Στην Καισάρεια του Φιλίππου, ο Ιησούς ρωτά τους μαθητές του: «Εσείς ποιος λέτε ότι είμαι;» (Μκ 8, 29). Αυτή η ερώτηση υποχρεώνει τους μαθητές να πάρουν θέση και σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής στην πορεία που ξεκίνησαν ακολουθώντας τον Διδάσκαλο.
Γνώριζαν καλά τον Ιησού, δεν ήταν πια αρχάριοι: είχαν στενή επαφή μαζί του, είχαν δει πολλά θαύματα, είχαν εντυπωσιαστεί από τη διδασκαλία του και τον ακολουθούσαν όπου κι αν πήγαινε. Ωστόσο, εξακολουθούσαν να μην σκέφτονται σαν αυτόν. Τους έλειπε το αποφασιστικό βήμα, το βήμα από τον θαυμασμό για τον Ιησού στην μίμηση του Ιησού. Ακόμα και σήμερα, ο Κύριος στρέφει το βλέμμα του στον καθένα μας και μας ρωτάει προσωπικά: «Όμως εγώ, ποιος είμαι πραγματικά για σένα;». Ποιος λες εσύ ότι είμαι; Είναι μια ερώτηση η οποία απευθύνεται στον καθένα από εμάς και δεν απαιτεί απλώς μια ακριβή απάντηση, μια απάντηση «του κατηχητικού», αλλά μια προσωπική απάντηση, μια απάντηση ζωής.
Από αυτήν την απάντηση γεννιέται η ανακαίνιση της κατάστασης του μαθητή, η οποία λαβαίνει χώρα μέσα από τρία περάσματα που βίωσαν οι μαθητές και τα οποία μπορούμε να πραγματοποιήσουμε και εμείς: πρώτο πέρασμα η αναγγελία του Ιησού, δεύτερο η τοποθέτηση με το μέρος του Ιησού και τρίτο η συμπόρευση με τον Χριστό.
1. Η αναγγελία του Ιησού. Σε αυτό το «Εσείς ποιος λέτε ότι είμαι;», απάντησε ο Πέτρος ως εκπρόσωπος όλης της ομάδας: «Εσύ είσαι ο Χριστός». Ο Πέτρος τα λέει όλα μέσα σε λίγες λέξεις, η απάντηση είναι σωστή, αλλά περιέργως, μετά από αυτήν την αναγνώριση, ο Ιησούς έδωσε αυστηρή διαταγή «να μην μιλούν σε κανέναν για αυτόν» (Μκ 8, 30). Αναρωτιόμαστε γιατί μια τόσο δραστική απαγόρευση; Για έναν συγκεκριμένο λόγο: το να πούμε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Μεσσίας, είναι μεν σωστό αλλά είναι ελλιπές. Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να διακηρύξουμε ένα ψεύδο-μεσσία, ένα μεσσία σύμφωνα με τους ανθρώπους και όχι σύμφωνα με τον Θεό. Γι’ αυτό το λόγο, από εκείνη τη στιγμή ο Ιησούς αρχίζει να αποκαλύπτει την πασχάλια ταυτότητά του, αυτήν που βρίσκουμε στην Ευχαριστία. Εξηγεί ότι η αποστολή του θα κορυφωθεί, φυσικά, στη δόξα της Ανάστασης, αλλά μέσω της ταπείνωσης του σταυρού. Θα εκδιπλωθεί σύμφωνα με τη σοφία του Θεού, «η οποία —λέει ο Άγιος Παύλος— δεν είναι σοφία αυτού του κόσμου, ούτε η σοφία αυτών που κυβερνούν αυτόν τον κόσμο» (Α’ Κορ. 2, 6). Ο Ιησούς επιβάλλει τη σιωπή για την μεσσιανική του ταυτότητα, αλλά όχι για τον σταυρό που τον περιμένει. Απεναντίας —σημειώνει ο ευαγγελιστής—, ο Ιησούς αρχίζει να διδάσκει «φανερά» (Μκ 8, 32) ότι «πρέπει ο Υιός του ανθρώπου να πάθει πολλά, να απορριφθεί από τους πρεσβύτερους, τους αρχιερείς και τους γραμματείς, να θανατωθεί και μετά από τρεις ημέρες να αναστηθεί» (Μκ 8, 31).
Αντιμέτωποι με αυτήν την αναγγελία του Ιησού, μια συντριπτική ανακοίνωση, μπορεί κι εμείς να μείνουμε αποσβωλομένοι. Και εμείς θα θέλαμε έναν παντοδύναμο μεσσία αντί για έναν σταυρωμένο υπηρέτη. Η Ευχαριστία είναι μπροστά μας για να μας υπενθυμίζει ποιος είναι ο Θεός. Δεν το κάνει με λόγια, αλλά συγκεκριμένα, δείχνοντάς μας τον Θεό ως Άρτο μελιζόμενο, τεμαχισμένο, ως Αγάπη σταυρωμένη που δίνεται στους πάντες. Μπορούμε να προσθέσουμε πολλές τελετές, αλλά ο Κύριος είναι εκεί, στην απλότητα ενός Άρτου που τεμαχίζεται, να μοιράζεται και τρώγεται. Είναι εκεί: γίνεται υπηρέτης για να μας σώσει,πεθαίνει για να μας δώσει ζωή. Μας κάνει καλό να αφήσουμε τον εαυτό μας να ταραχτεί από αυτή την αναγγελία του Ιησού. Και όποιος ανοίγεται σε αυτήν, γίνεται έτοιμος για το δεύτερο πέρασμα.
2. Η τοποθέτηση με το μέρος του Ιησού. Μπροστά στην αναγγελία του Κυρίου, η αντίδραση του Πέτρου είναι τυπικά ανθρώπινη: όταν ο σταυρός υψώνεται, με την προοπτική του πόνου, ο άνθρωπος επαναστατεί. Έτσι, ενώ είχε μόλις ομολογήσει τη μεσσιανικότητα του Ιησού, ο Πέτρος σκανδαλίζεται από τα λόγια του Διδασκάλου και προσπαθεί να τον αποτρέψει να συνεχίσει το δρόμο του. Βλέπετε, οσταυρός δεν είναι ποτέ της μόδας. Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, ο σταυρός δεν είναι ποτέ της μόδας: ούτε σήμερα, ούτε στο παρελθόν. Αλλά θεραπεύει βαθιά, εσωτερικά. Ενώπιον του Εσταυρωμένουβιώνουμε μια ευεργετική εσωτερική πάλη, την πικρή σύγκρουση ανάμεσα στο «να σκέφτεσαι κατά Θεόν» και το «να σκέφτεσαι σύμφωνα με τους ανθρώπους». Από τη μία πλευρά, υπάρχει η λογική του Θεού, η οποία είναι αυτή της ταπεινής αγάπης. Ο δρόμος του Θεού απορρίπτει κάθε επιβολή, κάθε επιδεικτική θριαμβολογία, και τείνει πάντοτε προς το καλό των άλλων, μέχρι και την αυτοθυσία. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει η σκέψη «σύμφωνα με τους ανθρώπους»: είναι η λογική του κόσμου, της κοσμικότητας που προσκολλάται στην τιμή και στα προνόμια, και στρέφεται προς το κύρος και την επιτυχία. Εδώ, αυτό που μετράει είναι η σπουδαιότητα και η δύναμη, ό,τι τραβάει την προσοχή του μεγαλύτερου αριθμού και οτιδήποτε ξέρει με ποιους τρόπους να εμφανίζεται επιβλητικά μπροστά στους άλλους.
Τυφλωμένος από αυτήν την οπτική, ο Πέτρος παίρνει στην άκρη τον Ιησού και αρχίζει να τον κατακρίνει (Μκ 8, 32). Πριν από λίγο τον είχε ομολογήσει, τώρα τον κατηγορεί. Μπορεί κι εμείς να πάρουμε τον Κύριο «στην άκρη», να τον βάλουμε σε μια ακρούλα της καρδιάς μας,συνεχίζοντας να θεωρούμε τον εαυτό μας θρησκευόμενο και καλό, και να προχωράμε το δρόμο μας χωρίς να αφήνουμε τον εαυτό μας να κατακτηθεί από τη λογική του Ιησού. Υπάρχει όμως μια αλήθεια: ο Χριστός περπατάει στο πλάι μας, μάς συνοδεύει σε αυτόν τον εσωτερικό αγώνα, γιατί θέλει να επιλέξουμε τη δική του πλευρά, όπως οι Απόστολοι. Υπάρχει η πλευρά του Θεού και υπάρχει η πλευρά του Κόσμου. Η διαφορά δεν είναι μεταξύ του ποιος είναι θρησκευόμενος και ποιος όχι. Η κρίσιμη διαφορά είναι μεταξύ του αληθινού Θεού και του θεού του εγώ μας. Πόσο μακριά είναι αυτός που βασιλεύει σιωπηλός στο σταυρό από τον ψεύτικο θεό που θα θέλαμε να δούμε να βασιλεύει με τη βία και να αναγκάζει τους εχθρούς μας στη σιωπή! Πόσο διαφορετικός είναι ο Χριστός, που προτείνει τον εαυτό Του μόνο με αγάπη, από τους ισχυρούς και νικηφόρους Μεσσίες που λατρεύει ο κόσμος! Ο Ιησούς μας ταρακουνάει, δεν αρκείται σε δηλώσεις πίστης, μας ζητά να καθαρίσουμε τη θρησκευτικότητά μας μπροστά στο σταυρό του, μπροστά στη Θεία Ευχαριστία. Μας κάνει καλό να παραμένουμε σε λατρευτική προσήλωση ενώπιον της Ευχαριστίας για να σκεφτούμε την ευθραυστότητα του Θεού. Ας δώσουμε χρόνο στη λατρεία. Είναι ο τρόπος προσευχής που συχνά ξεχνάμε. Ας αφιερώσουμε χρόνο στη λατρεία. Ας αφήσουμε τον Ιησού, τον Άρτο Ζωής, να θεραπεύσει το κλείσιμο στον εαυτό μας και να μας ανοίξει στο μοίρασμα, να θεραπεύσει τις ακαμψίες και την εσωστρέφειά μας, να μας απαλλάξει από την παραλυτική υποδούλωσή μας στην υπεράσπιση της εικόνας μας και να μας εμπνεύσει να τον ακολουθήσουμε όπου Αυτός θέλει να μας οδηγήσει. Όχι εκεί που θέλουμε εμείς. Φτάσαμε έτσι στο τρίτο πέρασμα.
3. Η συμπόρευση με τον Ιησού, η συμπόρευση ακόμη και με τον Ιησούπου λέει «Φύγε από μπροστά μου, Σατανά!» (Μκ 8, 33). Με αυτά τα λόγια, με μια επείγουσα και ισχυρή διαταγή, ο Ιησούς φέρνει τον Πέτρο ξανά πίσω στον εαυτό του. Αλλά όταν ο Κύριος διατάζει ένα πράγμα, είναι στην πραγματικότητα εκεί, έτοιμος να δώσει. Και ο Πέτρος δέχεται τη χάρη κάνοντας «ένα βήμα πίσω». Το χριστιανικό ταξίδι δεν είναι μια επιδίωξη επιτυχίας, αλλά ξεκινά με μια συγκεκριμένη υποχώρηση —θυμηθείτε το αυτό: το χριστιανικό ταξίδι ξεκινά με μια ορισμένη υποχώρηση—, με μια απελευθερωτική αποκέντρωση, με την απομάκρυνσή μας από το κέντρο της ζωής. Τότε ακριβώς ο Πέτρος αναγνωρίζει ότι το κέντρο δεν είναι ο δικός του Ιησούς, αλλά ο αληθινός Ιησούς. Θα πέσει ξανά, αλλά από συγχώρεση σε συγχώρεση, θα γνωρίζει ολοένα και καλύτερα το πρόσωπο του Θεού. Και θα περάσει από τον στείρο θαυμασμό του Χριστού στη συγκεκριμένη μίμηση του Χριστού.
Τι σημαίνει να βαδίζουμε στα βήματα του Ιησού; Σημαίνει να περπατάμε στη ζωή με εμπιστοσύνη, την εμπιστοσύνη ότι είμαστε αγαπημένα παιδιά του Θεού. Είναι να ακολουθούμε τον ίδιο δρόμο με τον Διδάσκαλο, που ήρθε να υπηρετήσει και όχι να υπηρετηθεί (πρβλ. Μκ 10, 45). Το να ακολουθείς τον Ιησού σημαίνει να περπατάς κάθε μέρα για να συναντήσεις τον αδελφό. Σε αυτό μας ωθεί η Ευχαριστία: να νιώσουμε τον εαυτό μας ως ένα κοινό Σώμα, να ραγίσουμε τον εαυτό μας για τους άλλους. Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, ας πράξουμε έτσι ώστε να μας μεταμορφώσει η συνάντηση με τον Ιησού στην Ευχαριστία, όπως μεταμόρφωσε τους μεγάλους και θαρραλέους Αγίους που τιμούμε. Σκέφτομαι τον Άγιο Στέφανο και την Αγία Ελισάβετ. Όπως αυτοί, ας μην είμαστε ικανοποιημένοι με τα λίγα, ας μην ξεπέσουμε σε μια πίστη που ζει με ιεροτελεστίες και επαναλήψεις. Ας ανοίξουμε τον εαυτό μας στην σκανδαλώδη καινοτομία του σταυρωμένου και αναστημένου Θεού, του Άρτου που τεμαχίζεται για να δώσει ζωή στον κόσμο. Θα είμαστε χαρούμενοι και θα φέρουμε χαρά.
Αυτό το Διεθνές Ευχαριστιακό Συνέδριο είναι το τελικό σημείο ενός ταξιδιού, αλλά πάνω απ’ όλα είναι ένα σημείο εκκίνησης. Διότι το ταξίδι στα βήματα του Ιησού μας καλεί να κοιτάζουμε μπροστά, να καλωσορίζουμε το σημείο καμπής της χάρης, να αναβιώνουμε κάθε μέρα μέσα μας αυτή την ερώτηση την οποία, όπως και στην Καισάρεια του Φιλίππου, ο Κύριος απευθύνει στον καθένα από εμάς: Εσείς ποιος λέτε ότι είμαι; Ποιος είμαι για εσάς;