τον ψαλμό περιγράφεται, πολύ επί τροχάδην, όλη η ιστορία των Εβραίων. Είναι εντυπωσιακός και είναι μακρύς ο ψαλμός, έχει 72 στίχους. Μεταξύ των άλλων στίχων περιγράφει και την διάθεση των Εβραίων απέναντι στο Θεό. Και λέει λοιπόν στον στίχο 19: «καὶ κατελάλησαν τοῦ Θεοῦ καὶ εἶπον· μὴ δυνήσεται ὁ Θεὸς ἐτοιμάσαι τράπεζαν ἐν ἐρήμῳ;» Άρχισαν να βρίζουν, λέει, τον Θεό οι Εβραίοι στην έρημο του Σινά και να λένε: «Ε, τι δηλαδή τώρα. Μας κουβάλησε εδώ να πεθάνουμε; Δεν μπορούσε άλλη στιγμή πριν. Ας μέναμε στην Αίγυπτο. Τουλάχιστον είχαμε σκόρδα, κρεμμύδια, κάτι τρώγαμε. Έχουμε βαρεθεί εδώ πέρα σ’ αυτή την πορεία θανάτου». Και έλεγαν: «καὶ κατελάλησαν τοῦ Θεοῦ καὶ εἶπον· μὴ δυνήσεται ὁ Θεὸς ἐτοιμάσαι τράπεζαν ἐν ἐρήμῳ;»
Ο Χριστός ήταν Εβραίος και αυτοί που ήταν μπροστά του ήταν Εβραίοι. Και για το θαύμα ο Χριστός, τους επεσήμανε ότι ο Θεός μπορεί να στήσει «τράπεζαν ἐν ἐρήμῳ». Τώρα εμείς που τα διαβάζουμε είμαστε σε μια άλλη φάση. Σ’ εκείνους τους λέει, ουσιαστικά με υπονοούμενα, ότι ξέρετε είμαι ο Θεός που δημιούργησε την έρημο, και σας, και το τραπέζι. Και συνεπώς θα πρέπει να μάθετε να με εμπιστεύεστε. Σε μας εδώ τώρα λέει ακριβώς το ίδιο με τον ανάλογο τρόπο. Παίρνει τα ψωμιά, τα ευλογεί, τα κομματιάζει, τα διαιρεί και τα δίνει στους αποστόλους να τα μοιράσουν. Δεν πολλαπλασιάζει τα ψωμιά. Διχοτομεί τα ψωμιά. Ο πολλαπλασιασμός δημιουργεί στον άνθρωπο κορεσμό. Ο Χριστός αποδεικνύει ότι μπορεί απ’ το ελάχιστο να χορτάσει την καρδιά μας.
Είναι καταφάνερο ότι σε όλο αυτό το περιστατικό γίνεται αναγωγική ανάμνηση αυτού που θα ακολουθούσε· της Θείας Ευχαριστίας! Στην οποία ο Χριστός πάλι, παίρνει το ψωμί, το ευλογεί, το σπάζει κομμάτια –αυτό σημαίνει κλάσις, κλάσμα, αρτοκλασία, που λέμε τώρα εμείς, κομμάτιασμα– και το διανέμει στους μαθητές, τότε. Και τώρα κάνουμε κι εμείς το ίδιο. Ο παπάς ευλογεί το ψωμί, το κόβει κομμάτια και το μοιράζει στους ανθρώπους.
Όλα αυτά τα κάνει ο Χριστός για να μας θυμίζει διαρκώς την Ευχαριστία, και μας καλεί να μη σταθούμε στον ανθρώπινο ορίζοντα, αλλά να αρχίσουμε να σκεπτόμαστε με τον ορίζοντα του Θεού. Κι όταν ο άνθρωπος βρίσκεται στην έρημο ο ορίζοντάς του είναι ανθρώπινος. Η πείνα είναι μία φυλακή και, ξέρετε κάτι, τα σημερινά δεδομένα είναι χειρότερα από τα τότε! Τώρα ο άνθρωπος είναι σε μία έρημο γεμάτη ανθρώπους, σε μια κατάσταση γεμάτη καταστήματα που πουλάν τροφές. Και όμως, παρά ταύτα, ο άνθρωπος είναι και έρημος και πεινασμένος.
Ο Χριστός με την Ευχαριστία προσπαθεί να μας μάθει, να μας ανοίξει τον ορίζοντά μας, να μας μάθει να Τον εμπιστευόμαστε και να μας πει με τι χορταίνει ο άνθρωπος. Προσέξτε μία λεπτομέρεια, όμως. Όταν τελείωσε το φαγητό αυτό και έφαγαν όλοι, περίσσεψαν δώδεκα κοφίνια. Γιατί περίσσεψαν δώδεκα κοφίνια; Γιατί δώδεκα ήταν οι απόστολοι!! Αντιστοιχούσε ένα στον καθένα. Δηλαδή; Καθένας μπαίνοντας μέσα στην Εκκλησία παίρνει παρακαταθήκη ένα κοφίνι, ένα κομμάτι απ’ την Ευχαριστία. Από κει και μετά μένει δυνατότητά του αλλά και απορία, τι θα το κάνει;;!!
Το ψωμί του ουρανού είναι ο Χριστός· σ’ ένα άλλο σημείο, ο ίδιος λέει ότι είναι η Ευχαριστία. Το παίρνω το Ψωμί της Ευχαριστίας για να χορτάσω την ψυχική μου πείνα; Κι αν το παίρνω για να χορτάσω την ψυχική μου πείνα, πώς φαίνεται στον διπλανό μου αυτό; Πώς είναι δυνατόν να του μιλήσω αξιόπιστα για να με εμπιστευθεί ότι χόρτασε όντως η δική μου πείνα; Πώς να καταλάβουμε ότι στην περίπτωσή μας δεν είναι γεύμα, αλλά δείπνο; Απ’ τον Μυστικό μου μέχρι την Ευχαριστία; Δηλαδή το κλείσιμο της ανθρώπινης ζωής!
Αδελφοί μου, θα πρέπει να μάθουμε κι εμείς να εμπιστευόμαστε τον Χριστό, να ανοίξει ο ορίζοντάς μας σε μια προοπτική την οποία Αυτός επισημαίνει, και να καταλάβουμε ότι σύνεση (ψαλμός 77 Maskil, που λέγαμε) είναι το να εμπιστευόμαστε Αυτόν, ο οποίος μας αγαπά και δεν θέλει να πεθάνουμε. Όχι βιολογικά. Αυτό θα γίνει κάποια στιγμή. Αλλά τον χειρότερο θάνατο, που είναι ο ψυχικός και ο πνευματικός.
Η’ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Χορτασμός πεντακισχιλίων
Ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον
Κεφ. ιδ’, 14-22
Τόν καιρό ἐκεῖνο ὄντας ὁ Ἰησοῦς στήν ἔρημο, εἶδε μπροστά του κόσμο πολύ καί τούς σπλαγχνίσθηκε καί θεράπευσε τούς ἀρρώστους τους. Ὅταν βράδυασε τόν πλησίασαν οἱ μαθητές του καί τοῦ εἶπαν:
– Ὁ τόπος εἶναι ἔρημος. Ἡ ὥρα πέρασε. Μή κρατᾶς πιά ἄλλο τόν κόσμο, πές τους νά φύγουν, νά πᾶνε στά χωριά νά ἀγοράσουν κάτι νά φᾶνε.
Ὁ Ἰησοῦς τούς ἀπάντησε:
– Δέν ὑπάρχει λόγος νά φύγουν. Δῶστε τους σεῖς νά φᾶνε.
Τοῦ εἶπαν:
– Δέν ἔχουμε μαζί μας παρά μόνο πέντε ψωμιά καί δυό ψάρια.
Τούς εἶπε ὁ Ἰησοῦς:
– Φέρτε τά μου ἐδῶ.
– Καί ἀμέσως ἄφοῦ διέταξε τόν κόσμο νά κάτσει στό χορτάρι, πῆρε τά πέντε ψωμιά καί τά δυό ψάρια καί ἀφοῦ σήκωσε τά μάτια του στόν οὐρανό, τά εὐλόγησε, τά ἔκοψε κομμάτια καί τά ἔδωσε στούς μαθητές του, καί οἱ μαθητές του τά μοίρασαν στόν κόσμο.
Ἔφαγαν ὅλοι· καί χόρτασαν, καί μάζεψαν τά περισσεύματα, δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα. Καί ἐκεῖνοι πού ἔφαγαν, ἦταν γύρω στούς πέντε χιλιάδες ἄνδρες μόνο, χωρίς νά ὑπολογίζουμε τίς γυναῖκες καί τά παιδιά.
Ἀμέσως μετά, ὁ Ἰησοῦς ἀνάγκασε τούς μαθητές του νά μποῦν στό πλοῖο καί νά πᾶνε νά τόν περιμένουν στήν ἀπέναντι παραλία, μέχρις ὅτου πείσει τόν κόσμο νά ἐπιστρέψουν στά σπίτια τους.-
Θεματολογικές ετικέτες