Κατήχηση

«Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν»

 

\Τούτο εστί το Σώμα Μου. Τούτο εστί το Αίμα. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν. Αυτές είναι οι αιώνιες φράσεις του Χριστού που διαπερνούν τις διαστάσεις του χρόνου και του χώρου.

Ο Απόστολος Παύλος μας λέει πως όταν τρώμε αυτό τον Άρτο και πίνουμε αυτό τον ποτήριο, καταγγέλλουμε το θάνατο του Κυρίου μέχρι Εκείνος να έρθει πάλι: «ὁσάκις γὰρ ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον καὶ τὸ ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἂν ἔλθῃ» (Α΄ Κορ 11, 26). Τί γίνεται λοιπόν τώρα, σε αυτή την περίοδο της πανδημίας, που ο θάνατος επελαύνει στη χώρα μας και σε ολόκληρο τον κόσμο; Πλέον δε τρώμε τον Άρτο της Ζωής; Πλέον δεν καταγγέλλουμε το θάνατο του Κυρίου μας;

 Το ξέρετε πως όλοι οι ιερείς τελούν τη Θεία Λειτουργία κάθε μέρα. Αυτό δεν είναι κάτι προαιρετικό, ούτε μία δευτερεύουσα δραστηριότητα. Είναι η καρδιά, η πεμπτουσία της χειροτονίας τους. Η ιεροσύνη, δηλαδή το ιερατικό χάρισμα των κληρικών τίθεται στην υπηρεσία του ιερατικού χαρίσματος όλων των βαπτισμένων χριστιανών. Αυτή είναι η έννοια του ιερού Νιπτήρος που επιτέλεσε ο Χριστός στους μαθητές. Και το ιερατικό χάρισμα των κληρικών προσφέρεται ως μέσο ώστε οι βαπτισμένοι να μπορούν να επιδοθούν με περισσότερη έμφαση στην ιεραποστολική διακονία. Η τέλεση της Θείας Λειτουργίας μας εισάγει σε επίπεδο εσχατολογικό γιατί παίρνει σύμπασα τη δημιουργία και τη διαβιβάζει σε μία διάσταση ουράνια. Όλα βρίσκουν τη συγκεφαλαίωσή τους στο Χριστό και η δημιουργία συναντά το Δημιουργό της. Η τέλεση της Θείας Λειτουργίας, δηλαδή του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας είναι το κέντρο της ζωής του ιερέα, είναι η ζωτική έκφραση της ιεροσύνης του. Είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Ένας ιερέας που δεν τελεί τη Θεία Λειτουργία θα μπορούσε τρόπον τινά να κατηγορηθεί για παραμέληση και αγνόηση ανθρώπου σε κίνδυνο.

 Αυτό που βιώνουμε κατά την παρούσα περίοδο της πανδημίας, όπου οι ιερείς είναι υποχρεωμένοι να τελούν τη Θεία Λειτουργία χωρίς την παρουσία των πιστών, μας επιτρέπει να αντιληφθούμε βαθιά τί μπορεί να είναι ο πόνος του ιερέα. Αυτός ο πόνος δεν έχει καμία σχέση με ό,τι συνήθως νομίζει ο κόσμος, πως δηλαδή οφείλεται «στο ότι ζει μόνος, ότι είναι άγαμος, ότι δεν θα αποκτήσει παιδιά…». Αυτή η συμπάθεια του κόσμου είναι ως ένα βαθμό ευγενική, αλλά είναι άσχετη με τον αληθινό πόνο του ιερέα. Η επιλογή της αγαμίας είναι μια πράξη ελευθερίας όπως και κάθε απόφαση που διαμορφώνει ριζικά τη ζωή ενός ανθρώπου. Είναι κυρίως μια πράξη αγάπης, ένα ολοκληρωτικό δόσιμο του εαυτού προς το Θεό, που μας δέχεται χωρίς εξαιρέσεις, με όλες τις αδυναμίες, όλες τις ατέλειες ή τη μικρότητά μας. Όχι, ο πόνος του ιερέα έχει να κάνει με την Ευχαριστία, με τη Θεία Λειτουργία. Ο ιερέας δίνει όλη την ύπαρξή του, όλη την καρδιά και τη σκέψη του, όλο του το είναι ώστε ο Χριστός, ο προσφερόμενος στο συγκεκριμένο τόπο και χρόνο που τελείται η Θεία Λειτουργία, να σώσει τον κόσμο.

 Υπήρξε ένας περιούσιος λαός: ο λαός του Ισραήλ. Και τώρα υπάρχει ένας ιερατικός λαός: οι βαπτισμένοι χριστιανοί. Κατά τη Θεία Λειτουργία, το σύνολο των βαπτισμένων χριστιανών προσφέρει στο Θεό την αιώνια θυσία του Χριστού και αυτή η προσφορά είναι για τη σωτηρία του κόσμου. Όταν ο ιερέας τις Κυριακές βλέπει μια εκκλησία άδεια από τους βαπτισμένους χριστιανούς, όταν ακόμη περισσότερο ακούει δικαιολογίες -που τις αισθάνεται στο σώμα του σαν άλλους ήλους- του είδους: «Σήμερα προτίμησα να κοιμηθώ ως πιο αργά…», «Η ακολουθία είναι μακρόσυρτη και βαρετή…», «Προτιμώ να προσεύχομαι μόνος στο σπίτι…», τότε η καρδιά του λογχεύεται από τον πόνο, όπως η καρδιά της Θεοτόκου στη θέα του Εσταυρωμένου Χριστού. Ιδού ο πόνος του ιερέα. Είναι ένας πόνος αόρατος, ένας πόνος που περνά απαρατήρητος, ένας πόνος που είναι γνωστός μόνο στο Θεό. Πιστεύω πως Ιησούς δίνει μέσω αυτού του πόνου στους ιερείς Του τη Χάρη να βιώσουν και εκείνοι σε κάποιο βαθμό τον ύστατο πόνο που και Εκείνος βίωσε κατά τη Μεγάλη Παρασκευή : περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· (Ματθ. 26, 38). Φαντάζεστε πως ο πόνος του ιερέα που περιέγραψα είναι ελαφρύς; Λοιπόν σας λέω πως απατάστε, γιατί οι πιο επώδυνες πληγές είναι οι πληγές που γίνονται σε ό,τι αγαπάμε, οι πιο επώδυνες πληγές είναι οι πληγές της αγάπης. Ο ιερέας έδωσε τη ζωή του από αγάπη: « ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν» (Ματθ. 26, 38).

 Αν όλοι οι βαπτισμένοι χριστιανοί είχαν συνειδητοποιήσει διανοητικά και είχαν γνώση του τί είναι αυτό που τελείται κατά τη Θεία Λειτουργία, το ποσοστό των «εκκλησιαζομένων» δε θα ήταν 4% του συνόλου των βαπτισμένων αλλά 100%. Ας ευχηθούμε λοιπόν αυτό που ζούμε σήμερα να δώσει αφορμές στους βαπτισμένους χριστιανούς να συνειδητοποιήσουν και να γνωρίσουν το μέγα μυστήριο και να κτίσουν μια καρδιά ανοιχτή στο άγγιγμα της αγάπης του Κυρίου.

 +Michel Aupetit, archevêque de Paris

Συγγραφέας

Αφήστε μια απάντηση