Δημοσιεύουμε την εισαγωγή ενός σπουδαίου βιβλίου του μεγάλου Σκωτσέζου συγγραφέα και κληρικού George MacDonald (1824-1905) για ένα προϊδεασμό του τρόπου και του βάθους της σκέψεώς του. Τα θαύματα «κινδυνεύουν» και από λάθος ανάγνωση και από εσφαλμένη αξιολόγησή τους. Πρωτευόντως από τους χριστιανούς!!
Όπως όμως έγραφε ο ίδιος ο George MacDonald:
«Με τη θεϊκή του αλχημεία, ο Θεός μετατρέπει όχι μόνο το νερό σε κρασί αλλά και τα πιο κοινά πράγματα σε ακτινοβόλα μυστήρια: το γεύμα σε Θεία Ευχαριστία και τα σαγόνια του θανάτου σε πύλη σωτηρίας».
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
- ΕΙΣΑΓΩΓΗ
- Η ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ
- Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΠΕΘΕΡΑΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
- ΘΑΥΜΑΤΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΟΥ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΤΕΛΕΣΕ ΑΥΤΟΠΡΟΑΙΡΕΤΑ
- ΘΑΥΜΑΤΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΩΝ ΠΑΣΧΟΝΤΩΝ
- ΘΑΥΜΑΤΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΡΙΤΩΝ
- Η ΕΚΔΙΩΞΗ ΔΑΙΜΟΝΩΝ
- Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΝΕΚΡΩΝ
- Η ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
- ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ
- Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ
- Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ
Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Μου ζητήθηκε να γράψω ορισμένα δοκίμια πάνω στα θαύματα του Χριστού. Αποτολμώ το εγχείρημα με την πεποίθηση ότι τα θαύματά του είναι ένας από τους τρόπους που εκδηλώθηκε η αόρατη ζωή του και ότι μέσω αυτών μπορούμε να αποκτήσουμε κάποια γνώση αυτής της ζωής. Αυτός, ο Λόγος του Θεού, ήρθε ώστε εμείς να γνωρίσουμε τον Θεό. Γι’ αυτό, κάθε λόγος του είναι αναγκαίος για να γνωρίσουμε τόσο τον ίδιο όσο και τον Θεό. Συνεπώς, πρέπει να κατανοήσουμε, όσο μάς είναι δυνατόν, κάθε έναν λόγο του και κάθε μία πράξη του, που στην περίπτωσή του δεν είναι παρά μια άλλη μορφή λόγου. Πιστεύω ότι αυτός είναι ο σκοπός για τον οποίον δημιουργηθήκαμε. Πιστεύω ακόμη ότι αυτό θα οδηγήσει εν τέλει στο ξετύλιγμα του κουβαριού του σύμπαντος, που τώρα φαίνεται σε όλους μας, λίγο ή πολύ, μια περίπλοκη και ακατανόητη υπόθεση.
Θεωρώ ότι δεν χρειάζεται μεγάλη δύναμη πίστης για να πιστέψει κανείς στα θαύματα, αφού η αληθινή πίστη είναι δύναμη και όχι απλή παραχώρηση. Υπάρχουν πολύ πιο δύσκολα πράγματα να πιστέψει κανείς από τα θαύματα. Άλλωστε δεν ζητείται από τον άνθρωπο να πιστεύει σ’ αυτά παρά μόνο με τον ίδιο τρόπο που πιστεύει στον Ιησού. Εάν ο άνθρωπος μπορεί να πιστέψει ότι υπάρχει Θεός, μπορεί επίσης να πιστέψει ότι έχει πλαστεί με πείνα και δίψα για τον Θεό και ότι ο Θεός είναι ικανός να καθοδηγήσει την ανθρώπινη αναζήτηση προς αυτόν. Και εάν είναι ένας μεγάλος Θεός, ένας Θεός άξιος και ικανός να είναι Θεός, που ανταποκρίνεται στη μεταφυσική αναζήτηση, τότε σίγουρα θα μιλήσει τον πιο ξεκάθαρο και μεγαλειώδη λόγο καθοδήγησης που μπορούν να κατανοήσουν τα πλάσματά του. Για μας τους ανθρώπους αυτός ο λόγος είναι η συγκεφαλαίωση όλων των εκφράσεων των ορατών του έργων σ’ ένα άπειρο ανθρώπινο πρόσωπο, που καταυγάζεται από μια άπειρη ανθρώπινη ψυχή, δηλαδή από τη δυνητική ουσία του ανθρώπου – για να χρησιμοποιήσω μια δική μου έκφραση, που εξαρχής ήταν με τον Θεό. Εάν ο Θεός ακούει την κραυγή των ευγενέστερων πλασμάτων του – είναι όλοι όσοι τον αναζητούν με πάθος – και όντως τους δείχνει το πρόσωπό του, τότε είναι φυσιολογικό να αναμένει κανείς ότι οι πράξεις του μεγάλου αγγελιαφόρου είναι ακριβώς οι πράξεις του Πατέρα σε μικρή κλίμακα. Εάν ήρθε για να αποκαλύψει τον Πατέρα του σε μικρογραφία, ας πούμε (για να περιγράψουμε τα άρρητα, μπορούμε να χρησιμοποιούμε μόνο σχήματα λόγου· τα πιο οικεία ίσως είναι και τα πιο άγια), για να χαμηλώσει την ένταση της μεγάλης του φωνής (η οποία δεν θα μπορούσε παρά να ακουστεί ως άναρθρη βροντή, αφού είναι πολύ ηχηρή για να την ακούσουν οι άνθρωποι σωστά) και να την μετατρέψει σε μια μικρή φωνή σε ευχάριστη ανθρώπινη ομιλία, έτσι ώστε να εισακουστεί από τους ανθρώπους, τότε τα έργα που ο Πατέρας του ποιεί σε τέτοιο εύρος και μεγαλείο, που υπερβαίνουν την ανθρώπινη όραση, ο Υιός πρέπει να τα κάνει μικρά και ευδιάκριτα μπροστά στα μάτια τους.
Αυτή είναι, νομίζω, η αληθινή φύση των θαυμάτων: μια επιτομή των θείων διεργασιών μέσα στη φύση θεωρουμένων σε άμεση σύνδεση με την πηγή τους – μια πηγή έως τότε αθέατη στα μάτια και πολύ συχνά στις καρδιές των ανθρώπων, αφανής καθώς ήταν πίσω από τις διαδικασίες του φυσικού νόμου. Ο Ιησούς έκανε τα έργα του Πατέρα του με τέτοιο τρόπο, ώστε οι άνθρωποι να μπορέσουν να δουν το θέλημα του Θεού να πραγματοποιείται.
Στο σημείο αυτό υποθέτω ότι κάποιος τίμιος και καλοπροαίρετος αναγνώστης θα μπορούσε να εκφράσει την εξής αντίρρηση: Μα έτσι δεν τοποθετείς το μεγαλείο των θαυμάτων κάτω από τις κανονικές διαδικασίες της φύσης; Απαντώ: Τα θαύματα είναι πολύ πιο δυνατά από οποιαδήποτε φυσική διαδικασία μπορούν να αντιληφθούν τα κοινά μάτια, γιατί αυτά έχουν την τάση να αποσυνδέουν τη λειτουργία της φύσης από το ζωντανό θέλημα του Θεού. Ωστόσο, τα θαύματα είναι μικρότερα από τις θαυμαστές διεργασίες με τις οποίες ο Θεός προίκισε τη φύση. Στο όνομα αυτού που χαιρόταν να λέει «ο Πατέρας μου είναι μεγαλύτερος από μένα»[1], θα πω ότι τα θαύματά του με ψωμί και κρασί ήταν πολύ λιγότερο μεγαλειώδη και λιγότερο αξιοθαύμαστα από τα έργα του Πατέρα που αντιπροσώπευαν: το σιτάρι που μεγαλώνει στις πεδιάδες, τα σταφύλια που ρουφούν τον ήλιο στις βουνοπλαγιές του κόσμου – διεργασίες που χαρακτηρίζονται από άπειρη ποικιλία και ασύλληπτα μυστήρια. Ο Υιός του Πατέρα όμως συμπύκνωσε, θα λέγαμε, αυτά τα μυστήρια μπροστά στα μάτια μας. Μας επέτρεψε να δούμε αυτά τα πολύτιμα δώρα καθώς μας τα προσέφερε με τα ευγενικά του χέρια – χέρια που η αγάπη μπορούσε να φιλήσει και τα καρφιά μπορούσαν να πληγώσουν.
Υπάρχουν κάποιοι, νομίζω, που θα μπορούσαν να δεχτούν ευκολότερα τις ιστορίες της Καινής Διαθήκης εάν τα θαύματα δεν παρεμβάλλονταν ως εμπόδιο. Ωστόσο, ίσως να τους ήταν ευκολότερο να δεχτούν και τα δύο εάν μπορούσαν να κοιτάξουν για μια φορά το αληθινό νόημα αυτών των θαυμάτων. Όσο τα παρατηρούν επιφανειακά, το μόνο που ενδεχομένως βλέπουν, είναι μια παραβίαση των νόμων της φύσης. Εάν όμως μπορέσουν να δουν το πραγματικό τους νόημα, θα αναγνωρίσουν εκεί τουλάχιστον μια πιθανή εκπλήρωση των πιο θεμελιωδών νόμων της.
Ωστόσο, σκοπός μου εδώ δεν είναι να ασχοληθώ με αυτούς τους ανθρώπους, ούτε βέβαια με όσους αδυνατούν να πιστέψουν σε οποιονδήποτε Θεό, και άρα κάθε θαύμα θα ήταν γι’ αυτούς ένας παραλογισμός. Θα κάνω μόνο μια παρατήρηση σε σχέση μ’ αυτό το τελευταίο: εάν είναι να πιστεύουν σ’ έναν Θεό έτσι όπως τον φαντάζονται, ίσως είναι καλύτερα να μην πιστεύουν σε κανέναν Θεό. Ίσως έτσι βρίσκονται πιο κοντά στην αληθινή πίστη. Φαίνεται όμως ότι προτιμούν την έννοια του Ασυνείδητου που γεννά το Συνειδητό από την έννοια της αυθύπαρκτης Αγάπης που είναι δημιουργική ακριβώς επειδή είναι αγάπη. Αυτοί οι άνθρωποι ποτέ δεν αγάπησαν γυναίκα ή παιδί παρά μόνο με μια αγάπη που ευχαρίστως δέχεται ότι κάποια στιγμή ο θάνατος θα αρπάξει το αγαπημένο πρόσωπο και θα το οδηγήσει πίσω στη μητέρα γη. Αμφιβάλλω όμως ότι υπάρχει κάποιος που εν γνώσει του θα επέλεγε τον αφανισμό εάν πραγματικά γνώριζε ποιος είναι ο Πατέρας του.
Ας αναγνωρίσουμε, λοιπόν, το γεγονός ότι τα θαύματα του Υιού είναι επιτομές των έργων του Πατέρα. Αυτά που στα χέρια του Πατέρα είναι οι δυνάμεις, οι πρόοδοι και οι κατακτήσεις της ζωής, στα χέρια του Υιού είναι θαύματα. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι ο Υιός απέδιδε στην πραγματοποίηση αυτών των θαυμάτων την ίδια αξία που απέδιδε στη λεκτική διατύπωση της αλήθειας. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ρίζα όλων των ενεργειών του ήταν η υπακοή, αφού μόνο μέσα στην υπακοή ένας υιός μπορεί να είναι ελεύθερος. Και ποια είναι η ύψιστη υπακοή; Το να ακολουθεί τον Πατέρα και να πράττει ό,τι κι εκείνος. Κάθε αληθινός πατέρας επιθυμεί για το παιδί του να είναι έτσι όπως το συλλαμβάνει μέσα στην βαθύτερη αγάπη του και την υψηλότερη ελπίδα του. Όλα όσα κάνει ο Ιησούς είναι από τον Πατέρα του. Αυτό που βλέπουμε στον Υιό είναι του Πατέρα. Ό,τι τα έργα του φανερώνουν για αυτόν, το ίδιο φανερώνουν και για τον Πατέρα.
Είναι τολμηρό να θελήσει κανείς να περιγράψει τα διάφορα στάδια της ασύλληπτης ζωής του Ιησού. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι η φύση είναι απεριόριστα ελεύθερη και αυθόρμητη, και Αυτός είναι η Φύση της φύσης. Παρόλα αυτά, τολμώ να χαρακτηρίσω το πρώτο του θαύμα ως ένα θαύμα δημιουργίας. Τουλάχιστον, έτσι φαίνεται στα μάτια μας, μολονότι δεν γνωρίζουμε ούτε στο ελάχιστο τι πραγματικά είναι μια πράξη θείας δημιουργίας, ούτε βέβαια ποια ήταν η διαδικασία αυτού του θαύματος.
Προς δημοσίευσιν από τις
εκδόσεις ΙΩΝΑΣ
[1] Ιω 14, 28. Στο πρωτότυπο κείμενο δεν υπάρχει καμία παραπομπή στα βιβλικά χωρία που παραθέτει ο συγγραφέας, και γενικώς δεν υπάρχει καμία υποσημείωση. Συνεπώς, όλες οι υποσημειώσεις, που δηλώνουν βιβλικά χωρία ή άλλες πληροφορίες, έχουν προστεθεί από τον μεταφραστή. Για την απόδοση των βιβλικών χωρίων έχει χρησιμοποιηθεί η μετάφραση της Βίβλου από την Ελληνική Βιβλική Εταιρία.
Θεματολογικές ετικέτες