(Μια, ατυχώς, πάντοτε επίκαιρη, διδασκαλία)
Ο εικοστός αιώνας τελειώνει με μια μεγάλη νίκη της χριστιανικής πίστης. Νίκη ανέλπιστη γιατί, μετά τη ρωσική επανάσταση και την εξάπλωση των μαρξιστικών καθεστώτων παντού στον κόσμο, ένας επιθετικός, καταστροφικός αθεϊσμός έμοιαζε να κερδίζει ακάθεκτα έδαφος.
Η χαρά εντούτοις που προέρχεται από αυτή τη νίκη, δεν πρέπει να “σκεπάζει” ένα καινούργιο κίνδυνο που αναπτύσσεται τώρα στον τομέα του «θρησκευτικού» του όποιου αποτελεί διαστροφή. Είναι ο φανατισμός, που παραμορφώνει ήδη το πρόσωπο ωραίων και μεγάλων ανατολικών θρησκειών και εκδηλώνεται τώρα επίσης και στο χώρο του χριστιανισμού. Η ομολογιακή ταυτότητα αποτελεί αν όχι το σπέρμα του, τουλάχιστον το χώμα όπου καλλιεργείται. Ο θρησκευτικός φανατισμός, με φορείς του σοβαρές ψυχολογικές και κοινωνικές καχεξίες και εθνικές διενέξεις, διαδίδεται από ανθρώπους δόλου και αίματος, που κρύβουν κάτω από τη σημαία του Θεού τις προσωπικές τους φιλοδοξίες ή παραφροσύνες. Βρισκόμαστε, άραγε, στις παραμονές μιας νέας περιόδου θρησκευτικών πολέμων, διερωτάται ο Πατριάρχης.
Ο φανατισμός, ως διάστροφο ψυχικό φαινόμενο, απειλεί την ψυχή του καθενός, γιατί δεν περιορίζεται στον θρησκευτικό τομέα, ακόμα κι αν συνδυάζει πάντα βούληση ισχύος και ψυχολογικώς «θρησκευτική» απολυτοποίηση. Μπορεί να εμφανισθεί στους άθεους όπως και στους πιστούς, στους προοδευτικούς όπως και στους συντηρητικούς. Ριζώνει στο άγχος και στην αλαζονεία. Το άγχος να αισθάνεται κανείς απειλούμενα τα ιστορικά σχήματα που είχε συνηθίσει, και χάρη στα όποια αυτοπροσδιοριζόταν. Και την αλαζονεία να ανήκει στον μικρό αριθμό των εκλεκτών, οι όποιοι έχουν επομένως το δικαίωμα να απορρίπτουν και να τιμωρούν εκείνους που θεωρούνται υπεύθυνοι γι’ αυτές τις αναστατώσεις. Ο φανατικός έχει συχνά την ψύχωση της συνωμοσίας! Μάλιστα, μια μορφή απελπισμένης αλαζονείας μπορεί να οδηγήσει τον καθένα να πεισθεί ότι είναι ο μόνος που μένει στην αλήθεια, μια αλήθεια την όποιαν απολυτοποιεί, και την όποιαν «μόνον αυτός φυσικά» κατέχει! Οποιοσδήποτε δεν συμφωνεί μαζί του, είναι το όργανο δαιμονικών δυνάμεων. Αν είσαι διαφορετικός από εμένα, αυτό σημαίνει ότι θέλεις το θάνατό μου! Ο φανατικός είναι συχνά ένα ον αβέβαιο, ανήσυχο, αποδιοργανωμένο, που ισορροπεί όπως-όπως χάρη σε μια περίπου αιμομεικτική προσκόλληση στην αλήθεια του. Δεν θέλει να βλέπει παρά μόνο κακές διαφορές, νεύρωση των «μικρών διαφορών» έλεγε ο Φρόυντ. Θεωρεί πως εκείνος που διαφωνεί μαζί του σε ένα σημείο, έστω και δευτερεύον, έχει άδικο σε όλα και για όλα. Είναι ανίκανος να περάσει μέσα στην ετερότητα του άλλου, να τον καταλάβει λίγο, να δεχτεί πως ίσως έχει δίκιο, έστω και εν μέρει. Ορισμένες λέξεις, που αγνοεί την πραγματική τους σημασία, τον κάνουν μανιακό. Αρκεί να τις προφέρετε για να σάς αποκλείσει, να σάς κολλήσει μια ετικέτα, να σάς ρίξει σ’ ένα συρτάρι, – ο Τρότσκυ θα έλεγε: στον κάλαθο των αχρήστων της ιστορίας-, ως αιρετικό, αποκλίνοντα, νεωτεριστή ή αντιδραστικό!
Ξέρουμε ότι το Πνεύμα εργάζεται παντού, ότι οι λέξεις δεν μπορούν να κατέχουν την αλήθεια, γιατί το μόνο που κατέχει κανείς είναι τα πράγματα, ενώ ο Θεός μας είναι πληρότητα της προσωπικής ύπαρξης. Αυτός ο πάντοτε επέκεινα Θεός, ο Απρόσιτος, και πάντα εδώ, ο Εσταυρωμένος, μάς αποκαλύπτεται μέσα ακριβώς στην ελεύθερη συνάντηση της πίστεως. Αποκάλυψη προσωπική, που μάς κάνει ν’ ανακαλύπτουμε τον άλλον ως πρόσωπο, το όποιο οφείλω να σέβομαι, ίσως και ν’ αγαπώ, στην ετερότητά του. Και αν η διαφορά μοιάζει αμετάστρεπτη, ας γίνει αυτή ο τόπος της προσευχής, όχι του πολέμου! Ασφαλώς, θα πει κάποιος, αλλά η Εκκλησία, στη διάρκεια της ιστορίας της, δεν έπαψε να απορρίπτει, να αποκλείει, να αφορίζει εκείνους που θεωρούσε ως αποκλίνοντες. Στο σημείο αυτό, πρέπει να καταλάβουμε σωστά: χτίζουμε, για ολόκληρη την ανθρωπότητα, ένα σπίτι με τις πόρτες ανοιχτές, τη νέα Ιερουσαλήμ, τη Βασιλεία. Αν ορισμένοι εργάτες αρνούνται ή θέτουν σε κίνδυνο το σχέδιο του σπιτιού, οφείλουμε να το διαπιστώσουμε και να τους ζητήσουμε να μην εργάζονται πια μαζί μας. Αλλά το σπίτι θα είναι και γι’ αυτούς, φυσικά! Στο μεταξύ, ο πραγματικός πιστός του Χριστού, που οφείλει ν’ αγαπάει ακόμα και τους εχθρούς του, αναζητεί πρωτίστως το καλύτερο που έχει ο άλλος και τα σημεία που ενώνουν. Αυτό είναι το κλειδί του οικουμενικού όπως και του δια-θρησκειακού διαλόγου.
Στο θρησκευτικό μίσος, που είναι στην πραγματικότητα μίσος κατά της θρησκείας, στον πόλεμο εν ονόματι των θρησκειών που είναι στην πραγματικότητα πόλεμος εναντίον των θρησκειών, όπως το θύμισε το 1994 η «διακήρυξη του Βοσπόρου», ο Πατριάρχης αντιπαραθέτει την αγάπη του Χριστού: «Μή νικῶ ὑπό τοῦ κακοῦ ἀλλά νίκα ἐν τῷ ἀγαθῷ τό κακόν».
Olivier Clément
«Ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς»
Συνομιλώντας με τον
Οικουμενικό Πατριάρχη
Βαρθολομαίο Α’
Μετάφραση από τα Γαλλικά:
Θεματολογικές ετικέτες