«Αδελφέ μας, αγαπημένε,
Δοξολόγησε, τον Υιό του Κυρίου των όλων, που σου έφτιαξε ένα στέμμα, πιο επιθυμητό από κάθε βασιλικό στέμμα!
Λαμπρό είναι σαν τον ήλιο το ένδυμα σου αδελφέ και λάμπει αγγελικά το πρόσωπο σου.
Σαν άγγελος βγήκες, αγαπητέ αδελφέ, με την δύναμη και χάρη του Αγίου Πνεύματος, από το βαπτιστήριο!
Αδελφέ μας σου δόθηκε ελεύθερη πρόσβαση στον «νυμφικό θάλαμο». Σήμερα ντύθηκες ξανά την δόξα του Αδάμ. Τα ενδύματα σου είναι υπέροχα, το στέμμα σου όμορφο.
Με την διακονία για σένα, του ιερέα Του, ο Πρωτότοκος τα είχε ετοιμάσει για σένα, όλα.
Τον καρπό που δεν γεύτηκε ο Αδάμ στον Παράδεισο, τον έβαλε στο στόμα σου σήμερα ο Χριστός.
Πορεύου εν ειρήνη, υιέ του Βαπτίσματος.
Λάτρευε τον Σταυρό!
Θα σε διαφυλάξει»!
Με το βάπτισμα κι εμείς, όταν αποφασίσουμε να είμαστε νεκροί στην αμαρτία, έχουμε, όπως ο Αδάμ, αγγιχτεί από το ζωογόνο ρεύμα που ρέει από την πλευρά του Χριστού. Αναστηθήκαμε και αποκατασταθήκαμε. Κατέχουμε, εν δυνάμει, τη δόξα από την οποία εξέπεσε ο πατέρας μας. Το δράμα της χριστιανικής μας ζωής σπινθηροβολεί από δόξα. Είναι ένα δράμα με διαστάσεις που κόβουν την ανάσα.
Απαιτεί από εμάς ταυτόχρονα να θυμηθούμε την προέλευση μας και την τελική μας κατάληξη, καθώς διεκδικούμε την αλήθεια της ύπαρξης μας, που κατακλύζεται από Χάρη στην κοινωνία της Εκκλησίας του Χριστού, η Οποία είναι, όπως είδαμε, «το έλεος του Θεού, που απλώνεται σε όλη την ανθρωπότητα».
Ένα κείμενο όπως το Σπήλαιο των θησαυρών* μας προσφέρει ένα προνομιακό τρόπο εισόδου στη σωτηρία, με την αποφασιστική έκκλησή του στην εμπειρία.
Η χριστιανική διακήρυξη μπορεί εύκολα να γίνει μάλλον αφηρημένη. Αυτό συμβαίνει σήμερα περισσότερο απ’ ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν, καθώς η χριστιανική ορολογία αδειάζει όλο και περισσότερο από συγκεκριμένο νόημα. Είναι δύσκολο να παρουσιάσει κανείς το Ευαγγέλιο με τους όρους, ας πούμε, της Επιστολής προς Ρωμαίους σε ανθρώπους που κουνάνε το κεφάλι τους στην ίδια την έννοια της «αμαρτίας», και δεν βλέπουν καμία ανάγκη για «εξιλέωση», οπότε δεν μπορούν να συλλάβουν σε τι χρησιμεύει η «λύτρωση», πόσο μάλλον ο «αγιασμός».
Η τάση της εποχής μας είναι να εξιδανικεύουμε τη φύση, με τις ορμές και τις ορέξεις της, και όχι να την υπερβαίνουμε. Ενώ ο ανθρωπολογικός νόμος από την αρχαιότητα ήδη ασχολείται με το τι διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τα άλλα είδη, υπάρχει μια παράξενη αποφασιστικότητα στο εξωτερικό, στις μέρες μας, να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε τίποτε περισσότερο από ζώα.
Αυτό όμως ευτυχώς δεν σημαίνει ότι η εποχή μας είναι αδιαπέραστη από το Πνεύμα. Οι διεκδικήσεις της ψυχής είναι φανερό ότι συχνά εκφράζονται αρνητικά, ως μια λειτουργία του πόνου!
Ενώ οι σύγχρονοι άνθρωποι απεχθάνονται να μιλούν για τον Θεό, συγχρόνως παραδέχονται εύκολα ότι αισθάνονται παγιδευμένοι στον κτιστό περιορισμό… των ορισμένων.
Ενώ δεν δίνουν καμία ρητή πίστη στα δόγματα της μεταθανάτιας ζωής, συγχρόνως πλημμυρίζουν ψυχικά από μια λαχτάρα για περισσότερα!
Ενώ είναι αποφασισμένοι να αναλάβουν την ενσαρκωμένη ανθρωπιά τους, γνωρίζουν αόριστα ότι το σώμα μας δείχνει πέρα από τον εαυτό του, αφού κάθε φαινομενική ικανοποίηση δεν είναι παρά οδυνηρά προσωρινή.
Η εικονογραφημένη ανθρωπολογία του Σπηλαίου των Θησαυρών ενδεχομένως να προχωρήσει περισσότερο σε αυτόν τον κόσμο μας, που έχει εμμονή με τις εικόνες, από τους αξιοθαύμαστους αλλά αυστηρούς ορισμούς της σχολαστικής θεολογίας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είμαι πρόθυμος να θεμελιώσω τον προβληματισμό μου για την αγνότητα στην αφήγηση μιας αξιοπρεπούς ουσίας που κοσμείται θεϊκά, στη συνέχεια απογυμνώνεται από την δόξα, περιορίζεται σε μια κατάσταση συγκεχυμένης επιθυμίας, που θέλει πάντα περισσότερα από όσα η γήινη ζωή μπορεί να προσφέρει, αλλά είναι ικανή, ακόμη και ανάμεσα σε αγκάθια, να γνωρίζει στιγμές αγαλλίασης και να προχωρά προς το σπίτι – είτε ξέρει είτε όχι που είναι το σπίτι – ντυμένη με έλεος.
Η επιδίωξη της ακεραιότητας σπάνια είναι απλή. Μπορεί να μας οδηγήσει μέσα από βαρυσήμαντες εντάσεις, τις οποίες θα εξετάσουμε. Παρόλα αυτά, είναι μια ζωτική επιλογή, μια επιλογή που έχει πολλές πιθανότητες να φέρει την ευτυχία. Στη γλώσσα του Δευτερονομίου, αντιπροσωπεύει την επιλογή της ζωής και όχι του θανάτου (Δευτερονόμιο 30.15-20).
Με μια πρώτη ματιά η ανθρωπολογία του Σπηλαίου των Θησαυρών μπορεί να φαίνεται βολονταριστική* και υπερβολικά καταφατική από δόξα σε δόξα! Σημειώσαμε, όμως, τα βάθη που πρέπει να διερευνηθούν ανάμεσα στην προέλευση και το τέλος. Ο Αδάμ που συναντάμε σ’αυτό το περιβάλλον δεν είναι ο κακοποιός του ριζοσπαστικού Αυγουστινισμού, αλλά ούτε και ένα άτυχο θύμα. Είναι υπεύθυνος. Έχει την ευθύνη. Η ιστορία του έχει την πυκνότητα της ζωής που ζει πραγματικά. Φέρει το σημάδι της πτώσης, ναι, φυσικά, αλλά θυμάται επίσης τις μυρωδιές του Παραδείσου. Και είναι ντυμένος με έλεος. Αυτή είναι η κρίσιμη διαπίστωση.
Από τα τέσσερα στάδια ανάπτυξης του Αδάμ στο Σπήλαιο των Θησαυρών, τα τρία μπορούν να θεωρηθούν ως σύμβολα εκτός των παραμέτρων του Ευαγγελίου. Οι κοσμικές ανθρωπολογίες θα μπορούσαν να δεχτούν μια αρχική έκθεση, μια μεταμφίεση με φύλλο συκής και μια τελική σχετική «δόξα». Οι λαϊκές αφηγήσεις για την ανθρώπινη τελειότητα προϋποθέτουν τη δόξα, ακόμη και όταν η ευδαιμονία της είναι εγκόσμια. Η χριστιανική διαφορά έγκειται στο έλεος, στο πείσμα της συγχωρητικής χάρης, μια ποιότητα ευγένειας που αποδεικνύεται, με την αυστηρή έννοια, απαραίτητη.
Μόλις αντιληφτούμε την ανθρώπινη ζωή ως δυνητικά αγκαλιασμένη και περιχαρακωμένη από το έλεος, αποφεύγουμε τρεις παγίδες:
Το αισιόδοξο, προοδευτικό δόγμα της νεωτερικότατας.
Την απαισιόδοξη απελπιστική πεποίθηση και το προαίσθημα ότι ο κόσμος είναι χρονίως άρρωστος και προορισμένος για αυτοκαταστροφή.
Και το μοιρολατρικό, κυνικά αποστασιοποιημένο όραμα που βλέπει τον κόσμο να διέπεται σε κάθε περίπτωση από παράγοντες που δεν μπορούμε να ελέγξουμε – οπότε γιατί να μην τρώμε, να πίνουμε, να κοιμόμαστε, να διασκεδάζουμε και να επιλέγουμε τη λήθη;
Όσο περισσότερο συνειδητοποιούμε ότι είμαστε ντυμένοι στο έλεος, τόσο πιο γαλήνια μπορούμε να ζήσουμε με τον εαυτό μας, με τις επιθυμίες και τα ελαττώματα μας, τις αντιφάσεις και τις ελπίδες μας. Το έλεος μας δίνει κουράγιο να θυμόμαστε και να κοιτάμε μπροστά. Επιτρέπει τη συγχώρεση, δίνει δύναμη για συμπόνια, τρέφει την ελπίδα. Η χριστιανική αποστολή είναι να διαδώσουμε το έλεος στους έξω, να μην αφήσουμε καμιά γωνιά του κόσμου, καμιά δακρυσμένη μοίρα, να μείνει ανέγγιχτη από αυτό. Ο Αδάμ που ανατοκιζόμαστε, στον οποίο βλέπουμε τον εαυτό μας, είναι ταυτόχρονα δάσκαλος της αλήθειας και μάρτυρας του ελέους. Ξεδιπλώνει την πληρότητα της ανθρώπινης κατάστασής μας στην τραγωδία και στη δόξα της. Από αυτά, η τελευταία πτυχή είναι η πιο κρίσιμη. Η επιθυμία του είναι προσηλωμένη στον Ιησού, πριν ακόμη γνωρίσει ποιος είναι ο υποσχόμενος Σωτήρας. Είναι ένα alter ego με οποίο μπορούμε να συμφιλιωθούμε. Μπορεί να μας πάρει από το χέρι, γιατί ξέρει πού πηγαίνουμε.
Μεταξύ των πνευματικών γιγάντων του εικοστού αιώνα ήταν ένας άνθρωπος εμποτισμένος με το πνεύμα της Σπηλιάς των Θησαυρών, ένας συμπονετικός άνθρωπος που κατανόησε αυτό το πνεύμα, έζησε σύμφωνα με αυτό και το μετέδωσε. Έχω κατά νου τον Άγιο Σιλουανό του Αγίου Όρους (1866 – 1938), που περιγράφεται από τον Τόμας Μέρτον ως ο πιο αυθεντικός μοναχός του εικοστού αιώνα! Θα ήθελα να μοιραστώ ένα απόσπασμα από το πεζογράφημα του Αγίου Σιλουανού, «Ο Θρήνος του Αδάμ». Μιλάει για το ταξίδι μας σε αυτόν τον κόσμο, που αποτελείται από λαχτάρα και κόπο, άνεση και δυσκοίλιες – αγάπη και μοναξιά, μετάνοια και δοξολογία, που αντηχεί ως η ηχώ της ουράνιας αρμονίας. Επί πλέον μας καλεί να συμφιλιωθούμε με την καταγωγή μας και κατ’ επέκταση, με τον εαυτό μας. Θρηνεί ο Αδάμ:
“Δεν με τέρπει η σιγή της ερήμου.
Δεν με έλκουν των ορέων τα ύψη.
Δεν με αναπαύει το κάλλος των δασών και των λιβαδιών.”
Ο Αδάμ πορευόταν επάνω στην γη και δάκρυζε από τον πόνο της καρδιάς, και με τον νου του σκεπτόταν αδιάκοπα τον Θεό. Και όταν το ταλαιπωρημένο σώμα του δεν είχε πια δάκρυα, τότε το πνεύμα του φλεγόταν για τον Θεό, γιατί δεν μπορούσε να λησμονήσει το κάλλος του Παραδείσου. Όμως, όλο και περισσότερο η ψυχή του Αδάμ αγαπούσε τον Θεό και συνεχώς ορμούσε με τη δύναμη αυτής της αγάπης προς Αυτόν.
Ω Αδάμ, γράφω για εσένα, αλλά εσύ βλέπεις ότι ο ασθενικός νους μου δεν μπορεί να συλλάβει το πόσο έπασχες εσύ για τον Θεό και πώς άντεχες τον κόπο της μετανοίας.
Ω Αδάμ, εσύ βλέπεις εμένα, το παιδί σου, πάσχω επάνω στη γη. Είναι λίγη η φωτιά της αγάπης μέσα μου, και μετά βίας διατηρείται η αγάπη μου.
Ω Αδάμ, ψάλλε μας το άσμα του Κυρίου, για να ευφρανθεί η καρδιά μου με τον Κύριο και να σηκωθεί να Τον υμνήσει και να Τον δοξολογήσει, όπως Τον δοξάζουν στους ουρανούς τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ και όλες οι επουράνιες δυνάμεις.
Ω Αδάμ, πατέρα μας, ψάλλε μας την ωδή του Κυρίου, για να την ακούσει όλη η γη και να υψώσου όλα τα παιδιά σου τον νου τους στον Θεό, να γλυκαθούν από τους ήχους του ουράνιου ύμνου και να ξεχάσουν τις θλίψεις της γης!!
Απόσπασμα από το (υπό έκδοση εκ των εκδόσεων ΙΩΝΑΣ) βιβλίο του Επισκόπου Trondheim Erik Varden: «Αγνότητα»(Η συμφιλίωση των αισθήσεων)
Βολονταρισμός: Φιλοσοφική έννοια, που Κοινωνιολογικά σημαίνει τη δράση που βασίζεται στη βούληση. Φιλοσοφικά δηλοί θεωρία κατά την οποία η βούληση είναι θεμελιώδης οργανωτική δύναμητου κόσμου – βουλησιαρχία. Αρνητική συνυποδήλωση για συμπεριφορά που επιβάλλει αυταρχικά – Ετσιθελισμός – δογματικά τις επιθυμίες.
Το Σπήλαιο των Θησαυρών: Ψευδεπίγραφο έργο στο όνομα Εφραίμ του Σύρου και παρουσιάζει μια ιδιότυπη περιγραφή της χριστιανικής ιερής ιστορίας. Γράφτηκε μεταξύ των μέσων του 16 ου και των αρχών του 7 ου αιώνα από κάποιον δυτικοσυριακό συγγραφέα.