Κατήχηση, Ομιλία

Σύνοδος με θέμα την οικογένεια 2015

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

ΤΗΣ 14ης ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ

ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ

 

ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ

Αίθουσα της Συνόδου

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

 

—————————————-

 

Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές,

Θα ήθελα πριν απ’ όλα να ευχαριστήσω τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, που οδήγησε τη συνοδική πορεία μας στη διάρκεια αυτών των ετών με το Άγιο Πνεύμα το οποίο δεν παύει ποτέ να στηρίζει την Εκκλησία.

 

Ευχαριστώ αληθινά από καρδιάς τον Καρδινάλιο Lorenzo Baldisseri, Γενικό Γραμματέα της Συνόδου, τον Επίσκοπο Fabio Fabene, Υπογραμματέα του, και μαζί με αυτούς ευχαριστώ τον Πρακτικογράφο Καρδινάλιο Peter Erdο και τον Ειδικό Γραμματέα Αρχιεπίσκοπο Bruno Forte. Τους Προέδρους αντιπροσώπους, τους γραμματείς, τους συμβούλους, τους μεταφραστές, τις χορωδίες και όλους όσοι εργάστηκαν ακούραστα και με πλήρη αφοσίωση στην Εκκλησία τους ευχαριστώ εγκαρδίως! Και θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω την Επιτροπή δημοσίων σχέσεων, γιατί μερικοί πέρασαν νύχτες άυπνοι!

Σας ευχαριστώ όλους, αγαπητοί συνοδικοί Πατέρες, αδελφικοί Αντιπρόσωποι, Ακροατές, Ακροάτριες και Βοηθοί, καθώς και εφημέριοι και οικογένειες, για την ενεργό και καρποφόρο συμμετοχή σας.

Ευχαριστώ επίσης τους “ανώνυμους” και όλους όσοι εργάστηκαν σιωπηρά συνεισφέροντας γενναιόψυχα στις εργασίες αυτής της Συνόδου.

Να είστε όλοι βέβαιοι ότι προσεύχομαι ο Κύριος να σας ανταμείψει με την αφθονία των δωρεών της Χάριτός Του !

Ενώ παρακολουθούσα τις εργασίες της Συνόδου, διερωτόμουν: τι θα σημαίνει για την Εκκλησία να καταλήξει σε συμπεράσματα αυτή η Σύνοδος η αφιερωμένη στην οικογένεια;

Δεν σημαίνει βέβαια ότι εξαντλήσαμε όλα τα θέματα που έχουν να κάνουν με την οικογένεια, αλλά ότι προσπαθήσαμε να τα φωτίσουμε με το φως του Ευαγγελίου, της παράδοσης και της δισχιλιετούς ιστορίας της Εκκλησίας, φέρνοντας τη χαρά της ελπίδας χωρίς να πέφτουμε στην εύκολη επανάληψη των αυτονόητων ή χιλιοειπωμένων. Δεν σημαίνει ασφαλώς ότι βρήκαμε εξαντλητικές λύσεις σε όλες τις δυσκολίες και τις αμφιβολίες που προκαλούν και απειλούν την οικογένεια, αλλά ότι θέσαμε αυτές τις δυσκολίες και αυτές τις αμφιβολίες κάτω από το φως της Πίστης, και τις μελετήσαμε προσεκτικά, και τις αντιμετωπίσαμε χωρίς φόβο και χωρίς την τακτική της στρουθοκαμήλου.

Σημαίνει ότι προτρέψαμε τους πάντες να καταλάβουν τη σημασία του θεσμού της οικογένειας και του γάμου ανάμεσα σ’ έναν άνδρα και μια γυναίκα, βασισμένου πάνω στην ενότητα και στο αδιάλυτο, και να τον εκτιμήσουν ως θεμέλιο λίθο της κοινωνίας και της ανθρώπινης ζωής.

Σημαίνει ότι ακούσαμε και κάναμε και τους άλλους ν’ ακούσουν τις φωνές των οικογενειών και των ποιμένων της Εκκλησίας που ήρθαν στη Ρώμη φέρνοντας πάνω στους ώμους των τα βάρη και τις ελπίδες, τα πλούτη και τις προκλήσεις οικογενειών απ’ όλα τα μέρη του κόσμου.

Σημαίνει ότι αποδείξαμε τη ζωντάνια της καθολικής Εκκλησίας που δεν φοβάται να ταρακουνήσει τις αναισθητοποιημένες συνειδήσεις ή να λερώσει τα χέρια της με ζωηρές και ειλικρινείς συζητήσεις για την οικογένεια.

Σημαίνει ότι προσπαθήσαμε να κοιτάξουμε και να ερμηνεύσουμε την πραγματικότητα, ή μάλλον τις πραγματικότητες του σήμερα, με τα μάτια του Θεού, έτσι ώστε ν’ ανάψουμε τη φλόγα της πίστης και να φωτίσουμε τις καρδιές των ανθρώπων, σε μια ιστορική στιγμή αποθάρρυνσης και κοινωνικής, οικονομικής, ηθικής κρίσης και αυξανόμενης απαισιοδοξίας.

 Σημαίνει ότι δώσαμε μαρτυρία στον καθένα ότι το Ευαγγέλιο παραμένει για την Εκκλησία η ζωντανή πηγή αιώνιας ανακαίνισης, ενάντια σε όλους εκείνους που θα ήθελαν να την «ενδογματίσουν», να την περιορίσουν σ’ ένα δόγμα από πέτρες νεκρές για να τις εκσφενδονίζουν ενάντια σε άλλους.

Σημαίνει ακόμα ότι φέραμε στο φως τις κλειστές καρδιές, που συχνά κρύβονται ακόμα και πίσω από τις διδαχές της Εκκλησίας ή πίσω από καλές προθέσεις, για να καθίσουν στην καθέδρα του Μωυσή και να κρίνουν, κάποτε με υπεροψία και επιπολαιότητα, δύσκολες περιπτώσεις και πληγωμένες οικογένειες.

Σημαίνει ότι αποφανθήκαμε ότι η Εκκλησία είναι Εκκλησία των πτωχών στο πνεύμα και των αμαρτωλών που αναζητούν τη συγγνώμη, και όχι μόνο των δικαίων και των αγίων, ή μάλλον εκείνων που είναι δίκαιοι και άγιοι ακριβώς όταν αισθάνονται φτωχοί και αμαρτωλοί.

Σημαίνει ότι επιδιώξαμε ν’ ανοίξουμε τους ορίζοντες για να ξεπεράσουμε κάθε ερμηνευτική συνομωσίας ή περιορισμού προοπτικής, για να υποστηρίξουμε και για να διαδώσουμε την ελευθερία των τέκνων του Θεού, για να μεταδώσουμε την ομορφιά της χριστιανικής ανανέωσης και φρεσκάδας, που κάποτε καλύπτεται από τη σκουριά ενός λόγου αρχαϊκού ή απλώς ακατανόητου.

Στην πορεία αυτής της Συνόδου διάφορες γνώμες που εκφράστηκαν ελεύθερα -και δυστυχώς κάποτε καθόλου καλότροπα- ασφαλώς εμπλούτισαν και ζωντάνεψαν τον διάλογο, δίνοντας ζωντανή εικόνα, μιας Εκκλησίας που δεν χρησιμοποιεί απλώς “προκατασκευασμένα συνταγολόγια”, αλλά που αντλεί από την ανεξάντλητη πηγή της πίστης της ένα τρεχούμενο νερό για να ξεδιψάει τις στεγνωμένες καρδιές[1].

Και -πέρα από τα δογματικά θέματα τα προσδιορισμένα σαφώς από τους υπευθύνους της Εκκλησίας- διαπιστώσαμε επίσης ότι κάτι που φαίνεται κανονικό σ’ έναν επίσκοπο μιας ηπείρου μπορεί να αποκαλύπτεται παράδοξο, σχεδόν σαν σκάνδαλο -σχεδόν- στον επίσκοπο μιας άλλης ηπείρου· κάτι που θεωρείται καταπάτηση ενός δικαιώματος σε μία κοινωνία μπορεί να είναι απαιτούμενο προφανές και άθικτο, σε μιαν άλλη· κάτι που για ορισμένους είναι ελευθερία συνειδήσεως για άλλους μπορεί να είναι απλώς σύγχυση.

Στην πραγματικότητα, οι πολιτισμοί διαφέρουν πολύ μεταξύ τους, και κάθε γενική αρχή -όπως το έχω ήδη πει, τα δογματικά θέματα έχουν σαφώς προσδιοριστεί από τους υπεύθυνους της Εκκλησίας- κάθε γενική αρχή χρειάζεται να ενσωματωθεί στον πολιτισμό, αν θέλει να τηρηθεί και να εφαρμοστεί[2]. Η Σύνοδος του 1985, που γιόρταζε την εικοστή επέτειο της λήξης της Δευτέρας Βατικανής Συνόδου, χαρακτήρισε την ενσωμάτωση στον πολιτισμό (inculturation) ως «τον ενδότερο μετασχηματισμό των αυθεντικών πολιτισμικών αξιών με την ενσωμάτωσή τους στον χριστιανισμό, και το άπλωμα των ριζών του χριστιανισμού μέσα στους διάφορους ανθρώπινους πολιτισμούς»[3].

Η ενσωμάτωση στον πολιτισμό δεν αποδυναμώνει τις αληθινές αξίες αλλά αποδεικνύει την πραγματική τους δύναμη και την αυθεντικότητά τους, αφού αυτές προσαρμόζονται χωρίς να μετασχηματίζονται, αλλά αντίθετα μετασχηματίζουν ειρηνικά και σταδιακά τους διάφορους πολιτισμούς[4].

Είδαμε επίσης, μέσα από τον πλούτο της διαφορετικότητάς μας, ότι η πρόκληση που έχουμε μπροστά μας είναι πάντα η ίδια: ν’ αναγγείλουμε το Ευαγγέλιο στον σημερινό άνθρωπο, υποστηρίζοντας την οικογένεια από όλες τις ιδεολογικές και ατομικιστικές προσβολές.

Και χωρίς ποτέ να πέσουμε στον κίνδυνο του σχετικισμού ή της απόδοσης διαβολικών ιδιοτήτων στους άλλους, επιδιώξαμε να εγκολπωθούμε πλήρως και θαρραλέα την καλοσύνη και την ευσπλαχνία του Θεού που είναι πάνω από τους ανθρώπινους υπολογισμούς μας και που δεν επιθυμεί τίποτα άλλο παρά «να σωθούν όλοι οι άνθρωποι» (Α’ Τιμ. 2, 4), για να εντάξουμε και να ζήσουμε αυτή τη Σύνοδο μέσα στη συνάφεια του εξαιρετικού Έτους της Ευσπλαχνίας που η Εκκλησία καλείται να ζήσει.

 

Αγαπητοί αδελφοί

Η εμπειρία της Συνόδου μας έκανε επίσης να καταλάβουμε καλύτερα, ότι οι αληθινοί υποστηρικτές του δόγματος δεν είναι όσοι υποστηρίζουν το γράμμα, αλλά το πνεύμα· όχι τις ιδέες αλλά τον άνθρωπο· όχι τους τύπους αλλά τη δωρεάν αγάπη του Θεού και της συγγνώμης του. Αυτό δεν σημαίνει με κανένα τρόπο μείωση της σημασίας των τύπων -αυτοί είναι απαραίτητοι-, ούτε της σημασίας των νόμων και των θείων εντολών, αλλά εξύψωση του μεγαλείου του αληθινού Θεού που δεν μας φέρεται ανάλογα με τις αρετές μας ούτε καν ανάλογα με τα έργα μας αλλά μοναδικά, ανάλογα με την απεριόριστη γενναιοψυχία της ευσπλαχνίας του (βλ. Ρωμ 3, 21-30· Ψλ 129· Λκ 11, 47-54)! Αυτό σημαίνει να ξεπερνούμε τους μόνιμους πειρασμούς του πρωτότοκου γιού (βλ. Λκ 15, 25-32) και των ζηλόφθονων εργατών (βλ. Μτ 20, 1-16). Αντίθετα, αυτό σημαίνει να δίνουμε την πρέπουσα αξία στους νόμους και στις εντολές που έγιναν για τον άνθρωπο και όχι το αντίστροφο (βλ. Μκ 2, 27).

 

Με αυτή την έννοια, η σωστή μετάνοια, τα ανθρώπινα έργα και οι προσπάθειες παίρνουν ένα βαθύτερο νόημα, όχι ως τίμημα της Σωτηρίας που δεν μπορεί κανείς να την αποκτήσει, και που συντελέστηκε δωρεάν από τον Χριστό πάνω στον Σταυρό, αλλά ως “απάντηση” σ’ Εκείνον που πρώτος μας αγάπησε και μας έσωσε με τίμημα το αθώο του αίμα, ενώ εμείς ήμασταν ακόμα αμαρτωλοί ( βλ. Ρωμ 5, 6).

Το πρώτο χρέος της Εκκλησίας δεν είναι να διανέμει καταδίκες ή αναθέματα, αλλά να κηρύττει την ευσπλαχνία του Θεού, να καλεί να επιστρέψουν σ’ Αυτόν και να οδηγεί όλους τους ανθρώπους στη σωτηρία που προσφέρει ο Κύριος ( βλ. Ιω 12, 44-50).

Ο Μακάριος πάπας Παύλος ο 6ος , δίδασκε μ’ αυτά τα μεγαλειώδη λόγια: «Μπορούμε λοιπόν να σκεφτούμε ότι καθεμιά από τις αμαρτίες μας ή τις απομακρύνσεις μας από τον Θεό ανάβει μέσα Του μια φλόγα, μιας πιο έντονης αγάπης, μια επιθυμία να μας ξαναγκαλιάσει και να μας εντάξει και πάλι μέσα στο σχέδιο της σωτηρίας […]. Ο Θεός, στο πρόσωπο του Χριστού, αποκαλύπτεται απείρως καλός […]. Ο Θεός είναι καλός. Και όχι μόνο μέσα του· ο Θεός είναι -το λέμε κλαίγοντας- καλός για μας. Μας αγαπά, μας αναζητά, μας σκέφτεται, μας γνωρίζει, μας εμπνέει και μας περιμένει: θα είναι – αν μπορεί κανείς να το πει έτσι – ευτυχής τη μέρα που θα επιστρέψουμε και θα πούμε: Κύριε, με την καλοσύνη σου, συγχώρησέ με. Να, λοιπόν, που η δική μας μετάνοια γίνεται η χαρά του Θεού»[5].

Ο πάπας Ιωάννης-Παύλος ο 2ος βεβαίωνε κι εκείνος ότι: «Η Εκκλησία ζει μια αυθεντική ζωή όταν διδάσκει και κηρύττει την ευσπλαχνία […] κι όταν οδηγεί τους ανθρώπους στις πηγές του ελέους του Σωτήρα, του οποίου ελέους αυτή είναι θεματοφύλακας και χορηγός»[6].

Επίσης ο πάπας Βενέδικτος ο 16ος έλεγε: «Η ευσπλαχνία είναι στην πραγματικότητα ο κεντρικός πυρήνας του ευαγγελικού μηνύματος, είναι το ίδιο το όνομα του Θεού… Όλα όσα λέει και κάνει η Εκκλησία εκδηλώνουν την ευσπλαχνία που τρέφει ο Θεός για τους ανθρώπους, επομένως για μας. Όταν η Εκκλησία οφείλει να υπενθυμίσει μια υποτιμημένη ή ακόμα προδομένη αλήθεια, το κάνει πάντα σπρωγμένη από την εύσπλαχνη αγάπη, ώστε οι άνθρωποι να έχουν ζωή και να την έχουν άφθονη (βλ. Ιω 10, 10)»[7].

Κάτω από αυτό το φως, και χάρη σ’ αυτή τη χρονική περίοδο Χάριτος που έζησε η Εκκλησία, μιλώντας και συζητώντας για την οικογένεια, αισθανόμαστε αμοιβαία εμπλουτισμένοι· και πολλοί ανάμεσά μας έχουν την εμπειρία της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, που είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής και αίτιος της Συνόδου. Για όλους εμάς, η λέξη «οικογένεια» δεν ηχεί πια όπως πριν τη Σύνοδο, και μάλιστα τόσο πολύ ώστε μέσα της να βρίσκουμε ήδη την περίληψη της κλήσης της και το νόημα όλης της συνοδικής πορείας[8].

 

Στην πραγματικότητα, για την Εκκλησία, να συγκεφαλαιώσει τη Σύνοδο σημαίνει να ξαναγυρίσει στην «από κοινού πορεία», αληθινά, για να φέρει παντού στον κόσμο, σε κάθε επισκοπή, σε κάθε κοινότητα και σε κάθε περίσταση, το φως του Ευαγγελίου, τον εναγκαλισμό της Εκκλησίας και το στήριγμα της ευσπλαχνίας του Θεού !

Ευχαριστώ !

 

[1] Βλ. Επιστολή στον Πρύτανη του «Καθολικού Παπικού Πανεπιστημίου της Αργεντινής», για την εκατοστή επέτειο της θεολογικής σχολής, 3 Μαρτίου 2015

 

[2]Βλ. Βιβλική παπική Επιτροπή, Πίστη και πολιτισμός υπό το φως της Βίβλου. Εκθέσεις της Ολομέλειας 1979 της Βιβλικής παπικής Επιτροπής, LDC, Leumann 1981, Conc.Oecum. Vat.II, Const. Gaudium et spes , n. 44.

[3]Τελική αναφορά (7 Δεκεμβρίου 1985)»: L’ Osservatore Romano, 10 Δεκεμβρίου1985, σελ. 7· Documentation catholique 1909, 5 Ιανουαρίου 1986, σελ. 41.

[4]«Η Εκκλησία, λόγω της ποιμαντικής της αποστολής, οφείλει να μένει πάντα προσεκτική στις ιστορικές μεταβολές και στις εξελίξεις των νοοτροπιών. Ασφαλώς όχι για να υποτάσσεται σ’ αυτές, αλλά για να υπερνικά τα εμπόδια που μπορεί να αντιτίθενται στη δεκτικότητα των συμβουλών και των οδηγιών της» (Συνέντευξη του Καρδινάλιου Georges Cottier, La Civilta Cattolica, 3963-3964, 8 Αυγούστου 2015, σελ.272).

[5]Homelie, 23 Ιουνίου 1968: Insegnamenti VI (1968), 1176-1178.

[6]Lett.enc. Dives in misericordia, n.13. Έλεγε επίσης: «Στο πασχάλιο μυστήριο… ο Θεός μας φανερώνεται αυτός που είναι: ένας Πατέρας με τρυφερή καρδιά που δεν υποχωρεί μπροστά στην αγνωμοσύνη των παιδιών του και που είναι πάντα διατεθειμένος να συγχωρεί» (Jean-Paul II,Regina caeli, 23 Απριλίου 1995: Insegnamenti XVIII, 1 [ 1995] , 1035). Και περιέγραφε ως εξής την αντίσταση στην ευσπλαχνία: «Η σύγχρονη νοοτροπία, περισσότερο ίσως από ότι η νοοτροπία του ανθρώπου του άλλοτε, μοιάζει να αντιτίθεται στον Θεό της ευσπλαχνίας, και τείνει να απομακρύνει από τη ζωή και να αφαιρεί από την ανθρώπινη καρδιά, την ίδια την έννοια της ευσπλαχνίας. Η λέξη και η ιδέα της ευσπλαχνίας μοιάζουν να κάνουν τον άνθρωπο να μην νιώθει άνετα» (Lett. enc. Dives in Misericordia, [30 Νοεμβρίου 1980] n. 2).

[7] Regina Coeli, 30 Μαρτίου 2008: Insegnamenti IV, 1 (2008), 489-490· και μιλώντας για τη δύναμη της ευσπλαχνίας βεβαιώνει: «Η ευσπλαχνία είναι που θέτει ένα όριο στο κακό. Σ’ αυτήν εκφράζεται η εντελώς ιδιαίτερη φύση του Θεού –η αγιότητά του, η δύναμη της αλήθειας και της αγάπης.»(Ομιλία της Κυριακής της Θείας Ευσπλαχνίας, 15 Απριλίου 2007: Insegnamenti III, 1 [2007], 667).

[8] Μια ακροστιχική ανάλυση της λέξης «famiglia» (οικογένεια) μας βοηθάει να συνοψίσουμε την αποστολή της Εκκλησίας εν όψει της διαμόρφωσης

(Former)των νέωνγενεών να ζουν με σοβαρότητα την αγάπη, όχι με μια ατομικιστική οπτική βασισμένη μόνο στην απόλαυση και στην αρχή του «χρησιμοποίησε και πέτα», αλλά για να πιστέψουμε και πάλι στην αυθεντική, γόνιμη και αιώνια αγάπη, ως τη μόνη οδό για βγούμε από τον εαυτό μας· για ν’ ανοιχτούμε στον άλλον· για να ξεκολλήσουμε από τη μοναξιά· για να βιώσουμε το θέλημα του Θεού· για να πραγματοποιηθούμε πλήρως· για να καταλάβουμε πως ο γάμος είναι ο «χώρος όπου εκδηλώνεται η θεϊκή αγάπη· για να υποστηρίξουμε την ιερότητα της ζωής, της κάθε ζωής· για να υποστηρίξουμε την ενότητα και το αδιάλυτο του συζυγικού δεσμού ως σημείου της χάριτος του Θεού και της ικανότητας του ανθρώπου ν’ αγαπάει σοβαρά» (Ομιλία στη Λειτουργία της έναρξης της Συνόδου, 4 Οκτωβρίου 2015: L’ Osservatore romano, 5-6 Οκτωβρίου 2015, σελ. 7)· και για να καταξιωθούν τα προγαμιαία μαθήματα ως ευκαιρία εμβάθυνσης στο χριστιανικό νόημα του μυστηρίου του γάμου.

(Aller) Να πάμε προς τους άλλους επειδή μια Εκκλησία κλειστή στον εαυτό της είναι μια Εκκλησία νεκρή· μια Εκκλησία που δεν βγαίνει από τον δικό της περίβολο για ν’ αναζητήσει, για να υποδεχτεί και για να οδηγήσει τον καθένα προς τον Χριστό είναι μια Εκκλησία που προδίδει την αποστολή της και την κλήση της.

(Manifester) Να εκδηλώνει και να μεταδίδει την ευσπλαχνία του Θεού στις οικογένειες που βρίσκονται σε ανάγκη· σε πρόσωπα εγκαταλειμμένα, σε ηλικιωμένους απροστάτευτους· στα πληγωμένα παιδιά διαζευγμένων γονέων· στις φτωχές οικογένειες που παλεύουν για να επιζήσουν· στους αμαρτωλούς που χτυπούν την πόρτα μας και σ’ εκείνους που βρίσκονται μακριά· σ’ εκείνους που είναι περισσότερο ή λιγότερο επιδέξιοι και σε όλους εκείνους που αισθάνονται πληγωμένοι στην ψυχή και στο σώμα και στα ζευγάρια τα σπαραγμένα από την οδύνη, την αρρώστια, τον θάνατο ή τον διωγμό.

(Ιlluminer) Να φωτίζουμε τις συνειδήσεις που συχνά περιβάλλονται από νοσηρές και λεπτές δυναμικές, που επιδιώκουν ακόμα και να μπουν στη θέση του Θεού δημιουργού. Από αυτές τις δυναμικές πρέπει να αφαιρεθεί το προσωπείο και να πολεμηθούν με πλήρη σεβασμό της αξιοπρέπειας κάθε προσώπου.

(Gagner) Να κερδίσουμε και ν’ ανοικοδομήσουμε με ταπείνωση την εμπιστοσύνη στην Εκκλησία, που μειώθηκε σοβαρά εξαιτίας της συμπεριφοράς και των αμαρτιών των ίδιων των παιδιών της. Δυστυχώς, η κακή μαρτυρία και τα σκάνδαλα που διαπράττονται στο εσωτερικό της Εκκλησίας από μερικούς κληρικούς πρόσβαλαν την εμπιστοσύνη σ’ αυτήν και αμαύρωσαν τη λάμψη του σωτηριώδους μηνύματός της.

(Lavorare) Να εργαζόμαστε εντατικά για να υποστηρίξουμε και να ενθαρρύνουμε τις υγιείς οικογένειες, τις πιστές οικογένειες, τις πολυάριθμες οικογένειες που παρά τους καθημερινούς κόπους συνεχίζουν να δίνουν μεγάλη μαρτυρία πιστότητας στις διδαχές της Εκκλησίας και στις εντολές του Κυρίου.

(Imaginer) Να φανταστούμε μια οικογενειακή ποιμαντική ανανεωμένη που να βασίζεται στο Ευαγγέλιο και να σέβεται τις πολιτισμικές ποικιλότητες. Μια ποιμαντική ικανή να μεταδίδει το Καλό Άγγελμα σε μια γλώσσα ελκυστική και χαρούμενη και ν’ αφαιρεί από την καρδιά των νέων τον φόβο ν’ αναλάβουν οριστικές δεσμεύσεις. Μια ποιμαντική που δίνει ιδιαίτερη προσοχή στα παιδιά τα οποία είναι τα πραγματικά θύματα των οικογενειακών σπαραγμών. Μια ποιμαντική ανακαινιστική που να θέσει σ’ εφαρμογή μια προπαρασκευή προσαρμοσμένη στο Μυστήριο του γάμου και που θα σταματήσει τις εν ισχύει πρακτικές που συχνά ενδιαφέρονται περισσότερο για την επιφάνεια μιας τυπικότητας παρά για τη διαμόρφωση προς μια δέσμευση που να διαρκεί ισόβια.

(Aimer) Να αγαπάμε χωρίς προϋποθέσεις όλες τις οικογένειες και ιδιαίτερα εκείνες που περνούν δύσκολες στιγμές. Καμιά οικογένεια δεν πρέπει να αισθάνεται μόνη ή αποκλεισμένη από την αγάπη και από τον εναγκαλισμό της Εκκλησίας. Το πραγματικό σκάνδαλο είναι ο φόβος ν’ αγαπάμε και να εκδηλώνουμε συγκεκριμένα αυτή την αγάπη.

Θεματολογικές ετικέτες

Αφήστε μια απάντηση