Κατήχηση

Κυριακή του Ασώτου – «Ὁ Ἐλεήμων Πατήρ»

«Ενώ ήταν ακόμα μακριά, ο πατέρας του τον είδε και τον σπλαχνίστηκε, έτρεξε και τον αγκάλιασε σφιχτά και τον καταφιλούσε» (Λκ 15, 20).

Εδώ το Ευαγγέλιο μας οδηγεί στην καρδιά της παραβολής, δείχνοντας την ανταπόκριση του πατέρα, όταν βλέπει την επιστροφή του γιου του.

Βαθιά συγκινημένος τρέχει για να τον συναντήσει, πριν φτάσει στο σπίτι. Ένας γιος αναμενόμενος από καιρό να επιστρέψει. Ένας πατέρας που χαίρεται που τον βλέπει να επιστρέφει.

Αυτή δεν ήταν η μοναδική φορά που ο πατέρας έτρεξε. Η χαρά του δεν θα ήταν πλήρης χωρίς την παρουσία και του άλλου του γιου! Τότε αφήνει την γιορτή και βγαίνει έξω και τον αναζητεί, τον βρίσκει και τον προσκαλεί να συμμετάσχει κι αυτός στην γιορτή. Όμως ο μεγαλύτερος γιος φάνηκε αναστατωμένος από την γιορτή που είχε ήδη στηθεί για την επιστροφή του αδερφού του. Του ήταν δύσκολο να συμμετάσχει στη χαρά του πατέρα του. Δεν αναγνώρισε την επιστροφή του αδελφού του: «Αυτός ο γιος σου», τον αποκαλεί. Για αυτόν, ο αδελφός του ήταν ακόμα χαμένος, γιατί τον είχε πρώτα χάσει στην καρδιά του.

Με την απροθυμία του να συμμετάσχει στη γιορτή, ο μεγάλος γιος αποτυγχάνει όχι μόνο να αναγνωρίσει τον αδελφό του, αλλά και τον πατέρα του. Θα προτιμούσε να είναι ορφανό παρά αδελφός. Προτιμά την απομόνωση απ’ την συνάντηση· την πίκρα αντί της χαράς. Όχι μόνο δεν είναι σε θέση να καταλάβει ή να συγχωρήσει τον αδελφό του, αλλά δεν μπορεί καν να αποδεχτεί έναν πατέρα ικανό να συγχωρεί, πρόθυμο να περιμένει υπομονετικά, και να έχει την βεβαιότητα πως θα συνεχίσει να κοιτάζει, μήπως και μείνει κάποιος έξω. Με μια λέξη, έναν πατέρα ικανό για συμπόνια.

Στο κατώφλι αυτού του σπιτιού, αποκαλύπτεται κάτι από το μυστήριο της ανθρωπότητας μας. Από τη μία πλευρά, η γιορτή για τον γιο που χάθηκε και βρέθηκε· από την άλλη, ένα αίσθημα προδοσίας και αγανάκτησης για τους εορτασμούς που σηματοδότησαν την επιστροφή του! Από τη μια πλευρά, η υποδοχή που έγινε στο γιο που είχε βιώσει δυστυχία και πόνο, σε τέτοιο βαθμό ώστε να λαχταρά να φάει τα φλούδια που ρίχνονται στους χοίρους· από την άλλη, ο θυμός και οργή για την αγκαλιά που δόθηκε σε κάποιον που είχε αποδείξει ότι είναι τόσο ανάξιος.

Αυτό που βλέπουμε εδώ είναι και πάλι η ένταση που βιώνουμε στις κοινωνίες μας και στις κοινότητές μας, ακόμα και στις δικές μας καρδιές. Μια ένταση βαθιά μέσα μας από την εποχή ακόμα του Κάιν και του Άβελ. Καλούμαστε να την αντιμετωπίσουμε και να το δούμε στις πραγματικές της διαστάσεις. Για την οποία κι εμείς ρωτάμε: «Ποιος έχει το δικαίωμα να ζήσει μαζί μας, να πάρει θέση στα τραπέζιά μας και στις συναντήσεις μας, στις δραστηριότητες και τις ανησυχίες μας, στις πλατείες και τις πόλεις μας;». Η δολοφονική ερώτηση φαίνεται να επαναλαμβάνεται συνεχώς: «Είμαι ο φύλακας του αδερφού μου;» (Γένεση 4, 9).

Στο κατώφλι αυτού του σπιτιού, μπορούμε να δούμε τις δικές μας διαιρέσεις και διαμάχες, την επιθετικότητα και τις συγκρούσεις που παραφυλάνε διαρκώς πίσω από την πόρτα των υψηλών ιδανικών μας, των προσπαθειών μας να οικοδομήσουμε μια κοινωνία αδελφοσύνης, όπου κάθε άτομο μπορεί να βιώσει ακόμη και τώρα την αξιοπρέπεια του να είσαι γιος ή κόρη.

Επίσης στο κατώφλι αυτού του σπιτιού, θα δούμε με ξεκάθαρη σαφήνεια, χωρίς “αν” και “αλλά”, χωρίς σκιές, την επιθυμία του πατέρα να μοιράζονται όλοι, οι γιοι και οι κόρες του, τη χαρά του. Ότι κανείς δεν θα έπρεπε να ζει σε απάνθρωπες συνθήκες, όπως έκανε ο μικρότερος γιος του, ή σαν ορφανός, απομονωμένος και γεμάτος πίκρα όπως ο μεγαλύτερος γιος. Η καρδιά του θέλει να σωθούν όλοι, άνδρες και γυναίκες, και να έρθουν στη γνώση της Αληθείας (Α΄ Τιμ 2, 4).

Είναι αλήθεια ότι πολλές καταστάσεις μπορούν να προκαλέσουν διαίρεση και σύγκρουση, ενώ άλλες μπορούν να μας οδηγήσουν σε αντιπαράθεση και ανταγωνισμό. Αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Συχνά μπαίνουμε στον πειρασμό να πιστέψουμε ότι το μίσος και η εκδίκηση είναι οι νόμιμοι τρόποι εξασφάλισης γρήγορης και αποτελεσματικής δικαιοσύνης. Ωστόσο, η εμπειρία μάς λέει ότι το μίσος, η διαίρεση και η εκδίκηση επιτυγχάνουν μόνο να σκοτώσουν την ψυχή των ανθρώπων μας, να δηλητηριάσουν τις ελπίδες των παιδιών μας και να καταστρέψουν και να σαρώσουν όλα όσα αγαπάμε.

Ο Ιησούς μας καλεί, λοιπόν, να σταθούμε και να εξετάσουμε την καρδιά του Πατέρα μας. Μόνο υπ’ αυτό το πρίσμα μπορούμε να αναγνωρίσουμε εκ νέου ότι είμαστε αδελφοί και αδελφές. Μόνο μπροστά σ’ αυτή την τεράστια προοπτική μπορούμε να υπερβούμε τους κοντόφθαλμους και διχαστικούς τρόπους σκέψης μας, και να δούμε τα πράγματα μ’ έναν τρόπο που δεν θα υποβαθμίζει τις διαφορές μας στο όνομα μιας αναγκαστικής ενότητας ή μιας σιωπηλής περιθωριοποίησης. Μόνο αν μπορέσουμε κάθε μέρα να σηκώνουμε τα μάτια μας στον ουρανό και να τον λέμε «Πατέρα μας», θα μπορέσουμε να γίνουμε μέρος μιας διαδικασίας που θα μας κάνει να βλέπουμε τα πράγματα ξεκάθαρα και να μη κινδυνεύουμε πλέον να ζούμε ως εχθροί, αλλά ως αδελφοί και αδελφές.

«Όλα όσα είναι δικά μου είναι δικά σου» (Λκ 15, 31), λέει ο Πατέρας στον μεγάλο του γιο. Δεν μιλάει τόσο πολύ για υλικό πλούτο, όσο για το μοίρασμα της αγάπης και συμπόνιας Του. Αυτή είναι η μεγαλύτερη κληρονομιά και πλούτος ενός χριστιανού. Αντί να μετράμε ή να ταξινομούμε τους εαυτούς μας σύμφωνα με διαφορετικά ηθικά, κοινωνικά, εθνοτικά ή θρησκευτικά κριτήρια, θα πρέπει να είμαστε ικανοί να αναγνωρίσουμε ότι υπάρχει ένα άλλο κριτήριο που κανένας δεν μπορεί να πάρει ή καταστρέψει, γιατί είναι καθαρό χάρισμα. Είναι η συνειδητοποίηση ότι είμαστε αγαπημένοι γιοι και κόρες, τους οποίους ο Πατέρας αναμένει και την επιστροφή τους γιορτάζει.

«Όλα όσα είναι δικά μου είναι δικά σου», λέει ο Πατέρας, συμπεριλαμβανομένης της ικανότητας μου για συμπόνια. Ας μη πέσουμε στον πειρασμό να υποβαθμίσουμε το γεγονός ότι είμαστε παιδιά Του σ’ ένα ζήτημα κανόνων και κανονισμών, καθηκόντων και παραβιάσεων. Η ταυτότητα και η αποστολή μας δεν θα προκύψουν από μορφές εθελοντισμού, νομικισμού, σχετικισμού των πάντων ή φονταμενταλισμού, αλλά από την ύπαρξη πιστών που καθημερινά ικετεύουν με ταπεινοφροσύνη και επιμονή: «Ἐλθέτω ἡ Βασιλεία Σου».

Η παραβολή του Ευαγγελίου μάς αφήνει με ένα ανοιχτό τέλος. Βλέπουμε τον πατέρα να ζητάει από τον μεγαλύτερο γιο να έρθει και να μοιραστεί τον εορτασμό του ελέους. Ο συγγραφέας του Ευαγγελίου δεν λέει τίποτα για το τι αποφάσισε ο γιος. Ήρθε στην γιορτή; Μπορούμε να υποθέσουμε πως αυτό το ανοιχτό τέλος πρέπει να γραφτεί από τον καθένα μας χωριστά κι από κάθε ξεχωριστή κοινότητα. Μπορούμε να ολοκληρώσουμε την παραβολή με τον τρόπο που ζούμε, με τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τους άλλους και με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τον γείτονά μας. Ο χριστιανός γνωρίζει ότι στο σπίτι του Πατέρα υπάρχουν πολλά δωμάτια: οι μόνοι που μένουν έξω είναι εκείνοι που επιλέγουν να μην μοιράζονται τη Χαρά του.

Αγαπητοί αδελφοί, θέλω να σας ευχαριστήσω για τον τρόπο με τον οποίο μαρτυρείτε το Ευαγγέλιο του Ελέους σ’ αυτή τη γη. Σας ευχαριστώ για τις προσπάθειές σας να κάνετε κάθε μία από τις κοινότητές σας μια όαση ελέους. Σας ενθαρρύνω να συνεχίσετε να καλλιεργείτε και να αναπτύσσετε αυτή την κουλτούρα ελέους, μια κουλτούρα στην οποίο κανείς δεν κοιτάζει τους άλλους με αδιαφορία ή αποστρέφει τα μάτια του μπροστά στον πόνο τους. Κρατήστε κοντά τους μικρούς και φτωχούς, και όλους εκείνους που τους απορρίπτουν, εγκαταλείπουν ή αγνοούνται. Συνεχίστε να είστε το σύμβολο του αγαπητικού εναγκαλισμού του Πατέρα.

Ο Ελεήμων και Εύσπλαχνος -όπως αρέσει συχνά να τον αποκαλούν οι μουσουλμάνοι αδελφοί μας- ας σας ενδυναμώνει και ας κάνει τα έργα της αγάπης σας όλο και πιο καρποφόρα.

Ομιλία την 4η Κυριακή των Νηστειών

Στάδιο Prince Moulay Abdellah – ΡαμπάτΜαρόκο

Αφήστε μια απάντηση