Κατήχηση

Θρησκευτική κάλυψη του Εθνικισμού

«…βλασφημίαν, ἀσυγχώρητον βλασφημίαν

ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»

 

Για τους Χριστιανούς η ιστορία προχωρά ως εκτύλιξη μιας ανα­μέτρησης: κάθε λεπτό -ασταμάτητα- η Ανάσταση αναμετράται με τη θανατίλα του παλιού κόσμου. Υπάρχουν, ωστόσο, και στιγμές με μια ένταση ξεχωριστή, με μια κρισιμότητα αποκα­λυπτική: Είναι οι στιγμές στις οποίες εγείρεται με ορμή ένα αντι-ευαγγέλιο και ο άνθρωπος καλείται να διακρίνει μεταξύ αυτού του αντι-ευαγγελίου και του ευαγγελίου του Χριστού και να ξεκαθαρίσει με ποιο συντάσσεται, ποιο αποτάσσεται.

Ο Ναζισμός, μόρφωμα του 20ού αιώνα και ήδη παρών στον 21ο, εδρά­ζεται στην αρχαία αποστασία. Στην αυτοθέωση μέσω της ισχύος, στην απόρριψη της «εξ ενός αίματος» συγγένειας πάντων των ανθρώπων, στην εξολόθρευση του αδύναμου ως ελαττωματικού. Αυτή η πίστη, πού συμποσούται στην ανακήρυξη της γενέθλιας γης και του φυλετικού αίματος σε πηγές του νοήματος, αποτελεί αντίποδα του εκκλησιαστικού γεγονότος. Η χριστιανική συνείδηση οφείλει να είναι σαφής. Και ακριβώς γι’ αυτό προ­κύπτει θεόρατο πρόβλημα όταν, ευθέως ή εμμέσως, με θράσος ή με κρυ­φτούλι λέξεων, συνειδήσεις Χριστιανών συντάσσονται με αυτό(ν) πού εκ της ταυτότητος τους αποτάσσονται.

Ενδεικτικό αυτής της αποκαλυπτικής έντασης είναι ο τρόπος με τον οποίον αντιμετώπισε το ανίερο αγκάλιασμα εθνικισμού και Εκκλησίας ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, δέκα χρόνια πριν την άνοδο του Χίτλερ στην καγκελαρία. Τα σχετικά αποσπάσματα έχουν αναδημοσιευτεί πολλάκις. Η συγκυρία, όμως, στην οποία βρίσκεται η χώρα μας σήμερα, μας ικανώνει να προσέξουμε ιδιαίτερα τους σκληρούς και ατόφια θεολογικούς χαρακτηρι­σμούς τους, με τους οποίους δείχνει ότι το ζήτημα δεν αφορά ένα σφάλμα παραπάνω, ένα σφάλμα παρακάτω, αλλά καθαυτή την παραμονή των εκ­κλησιαστικών ανθρώπων στην αλήθεια του Χριστού ή την έξοδό τους από αυτήν.

«Αποτελεί βλασφημίαν, ασυγχώρητον βλασφημίαν εναντίον του Χρι­στού και του Αγίου Πνεύματος, το να κάμωμεν την Εκκλησίαν ένα εθνικόν ίδρυμα […]. Ο σκοπός της είναι υπερεθνικός, οικουμενικός, πανανθρώπινος: να ενώση ἐν τῷ Χριστῷ όλους τους ανθρώπους, όλους άνευ εξαιρέσεως εθνικότητος ή φυλής ή κοινωνικού στρώμα­τος. “Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδέ Ἕλλην […]”». «Είναι πλέον καιρός, είναι η δωδέκατη ώρα, να παύσουν οι εκκλησιαστικοί μας αντιπρόσωποι να είναι αποκλειστικά δούλοι του εθνικισμού, και να γίνουν αρχιερείς και ιερείς της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Η από τον Χριστόν δοσμένη και από τους Αγίους Πατέ­ρας πραγματοποιημένη αποστολή της Εκκλησίας είναι: να φυτεύε­ται και να καλλιεργήται μέσα εις την ψυχήν του λαού μας η αίσθησις και η επίγνωσις ότι κάθε μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι πρό­σωπον, καθολικόν, πρόσωπον αιώνιον και θεανθρώπινον· ότι είναι του Χριστού και δια τούτο αδελφός όλων των ανθρώπων και διάκο­νος όλων των ανθρώπων και των κτισμάτων. Αυτός είναι ο από Χρι­στού δεδομένος σκοπός της Εκκλησίας· κάθε άλλος σκοπός δεν είναι από τον Χριστόν αλλ’ από τον αντίχριστον»[2].

Ο π. Ιουστίνος δεν περιμένει να βρει τον αριθμό 666 πάνω στον εθνικι­σμό, για να τον χαρακτηρίσει προϊόν του αντίχριστου! Και ποιος χαρακτη­ρισμός θα μπορούσε να είναι πιο εύστοχος από το «αντί-χριστος» για να σημάνει με διαύγεια την παντελή διαστροφή της εκκλησιαστικής συνείδησης, την οποία μάλιστα ο Πόποβιτς τολμηρά εξισώνει με το μοναδικό ασυγ­χώρητο -κατά το ευαγγέλιο- αμάρτημα, δηλαδή τη βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος; Ούτε και γιατρεύει πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν το να βρίσκεται κάποιος στον επισκοπικό θρόνο. Αυτομάτως συμβαίνουν όλα τα πράγματα στη μαγεία, αλλά ουδέν στην Εκκλησία. Ο οιοσδήποτε χειρο­τονημένος, λοιπόν, πού κομπάζει ότι είναι προεστώς του ευχαριστιακού δείπνου και ταυτοχρόνως επαινεί τον εθνικισμό ως πατριωτισμό, δεν είναι και αληθώς επίσκοπος της Εκκλησίας του Χριστού! Καλείται να μετανοήσει, ώστε να δυνηθεί έτσι να γίνει αληθινά ιερωμένος της! Επί πλέον, στο ευαγγέλιο η «ενδεκάτη ώρα» σημαίνει αυτό πού σήμερα λέμε «στο παρά πέντε», σημαίνει δηλαδή την έσχατη ευκαιρία του ανθρώπου για να αντα­ποκριθεί στο χρέος του. «Δωδέκατη ώρα» είναι η επόμενη στιγμή, η στιγμή της Κρίσης. Ο Πόποβιτς, λοιπόν, θεωρεί ότι με την κρισιμότητα του ζητή­ματος αυτού βρισκόμαστε στη δωδέκατη ώρα! Με αυτήν, άλλωστε, την αίσθηση η Σύναξη έχει δημόσια ζητήσει από τον Νοέμβριο του περασμένου έτους την καταδίκη του ναζισμού, σε κάθε του εκδοχή και μεταμφίεση (τ. 124 / 2012, σ. 82).

…………………………………………………………………………….

Από τη μια αναζητούνται οι χρόνιες αλλοιώσεις του εκκλησιαστικού φρονήματος, οι οποίες ευθύνονται για τη σημερινή απήχηση του εθνικοσοσιαλιστικού πνεύματος σε εκκλησιαστικούς χώρους, και από την άλλη φωτίζεται η ιστορία, για να διδάξει πότε και πώς τα αντανακλαστικά των Χριστιανών ίστανται εναργή ή βουλιάζουν μέσα στη σύγχυση και την εθελοδουλία. Με βαθειά την πεποίθηση ότι κάθε ολοκληρωτισμός είναι απανθρωπιά, τα κείμενα του τεύχους πασχίζουν να είναι ταυτόχρονα μαρτυρία και σπουδή, ώστε να συν­δράμουν την ορθοστασία όσων δεν είναι πρόθυμοι να κλίνουν γόνυ στα εί­δωλα των ταγμάτων εφόδου.

«Η Ορθόδοξη Εκκλησία, πιστή στο Αρχέτυπό της [την Αγία Τριά­δα], καλείται […] να κηρύττη με θάρρος μέσα στον ενθουσιασμό και του πιο δίκαιου πολέμου την αγάπη, την κατανόηση, την Ειρήνη, αλλά και μέσα στο πιο στυγνό δικτατορικό καθεστώς το απαραβία­στο των δικαιωμάτων του ανθρώπου, την ιερότητα του ανθρωπίνου προσώπου, την Ελευθερία. Το αν δε μια Εκκλησία κηρύττη παντού και πάντοτε, ανεξάρτητα από τις ιστορικές συνθήκες στις όποιες βρί­σκεται, το ιδανικό αυτό και στις δυο του πτυχές, αποτελεί κριτήριο της ορθοδοξίας της…»[3].

Θ.Ν.Π.



[1] Προλογικό σημείωμα του αρχισυντάκτη του περιοδικού ΣΥΝΑΞΗ τ. 125 Θανάση Παπαθανασίου. Κείμενο ουσιαστικό, εισαγωγικό σε πάρα πολύ ενδιαφέροντα για το θέμα άρθρα.

[2] Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος. Μελετήματα Ορθοδόξου θεολογίας (μτφρ. ιερομ. Αθανασίου Γέβτιτς), εκδ. Αστήρ, Αθήναι 1974, σσ. 55-56.

[3] Παναγιώτης Νέλλας, «Τρεις βιβλικές προϋποθέσεις στο πρόβλημα Ορθοδοξία και Πολιτική», Μαρτυρία Ορθοδοξίας, εκδ. Εστίας, 1972, σ. 179.

Αφήστε μια απάντηση