Κατήχηση

Περί Αδιαφορίας και Νηστείας

Κάποιες σκέψεις

 

Δεν τη «χρειάζεται» ο Χριστός τη νηστεία μας. Αλλά τότε γιατί τη θέσπισε;

Τη θέσπισε επειδή μας καταδυναστεύει ένα «γένος» τυράννων, από το οποίο δεν μπορούμε να απελευθερωθούμε, παρά μόνο με «προσευχή και νηστεία».

Και ποια είναι τα «οψώνια» αυτής της δουλείας; Είναι η απώλεια του «εαυτού» μας και του «άλλου» – «δικού» μας και «ξένου». Είναι ο ζοφερός ψυχοσωματικός ύπνος που λέγεται «Αδιαφορία».

Η προσευχή και η νηστεία, έχουν την ιδιότητα να μας αφυπνίζουν. Και πάνε μαζί γιατί «δεν είμαστε ψυχή μόνο ή σώμα μόνο αλλά το συναμφότερον».

Καθώς δεν μπορούμε να ξυπνήσουμε ο καθένας μόνος του, τα ξυπνητήρια έχουν κουρδιστεί κατάλληλα ώστε να χτυπούν σε τακτές ημερομηνίες και ώρες. Όχι απ’ το κομοδίνο του καθενός, αλλά απ’ το καμπαναριό της παρακείμενης Εκκλησίας.

***

Πώς η νηστεία λειτουργεί σαν ξυπνητήρι; Η διαδικασία είναι απλή: Στερώντας μου τα αγαπημένα μου λιπίδια, ερεθίζει την Εξοχότατη Κοιλία μου. Που είναι ο πιο αγροίκος και αδιάλλακτος από τους προσωπικούς μου Δεσπότες. «Δεν καταλαβαίνει από διάλογο». Με πλημμυρίζει αμέσως με αρνητικά συναισθήματα, βάζοντάς με σε κατάσταση γενικού εκνευρισμού. Η Αδιαφορία έχει βγάλει ήδη το φονικό της κεντρί.

 Αν όσο βρίσκομαι στην κατάσταση αυτή, φροντίζω να παρατηρώ τη συμπεριφορά του εαυτού μου, θα διαπιστώσω ότι το «εν εμοί συναμφότερον» είναι για κλάματα. Άσε τη σχέση του με τους «άλλους», η οποία αποκαλύπτεται ακόμα πιο προβληματική, σχεδόν δολοφονική. Αυτό το βλέπουν οι «άλλοι» στη φάτσα μου. Και παίρνουν, όπως λένε, ένα «μάθημα, για το πώς η νηστεία κάνει τον άνθρωπο χειρότερο»!

Ξέρω βέβαια ότι κάνουν λάθος, αλλιώς δεν θα νήστευα. Δεν με κάνει η νηστεία χειρότερο. Απλώς η νηστεία αποκαλύπτει σ’ «εμένα» και στους «άλλους» πόσο χειρότερος είμαι στην πραγματικότητα, απ’ όσο φαίνομαι. Αν η κοιλιά είναι γεμάτη μεζέδες και τερψιλαρύγγια αισθάνομαι όλα αυτά καλύπτονται από μια επίφαση γλυκύτητας. «Δώστε μας λεφτά, ταίστε μας καλά και θα δείτε τι καλοί που είμαστε»!

Το ζητούμενο της νηστείας ως σκόπιμης αυτοταλαιπωρίας, είναι «ελθών εις εαυτόν» να διερωτηθώ «ποιος είμαι εγώ» και να αντιληφθώ ότι το λεγόμενο «εγώ» δεν είναι δικό μου, αλλά της Αδιαφορίας. Η εισαγωγή της θεσπισμένης νηστευτικής πρακτικής της Εκκλησίας στον προσωπικό βίο, παράλληλα με τη συναφή πρακτική του «ελεείν εν κρυπτώ», επιτυγχάνει το ζητούμενο.

Και ιδού πώς: Εκεί που δεν το περιμένεις ξεφυτρώνει κάποιος κακομούτσουνος και σου ζητά «μια μικρή βοήθεια». Οι καβουρομάνες όμως, που έχεις στη τσέπη σου αμέσως αναδεύονται ανησυχητικά. Ενώ κανονικά, δέχονται ήσυχα και με μεγάλη ευχαρίστηση να τις χαϊδεύεις – ως «ουδενός χρείαν έχων»- τώρα είναι έτοιμες να σε δαγκάσουν… Αντιπαρέρχομαι τον κακομούτσουνο, ακούοντας ήδη τον λογισμό: Θα ήταν σίγουρα ένα από κείνα τα παράσιτα που έχουν κάνει την επαιτεία επάγγελμα. Δεν είδες που έβαλαν Σεκιουριτά στον αυλόγυρο της Εκκλησιάς, για να μην πλησιάζουν; Κάτι θα ξέρουν εκεί!…

Καλά ο «ξένος». Όταν όμως βλέπω κάποιον «κοντινό» μου, ακόμα και έναν «δικό» μου, που ξέρω την κατάστασή του, τι κάνω; «Στενοχωριέμαι» ασφαλώς. Ανάλγητος δεν είμαι – Θεός φυλάξοι. Λοιπόν, «κάτι πρέπει να κάνω». Αλλά «δεν ξέρω πώς θα το πάρει». Να του μίλαγα έστω; Να του ‘δειχνα το ενδιαφέρον μου;… Τότε είναι που η Αδιαφορία θα φέρει αμέσως τον Μέγα Αυτοκαθησυχαστή να βάλει τάξη στους ενδοτικούς λογισμούς: -Στάσου καημένε. Ξεχνάς ότι σήμερα έχεις να κάνεις το άλφα, αύριο το βήτα, μεθαύριο το γάμα … Το πρόγραμμά σου είναι γεμάτο. Άλλωστε χρειάζεται και η «κατάλληλη ευκαιρία». Άστο και το ξαναβλέπεις, αφού το σκεφθείς προσεχτικότερα…

Αν λοιπόν κατά τη διάρκεια της νηστείας και της παράλληλης ελεημοσύνης, παρατηρείς τι γίνεται στο εσώτερο ψυχοσωματικό «ταμείο», τότε θα καταλάβεις «πού βρίσκεσαι», θα τρομάξεις και θα καταλάβεις ότι χρειάζεσαι επειγόντως βοήθεια από Τον μόνο που μπορεί να σου τη δώσει. Και σε περιμένει για τούτο ανυπόμονα.

Αν ο βίος περάσει χωρίς να υποψιαστείς τι σου συμβαίνει, θα ξυπνήσεις μια και καλή την «υστάτη στιγμή». Τότε θα καταλάβεις για ποιον ανώνυμο πλούσιο μιλούσε η παραβολή και ποιο ήταν το «χάσμα μέγα», που τον χώριζε από τον «εν κόλποις Αβραάμ» επώνυμο φτωχό. Δεν ήταν παρά η Αδιαφορία σου. 

***

Βεβαίως ο Χριστός μας αγαπάει όλους. Φτωχούς και πλούσιους. Θυσιάστηκε για μας. Εμείς όμως λόγω της Αδιαφορίας μας -που μας έχει γίνει όχι «δεύτερη» αλλά «πρώτη» φύση- δεν είμαστε ικανοί να ανταποκριθούμε στην αγάπη Του. Για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε, αποκτώντας υπόσταση στους «κόλπους» της «βασιλείας» Του -αυτό «το Έν ου έστι χρεία»- πρέπει να «γρηγορήσουμε». Να ξυπνήσουμε. Και να θυσιάσουμε, αυτό που το `χουμε για «τζοβαϊρικό πολυτίμητο»: την Αδιαφορία μας.

Πρέπει να δοξάζουμε τον Θεό, που έχουμε την εξαιρετική τύχη να ζούμε σε έναν Τόπο, όπου κουτσά στραβά, λειτουργούν ακόμη οι καμπάνες – τα ξυπνητήρια της Εκκλησίας. Που «σημαίνουν την ανάσταση» και προσφέρουν τις αναγκαίες για τη σωτηρία μας «ευκαιρίες» αφύπνισης.  

(Ο ανώνυμος της διπλανής πόρτας.)

Συγγραφέας

Αφήστε μια απάντηση