Κατήχηση

Μια αγάπη που δεν υπήρξε και δε δόθηκε

«Τουλάχιστον όμως, ο νόμος μπορεί να εκπληρώσει τον νόμο, έστω κι αν δεν φθάνει έως την αγάπη», λένε κάποιοι. Εγώ δεν το πιστεύω αυτό. Είμαι βέβαιος ότι δεν μπορεί κανείς να τηρήσει το νόμο έναντι του πλησίον του εάν δεν αγαπά τον πλησίον του. Ο ίδιος ο νόμος είναι απέραντος και εκτείνεται σε άπειρες εντολές που αφορούν κάθε όψη της ανθρώπινης πράξης, ώστε όποιος πασχίζει να τηρήσει όσο περισσότερες εντολές μπορεί, δεν μπορεί παρά να γευτεί την αποτυχία. Δεν είμαστε πλασμένοι για το νόμο αλλά για την αγάπη. Η αγάπη είναι ο νόμος, διότι είναι κάτι απείρως περισσότερο από αυτόν. Η αγάπη πηγάζει από μια περιοχή απείρως υψηλότερη από την περιοχή του νόμου. Στην πραγματικότητα, η αγάπη είναι αυτή που δημιουργεί το νόμο. Κανένα από τα «οὐ» του νόμου δεν θα είχε ειπωθεί, εάν δεν τα ενέπνεε η αγάπη. Είναι αλήθεια ότι, απαξ και ειπώθηκαν, πήραν τη μορφή του δικαιϊκού νόμου∙ ναι, του νόμου, ακόμα και με την κατώτερη και κοσμική μορφή της αυτοσυντήρησης. Όμως αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι όταν πρωτοειπώθηκαν, ειπώθηκαν από αγάπη. Εάν δεν έχουμε αγάπη μέσα μας, δεν γίνεται να έχουμε αίσθηση δικαίου. Γιατί δεν είναι αλήθεια ότι το μόνο που νοιάζει τον καθένα μας, είναι τα δικά του θέλω;

“Αγάπα τον πλησίον σου”, George MacDonald

 

«Δεν τράβηξε κανένας γείτονας το κουρτινάκι να δει τι γίνεται»

 

Αύριο θα είναι μια δύσκολη ημέρα για την Εσθήρ Κοέν. Θα συναντηθεί με τον πρόεδρο της Γερμανίας Iωακίμ Γκάουκ και κάθε άλλο παρά για ευχάριστα θέματα θα συζητήσουν. Η ενενηντάχρονη Στέλλα στα ελληνικά, Κοέν, είναι μία από τους δύο εν ζωή Εβραίους των Ιωαννίνων, από τους πενήντα περίπου που επέζησαν του Ολοκαυτώματος και επέστρεψαν από το Αουσβιτς. Και ο Γερμανός πρόεδρος ζήτησε να τη δει.

Είναι άραγε ψυχολογικά έτοιμη αυτή η γυναίκα, να ανασύρει από την ομίχλη της λήθης (;) τον εφιάλτη; «Αισθάνομαι περίεργα. Είμαι ταραγμένη. Θέλω να τον ρωτήσω, πού βρέθηκε τόσο μίσος, για να κάψουν ζωντανούς εκατομμύρια ανθρώπους, επειδή έτυχε να έχουν διαφορετική θρησκεία;

Πρέπει άραγε να δεχθώ τη συγγνώμη; Τίποτα δεν μπορεί να συγχωρέσει αυτό που μας έκαναν. Δεν απέμεινε συγγενής να με συνοδέψει όταν θα πεθάνω. Δεν άφησαν κανέναν, τους έκαψαν όλους», λέει.

Η αφήγησή της είναι γροθιά στο στομάχι. Ο λόγος της φαρμάκι, όχι μόνο για τους ναζί, αλλά και για τους συντοπίτες της χριστιανούς: «Οταν μας έβγαζαν από τα σπίτια μας και μας έσερναν στους δρόμους για να μας πάνε στην Γερμανία, δεν τράβηξε κανένας γείτονας ούτε το κουρτινάκι για να δει τι γίνεται…», σημειώνει.

Ξημερώματα 25ης Μαρτίου του 1944. Με μια καλά σχεδιασμένη επιχείρηση και με τη βοήθεια της ελληνικής χωροφυλακής, η Γκεστάπο «σκουπίζει» την εβραϊκή γειτονιά των Ιωαννίνων. Στοιβάζει σε φορτηγά, 1.725 άντρες, γυναίκες και παιδιά.

Ελάχιστοι πρόλαβαν και διέφυγαν στο βουνό, όπου εντάχθηκαν στις ανταρτικές ομάδες, μεταξύ αυτών και ο μετέπειτα σύζυγος της Εσθήρ.

Οι υπόλοιποι, μαζί και οι γονείς της δεκαεφτάχρονης τότε Εσθήρ και τα έξι αδέρφια της, πήραν τον δρόμο δίχως επιστροφή, με προορισμό το Αουσβιτς. Από το κρεματόριο θα επιστρέψουν λιγότεροι από πενήντα.

«Είδα τελευταία φορά τους γονείς μου στη ράμπα στο Αουσβιτς, όπου μας χώρισαν. Θυμάμαι ότι καθώς απομακρύνονταν στην καρότσα ενός φορτηγού, φώναξε σε εμένα και την αδερφή μου: “Κορίτσια να διαφυλάξετε την τιμή σας”. Μία μέρα που μας κούρευε μια αιχμάλωτη, με ρώτησε τι απέγιναν οι γονείς μου. Της απάντησα πως δεν γνωρίζω και εκείνη μου είπε δείχνοντας τις φλόγες που έβγαιναν από τα κρεματόρια: να, εκεί καίγονται…».

Η Εσθήρ θα γλιτώσει από καθαρή τύχη, καθώς μια εβραϊκής καταγωγής Γερμανίδα γιατρός και κάποιες νοσηλεύτριες την έκρυψαν στο αναρρωτήριο όταν οι Ες Ες πήραν όλους τους υπόλοιπους από τον θάλαμό της και τους οδήγησαν στους φούρνους.

Θα επιστρέψει μετά την απελευθέρωση και στο οικογενειακό προσκλητήριο θα δηλώσει παρούσα μόνη η αδερφή της! Οι άλλοι, είχαν εξοντωθεί όλοι.

Φτάνοντας στα Γιάννενα θα πάει κατευθείαν στο σπίτι της και εκεί θα δεχθεί το άλλο φοβερό χτύπημα. Αυτή τη φορά όχι από τους ναζί ή τον capo του Αουσβιτς.

«Χτύπησα την πόρτα και άνοιξε ένας άγνωστος. “Τι θέλετε”, με ρώτησε; “Εδώ είναι το σπίτι μου”, του είπα. “Θυμάσαι αν είχε φούρνο το σπίτι;”, είπε. “Ναι, βέβαια ψήναμε το ψωμί και ωραίες πίτες”, συνέχισα όλο χαρά. “Ε, λοιπόν, εξαφανίσου. Γλίτωσες από τους φούρνους στη Γερμανία, θα σε ψήσω εδώ στον φούρνο του σπιτιού σου”, άκουσα με φρίκη να μου λέει».

Δεν μας αγάπησε κανένας

Η Εσθήρ θα προσπαθήσει να φτιάξει τη ζωή της. Παντρεύτηκε τον Σαμουήλ, που κατέβηκε από το βουνό. Στη συνέχεια θα αρχίσει να αναζητάει τα κειμήλια και τα χρήσιμα εργαλεία για να επιβιώσει. «Εμαθα ότι τις δύο Singer ραπτομηχανές τις είχε πάρει ο μητροπολίτης. Πήγα και τις ζήτησα πίσω, αλλά μου είπαν ότι τις έδωσαν στη νομαρχία. Εκεί μου ζητούσαν τους αριθμούς πλαισίου των μηχανών μήπως και τις βρουν. Προφάσεις για να με ξεφορτωθούν.

Σήκωσα το μπράτσο μου και τους έδειξα το ανεξίτηλο νούμερο από το Αουσβιτς. “Να, αυτόν τον αριθμό θυμάμαι εγώ”, τους είπα και έφυγα…».

Κατάφερε να ορθοποδήσει σε ένα περιβάλλον όχι ιδιαίτερα φιλικό. «Μια μέρα στα τέλη της δεκαετίας του ‘60, ένας καθηγητής θεολογίας στο γυμνάσιο αποκάλεσε “παλιοεβραία” την κόρη μου, επειδή τη συνάντησε στον δρόμο μαζί μου, περασμένες εννιά το βράδυ, κάτι που απαγορευόταν. Δεν άντεξε την προσβολή. Με το που τελείωσε η χρονιά, έφυγε στο Ισραήλ. Εκτοτε δεν επέστρεψε».

«Σιωπήσατε πολλά χρόνια, γιατί;», την ρωτάω.

«Γιατί φοβόμασταν. Δεν μας αγάπησε κανένας, το καταλαβαίνετε αυτό;», λέει δακρύζοντας.
 

Καθημερινή 06/03/2013

Πηγή: https://www.kathimerini.gr/756745/article/epikairothta/ellada/den-travh3e-kanenas-geitonas-to-koyrtinaki-na-dei-ti-ginetai

 

Κι εγώ, που πιστεύω πως ο Θεός είναι αγάπη, τι απάντηση μπορούσα να δώσω στον νεαρό συνομιλητή μου, που τα γαλάζια μάτια του κρατούσαν ακόμη την αντανάκλαση της αγγελικής θλίψης, η οποία του παρουσιάστηκε μια μέρα στο πρόσωπο του απαγχονισμένου παιδιού; Τι να του πω; Να του μιλήσψ για κείνον τον Ισραηλίτη, τον αδελφό του, που μπορεί να του έμοιαζε κιόλας, για κείνον τον Εσταυρωμένο που ο σταυρός του νίκησε τον κόσμο; Να τον διαβεβαιώσω πως αυτό που για κείνον ήταν η λυδία λίθος, για μένα είχε γίνει ο ακρογωνιαίος λίθος όλου του οικοδομήματος και πως η αναλογία ανάμεσα στο σταυτό του μαρτυρίου και τις δοκιμασίες των ανθρώπων είναι κατά τη γνώμη μου, το κλειδί αυτού του ανεξιχνίαστου μυστηρίου μέσα στο οποίο χάθηκε η παιδική του πίστη; Ωστόσο η Σιών αναδύθηκε μέσα από τα κρεματόρια και τους ομαδικούς τάφους. Το εβραϊκό έθνος αναστήθηκε μέσα από τα εκατομμύρια των νεκρών του. Χάρη σ’αυτούς είναι και πάλι ζωντανό. Δεν γνωρίζουμε τι σημαίνει ούτε τι κοστίζει έστω και μια σταγόνα αίμα, έστω κι ένα δάκρυ. Όλα είναι Χάρις. Αν ο Άχρονος Θεός είναι Άχρονος Θεός, τότε η τελευταία λέξη για τον καθένα από εμάς τού ανήκει. Αυτά θα ‘πρεπε να πω σ’εκείνο το εβραιόπουλο. Μα το μόνο που κατάφερα να κάνω ήταν να τον αγκαλιάσω και να τον φιλήσω κλαίγοντας

ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΜΩΡΙΑΚ

‘Προλογίζοντας την “ΝΥΧΤΑ”

του Ελί Βιζέλ, εκδ. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Θεματολογικές ετικέτες

Αφήστε μια απάντηση