Χωρίς κατηγορία

Το μεγάλο «όχι» του Καβάφη

Che feceil gran rifiuto

Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα

Που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι

Να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει

Έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντας το πέρα

Πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.

Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι,

Όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει

Εκείνο το όχι – το σωστό- εις όλην την ζωή του.

(από τα Ποιήματα 1897-1933, εκδόσεις Ίκαρος 1984)

kavafisΟι συστάσεις είναι περιττές. Κ.Π. Καβάφης (1863-1933). Η ζωή του μπορεί να γεμίσει τόμους ολόκληρους και οι ερευνητές γύρω από το όνομά του, όσα και αν γνωρίζουν γι΄αυτόν δεν είναι αρκετά για να παραδεχτούν ότι τον γνωρίζουν καλά. Απόγονος μιας πολύ γνωστής και με καλό όνομα οικογένειας, μοίρασε την ζωή του σε μέρη όπως η Κωνσταντινούπολη, το Λίβερπουλ, το Λονδίνο, ενώ επέλεξε αργότερα ως τόπο εγκατάστασής του την Αλεξάνδρεια όπου και αποτέλεσε ιδρυτικό μέλος της εκεί ελληνικής κοινότητας. Έζησε στα πλούτη αλλά και στην φτώχια, είδε την περιουσία, το σπίτι και τα έργα του να καίγονται από πυρκαγιά, πιέστηκε από τον περίγυρό του, και αντιμετώπισε πολλές αρνητικές κριτικές κυρίως για τον βίο του.

Το κάθε ποίημά του μπορεί να τεθεί εύκολα ως θέμα διδακτορικής διατριβής. Για κάθε στίχο του υπάρχουν αμέτρητα σχόλια που μπορούν να τον περιγράψουν. Άλλοτε είναι εύκολος να τον κατανοήσεις και άλλοτε τόσο δύσκολος ώστε η κάθε του λέξη «χάνεται» μες στο μυαλό σου. Η δυναμική του προσωπικότητα φαίνεται στα περισσότερα από τα έργα του ενώ πολλά από αυτά φαίνονται να απευθύνονται στον εαυτό του.

Το συγκεκριμένο ποίημα με τον τίτλο: Che feceil gran rifiuto, είναι ένα έργο που αντιπροσωπεύει και απευθύνεται στον καθένα από εμάς ξεχωριστά. Ο τίτλος του είναι παρμένος (αλλά και σκόπιμα παραλλαγμένος) από το έργο «Η κόλαση» του Ιταλού Δάντη: che fece per viltà il gran rifiuto = αυτός που από φόβο είπε το μεγάλο όχι/ αυτός που έκανε από δειλία την μεγάλη άρνηση. Ο Καβάφης παραλείπει σκόπιμα την φράση: από φόβο, καθώς στο συγκεκριμένο έργο η «μεγάλη άρνηση» παρουσιάζεται ως κάτι καλό, ως ένα όχι που πρέπει να λέγεται.

Σε μερικούς ανθρώπους λοιπόν έρχεται μια μέρα που πρέπει να πουν ή το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι. Αμέσως γίνεται αντιληπτή με την λέξη μερικούς πως οι μετέπειτα διατυπώσεις δεν αφορούν όλους τους ανθρώπους. Σαφέστατα δεν έχουν όλοι την ευκαιρία να πάρουν μία μεγάλη απόφαση, γιατί υπάρχουν πολλοί που δεν την κυνηγούν ή άλλοι που έχουν αφήσει την ζωή τους να κυλά χωρίς να περιμένουν κάτι από αυτήν. Στους άλλους ανθρώπους όμως, που παλεύουν για τα όνειρά τους και τους στόχους τους, έρχεται αυτή η μέρα που πρέπει να αποφασίσουν κάτι σπουδαίο, να απαντήσουν σε ένα μεγάλο δίλημμα ή σε μια δύσκολη πρόταση.

Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντας το πέρα πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του. Φανερή είναι σε αυτό το σημείο η ειρωνεία και η κεκαλυμμένη «επίπληξη» θα λέγαμε του ποιητή προς τους ανθρώπους που από μέσα τους αβίαστα πηγάζει ένα Ναι. Αυτοί ακολουθώντας ενδεχομένως μόνο τα ένστικτά τους και μη έχοντας μάθει να ξεχωρίζουν τις ευκαιρίες που τους δίνονται και να τις αξιολογούν, τηρούν πάντοτε μια συγκεκριμένη πορεία πλεύσης φοβούμενοι την αποτυχία μιας άρνησης.

Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι όχι θα ξαναέλεγε. Σε πλήρη αντιδιαστολή λοιπόν με τους ανθρώπους του Ναι, οι άνθρωποι του Όχι φαίνονται πλήρως αποφασισμένοι και σίγουροι για την επιλογή τους. Έχουν σκεφτεί καλά όλες τις πτυχές της απάντησής τους και είναι έτοιμοι να δεχτούν τις συνέπειες. Δεν μετανιώνουν όπως ακριβώς δεν μετανοιώνει ο κάθε συνειδητός και λογικά σκεπτόμενος άνθρωπος που έχει ζυγίσει τα υπέρ και τα κατά της απόφασής του.

Κι όμως τον καταβάλλει εκείνο τ’ όχι -το σωστό- εις όλην την ζωή του. Σε αυτό το σημείο γίνεται για ακόμη μία φορά μια αντίθεση: καταβάλλει ≠ σωστό. Ο Καβάφης δεν χρησιμοποιεί ένα ηπιότερο ρήμα όπως το ακολουθεί, ή το συνοδεύει αλλά τοποθετεί στην θέση αυτή το καταβάλλει. Το ρήμα καταβάλλω έχει αναμφίβολα αρνητική χροιά και συνώνυμά της είναι μεταξύ άλλων τα ρήματα: καταπονώ, κάμπτω, κουράζω ψυχικά, ισοπεδώνω. Αμέσως προκύπτει το εύλογο ερώτημα: πώς γίνεται να μας καταβάλλει κάτι που είναι σωστό; Πράγματι αυτή η φαινομενικά δυσνόητη αντίθεση έχει μια πολύ λογική βάση. Με ένα μεγάλο όχι, κλείνουμε ουσιαστικά μια πόρτα, αφήνουμε πίσω μας μια ίσως μεγάλη ευκαιρία. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως αυτή η μεγάλη ευκαιρία θα ήταν η καλύτερη για την ζωή μας και για εμάς τους ίδιους. Πολλές φορές φτιάχνουμε το μέλλον μας αξιοποιώντας μικρότερες ευκαιρίες και άλλες περιμένουμε την ιδανικότερη και κατάλληλη ευκαιρία για να πάρουμε μια τόσο σπουδαία απόφαση. Αυτό που ουσιαστικά καταβάλλει έναν άνθρωπο που είπε το μεγάλο και το σωστό όχι, είναι το μεγάλο Ναι που κρυβόταν πίσω του, το τι θα γινόταν δηλαδή εάν απαντούσε θετικά στο δίλημμα αυτό. Αυτό το άγνωστο που ενυπάρχει πάντα πίσω από τα μεγάλα «σταυροδρόμια» που συναντάμε και που κάθε φορά που το σκεφτόμαστε υποκύπτουμε στην περιέργειά μας. Και πράγματι αυτού του είδους η περιέργεια είναι αυτή που ουσιαστικά μας ταλαιπωρεί και που εάν δεν την αποβάλλουμε από την ζωή μας, εμφανίζεται μπροστά μας συνέχεια, για να «ξύσει τις πληγές μας» και για να ωθήσει την φαντασία μας να σχηματίσει την λύση που τότε δεν είχαμε συνειδητά ή ασυνείδητα επιλέξει.

Το βαθύτερο θα λέγαμε νόημα του ποιήματος είναι άκρως συναισθηματικό ενώ οι φράσεις και η δομή του, έχουν τα θεμέλιά τους βαθιά στην λογική. Απευθύνεται στον καθένα ακριβώς γιατί ο καθένας θα μπορούσε να έρθει σε αυτήν την θέση μελλοντικά. Απευθύνεται ακόμη και σε αυτούς που έχουν ήδη περάσει από αυτό το δύσκολο σημείο στην ζωή τους και έχοντας νιώσει όλα τα συναισθήματα που το χαρακτηρίζουν, θυμούνται μέσω του ποιήματος πως έπραξαν σωστά.

Ο Καβάφης δεν κατηγορεί τους ανθρώπους του Ναι παρ΄ όλο που τους επιπλήττει. Σέβεται και εκτιμάει και τις δύο διαδρομές-επιλογές των δύο κατηγοριών πράγμα που φαίνεται από το αρχικό κεφαλαίο γράμμα των λέξεων Ναι και Όχι. Το τι θα επιλέξει ο κάθε άνθρωπος είναι ξεκάθαρα δική του επιλογή και δεν αφορά κανέναν άλλον πέραν αυτού. Φανερώνεται όμως μέσα από το ποίημα αυτό η αδυναμία- θα λέγαμε- του ποιητή στους ανθρώπους που τολμούν να αρνηθούν και αυτό όχι τόσο για το θάρρος της απόφασής τους, όσο για την επίπονη σκέψη που κατέβαλλαν για να καταλήξουν σε μια επίσης επίπονη απάντηση. Αυτή η αδυναμία εξάλλου φαίνεται πίσω από τον έκτο στίχο: ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Αυτός που αρνείται, λοιπόν, δεν μετανοιώνει. Τι γίνεται όμως με αυτόν που αποδέχεται; Αυτό το υπονοούμενο αφήνει σκόπιμα να αιωρείται ο Καβάφης ακριβώς για να μην θίξει όλους αυτούς που λένε Ναι σε ένα μεγάλο δίλημμα. Εξάλλου μπορούμε να αναγνωρίσουμε πως ακόμα και αν πει κάποιος ναι σε κάτι δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνει αντικείμενο αρνητικής κριτικής. Αντίθετα είναι πολύ σπουδαίο από μόνο του το γεγονός πως ήρθε γι΄αυτόν η μέρα να πει ένα μεγάλο Ναι ή ένα μεγάλο όχι. Αυτό δεν μπορεί να το αναιρέσει κανείς.

Μετρικά το ποίημα δεν παρουσιάζει κάποια ιδιαιτερότητα. Από τον στίχο λείπει η προσεγμένη-στιλιζαρισμένη δομή και δεν υπάρχει ομοιοκαταληξία. Αυτό εξάλλου δεν είναι απαραίτητο, καθώς ο στόχος του ποιήματος δεν είναι να εντυπωσιάσει με τις εξεζητημένες και ευφάνταστες εικόνες ή λέξεις αλλά να περάσει ένα μήνυμα, ένα σχόλιο θα λέγαμε του ποιητή επάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Δεν φαίνεται σε καμία περίπτωση κάποια προσπάθεια του Καβάφη να «προσηλυτίσει» το αναγνωστικό του κοινό στις απόψεις του. Ήθελε να εκφράσει κάτι. Το έκανε με τον δικό του τρόπο. Έτσι είναι ο Καβάφης.

Οι όροι άνθρωποι του ναι και άνθρωποι του όχι υπάρχουν και σήμερα. Η απάντησή του καθενός από εμάς είναι στο δικό μας χέρι και κρίνεται με βάση τα προσωπικά μας θέλω και όνειρα. Τα ναι και τα όχι είναι και για να τα δίνουμε αλλά και για να τα παίρνουμε. Η απογοήτευση που μας δίνουν όμως είναι αυτή που πρέπει να εξαφανιστεί από τις ζωές μας για να μπορέσουμε εύκολα να συνεχίσουμε την πορεία μας έχοντας απλά αποδεχθεί τις συνέπειες των αποφάσεών μας.

 γράφει η Άντια Αδαμίδου

Αφήστε μια απάντηση