Il Foglio Quotidiano
24 Δεκεμβρίου 2024
Ε. Είναι Χριστούγεννα. Γίνεται πολύς λόγος για την ελπίδα. Συχνά η λέξη χρησιμοποιείται επιφανειακά, σαν να πρόκειται για μια απλή ευχή να είμαστε καλά ή «ότι όλα θα πάνε καλά». Σε αντίθεση με αυτό σκέφτομαι τα χαρακώματα της Ουκρανίας, της Γάζας, του Λιβάνου και της Συρίας, την πραγματικότητα αυτού του κόσμου που είναι κομμάτια! Ο ισχυρισμός ότι όλα θα πάνε καλά είναι σχεδόν προσβολή. Η χριστιανική ελπίδα έρχεται να μας βοηθήσει. Ποια είναι η πραγματική της σημασία, ακόμη και σε σχέση με τον πόλεμο;
Α. Ο χριστιανισμός δεν είναι ουτοπία. Η βιβλική θρησκεία είναι εξαιρετικά, κατά κάποιο τρόπο σοκαριστικά, ρεαλιστική. Οι μεγάλοι δάσκαλοι της πίστης επέμεναν πάντοτε ότι η μεταφυσική-πνευματική ζωή πρέπει να βασίζεται σε μια πραγματική εκτίμηση της φύσης. Πρέπει να εκπαιδεύσουμε τους εαυτούς μας να βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι, τους εαυτούς μας όπως είμαστε. Το να έχουμε χριστιανική ελπίδα δεν σημαίνει να περιμένουμε ότι όλα θα πάνε καλά. Δεν πάνε όλα καλά. Ελπίδα σημαίνει να έχουμε εμπιστοσύνη ότι τα πάντα, ακόμη και η αδικία, μπορεί να είναι σκόπιμα. Το φως «λάμπει μέσα στο σκοτάδι». Δεν εξαφανίζει το σκοτάδι – ακόμα- αυτό θα γίνει στον νέο ουρανό και στη νέα γη, όπου «δεν θα υπάρχει πλέον νύχτα». Εδώ και τώρα, η ελπίδα τρεμοπαίζει. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αμηλητέα. Υπάρχει μια ευλογημένη μεταδοτικότητα στην ελπίδα, που της επιτρέπει να εξαπλώνεται από καρδιά σε καρδιά. Οι ολοκληρωτικές δυνάμεις εργάζονται πάντα για να εξαλείψουν την ελπίδα και να προκαλέσουν την απελπισία. Το να εκπαιδεύουμε τους εαυτούς μας στην ελπίδα σημαίνει να ασκούμε τους εαυτούς μας στην ελευθερία. Σε ένα ποίημα, ο Péguy περιγράφει την ελπίδα ως τη φλόγα της λυχνίας του ιερού. Αυτή η φλόγα, λέει, «έχει διασχίσει τα βάθη όλης της νύχτας». Μας επιτρέπει να βλέπουμε αυτό που συμβαίνει τώρα, αλλά και να οραματιζόμαστε αυτό που μπορεί να συμβεί. Το να ελπίζει κανείς σημαίνει να ποντάρει την ύπαρξή του στη δυνατότητα του γίγνεσθαι. Αυτή είναι μια τέχνη που πρέπει να εξασκείται επιμελώς, σε μια μοιρολατρική, ντετερμινιστική ατμόσφαιρα.
Ε. Τα Χριστούγεννα έχουν μια μυστηριώδη πτυχή που γοητεύει ακόμη και τους μη πιστούς. Σκέφτομαι τον Claudel, ο οποίος προσηλυτίστηκε ακούγοντας τον εσπερινό στην Παναγία των Παρισίων τα Χριστούγεννα του 1886. Ή τον Jean-Paul Sartre, τον κατ’ εξοχήν άθεο, ο οποίος έγραψε σε ένα από τα διηγήματά του: «Η Παρθένος είναι χλωμή και κοιτάζει το παιδί της. Αυτό που θα έπρεπε να είναι ζωγραφισμένο στο πρόσωπό της είναι μια αγωνιώδης έκπληξη που έχει εμφανιστεί μόνο μια φορά σε ανθρώπινο πρόσωπο». Ποιο είναι αυτό το μυστήριο των Χριστουγέννων που απευθύνεται σε όλους;
Α. Μήπως κάτι από την έκπληξη για την οποία μιλάει ο Σαρτρ δεν είναι στην πραγματικότητα εμφανές σε πολλές απεικονίσεις της Παναγίας όπως εμφανίζεται στη βυζαντινή εικονογραφία; Η γοητεία των Χριστουγέννων είναι ενσωματωμένη στα ευαγγελικά τους σύμβολά: το νεογέννητο παιδί· η διακήρυξη της ειρήνης· η διαβεβαίωση ότι οι άνθρωποι έχουν ακόμα την πρόθεση «να κάνουν το καλό»· η ειρηνική σιωπή μιας νύχτας κατά τη διάρκεια της οποίας η δημιουργία -άνθρωποι, ζώα και αστέρια- αναμένει τον Ερχόμενο, αρμονικά τοποθετημένη γύρω από ένα αυτονόητο επίκεντρο. Ο Claudel έγραψε στο L’Annonce faite à Marie, ένα έργο που ξαναδιαβάζω κάθε Χριστούγεννα, «Bien des choses se consument sur le feu d’un coeur qui brûle». Τα Χριστούγεννα μας επιτρέπουν να νιώσουμε τον διακαή πόθο της καρδιάς μας. Μας δίνουν μια αίσθηση του τι είναι παροδικό και φεύγει και του τι μένει. Η πρόκληση είναι να αφήσουμε αυτή τη διαίσθηση να γίνει συγκεκριμένη σε αποφάσεις και να μην περιοριστεί σε περαστικό δακρύβρεχτο συναισθηματισμό.
Ε. Είστε επίσκοπος σε μια από τις περιφέρειες για τις οποίες συχνά μιλάει ο πατέρας Φραγκίσκος. Ακόμα και σε μια ευρωπαϊκή περιφέρεια. Στο νότο βλέπουμε σημάδια του πώς η πίστη της Γηραιάς Ηπείρου χάνεται, πιεζόμενη από μία ολοένα και αυξανόμενη εκκοσμίκευση. Πώς βλέπετε τα πράγματα, από την περιφέρεια;
Α. Η περιφέρεια ορίζεται σε σχέση με ένα κέντρο. Σε μια χριστιανική οπτική, το κέντρο δεν είναι ένα σημείο στο χάρτη. Το κέντρο είναι όπου το μυστήριο του Χριστού είναι παρόν σε πληρότητα. Η περιφέρεια καλείται να γίνει κέντρο. Βλέπουμε αυτή τη δυναμική να λειτουργεί στην ιεραποστολική ιστορία της Εκκλησίας. Η φλόγα της πίστης λάμπει έντονα, ξανά και ξανά, σε απροσδόκητα μέρη. Ποια ήταν η έκπληξη των γεμάτων αυτοπεποίθηση Ευρωπαίων που έφτασαν στην Ινδία τον δέκατο έκτο αιώνα, νομίζοντας ότι είχαν φτάσει στο περιθώριο του πολιτισμού, μόνο και μόνο για να διαπιστώσουν ότι το κέντρο είχε υλοποιηθεί εκεί από τους αποστολικούς χρόνους, ενώ οι πρόγονοί τους (των Ευρωπαίων) λάτρευαν ραβδιά και πέτρες; Η χρήση του όρου “περιφέρεια” χρησιμοποιείται συχνά από θεσμούς ή ανθρώπους που είναι βέβαιοι ότι αυτοί είναι, λόγω κληρονομικού δικαιώματος, το κέντρο. Η πίστη αμφισβητεί αυτή την παραδοχή. Έτσι, αυτός ο όρος γίνεται βοηθητικά αυτοανατρεπτικός. Μας προκαλεί να αναρωτηθούμε: «Πού είναι, στην πραγματικότητα, το κέντρο;». Με βιβλικούς όρους, το θέμα είναι να ακολουθήσουμε το Αρνίο όπου κι αν πηγαίνει, αφήνοντας την βολική παραδοχή ότι θα παραμείνει αναγκαστικά εκεί όπου είμαι εγώ.
Ε. Αυτοί που πηγαίνουν στις Εκκλησίες είναι όλο και πιο ηλικιωμένοι κι εμείς αγωνιζόμαστε να καλύψουμε την ανάγκη των νέων γενεών για νόημα, οι οποίες έχουν τέτοιες αναζητήσεις και τις καλλιεργούν, ακόμη και αν συχνά λέμε ότι σκέφτονται μόνο την διασκέδασή και το smartphone τους. Ωστόσο, όπως σε όλες τις ηλικίες και τις γενιές, επιθυμούν και αναζητούν τα “άνω”. Τι μπορεί να κάνει η Εκκλησία για να ικανοποιήσει αυτή την αναζήτηση;
Α. Η δική μου εμπειρία είναι διαφορετική. Συναντώ πολλούς νέους ανθρώπους που διψούν για νόημα, ειλικρινείς στην αναζήτησή τους, διαυγείς στις αναλύσεις τους. Συχνά διασκεδάζω με διαγνωστικές μελέτες και αναλύσεις, είτε κοσμικές είτε εκκλησιαστικές, στις οποίες πολύ ηλικιωμένοι σχολιαστές διατυπώνουν θέσεις για τους «νέους», σαν οι τελευταίοι να ήταν ένα είδος που διατηρείται τεχνητά ζωντανό σε ένα εργαστηριακό ψυγείο, περιορισμένο στις παραδοχές και το πολιτισμικό περιβάλλον των περασμένων δεκαετιών. Πώς μπορεί η Εκκλησία να ασχοληθεί με τη σημερινή νεολαία; Παίρνοντάς τους στα σοβαρά. Με το να μην τους μιλάει υποτιμητικά. Τολμώντας να παρουσιάσει υψηλά, όμορφα ιδανικά. Σεβόμενη την επιθυμία τους να αγκαλιάσουν την πληρότητα της κληρονομιάς τους. Μη δίνοντάς τους πέτρες ή γλυκά αντί για ψωμί.
Ε. Στο βιβλίο σας The Shattering of Loneliness γράφετε στην Εισαγωγή: «Είδα ότι, για να ζήσει κανείς, πρέπει να μάθει να κοιτάζει τον θάνατο στα μάτια. Πριν προλάβω να καταλάβω τι σημαίνει η λέξη, είχα βαρεθεί από την επιπολαιότητα». Μιλούσαμε για τους νέους ανθρώπους και για τον πόλεμο. Σας ρωτώ: μήπως το σημερινό κλίμα εφησυχασμού δεν οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι εδώ και γενιές η Ευρώπη δεν γνωρίζει στο έδαφός της την πραγματικότητα του πολέμου και του θανάτου. Αν μου επιτρέπετε να εκφραστώ ωμά: Μήπως έχουμε συνηθίσει τόσο πολύ την ειρήνη στο σπίτι μας, ώστε να μην ξέρουμε πλέον πώς να κοιτάμε τον θάνατο κατάματα;
Α. Υπάρχει πράγματι ο κίνδυνος να θεωρούμε την ειρήνη δεδομένη, θεωρώντας την κατά κάποιο τρόπο νομοτελειακή. Δεν είναι. Η ιστορία μας το υπενθυμίζει αυτό επίμονα. Όσο μεγαλώνω, τόσο περισσότερο με εντυπωσιάζει το γεγονός ότι ο πρώτος θάνατος που καταγράφεται στις Γραφές είναι θάνατος από αδελφοκτονία. Θέτει ένα παράδειγμα που βλέπουμε να επαναλαμβάνεται με τρομερή συνέπεια μέχρι τις μέρες μας. Ο πρόλογος στον κανόνα του Αγίου Βενέδικτου παραθέτει έναν ψαλμό που δίνει μια χρήσιμη προοπτική. Ο Άγιος Βενέδικτος μας προτρέπει να «αναζητούμε την ειρήνη και να την επιδιώκουμε». Μας υπενθυμίζει ότι η ειρήνη είναι δυναμική, μια ζωντανή πραγματικότητα που πρέπει να καλλιεργηθεί. Ένας ευρωπαϊκός μισός αιώνας χωρίς μεγάλους πολέμους ήταν κάτι σαν θαύμα. Τώρα, ο ορίζοντας σκοτεινιάζει. Ο άδικος πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται· η κατάρρευση της μιας κυβέρνησης μετά την άλλη, καθώς οι εύθραυστοι συνασπισμοί εκρήγνυνται, δημιουργεί ανησυχία· η ρητορική της επιθετικότητας εξαπλώνεται σαν βλαβερή καπνός. Η αίσθησή μου είναι ότι η ήπειρός μας, οι νέοι της και όχι μόνο, αφυπνίζονται. Ο Covid ήταν ένα κάλεσμα αφύπνισης. Έφερε το φάντασμα του θανάτου κοντά. Κατέρριψε τις ψευδαισθήσεις ότι η ευημερία ή η επιστημονική εξειδίκευση θα μας κρατούσαν ασφαλείς, ότι ο θάνατος είναι κάτι που συμβαίνει μόνο στους άλλους. Έχουμε αναλογιστεί επαρκώς αυτά τα διδάγματα; Νομίζω πως όχι. Το βλέπω ως μια χαμένη ευκαιρία, πολιτικά και κατηχητικά.
Ε. Τα παγκόσμια μέσα μαζικής ενημέρωσης μας έδωσαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε το θέαμα της επαναλειτουργίας της Παναγίας των Παρισίων, που αποκαταστάθηκε μετά την πυρκαγιά. Ένα τεράστιο πλήθος ήταν εκεί. Οι πλούσιοι και ισχυροί έκαναν ουρά για να μπουν. Οι απλοί άνθρωποι συνέβαλαν στη χρηματοδότηση του έργου, όπως ακριβώς και στον Μεσαίωνα. Αναρωτιέμαι: εξακολουθούμε, παρά ταύτα, να είμαστε προσκολλημένοι σε αυτά τα σύμβολα που μας μιλούν για την ταυτότητά μας;
Α. Το ότι υπάρχει προσκόλληση μοιάζει προφανές. Η έκρηξη θλίψης που ακολούθησε την πυρκαγιά στην Παναγία των Παρισίων ήταν συγκινητική. Τιμή σε όλους όσοι συνέβαλαν στην ανοικοδόμησή της. Σε τι, όμως, είμαστε προσκολλημένοι; Σε ένα μεγάλο χριστιανικό ιερό; Ή σε ένα πολιτιστικό φυλαχτό; Στην Advent η Εκκλησία μάς καλεί να διαβάσουμε τον προφήτη Ησαΐα. Εκεί περιγράφονται αποκαρδιωτικά πράγματα. Ο Ησαΐας μας δίνει υπέροχες εικόνες παρηγοριάς, προφητείες για την ενσάρκωση. Μας λέει επίσης ότι η λύτρωση θα αναδυθεί από την καταστροφή. Ξεκαθαρίζει ότι ο Κύριος είναι αυτός που ενορχηστρώνει την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και την εξορία του λαού της, θέλοντας να τους διδάξει, ακριβώς, πως δεν πρέπει να εμπιστεύονται την ισχύ των κτισμάτων, αλλά να ζουν, αντίθετα, με τη χάρη, στηριζόμενοι μέρα με τη μέρα στην υπαρξιακή τους ευθραυστότητα. Είναι καθήκον της Εκκλησίας να διασφαλίσει ότι η αρχιτεκτονική και καλλιτεχνική μας κληρονομιά παραμένει ένα ισχυρό σημάδι της καλοσύνης του Θεού, επιτρέποντας τη συνάντηση της χωμάτινης ύπαρξής μας με το άκτιστο μεγαλείο του Θεού. Έχουμε αρκετή εμπιστοσύνη στην παράδοσή μας για να βοηθήσουμε τους συγχρόνους μας να δουν τι σημαίνουν και τι υπόσχονται σιωπηρά οι επιφανειακά διαμορφούμενοι χώροι και τα αντικείμενα που διαμορφώνουν την ταυτότητα μας; Εδώ υπάρχει περιθώριο για αυτοκριτική. Συχνά, μου φαίνεται ότι συνθηκολογούμε με την κοσμική νεωτερικότητα και προσπαθούμε να κάνουμε την κληρονομιά μας «σχετική» με τους όρους της, ενώ η εποχή μας στην πραγματικότητα μας ζητάει κάτι διαφορετικό.
Ε. Σε συνέχεια του προηγούμενου ερωτήματός μου: μήπως εμείς οι Ευρωπαίοι της τρίτης χιλιετίας έχουμε πρόβλημα ταυτότητας; Γνωρίζουμε ακόμη και σήμερα από πού προερχόμαστε, πού πηγαίνουμε;
Α. Εδώ και πολύ καιρό η συναίνεση δεν ήταν τόσο έντονη σε θεμελιώδη ζητήματα: για το τι σημαίνει να είσαι άνδρας ή γυναίκα, τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, τι υποτίθεται ότι είναι μια κοινωνία. Ο δημόσιος διάλογος βουίζει εδώ και καιρό απειλητικά σαν σφηκοφωλιά. Οποιοσδήποτε συμμετέχει σ’ αυτόν κινδυνεύει να τσιμπηθεί. Η αίσθησή μου είναι ότι η τάση τώρα αρχίζει να αλλάζει, με περισσότερους ανθρώπους να θέτουν ερωτήματα, να αναζητούν ορθή επιχειρηματολογία και αξιόπιστες παραμέτρους. Η καθολική διανοητική παράδοση έχει τεράστια συμβολή εδώ. Χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω την υπεροχή του φιλανθρωπικού έργου ή των αιτημάτων για δικαιοσύνη και ειρήνη, πιστεύω ότι το αποστολικό πνεύμα είναι υψίστης σημασίας για τις επόμενες δεκαετίες. Ο Λόγος έγινε σάρκα για να εμφυσήσει στην ίδια μας τη φύση, που δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα του Λόγου, τον Λόγο. Το να αγκαλιάσουμε αυτή την πτυχή της ύπαρξής μας και να την αρθρώσουμε σημαίνει ότι αρχίζουμε να θυμόμαστε την αξία μας.
Ε. Στη λεγόμενη «κοινή γνώμη» ακούμε συχνά να λέγεται ότι αυτό που προσφέρει η Εκκλησία είναι αναχρονιστικό, ιδίως στους τομείς της ηθικής ζωής και ακόμη και της βιοηθικής. Άλλωστε, λένε οι άνθρωποι, γιατί να πούμε όχι στην ευθανασία, αν ένας άνθρωπος υποφέρει; Ο ευκολότερος δρόμος είναι αυτός που είναι πιο ευχάριστος. Το πρόβλημα είναι ότι πολλοί εκπρόσωποι της Εκκλησίας ρωτούν ομοίως, στα μέσα ενημέρωσης, αν δεν πρέπει να «αλλάξουμε» ή να «μεταρρυθμιστούμε», επειδή το μήνυμα δεν βρίσκει το δρόμο του στο Λαό του Θεού. Ποια είναι η γνώμη σας; Πόσο χρήσιμο ή πόσο επικίνδυνο είναι να ακούμε το Zeitgeist;
Το Zeitgeist είναι ένα ευμετάβλητο πράγμα! Φυσικά, πρέπει να το αφουγκραζόμαστε: εκπέμπει ένα μήνυμα που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας. Αλλά το να προσπαθούμε να το ακολουθήσουμε είναι αυτοκαταστροφικό. Μέχρι να φτάσουμε στο σημείο όπου βρισκόταν πριν από λίγο, έχει αλλάξει. Η Εκκλησία είναι από τη φύση της αργοκίνητη. Υπάρχει ο κίνδυνος να εμπλακούμε με αυτό που θεωρούμε σύγχρονες τάσεις, όταν δεν έχει μείνει τίποτα άλλο παρά σβησμένο κάρβουνο. Έτσι πηγαίνουμε ατυχώς και παράλογα από τη μια σβησμένη φωτιά στην άλλη. Σίγουρα είναι πιο ελπιδοφόρο, ενδιαφέρον και ευχάριστο να κρατήσουμε γερά αυτό που αντέχει στο χρόνο. Αυτό είναι που θα μιλήσει στις ανθρώπινες καρδιές και τα μυαλά στην εποχή μας, όπως και σε κάθε εποχή. Η Δεύτερη Βατικανή Σύνοδος σημαδεύτηκε από το κίνητρο να εμβαθύνουμε στις πηγές και να πιούμε από το νερό τους. Η καλύτερη ζωτικότητα της καθολικής ζωής στον εικοστό αιώνα ξεπήδησε από τη χαρά της ανακάλυψης ξεχασμένων πηγών, ώστε να βρεθεί σε αυτές νερό φρέσκο και διαυγές. Τι απέγινε ο ενθουσιασμός; Γιατί τώρα αισθανόμαστε ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε τα πηγάδια για να στήσουμε πτυσσόμενα περίπτερα δίπλα σε αυτόματους πωλητές;
Ε. Υποστηρίζεται συχνά ότι ο κόσμος μας, ο δυτικός κόσμος, είναι πλέον μεταχριστιανικός. Θα ήθελα να ρωτήσω αν συμφωνείτε με αυτόν τον ορισμό ή αν ο πραγματικός κίνδυνος είναι αυτός της γενίκευσης; Τότε, πώς μπορούν όσοι σήμερα δηλώνουν Χριστιανοί να κάνουν αισθητή την παρουσία τους εν μέσω αυτής της πραγματικότητας;
Δεν συμφωνώ με αυτόν τον όρο. Θεολογικά, ο όρος «μεταχριστιανικός» δεν έχει νόημα. Ο Χριστός είναι το Άλφα και το Ωμέγα, και όλα τα γράμματα που μεσολαβούν. Κουβαλάει αξιωματικά τη φρεσκάδα της πρωινής δροσιάς! Όχι άδικα, καθ’ όλη τη διάρκεια της Advent τραγουδάμε καταιγιστικά προς τον ουρανό: «Rorate!» («Ανοίξτε Ουρανοί»). Ο χριστιανισμός είναι της αυγής. Αν κατά καιρούς, κατά τη διάρκεια συγκεκριμένων περιόδων, αισθανόμαστε ότι μας καλύπτει το λυκόφως, είναι επειδή μια άλλη μέρα είναι στα σκαριά. Αν θέλουμε να ασχοληθούμε με το νόμισμα του «πριν» και του «μετά», νομίζω ότι είναι πιο εύστοχο να προτείνουμε ότι βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας εποχής που θα ονόμαζα «μετα-κοσμική». Η εκκοσμίκευση έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της. Έχει εξαντληθεί, είναι κενή περιεχομένου, χωρίς θετική κατάληξη. Το ανθρώπινο ον, εν τω μεταξύ, παραμένει ζωντανό με βαθιές προσδοκίες. Σκεφτείτε το γεγονός ότι η Marilynne Robinson και ο Jon Fosse διαβάζονται παγκοσμίως· ότι οι άνθρωποι συρρέουν στον κινηματογράφο για να παρακολουθήσουν τις ταινίες του Terence Malick· ότι χιλιάδες αναζητούν να διδαχθούν την πίστη. Αυτά είναι σημάδια των καιρών. Θα πρέπει να μας γεμίζουν με θάρρος. Θα πρέπει να μας κάνουν αποφασισμένους να μην κρύβουμε το φως μας κάτω από ένα… κουβά. Η Εκκλησία διαθέτει τις λέξεις και τα νοήματα με τα οποία μπορεί να μεταφέρει την αιωνιότητα ως πραγματική. Η Αγγλίδα συγγραφέας Helen Waddell έγραψε κάποτε: «το να αποκτήσει κανείς οποιαδήποτε αντίληψη του απείρου είναι σαν να βγάζει την πέτρα από το στόμιο ενός πηγαδιού». Δεν είναι αυτό ένα βασικό χριστιανικό καθήκον για την παρούσα στιγμή; Sursum corda! (Ψηλά η καρδιά!)
Θεματολογικές ετικέτες