Οι λαβίδες υπάρχουν τουλάχιστον από τον έκτο-εβδομο αιώνα.[1] Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι χρησιμοποιούνταν για τη θεία Κοινωνία. Στην πραγματικότητα, ο 101ος κανόνας της Πενθέκτης Συνὀδου (691-692) απαγορεύει τη χρήση οποιουδήποτε σκεύους για την μετάληψη του καθαγιασμένου Άρτου, εκτός από το χέρι του ανθρώπου.
[2] Ο κανόνας λέει: «Ὥστε, εἴ τις τοῦ ἀχράντου σώματος μετασχεῖν ἐν τῷ τῆς συνάξεως βουληθείη καιρῷ, καί ἐν πρός αὐτό τῇ μετουσίᾳ γενέσθαι, τάς χεῖρας σχηματίζων εἰς τύπον Σταυροῦ, οὕτω προσίτω, καί δεχέσθω τήν κοινωνίαν τῆς χαριτος. Τούς γάρ ἐκ χρυσοῦ, ἤ ἄλλης ὕλης, ἀντί χειρός, τινά δοχεῖα κατασκευάζοντας πρός τήν τοῦ θεἰου δώρου ὑποδοχήν, καί δι’ αὐτῶν ἀχράντου Κοινωνίας ἀξιουμένους οὐδαμῶς προσιέμεθα, ὡς προτιμῶντας τῆς τοῦ Θεοῦ εἰκόνος τήν ἄψυχον ὕλην καί ὑποχειριον». [3]
Πριν από τον 11ο–12ο αιώνα, ομοίως κλήρος και λαός ελάμβαναν τα Τίμια Δώρα χωριστά, όπως σήμερα μόνον οι κληρικοί. Όταν πλησίαζαν οι πιστοί, άπλωναν τα χέρια τους το δεξί πάνω από το αριστερό με ανοικτές τις παλάμες, όπου ο ιερέας τοποθετούσε μία μερίδα του καθαγιασμένου Άρτου. Μετά τη μετάληψη του Άρτου, ο διάκονος προσέφερε το Ποτήριο στους μεταλαμβάνοντες.[4]
Η πρώτη σαφής ένδειξη για τη χρήση λαβίδων για τη θεία κοινωνία εμφανίζεται κατά τον 11ο-12ο αιώνα. Όπως μας πληροφορεί ο περίφημος κανονολόγος Θεόδωρος Βαλσαμών (+ περί 1195), η κοινή λαβίδα είχε καθιερωθεί σε πολλούς τόπους έως τα μέσα του 12ου αιώνα. Σχολιάζοντας τον 101ο κανόνα της Πενθέκτης Συνόδου, διατύπωσε τη δυσαρέσκειά του, διότι ο παραδοσιακός τρόπος της θείας Κοινωνίας είχε εγκαταλειφθεί σε μερικές περιοχές.[5]
Αιώνες αργότερα σ’ ένα σχόλιό του ο Άγιος Νικόδημος (†1809) υπαινίσσεται ότι η εισαγωγή της λαβίδας προέκυψε από την έλλειψη των διακόνων. Κατά τα τέλη του 12ου αι. σε πολλές εκκλησίες υπήρχε μόνον ένας ιερέας , γεγονός που καθιστούσε την ξεχωριστή προσφορά των Τιμίων Δώρων άβολη και δύσκολη. Το πρόβλημα λύθηκε με την εισαγωγή της λαβίδας. Ο ιερέας πλέον ήταν σε θέση να προσφέρει τα Δώρα μαζί μέσα στη λαβίδα. Επιπλέον ο Άγιος Νικόδημος μάς λέγει ότι η τοποθέτηση των Τιμίων Δώρων μέσα στο στόμα του κοινωνούντος ώθησε, ώστε να περιορισθούν καταχρήσεις και να αποφευχθεί διαρροή σταγόνων πίνοντας από το Ποτήριο. Προφανώς ορισμένοι ήταν απρόσεκτοι κι έριχναν ψίχουλα από τον καθαγιασμένο Άρτο. Άλλοι τον έκρυβαν και «τον χρησιμοποιούσαν για άλλους πονηρούς σκοπούς».[6]
Η χρήση της λαβίδος δεν θεσπίστηκε από μία Σύνοδο, οικουμενική ή τοπική. Η χρήση της προέκυψε βαθμιαία. Πρωτίστως, ίσως, χρησιμοποιήθηκε για την κοινωνία των ασθενών και των ψυχορραγούντων.
Στην αρχή, όπως θα μπορούσε κανείς να υποψιαστεί, η χρήση της στη Λειτουργία συνάντησε ορισμένες αντιδράσεις, όπως θα συνέβαινε με κάθε σημαντική λειτουργική καινοτομία. Η αντικατάσταση του παλαιού τρόπου της κοινωνίας των Δώρων ξεχωριστά, που ίσχυε για αιώνες και είχε βιβλικό πρότυπο, δεν ήταν εύκολη. Παρά ταύτα, νέες ποιμαντικές ανάγκες κατέστησαν τη χρήση της λαβίδας αναπόφευκτη. Σε τελευταία ανάλυση, η λαβίδα έγινε αποδεκτή έστω διστακτικά , διότι δεν παραβίαζε, αντέκρουε ή διακύβευε καμία δογματική διδασκαλία.
Η μέθοδος με την οποία προσφέρεται η Κοινωνία είναι καθαρώς χρηστική. Εξυπηρετεί ένα πρακτικό σκοπό. Έτσι, κατά τις ανάγκες και τις περιστάσεις, μία τοπική Εκκλησία με τη συλλογική της σοφία και εξουσία είναι ελεύθερη να υιοθετήσει, να τροποποιήσει και να διαχειρισθεί τη μέθοδο, με την οποία προσφέρεται η Θεία Κοινωνία. Οποιαδήποτε μέθοδο κι αν επιλέξει μία Εκκλησία, το κατ εξοχήν μέλημά της θα πρέπει να είναι να μην παραβιάζονται τα δόγματα και να είναι πρέπουσα, δηλαδή να διαφυλάσσει και να διατηρεί τo μεγαλείο της Θείας Μεταλήψεως.
Μαθαίνουμε από τον Άγιο Νικόδημο ότι κατά τη διάρκεια πανώλης οι ιερείς εφάρμοζαν αυθόρμητες μεθόδους, για να μεταλάβουν ασθενείς και ψυχορραγούντες.[7] Σ’ ένα σχόλιό του 28ου κανόνα της Πενθέκτης Συνόδου, επιπλήττει τους κληρικούς, γιατί χρησιμοποιούν ανάρμοστες μεθόδους για να μεταφέρουν την Κοινωνία στους ασθενείς. Συστήνει ένα περισσότερο κατάλληλο τρόπο: « Ὅθεν καί ἱερεῖς καί ἀρχιερεῖς πρέπει ἐν καιρῷ πανώλης νά μεταχειρίζωνται τρόπον εἰς τό νά μεταλαμβάνουν τούς ἀσθενοῦντας, ὅς τις νά μή παραβαίνῃ τόν κανόνα τοῦτον, οὐχἰ βάλλοντες μέσα εἰς σταφἰδα τόν ἅγιον Ἄρτον, ἀλλά εἴς τι ἀγγεῖον ἱερόν, καί ἐκεῖθεν νά τόν λαμβάνουν, ἤ οἱ μόρται, ἥ οἱ ἀσθενεῖς, διά λαβίδος. Τό δέ ἀγγεῖον σύν τῇ λαβίδι νά βάνεται εἰς ξύδι, καί τό ξύδι νά ῥίπτηται εἰς τό χωνευτήριον, ἤ μέ ὅποιον ἄλλον τρόπον δυνηθῶσιν ἀσφαλέστερον καί κανονικόν».[8]
Το σύντομο σημείωμα του Αγίου Νικοδήμου είναι σημαντικό κατά δύο τρόπους. Πρώτον, επιμένει ότι τα σκεύη που χρησιμοποιούνται για τη θεία Κοινωνία να έχουν απολυμανθεί με ξύδι, ένα διαδεδομένο απολυμαντικό από τους αρχαίους χρόνους. Αυτό είναι μία αναγνώριση ότι τα σκεύη ή τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την κοινωνία θα μπορούσαν να είχαν μολυνθεί από επικίνδυνα παρασιτικά μικρόβια. Δεύτερον, επιμένει ότι τα σκεύη θα πρέπει να είναι αρμόζοντα προς τον σκοπό.
Κατά τα τελευταία σαράντα χρόνια αρκετές παγκοσμίως θανατηφόρες επιδημίας AIDS, SARS, Ebola και MERS προκάλεσαν τον φόβο στους ανθρώπους. Τώρα, ο κόσμος βιώνει μία ακόμη πιο επιθετική παγκόσμια απειλή: την πανδημία το κορωνοϊού ή COVID-19, μία μόλυνση με θανατηφόρα δύναμη που ανέτρεψε όλους τους κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτικούς, πολιτιστικούς και θρησκευτικούς κανόνες. Οι άνθρωποι είναι δικαιολογημένα νευρικοί και φοβισμένοι. Η νόσος έχει ήδη προσβάλει εκατομμύρια ανθρώπων και αφήρεσε τις ζωές χιλιάδων παγκοσμίως. Όπως και με τις προηγούμενες πανδημίες, ο άκρως μολυσματικός κορωνοϊός έχει οδηγήσει πολλούς ανθρώπους να απορούν και να διερωτώνται αν θα συνεχισθεί η χρήση της κοινής λαβίδας στη θεία Κοινωνία.
Οι πραγματικοί φόβοι, επιφυλάξεις και ανησυχίες των ανθρώπων δεν θα πρέπει να απορριφτούν με τον αέρα υπεροχής ή με κάλεσμα για περισσότερη πίστη, ως η μετάληψη να είναι κενή από ανθρώπινες ευαισθησίες και περιορισμούς της τάξεως των κτιστών. Οι πιστοί θέλουν να αισθάνονται ασφαλείς, να εισακούονται και να προστατεύονται από την Εκκλησία. Δεν θέλουν να εκτίθενται ή να ευρίσκονται σε περιττούς κινδύνους
Δηλώσεις όπως «Η Ευχαριστία είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και το φάρμακον αθανασίας» ή «η Ευχαριστία είναι θείoν βάλσαμον, θεία ιατρεία» μπορεί να είναι αληθινές. Αλλά δεν επαρκούν για να πραΰνουν τους φόβους και τις ανησυχίες των πιστών. Οι άνθρωποι δεν αμφισβητούν τον ιερό χαρακτήρα και την ταυτότητα των Τίμιων Δώρων, αλλά την αξιοπιστία των σκευών με τα οποία τους προσφέρονται.
Στα εξήντα τέσσερα χρόνια της ιερωσύνης μου έχω καταλύσει τη θεία κοινωνία από το Ποτήριο χιλιάδες φορές, μετά από αναρίθμητες θείες λειτουργίες, χωρίς φόβο ή δισταγμό, όπως ο κάθε ιερέας. Όμως, δεν είμαι βέβαιος ότι ο κάθε πιστός ενορίτης θα έκανε το ίδιο, αν κάποιος του το ζητούσε. Η θέση μου είναι η εξής. Η Θεία Κοινωνία θα πρέπει να είναι πηγή χαράς, ελπίδας και δύναμης για όλους και να μην εξετάζει ή να μετρά την πίστη κάποιου για την πρόνοια και τη φροντίδα του Θεού (Μτ. 4:5-7). Ο Απ. Παύλος μας υπενθυμίζει ότι η αγάπη του Θεού μάς επιβάλλει να φροντίζουμε για όλους οποιαδήποτε και αν είναι η κατάστασή τους, να είμαστε ευαίσθητοι και να αποκρινόμαστε στις δίκαιες ανάγκες τους και ανησυχίες τους ένεκεν του Ευαγγελίου (Α’Κορ. 9: 19-23).
Η Ορθόδοξη Θεολογία περί των Ιερών Μυστηρίων διακρίνει ανάμεσα σε αυτό που είναι μυστικό και σε αυτό που είναι φυσικό. ΟΙ θείες πραγματικότητες σε κάθε μυστήριο διακρίνονται από τα υλικά στοιχεία δια των οποίων προσφέρονται. Πιστεύουμε και ομολογούμε ότι τα Ευχαριστιακά Δώρα- άρτος και ο οίνος- μεταβάλλονται σε Σώμα και Αίμα του Χριστού με την ευχή της Εκκλησίας και τη δύναμη και την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Η μεταβολή, όμως, είναι μυστική, δεν είναι φυσική.
Ο άρτος και ο οίνος διατηρούν τη φυσική ιδιότητα και ποιότητα και περιορίζονται από τους σχετικούς φυσικούς νόμους.[9] Ο τρόπος, με τον οποίο η μεταβολή των Δώρων γίνεται παραμένει βαθυστόχαστο μυστήριο. Όμως γνωρίζουμε εκ πίστεως ότι η μεταβολή επισυμβαίνει, ώστε ο Χριστός να είναι η τροφή μας και να είναι «ἐν ἡμῖν καί ἡμεῖς ἐν αὐτῷ (Ιω 6:56).
Η λαβίδα είναι ένα ατελές υλικό αντικείμενο. Δεν μετέχει της αφθαρσίας του αναστημένου και θεωθέντος Σώματος του Χριστού, το Οποίο είναι πράγματι παρόν σε μας με τα ευχαριστιακά Δώρα. Από μόνη της η λαβίδα είναι ένα απλό κοχλιάριο, κουτάλι, ένα σκεύος. H αξία της απορρέει από τη χρήση της, διότι είναι το μέσο, με το οποίο προσφέρεται το Αίμα και το Σώμα του Χριστού στον λαό. Πριν πολλά χρόνια αντικατέστησε ένα παλαιότερο τρόπο μεταλήψεως. Η χρήση της λαβίδας για να κοινωνεί ο λαός ήταν τότε καινοτομία.
Σήμερα η σκέψη να αντικατασταθεί η λαβίδα προκάλεσε ανησυχία σε μερικούς κύκλους. Υπάρχουν ορισμένοι κληρικοί και λαϊκοί που βλέπουν την αντικατάσταση της λαβίδας ή οποιασδήποτε άλλης μετακίνησης από την τρέχουσα πρακτική ως απόρριψη της διδασκαλίας της πραγματικής παρουσίας του Χριστού στην Ευχαριστία. Βεβαίως, αυτό δεν είναι αληθινό!
Για να ανταποκριθούν στην παρούσα θανατηφόρα πανδημία τρεις τοπικές Εκκλησίες έχουν ήδη θεσμοθετήσει αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο μεταδίδεται η θεία Κοινωνία.[10] Οι περιστάσεις απαιτούν κάθε τοπική Εκκλησία να μελετήσει το ζήτημα με προσοχή λαμβάνοντας υπόψη της τις πολιτιστικές ευαισθησίες και την υγεία του λαού ως και τις οδηγίες υγιεινής και τα πρωτόκολλα των χωρών τους.
Η Εκκλησία της Ρωσίας εισήγαγε μικρή αλλά ουσιαστική αλλαγή στον παραδοσιακό τρόπο προσφοράς της θείας Κοινωνίας , που μοιάζει να στηρίζεται στο πρότυπο που πρότεινε ο Άγιος Νικόδημος. Η κοινή λαβίδα βυθίζεται σε αλκοόλη και στη συνέχεια σκουπίζεται, ώστε να είναι καθαρή μετά από κάθε ένα που μεταλαμβάνει.
Η Εκκλησία της Ρουμανίας εξέτασε, ανάμεσα σε άλλες δυνατότητες, να επιτρέψει στον λαό να φέρνουν το κοχλιάριό τους από το σπίτι. Ὀμως αυτή η μέθοδος της κοινωνίας θα αποφασιστεί, συμφώνως προς εκκλησιαστικές συνοδικές οδηγίες, μετά τον Ιούνιο, σε συμφωνία ( consensus) με άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Στην Ουκρανία η Κοινωνία μεταδίδεται με εμβαπτισμό- μια μερίδα το καθαγιασθέντος Ἀρτου βυθίζεται στο Ποτήριο και τοποθετείται στην παλάμη αυτού που κοινωνεί από τον ιερέα. Επιπροσθέτως, πολλοί άλλοι τρόποι μπορούν να προταθούν. Ορισμένοι, που θέλουν να διατηρήσουν τη λαβίδα, πιστεύουν πως είναι αρκετό να διδάξουν όσους κοινωνούν να γέρνουν το κεφάλι τους προς τα οπίσω και να ανοίγουν πολύ το στόμα τους , ώστε ο ιερέας να μπορεί να στάζει τα Τίμια Δώρα μέσα στο στόμα του πιστού. Ο στόχος αυτής της μεθόδου είναι να αποφύγουν να αγγίξουν το στόμα και τα χείλη αυτού που μεταλαμβάνει. Ωστόσο η μέθοδος δεν είναι τελείως ασφαλής. Δεν διασφαλίζει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Μία άλλη πρόταση, κοντά στο ρουμανικό σχέδιο, επιτρέπει σε κάθε οικογένεια να φέρνει τη δική της «οικογενειακή λαβίδα», που θα χρησιμοποιείται μόνο για την κοινωνία των μελών της οικογένειας. Όμως αυτό έρχεται σε αντίθεση με τον 101ο κανόνα της Πενθέκτης Συνόδου, που απαγορεύει ιδιωτικά σκεύη από τον φόβο ότι θα οδηγήσουν σε κοινωνικές διακρίσεις και τα παρόμοια. Η Κοινωνία , όπως είναι γνωστό είναι προσωπική αλλά και κοινωνική πράξη: «Ἡμᾶς δέ πάντας, τούς ἐκ τοῦ ἑνός ἄρτου καί τοῦ ποτηρίου μετέχοντας, ἑνώσαις ἀλλήλοις εἰς ἑνός Πνεύματος Ἁγίου κοινωνίαν» (Αναφορά Μεγάλου Βασιλείου).
Το oυκρανικό μοντέλο, Κοινωνία δι΄εμβαπτισμού, βρήκε κάποια ανταπόκριση. Είναι μία έκδοχή της αρχαίας πρακτικής. Όμως, είναι δύσκολο να αντιμετωπισθούν διάφορες περιπτώσεις, όπως η μετάληψη των ηλικιωμένων, των ατόμων με ειδικές ανάγκες, των παιδιών…
Μία άλλη μέθοδος προτρέπει την αντικατάσταση της μιας κοινής λαβίδας από πολλές μικρές ατομικές λαβίδες, κατασκευασμένες από απλά υλικά και ίσης αξίας, που θα προμηθεύει η κάθε ενορία. Σύμφωνα με αυτόν τον τρόπο , κάθε ενορία αποκτά (ίσως από κοινούς πόρους) ένα επαρκή αριθμό κοχλιαρίων από πλαστικό ή ξύλο. Μετά τη χρήση, κάθε κοχλιάριο θα πρέπει να περισυλλεγεί και καταλλήλως να αχρηστευθεί (καεί ή ταφεί) μετά τη Λειτουργία.
Ακόμη, κάθε ενορία προμηθεύεται επαρκή αριθμό μεταλλικών κοχλιαρίων, του ιδίου τύπου και υλικού. Όσα χρησιμοποιούνται περισυλλέγονται και απολυμαίνονται καταλλήλως μετά κάθε Λειτουργία και χρησιμοποιούνται πάλι για πολλές φορές.
Καθεμία από αυτές τις μεθόδους έχει τον ίδιο κοινό στόχο: να μεταδώσει την Κοινωνία με τον κατά το δυνατόν περισσότερο ασφαλή, πρακτικό και αξιοπρεπή τρόπο. Οποιοσδήποτε και αν είναι ο τρόπος, ο θεμελιώδης στόχος είναι ο ίδιος: να περιορίσουν τη μετάδοση επικίνδυνων παρασιτικών μικροβίων.
Από όλες τις μεθόδους η χρήση πολλαπλών μεταλλικών κοχλιαρίων μοιάζει η ασφαλέστερη και περισσότερο πρακτική και η εγγύτερη προς την παράδοση. Ο λαός είναι συνηθισμένος στη λαβίδα.
Επίσης θα πρέπει να δοθεί προσοχή και στο κοινό μάκτρο, το οποίο πολλοί χρησιμοποιούν, για να σκουπίζουν τα χείλη τους. Αυτή η συνήθεια είναι προβληματική και πρέπει να τελειώσει. Το μάκτρο θα πρέπει να υπηρετεί ένα σκοπό, να προλαβαίνει τη διαρροή κατά τη διάρκεια της μεταλήψεως. Μία ομάδα ανθρώπων που βοηθούν στο ιερό ή ακόμη τακτικά μέλη από το εκκλησίασμα θα πρέπει να εκπαιδευτούν να κρατούν κατάλληλα το μάκτρο, καθώς πλησιάζει εκείνος που θα μεταλάβει. Έχει γίνει επίσης πρόταση για ατομικές χαρτοπετσέτες. Η χαρτοπετσέτα τοποθετείται σε ένα καλάθι μετά από κάθε χρήση. Για να αποφευχθούν οι δυσκολίες , ο λαός θα πρέπει να διδαχτεί πως να χρησιμοποιεί κατάλληλα την προσωπική του πετσέτα.
Μία αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο μεταδίδεται η Κοινωνία στον λαό είναι αναπόφευκτη. Ήδη επισυμβαίνει. Το ζήτημα είναι αν όλες οι Εκκλησίες φτάσουν σε μία συμφωνία στο ορατό μέλλον ή εάν τοπικές παραλλαγές θα εφαρμοστούν, μέχρις ότου η χρήση πολλαπλών λαβίδων ή κάποιος άλλος τύπος θα γίνει από κοινού αποδεκτός. Με οποιοδήποτε αποτέλεσμα η αλλαγή έρχεται. Ως εκ τούτου είναι σημαντικό όλοι-κλήρος και λαός μαζί-να έχουν κατάλληλα προετοιμασθεί.
Original article in english here
* O Πρωτοπρεσβύτερος Αλκιβιάδης Καλύβας Δρ Θ. είναι Ομότιμος Καθηγητής Λειτουργικής στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού (Holy Cross Greek Orthodox School of Theology in Brookline, MA.)
[1]Για την ιστορία της λαβίδας βλέπε Robert F. Taft, “Byzantine Communion Spoons: A Review of the Evidence,” in Dumbarton Oaks Papers (DOP), vol. 50 (1996), 209-238; and Taft,A History of the Liturgy of St. John Chrysostom, vol. VI, TheCommunion, Thanksgiving, and Concluding Rites, (Rome 2008), 266-306. Οι πρώιμες λαβίδες ή κοχλιἀρια ήταν μεγαλύτερες και βαθύτερες από τις σημερινές εν χρήσει λαβίδες.
[2] Για την Πενθέκτη και τις λειτουργικές μεταρρυθμίσεις βλέπε Calivas, Aspects of Orthodox Worship (Brookline, MA), 227-234.
[3] Πηδάλιον, εκδ. Οίκος Ἀστήρ , Αλ. & Ε. Παπαδημητριου, Αθήναι 1957, σελ. 310.
[4] Βλέπε, για παράδειγμα, περιγραφές Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Μυσταγωγικές Κατηχήσεις, V: 21, 22.
[5] Ράλλη Ποτλή, Οι Θείοι και Ιεροί Κανόνες, Αθήναι, 1853, Τόμος 2, 548. «Μή θαυμάσῃς δέ, μηδέ ἐρωτήσῃς τήν αἰτίαν, δι’ ἥν ἐν τισιν ἐκκλησίαις μεταδίδοται τοῖς λαικοῖς τό ἅγιον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, καί οὐκ ἐγχειρίζεται τοὐτοις κατά τήν τοῦ κανόνος περίληψιν».
[6] Πηδάλιον, 311. «Το αίτιον δέ ὁπού ἐπενοήθη ἡ λαβίδα ἦτο διατί μερικοί, ἤ δεισιδαίμονες ἄνθρωποι, λαμβάνοντες εἰς χείρας τόν ἅγιον Ἄρτον, ἤ τόν ἔρριπτον ἤ τόν ἔκρυπτον, ἥ εἰς μαγείας καί πονηράς ἄλλας ἐμεταχειρίζοντο…»
[7] Εξ όσων γνωρίζω, κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει ασχοληθεί με μία διεξοδική εξέταση των ιστορικών δεδομένων, για να επιβεβαιώσει τον τρόπο, με τον οποίο η Εκκλησία χειριζόταν τις διάφορες ανάγκες της-ειδικά τη μετάδοση της θείας Κοινωνίας-σε εποχές μεγάλων επιδημιών ή άλλων κρίσεων που επηρέαζαν τους κοινωνικούς και εκκλησιαστικούς κανόνες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μήπως μία μακροχρόνια συνήθεια μη συχνής Κοινωνίας έπαιξε ρόλο; Ήταν παράγων άμβλυνσης; Γνωρίζουμε π.χ. ότι στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες μεγάλες πόλεις κατά τη διάρκεια των μέσων του 17ου αιώνα οι εκτενείς νεκρώσιμες ακολουθίες, που ήταν καταχωρημένες στο Μεγάλο Ευχολόγιο, συντομεύθηκαν, ώστε να διαχειριστούν τον υπέρμετρο αριθμό κηδειών, εξαιτίας των πανδημιών και των επιπτώσεών τους. Βλέπε Ιωάννη Φουντούλη,, Τελετουργικά Θέματα, Αθήναι 2002, σελ. 157-160. Ποιες άλλες αλλαγές και παραχωρήσεις έχει κάνει η Εκκλησία σε καιρούς κρίσεων;
[8]Πηδάλιον, 243, σημ. 1.
[9] Αυτό συμβαδίζει με τον Όρο της Δ΄Οικουμενικής Συνόδου της Χαλκηδόνος: «Ἑπόμενοι τοίνυν τοῖς ἁγίοις πατράσιν, ἵνα καί τόν αὐτόν ὁμολογεῖν υἱόν τόν κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν ἅπαντας συμφώνως ἐκδιδάσκομεν, τέλειον τόν αὐτόν ἐν θεότητι καί τέλειον τόν αὐτόν ἐν ἀνθρωπότητι, θεόν ἀληθῶς καί ἄνθρωπον ἀληθῶς τόν αὐτόν ἐκ ψυχῆς λογικῆς καί σώματος, ὁμοούσιον τῷ πατρί κατά τήν θεότητα, καί ὁμοούσιον τόν αὐτόν ἡμῖν κατά τήν ἀνθρωπότητα, κατά πάντα ὅμοιον ἡμῖν χωρίς ἁμαρτίας’ πρό αἰώνων μέν ἐκ τοῦ πατρός γεννηθέντα κατά τήν θεότητα, ἐπ’ ἐσχάτων δέ τῶν ἡμερῶν τόν αὐτόν δι’ ἡμᾶς καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν, ἐκ Μαρίας τῆς παρθένου κατά τήν ἀνθρωπότητα, ἵνα καί τόν αὐτόν Χριστόν, υἱόν, κύριον, μονογενῆ ἐκ δύο φύσεων (ἐν δύο φύσεσιν)ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως γνωριζόμενον’ οὐδαμοῦ τῆς τῶν δύο φύσεων διαφορᾶς ἀνῃρημένης, διά τήν ἕνωσιν, σωζομένης δέ μᾶλλον τῆς ἰδιότητος ἑκατέρας φύσεως καί εἰς ἕν πρόσωπον καί μίαν ὑπόστασιν…» Peter L’Huillier, The Church of the Ancient Councils (Crestwood, NY 1996), 194.
Δύο παραδείγματα θα δείξουν ότι οι φυσικές ιδιότητες του άρτου και του οίνου διατηρούνται. Άνθρωποι που υποφέρουν από σοβαρή μορφή κοιλιακής νόσου, μία αυτοάνοσο διαταραχή, αντιδρούν άσχημα, όταν προσλαμβάνουν τη γλουτένη, μία πρωτεΐνη που υπάρχει στο σιτάρι, το κριθάρι, τη σίκαλη ή σε άλλους σπόρους, από τους οποίους γίνονται τα περισσότερα πρόσφορα. Αυτοί οι άνθρωποι συχνά ζητούν να μεταλάβουν ένα ελάχιστο τεμάχιο από τον καθαγιασμένο Άρτο, φοβούμενοι άσχημη αντίδραση του οργανισμού τους. Ιερείς που έχουν χειροτονηθεί πρόσφατα και δεν είναι συνηθισμένοι σε αλκοολούχα ποτά, συχνά με δυσκολία καταλύουν και καθαίρουν το Ποτήριο μετά τη Λειτουργία με άδειο στομάχι. Επιπλέον, σε αυτό το σημείο, τα Προηγιασμένα Δώρα, που ετοιμάζονται και καθαγιάζονται κατά την παράδοση την Μ. Πέμπτη, χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή. Αφού τελείως στεγνώσουν, χωρίζονται σε μικρά τεμάχια και τοποθετούνται κάτω ή πάνω στη φωτιά. Αυτό γίνεται για να διατηρηθούν.
[10] Βλέπε το σημαντικό άρθρο του Nicholas Denysenko, “Do Sacraments Prevent Illness?” in Public Orthodoxy, the online publication of the Orthodox Christian studies Center of Fordham University.
Θεματολογικές ετικέτες