(Μνημόσυνο Μητροπολίτου Μελετίου)
Το Σάββατο 11 Ιουνίου στον Ιερό Ναό Αγ. Κωνσταντίνου Πρεβέζης, θα προσφερθεί απ᾿ τον επίσκοπο και τους ιερείς της πόλεως η Θ. Ευχαριστία και θα τελεσθεί μνημόσυνο για τον αείμνηστο Μητροπολίτη Πρεβέζης Μελέτιο.
Η ανθρώπινη ζωή είναι συνυφασμένη με το στημόνι του χρόνου και διαπλέκεται μαζί του (με τον χρόνο) σε μια πορεία μυστήριο, όσον αφορά το…μήκος του «ρούχου που υφαίνεται». Ο χρόνος δίνει και δυνατότητες στον άνθρωπο αλλά συγχρόνως και του αφαιρεί ζωτική ικμάδα οδηγώντας τον προς το τέρμα.
«Άγει προς την αλήθειαν ο χρόνος» έλεγαν οι αρχαίοι παπούδες μας αξιολογώντας σωστά την διαφορά ανάμεσα στα φαινόμενα (τωρινή πραγματικότητα) και στα όντα (…πραγματική πραγματικότητα!). Αλήθεια είναι το μόνιμο άτρεπτο και αιώνιο. Αυτά τά χαρακτηριστικά προσδιορίζουν τον Θεό. Αλήθεια είναι ο Θεός. Μας οδηγεί λοιπόν προς την αλήθεια ο χρόνος. Μας φέρνει δηλαδή μπροστά «στα πόδια του Θεού».
Τότε, εκεί, έξω από το μαγγανοπήγαδο των αλλαγών και των εντυπώσεων, θα ζήσουμε την εμπειρία ή της ποιοτικής συγγένειάς μας με το Θεό και άρα της χαράς απ᾿ την συνάντηση με τον αγαπημένο ή την έκπληξη…άλλων δεδομένων, που γεννάνε άγχος και σύγχυση από την «αναγκαστική» συνύπαρξη με Κάποιον, που όχι απλώς δεν αγαπάμε, αλλά από τον Οποίον έχουμε διαφοροποιηθεί εντελώς.
Η παροιμία «ο χρόνος είναι χρήμα» είναι παγκοίνως γνωστή. Ο μεγάλος Γάλλος ποιητής Πώλ Κλωντέλ, την χρησιμοποιούσε επεκτείνοντάς την σωστά και λέγοντας: «Ο χρόνος είναι χρήμα με το οποίο αγοράζουμε ή την αιώνια ζωή ή την αιώνια κόλαση. Η αγορά είναι στο χέρι σου, το απόκτημα γίνεται δικό σου, ταυτιζόμενο με σένα, φανερώνοντας τι αγαπάει η καρδιά σου».
Ο μακάριος πατέρας μας Μελέτιος αξιολόγησε σωστά το θέμα του χρόνου από την ηλικία των είκοσι ετών. Όντας άνθρωπος με βαθειά περίσκεψη, συνειδητοποίησε στην άνοιξη της ζωής του, ότι την αξία των πραγμάτων πρέπει να την καταλαβαίνεις στα είκοσι χρόνια της ζωής σου και όχι στο κρεβάτι του θανάτου σου! Το πρώτο είναι δυναμισμός και ειλικρίνεια, το δεύτερο είναι αναγκαστικός σωφρονισμός από το αδιέξοδο. Και για να θυμηθούμε τον άγιο Βασίλειο: «Η εν γήρα σωφροσύνη ούκ έστι σωφροσύνη, αλλά ακολασίας αδυναμία».
Όταν αυτό το έκανε κριτήριο των ενεργειών του (με την βοήθεια και του πατρός Ιωήλ Γιαννακόπουλου-«κανείς δεν μπορεί να ταξιδέψει χωρίς καπετάνιο»), τότε άρχισε να αγωνίζεται να επενδύσει στον χρόνο του ουσιαστικά πράγματα και αποδοτικές δουλειές. Μίσησε την φρικτή παροιμία «σκοτώνω τον χρόνο μου» και αποδέχτηκε τον λόγο του Ντάγκ Χάμερσκελντ: «Πόσο με κάνει να πονώ, η θύμηση κάθε στιγμής που ξόδεψα στα χαμένα». Προσπαθούσε να μη δαπανήσει τίποτε στα χαμένα. Δούλεψε σε δύο συμπορευόμενα επίπεδα α. Κοπίασε στην προσευχή και την νηστεία και β. έχυσε ιδρώτα άπειρο στο διάβασμα.
Α. Η καθημερινότητα της ζωής του ταυτίστηκε με την νηστεία με απόλυτο τρόπο. Ίσχυε και γι αυτόν το του Γρηγορίου του Θεολόγου: «Ώ ψυχής, διακρατούσης το σώμα και δίχα τροφής σχεδόν, ώσπερ άυλον! Ώ νυκτών αΰπνων, και ψαλμωδίας και στάσεως, εξ ημέρας εις ημέραν αποληγούσης!». Οι «υπερθέσεις» (αναβολή του γεύματος στην επόμενη μέρα, το απόγευμα) και οι ασιτίες, ήταν τρόπος και ήθος, γι᾿ αυτόν τον νεαρό κληρικό, τουλάχιστον στο διάστημα της ζωής του από ηλικίας είκοσι έως τριανταπέντε χρονών, διάστημα, που η ζωή του απόλαυε ιδιωτικότητας και ησυχίας. Σ᾿ αυτές του τις θεόφρονες υπερβολές τον έσωζαν ο αδελφός του Ντίνος Καλαμαράς που είχε τυπογραφείο κοντά στο σπίτι του π. Μελετίου και ο «αγαθός της ζωής του άγγελος» ο π. Αγαθάγγελος Μιχαηλίδης, ερχόμενοι ως από Θεού σιτοδότες. Τα της νηστείας του…«τοιαύτα και ούτως άπιστα» (απίστευτα).
Κατόπιν τον ανάγκασαν να ανεβεί από Καλαμάτα στην Αθήνα και να ασχοληθεί με γραφεία και υποθέσεις της Συνόδου και ως εκ τούτου να αναγκαστεί να μετριάσει τον κόπο, γιατί επί πλέον και το σώμα του δεν άντεχε μετά το ατύχημα. [Τραυματίστηκε σοβαρά σε ατύχημα στη Σερβία, όντας μέλος της αντιπροσωπίας του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου Κοτσώνη σε επίσημη επίσκεψη εκεί. Χρειάστηκε κατόπιν αυτού να νοσηλευτεί ένα ολόκληρο χρόνο, με διάσειση και υπερκόπωση στην κλινική «Κυανούς Σταυρός» στην Αθήνα].
Β. Τα του διαβάσματος ανάλογα και εντυπωσιακά. Είχε φτάσει να διαβάζει δεκαοχτώ ώρες την ημέρα. Χρειαζόταν ενάμιση με δυό χρόνια για να μάθει μια γλώσσα στο επίπεδο άνετης κατανοήσεως. Η φωνητική χρήση της γλώσσας ήταν για κάποιες από τις γλώσσες που έμαθε, δύσκολη. Έμοιαζε σ᾿ αυτό στον Παπαδιαμάντη. Τα Ρώσσικα, τα Λατινικά και τα Γαλλικά ήταν οι καλύτερα κατεχόμενες, και διανοητικά και σε επίπεδο φωνητικής εκφοράς. Όταν του μιλούσαμε γι αυτό του το ταλέντο, αυτοσαρκαζόταν και έλεγε: «Τι τα θες… δεν έμαθα την γλώσσα των αγγέλων. Δεν έμαθα να υπακούω απολύτως στο θέλημα του Θεού και να αγαπώ θυσιαστικά. Για τα άλλα να εύχεσθε (μας έλεγε) να μη μου ζητήσει ο Θεός λόγο για τον χαμένο χρόνο». Θεωρούσε και το δίδασκε, ιδίως στο τρίτο στάδιο της ζωής του ως επίσκοπος στην Πρέβεζα, ότι όλα τα διαβάσματα τελικώς καταλήγουν «σοφία υποφεύγουσα και ου κρατουμένη».
Αγαπούσε ιδιαιτέρως τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο (μετέφρασε τους Θεολογικούς Λόγους του) τον μελετούσε και τον αποστήθιζε. Όταν ερχόντουσαν θέματα σαν τα παραπάνω στην συζήτηση έλεγε: «Τοιούτος ο βίος ημών αδελφοί, των ζώντων πρόσκαιρα· τοιούτο το επί γης παίγνιον· ουκ όντας, γενέσθαι και γενομένους, αναλυθήναι. Όναρ εσμέν ουχ ιστάμενον, φάσμα τι μη κρατούμενον, πτήσις ορνέου παρερχομένου, ναύς επί θαλάσσης ίχνος ούκ έχουσα, κόνις, ατμίς, εωθινή δρόσος, άνθος καιρώ φυόμενον και καιρώ λυόμενον» (Επιτάφιος εις τον Καισάριον). «Αυτή την ποιότητα έχει η ζωή, αδελφοί μου, για μας που υπάρχουμε προσκαίρως. Έτσι είναι αυτό το επίγειο παιχνίδι· από την ανυπαρξία ερχόμαστε στην ύπαρξη και αφού υπάρξουμε διαλυόμαστε και πάλι. Είμαστε όνειρο ανυπόστατο, φαντασία που δεν πιάνεται, πέταγμα ενός πουλιού που περνάει, καράβι στην θάλασσα που δεν αφήνει ίχνος, σκόνη, ατμός, πρωϊνή δροσιά, λουλούδι που φυτρώνει στον καιρό του και μόλις περάσει ο καιρός του διαλύεται.»
Και ολοκλήρωνε την σκέψη του, πάλι με τον άγιο Γρηγόριο λέγοντας την αισιόδοξη νότα: «Τούτο σοι της ενταύθα ζωής το κέρδος, οδηγηθήναι δια της ταραχής των ορωμένων και σαλευομένων, επί τα εστώτα και μη κινούμενα». «Αυτό είναι το μεγάλο κέρδος από την εδώ ζωή. Μέσα απ᾿ όλο τον θόρυβο και την αναταραχή όλων όσων βλέπουμε και τα οποία είναι ασταθή και σαλευόμενα, να αποκτήσουμε σοβαρότητα σκέψης, ώστε να οδηγηθούμε να επιλέξουμε τα όντως υπαρκτά και μόνιμα» (δηλαδή τον Θεό).
Εκείνος ο μακάριος πατέρας μας βρίσκεται πλέον στα υπαρκτά και μόνιμα. Ο τρόπος της ζωής του ήταν: «Ζήσας ούτω και παιδευθείς και παιδεύσας, όρον επισκοπής είναι τον εκείνου βίου και τρόπον, νόμον δε ορθοδοξίας τα εκείνου δόγματα». «Έζησε με τέτοιο τρόπο και εκπαιδεύτηκε και εκπαίδευσε ώστε η ζωή του και ο τρόπος του να είναι κανόνας, του τι σημαίνει επίσκοπος, και τι Ορθόδοξο φρόνημα η διδασκαλία του».
Εμείς τώρα με αφορμή το τετραετές μνημόσυνό του «Μη πενθώμεν Μελέτιον, οίων απηλλάγη κακών ειδότες, αλλ᾿ ημάς αυτούς, οίοις υπελήφθημεν και οία θησαυρίσωμεν.» (Να μη πενθούμε για τον Μελέτιο γνωρίζοντας ότι απαλλάχτηκε από τα ανθρώπινα λυπηρά. Να πενθήσουμε τους εαυτούς μας, γιατί είμαστε ακόμα στα τρεπτά και είναι αστάθμητο το τι θα θησαυρίσουμε κατά τη διαδρομή».
Ας παρακαλέσουμε τον Χριστό να δεχθεί τις παρακλήσεις του πατρός Μελετίου για όλους εμάς, για τον επίσκοπο Χρυσόστομο τον διάδοχό του, για τους ιερείς της μητροπόλεως, για τους χριστιανούς όλους, για κάθε ειλικρινή αναζητητή της αλήθειας, ώστε να έχουμε την περίσκεψη να χρησιμοποιούμε σωστά τον χρόνο της ζωής μας και «να θησαυρίζουμε μόνιμα και μη σαλευόμενα». Αμήν.
π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος.
Θεματολογικές ετικέτες